Σε ένα στείρο τηλεοπτικό τοπίο όπως το κυπριακό όπου κυριαρχούν οι συνταγές, οι ευκολίες, οι safe επιλογές, η έλλειψη έμπνευσης και φαντασίας σε συνδυασμό με τα περιορισμένα έσοδα, τη διαρκή μείωση της πίτας και τη μαζική απώλεια τηλεθεατών προς το streaming, το να σπάσεις το καλούπι δεν είναι καθόλου εύκολη υπόθεση. Το αντίθετο μάλιστα, μπορεί να αποδειχθεί μοιραίο. Γι’ αυτό και όταν το καλοκαίρι του 2018 η Χριστιάνα Αρτεμίου και η Ναστάζια Χριστοδούλου ψώνιζαν στα κανάλια μια true crime σειρά μυθοπλασίας σε σενάριο της πρώτης, σκηνοθεσία της δεύτερης και παραγωγή και των δύο που θα βασίζεται σε αληθινά εγκλήματα που συγκλόνισαν την Κύπρο, τα περισσότερα τηλεοπτικά στελέχη τις αντιμετώπισαν περίπου σαν κάτι ανάμεσα σε λεπρές και δραπέτες της Αθαλάσσας. «Τρελαθήκατε; Ποιος θέλει να βλέπει φόνους και αίματα;» η μία αντίδραση. «Εβδομαδιαία σειρά; Και πώς θα βγάζει τα έξοδά της;» η άλλη. Τελικά, βρέθηκαν στα Λατσιά κάποιοι ακόμα πιο τρελοί από τις δύο δημιουργούς και ο Alpha Κύπρου άναψε το πράσινο φως για τον πρώτο κύκλο που διήρκεσε 27 επεισόδια τη σεζόν 2018-19. Με τα ονόματα, τα τοπωνύμια αλλά και τα γεγονότα να έχουν αλλοιωθεί ώστε να μην υπάρχουν νομικά προβλήματα με επιζώντες των υποθέσεων ή/και συγγενείς τους αλλά διατηρώντας την ουσία της κάθε ιστορίας, το «Κάρμα» έσκασε σαν φουσκωμένη φλέβα στο άνυδρο τηλεοπτικό τοπίο πλημμυρίζοντας με φρέσκο (αρτηριακό) αίμα τις οθόνες μας.
Ωμή, σοκαριστική και άκρως ρεαλιστική αλλά και εξαιρετικά καλογραμμένη και σκηνοθετημένη με ανέλπιστα πειστικές ερμηνείες σχεδόν από το who is who βετεράνων και νεότερων Κυπρίων ηθοποιών, η σειρά επιβεβαίωσε πως δεν απαιτείται ένα θεόρατο budget ή το ν’ ακολουθήσεις τυφλά μια πετυχημένη συνταγή για να κάνεις καλή τηλεόραση, παρά μόνο ταλέντο και αληθινή πίστη σ’ αυτό που κάνεις. Με την υποστήριξη του Alpha και τη σταθερή ανταπόκριση του τηλεοπτικού κοινού που του χάρισε υπέρ το δέον τηλεθεάσεις (αν σκεφτεί κανείς τη σκοτεινή θεματολογία του) το «Κάρμα» αποτέλεσε την ευχάριστη έκπληξη της περσινής σεζόν και μία από τις καλύτερες εγχώριες παραγωγές της τελευταίας δεκαετίας. Συνεπώς το εύλογο ερώτημα που γεννήθηκε με το τέλος της ήταν, πού πας από κει και πέρα;
Για τη δεύτερη σεζόν οι συντελεστές αποφάσισαν ορθά και πήγαν τη σειρά ένα βήμα παραπέρα και πολλά επίπεδα υψηλότερα. Από το πρώτο κιόλας επεισόδιο η σειρά έδειξε πως θα είναι κάτι περισσότερο από μια απλή παραγωγή μυθοπλασίας αλλά μία φωνή καταγγελίας των παθογενειών αυτής της κοινωνίας που πολλές φορές οδηγούν όχι μόνο στο έγκλημα αλλά και στην κάλυψη και αποσιώπησή του από μερίδα της (που είναι εξίσου αποτρόπαια). Γιατί πλέον από φέτος, το «Κάρμα» θα καταπιάνεται με εγκλήματα-μάστιγες της σύγχρονης κοινωνίας που όχι μόνο δεν καταδικάζονται όπως αρμόζει αλλά πολλές φορές καλύπτονται, δεν αναγνωρίζονται ή ξεπλένονται από απαρχαιωμένες αντιλήψεις και νοοτροπίες (όπως το sex trafficking, η γυναικοκτονία και ο βιασμός) ενώ επιπρόσθετα στο τέλος κάθε επεισοδίου, ειδικοί ή σχετικοί με το εκάστοτε θέμα θα δίνουν και την πραγματική διάσταση του προβλήματος στην αληθινή ζωή.
