Mε το ταξίδι του Βενιαμίν Νετανιάχου στις ΗΠΑ να πλησιάζει – στις 29 του μηνός – και το ζήτημα του Ιράν να περνάει από τη μία ανησυχητική αποκάλυψη στην άλλη, κανείς πλέον δεν έχει την παραμικρή αμφιβολία ότι το θέμα αυτό έχει υπερσκελίσει το ζήτημα της Γάζας στην ατζέντα του ισραηλινού Πρωθυπουργού. Με εξαίρεση βέβαια την τουρκική παρουσία στη Λωρίδα στην οποία αρνείται να συγκατανεύσει.
Ευτυχώς για όλους μας.
Το καθεστώς του Ιράν όχι μόνο δεν το βάζει κάτω αλλά κινείται σε πολλά επίπεδα. Το πρώτο και πιο – άμεσα – ανησυχητικό για το Ισραήλ είναι εκείνο των βαλλιστικών πυραύλων με την Τεχεράνη να επιδίδεται σε μια κούρσα αναπλήρωσης όχι μόνο του 50% του οπλοστασίου και των εκτοξευτών της που κατέστρεψε το Ισραήλ αλλά και παραγωγής επιπρόσθετων ποσοτήτων απειλώντας όχι μόνο το Ισραήλ αλλά και την περιφερειακή ασφάλεια.
Συναφές βέβαια είναι και το ζήτημα του πυρηνικού προγράμματος της Τεχεράνης το οποίο προκαλεί πρόσθετη ανησυχία και το οποίο κανείς, πλην του Ιράν, δεν γνωρίζει πόσο πλήγηκε από τα καταστροφικά μεν όχι απολύτως δε, πλήγματα του Ισραήλ και των ΗΠΑ.
Με το Ιράν να έχει ξεγελάσει την Διεθνή Υπηρεσία Ατομικής Ασφάλειας και τον ΟΗΕ πολλές φορές και πλέον να μην συνεργάζεται καθόλου, κανένας δεν είναι σε θέση να πει πόσο κοντά είναι το Ιράν σε μια πυρηνική βόμβα.
Και η σκέψη ότι αυτό το παρανοϊκό καθεστώς θα μεταβληθεί σε περιφερειακή υπερδύναμη προκαλεί τρόμο στους Άραβες. Έναν τρόμο ισοδύναμο με εκείνον που προκαλεί στο Ισραήλ.
Άλλωστε το Ισραήλ είναι μια μικροσκοπική λωρίδα γης και εάν το Ιράν πέρα από τον εκβιασμό της περιοχής προχωρήσει, υπό κάποιες ακραίες περιστάσεις σε μια τέτοια απονενοημένη κίνηση, η ραδιενέργεια δεν χρειάζεται διαβατήριο. Πέρα από το ότι η Ραμάλα απέχει από το Τελ Αβίβ μόλις 45 χιλιόμετρα, επτά χιλιόμετρα περισσότερο, δηλαδή, από ότι η Λάρνακα από τη Λευκωσία.
Με αυτό να είναι βέβαια ένα πολύ απομακρυσμένο σήμερα σενάριο, σήμερα διότι κανείς δεν ξέρει εάν η Τεχεράνη αποφασίσει να κάνει «μάρτυρες» τους Παλαιστινίους, η ανησυχία του Ισραήλ αλλά και όλων στην περιοχή, στρέφεται πρωτίστως στην ανασύσταση των συμμοριών των εντολοδόχων της Τεχεράνης, ειδικά της Χεζμπολάχ και στον κίνδυνο η πολλά υποσχόμενη ανάπτυξη της περιοχής μέσω της ενέργειας και του εμπορικού διαδρόμου από την Ινδία στην Ευρώπη ακόμα και να ναυαγήσει.
Με ένα (ισλαμιστικό) Ιράν αυτής της ισχύος κανείς δεν θα είναι τρελός να επενδύσει.
Το πρόβλημα «Ιράν» βέβαια δεν εξαντλείται εκεί. Η Ισλαμική «Δημοκρατία» ανέκαθεν – κι αυτός είναι άλλωστε ο δεύτερος βασικός λόγος των κυρώσεων της διεθνούς κοινότητας εναντίον της Τεχεράνης μετά τα πυρηνικά – είναι μία από τις κυριότερες εάν όχι και η κυριότερη πηγή εξαγωγής και οργάνωσης της τρομοκρατίας παγκοσμίως.
