Οι συντελεστές και οι παρατηρητές του επαναστατικού κινήματος της 3ης Σεπτεμβρίου 1843 διαφωνούν ως προς τον βαθμό συμβολής προβεβλημένων ανδρών του Αγώνα και για τα γεγονότα που καθόρισαν την έκβασή του. Συμφωνούν, όμως, πως κομβικό ρόλο διαδραμάτισαν, ως επικεφαλής, οι Κωνσταντίνος Ζωγράφος, Ανδρέας Λόντος, Ανδρέας Μεταξάς, Ρήγας Παλαμήδης και Μιχαήλ Σούτσος-Βόδας. Με αυτούς συνενώθηκαν ελάσσονες πολιτικοί, στρατιωτικοί και λόγιοι, αγγλόφιλοι, ρωσόφιλοι και γαλλόφιλοι, με κοινά αιτήματα την αποπομπή των Βαυαρών από θέσεις και αξιώματα και τη συνταγματική διακυβέρνηση.
Βέβαιος θεωρείται από τους πλείστους και ο ρόλος των ξένων πρεσβειών, ιδίως της ρωσικής και της αγγλικής, τόσο με την υποστήριξη στους συνωμότες όσο και με την απουσία παρέμβασης υπέρ του Όθωνα.
Είναι, επίσης αδιαμφισβήτητη η συμβολή του Ιωάννη Μακρυγιάννη στη διάχυση της ιδέας της αντικαθεστωτικής κίνησης στους παλαιούς ατάκτους αλλά και τακτικούς στρατιώτες, υπαξιωματικούς και κατώτερους αξιωματικούς. Απλοελληνικός, γενικόλογος και ευπροσάρμοστος, ο όρκος με τον οποίο ο Ρουμελιώτης συνταγματάρχης τους μυούσε στη συνωμοσία καλλιεργούσε την ελπίδα της δικαίωσης, όπως ο καθένας την οραματιζόταν.
Ομολογουμένως, για τους περισσότερους πρωταγωνιστές και συμμετέχοντες, η επανάσταση ήταν περισσότερο ζήτημα ανάκτησης δικαιωμάτων, παρά ζήτημα συνταγματικής διακυβέρνησης. Τα δικαιώματα αυτά συνοψίζονταν στην αντικατάσταση των Βαυαρών αξιωματούχων και δημοσίων υπαλλήλων από Έλληνες του Αγώνα και στην αποκατάσταση των μισθών και των συντάξεων, που λόγω των πιέσεων των Εγγυητριών Δυνάμεων (Αγγλίας, Γαλλίας και Ρωσίας), για την εύρυθμη καταβολή των δόσεων του οθωνικού δανείου των 60.000.000 φράγκων (1832), είχαν υποστεί πολλαπλές μειώσεις.
Η εκδήλωση του κινήματος είχε προγραμματιστεί για την 25η Μαρτίου 1844. Ωστόσο, ο κίνδυνος αποκάλυψης, η επισώρευση μέτρων λιτότητας και οι αλυσιδωτές συνέπειές τους επιτάχυναν τις εξελίξεις.
Ως γνωστόν, το κίνημα εκδηλώθηκε τη νύκτα της 2ας προς 3η Σεπτεμβρίου. Την προηγούμενη ημέρα, η κυβέρνηση είχε συνομολογήσει συμφωνία με την οποία η Ελλάδα ανελάμβανε τη διευθέτηση και την εξυπηρέτηση του δανείου της. Βασισμένη σε πρωτόκολλο που είχαν συνυπογράψει προ μηνός οι Δυνάμεις, η συμφωνία έθετε ουσιαστικά τη χώρα σε καθεστώς οικονομικού ελέγχου.
Παρά τις διαφορές ως προς την ακολουθία των γεγονότων, οι αφηγήσεις συγκλίνουν πως τα ξημερώματα της 3ης Σεπτεμβρίου μονάδες ιππικού, πεζικού και πυροβολικού, υπό την ηγεσία των Δημητρίου Καλλέργη, Νικολάου Σκαρβέλη, Αναστασίου Ροδίτη και Ελευθερίου Σχινά και ένα ετερόκλητο πλήθος πολιτών συνέρρευσαν μπροστά από τα ανάκτορα ζητώντας σύνταγμα. Στο μεταξύ, αξιωματικοί με επικεφαλής τους Μακρυγιάννη και Σπύρο Σπυρομήλιο ανέλαβαν τη φρούρηση των υπουργών, των γραμματειών, της Εθνικής Τράπεζας, του Ταμείου και των συμβούλων της Επικρατείας.
Οι Σύμβουλοι της Επικρατείας κλήθηκαν να συνεδριάσουν επιτηρούμενοι, ώστε διά της αναγνώρισης του κινήματος και της «συνυπευθυνότητας» το κίνημα και τα αποτελέσματά του να λάβουν την απαραίτητη νομιμοποίηση. Εκόντες άκοντες, λοιπόν, οι σύμβουλοι επαίνεσαν τον λαό και κυρίως τον στρατό της Αθήνας για τη σύμφωνη με τα εθνικά συμφέροντα και το πατριωτικό καθήκον δράση. Ακολούθως, υιοθέτησαν και υπέβαλαν στον Όθωνα τρία διατάγματα, η υπογραφή των οποίων ορίστηκε ως προϋπόθεση για την απόσυρση του στρατού και του πλήθους από τα ανάκτορα. Βάσει των διαταγμάτων αυτών, διορίστηκε προσωρινή κυβέρνηση, απαρτιζόμενη από τους Ρήγα Παλαμήδη, Ανδρέα Λόντο, Ανδρέα Μεταξά, Ιάκωβο Ρίζο, Δρόσο Μανσόλα, Λέοντα Μελά και Κωνσταντίνο Κανάρη. Το νεοπαγές υπουργικό συμβούλιο όφειλε εντός μηνός να συγκαλέσει εθνοσυνέλευση. Επιπλέον, ο Όθων υπέγραψε, κατόπιν εισηγήσεων των νέων υπουργών, σειρά διαταγμάτων, τα οποία προέβλεπαν την απόλυση όλων των ξένων δημοσίων υπαλλήλων εξαιρουμένων των παλαιών φιλελλήνων, την καθιέρωση της 3ης Σεπτεμβρίου ως εθνικής εορτής και την απονομή σιδερένιου αριστείου στους συντελεστές της. Την ίδια ημέρα ψηφίστηκε και η σύσταση εθνικής πολιτοφυλακής, με αρχηγό τον Μακρυγιάννη και υπαρχηγούς τους Δημήτριο Καλλιφρονά και Ιωάννη Κώστα.
Έτσι, η επανάσταση του 1843 ενδύθηκε με την απαραίτητη νομιμότητα και τελετουργίες εφάμιλλες της Επανάστασης του 1821, της οποίας προβαλλόταν ως το νομοτελειακό επιστέγασμα. Η αποπομπή των Βαυαρών συνεπαγόταν την πλήρωση των θέσεων από Έλληνες του Αγώνα. Η ενίσχυση της θέσης ανδρών οι οποίοι είχαν ως σύνθημα τη δικαίωση των αγωνιστών άνοιγε, θεωρητικά, τον δρόμο για την υλοποίησή της. Οι πόροι εξακολουθούσαν να λείπουν, αλλά στον απόηχο της μεταβολής πιστευόταν πως συνδυαστικά η κατάλυση της βαυαροκρατίας και το σύνταγμα θα ανέτρεπαν το δυσμενές σκηνικό.
Πάντως, κατά τις εβδομάδες που ακολούθησαν, ολοένα, και περισσότεροι παρατηρούσαν πως, αντί να προσηλωθεί στο μέλλον, η επανάσταση στρεφόταν για την αναζήτηση πρακτικών, ερεισμάτων και πελατείας στο παρελθόν. Καθώς δε οι αυθαιρεσίες, οι πράξεις αντεκδίκησης, τα πελατειακά φαινόμενα και τα «οχλαγωγικά κινήματα» πλήθαιναν, εκφραζόταν, πια, ο φόβος πως η επανάσταση είχε γίνει «δια το εφάπλωμα».
«Ευπλοήσαντες κατά της ξενοκρατείας πρέπει να ναυαγήσωμεν επί συνταγματισμού;», αναρωτήθηκε αρθρογράφος στις αρχές Οκτωβρίου.