Όλοι γνωρίζουν πως αυτή ήταν πίσω από τις κτηνωδίες της 7ης Οκτωβρίου. Η Τεχεράνη βέβαια αρνείται ότι εκείνη τις οργάνωσε αλλά τα στοιχεία ανατρέπουν τους ισχυρισμό της, πέρα από το γεγονός ότι, μαζί την ελεγχόμενη από την ίδια Συρία του Άσαντ, ήταν η μοναδική χώρα στον κόσμο η οποία χαιρέτισε τις σφαγές.
Η τακτική που ακολούθησε το Ισραήλ από την επομένη της 7ης Οκτωβρίου όταν η Χεζμπολάχ ξεκίνησε να το βομβαρδίζει αδιάκοπα, να την αφήσει να εξαντλήσει ένα σημαντικό μέρος του οπλοστασίου της και μετά από τη γελοιοποίησή της με την ευφυέστατη όσο και εντυπωσιακή εκείνη υπόθεση των βομβητών να εξολοθρεύσει την ηγεσία της, έκοψε το μακρύ και καταστροφικό για το Λίβανο χέρι του Ιράν και οδήγησε στην πτώση του καθεστώτος Άσαντ και στη φυγή των ανθρώπων της Τεχεράνης άρον – άρον από το συριακό έδαφος.
Ούτε εκεί όμως το βάζει κάτω το Ιράν αφού, με τη βοήθεια της Άγκυρας προσπαθεί να ανασυστήσει την τρομοκρατική οργάνωση. Η Τουρκία εξ αρχής προσέγγισε το Ιράν και ανέλαβε αφενός μεν την ασφαλή διέλευση από το έδαφος της όπλων, τα οποία κατέληγαν και καταλήγουν δια θαλάσσης στο Λίβανο, αφετέρου δε, εκτιμάται ότι διακίνησε τη μερίδα του λέοντος του μαύρου χρήματος από το Ιράν στη Χεζμπολάχ και, σε μία πρόσθετη εξέλιξη, μεσολαβεί τώτα για την επαναπροσέγγιση της Τεχεράνης με τη «νέα» Δαμασκό του αλ Σάρα, το επίπεδο τουλάχιστον της ύπαρξης μιας κάποιας ουσιαστικής επικοινωνίας. Σε πρώτο στάδιο.
Το Ισραήλ δεν έχει την πολυτέλεια να επιτρέψει στο Ιράν να σηκώσει κεφάλι και πάλι. Αυτό άλλωστε το συμμερίζονται τόσο οι ΗΠΑ όσο και όλες σχεδόν οι χώρες της Μέσης Ανατολής. Για αυτό και στις 29 Δεκεμβρίου, ο Βενιαμίν Νετανιάχου ο οποίος από ότι φαίνεται δεν θα δει μόνο τον Τραμπ αλλά στην παρουσία του και τον υπουργό Άμυνας και την υπόλοιπη ηγεσία του Πενταγώνου θα προτείνει άμεσα χτυπήματα προτού να είναι αργά.
Το ερώτημα δεν είναι εάν, το ερώτημα είναι πώς θα έρθουν αυτά τα χτυπήματα και τα ενδεχόμενα είναι τρία: Το πρώτο είναι το Ισραήλ να επιτεθεί μόνο του, κάτι που μάλλον δεν είναι αρκετό διότι δεν διαθέτει διατρητικές βόμβες για τις υπόγειες εγκαταστάσεις που έχει το Ιράν. Το δεύτερο είναι η από κοινού δράση με τις ΗΠΑ και το τρίτο, η επανάληψη από τις ΗΠΑ επιχειρήσεων όπως αυτή τις προάλλες εναντίον του ISIS. Μια λογική Blitzkrieg με πολύ μεγάλα πλήγματα πριν το Ιράν καταφέρει να επιδιορθώσει και την αεράμυνα του, την οποία είχε καταστρέψει το Ισραήλ.
Το τρίτο είναι σίγουρα το σενάριο που προτιμά ο Βενιαμίν Νετανιάχου. Μόνο που ο Ντόναλντ Τραμπ ίσως να μην θέλει να χτυπήσει χωρίς να έχει προηγηθεί κάτι από το Ιράν εναντίον των ΗΠΑ. Από την άλλη, κανείς δεν ξέρει τι μεταφέρει μαζί του ο ισραηλινός Πρωθυπουργός και πόσο αυτό θα μπορούσε να επηρεάσει τον Ντόναλντ Τραμπ.
Λίγο πριν την Πρωτοχρονιά θα γνωρίζουμε. Ίσως πάλι και αρκετά ενωρίτερα. Γιατί ο Τραμπ και ο Νετανιάχου δεν αποκλείεται ήδη να τα έχουν συζητήσει ενδελεχώς.