Η επανάσταση της 3ης Σεπτεμβρίου 1843. F.C. Hackenwill, Ελαιογραφία. Εθνικό Ιστορικό Μουσείο (Αθήνα).

Η απογοήτευση από φαινόμενα, τα οποία σημάδεψαν τη μετασεπτεμβριανή συνταγματική διακυβέρνηση σε σκίτσο της σατιρικής εφημερίδας ΤΡΑΚΑΤΡΟΥΚΑ.

Η απογοήτευση από φαινόμενα, τα οποία σημάδεψαν τη μετασεπτεμβριανή συνταγματική διακυβέρνηση, σε σκίτσο της σατιρικής εφημερίδας ΒΟΜΒΑ.

Benjamin Mary, Προσωπογραφία του Ιωάννη Μακρυγιάννη (1840), Η Ιστορία έχει πρόσωπο […], Αθήνα: Ίδρυμα Σύλβιας Ιωάννου & Εθνικό Ιστορικό Μουσείο, 2020.σ. 82.

Benjamin Mary, Πληρεξούσιοι και θεατές στην Εθνοσυνέλευση του 1843-1844, Η Ιστορία έχει πρόσωπο […], Αθήνα: Ίδρυμα Σύλβιας Ιωάννου & Εθνικό Ιστορικό Μουσείο, 2020, σ. 185.
*Δρ Ιστορίας ΑΠΘ