Στην πρεμιέρα η Αντωνία Χαραλάμπους υποδύεται μία Δομινικανή θύμα σεξουαλικής εμπορίας, σε έναν ιδιαίτερα δύσκολο και απαιτητικό ρόλο καθώς η Concha μιλά μόνο ισπανικά και προσπαθεί (μάταια) να επικοινωνήσει στηριζόμενη στις εκφράσεις του προσώπου και τη γλώσσα του σώματος. Το επεισόδιο σκληρό και αδυσώπητο όπως και η πραγματικότητα για τα θύματα sex trafficking που για δεκαετίες υπέφεραν στην Κύπρο και μεγαλύτερο νταβατζή το ίδιο το κράτος που εξοικονομούσε τεράστια έσοδα από τις επονομαζόμενες «καλλιτεχνικές βίζες» που επέτρεπαν σε μαστροπούς να φέρνουν «νόμιμα» τις σύγχρονες σεξουαλικές σκλάβες από κάθε γωνιά της γης για να γεμίζουν τα καμπαρέ και τις μπιραρίες με τη σιωπηλή ανοχή αρχών, φορέων και πολιτικών (η αισχρή αυτή διαδικασία καταργήθηκε το 2008 λόγω Ευρωπαϊκής Ένωσης). Της υπόσχονται μια καλύτερη ζωή στην Ισπανία αλλά για να γίνει αυτό πρέπει πρώτα να δουλέψει για ένα μικρό χρονικό διάστημα ως σερβιτόρα στην Κύπρο «που είναι δίπλα από την Ισπανία». Καταλήγει στα χέρια ενός ψυχωτικού μαστροπού (ο Ανδρέας Τηλεμάχου στον ίσως πιο γκροτέσκο ρόλο του μετά την Baby Jane) και του σαδιστικού μπράβου του (ο Προκόπης Αγαθοκλέους που πρέπει να έχει σκοτώσει τη μισή κυπριακή σκηνή σ’ αυτή τη σειρά) που τη χτυπούν, τη βασανίζουν, την ξεφτιλίζουν ώστε να σπάσει και να είναι αρεστή στους πελάτες. Κάποια στιγμή καταφέρνει να το σκάσει και να βρει έναν αστυνομικό (Σίμος Τσιάκκας) ο οποίος όμως την επιστρέφει στους δυνάστες της (απόηχοι της υπόθεσης της Οξάνα Ράντσεβα). Συνεχίζει να ζει την απόλυτη κόλαση μέχρι που γνωρίζει έναν ευγενικό πελάτη (Κώστας Καζάκας) που προσπαθεί να τη βοηθήσει να ξεφύγει. Επειδή όμως το happy end δεν ήρθε ποτέ για πολλές γυναίκες θύματα σεξουαλικής εκμετάλλευσης (όχι μόνο στην Κύπρο αλλά και παγκοσμίως), δεν έρχεται ούτε για την Concha που καταλήγει δολοφονημένη και πεταμένη στα σκουπίδια. To τελευταίο πλάνο με το άψυχο σώμα της δίπλα από τον κάδο και φόντο το σύνθημα «Ζήτω το έθνος» γραμμένο (ανορθόγραφα) σε τοίχο στο βάθος, ως ύστατη προσβολή συμπυκνώνει εύστοχα την κατάντια ενός κράτους-μπανανίας που εθελοτυφλεί και εμμέσως δολοφονεί τους πολίτες του.
«Τα θύματα εμπορίας ανά το παγκόσμιο ανέρχονται σε 25 εκατομμύρια γυναίκες εκ των οποίων τα 5,5 εκατομμύρια είναι ανήλικα κορίτσια» μας πληροφορεί η κάρτα στο τέλος, λίγο πριν εμφανιστούν η υπεύθυνη του γραφείου καταπολέμησης εμπορίας προσώπων της Αστυνομίας Κύπρου κα Ρίτα Σούπερμαν και η ιδρύτρια και επίτιμη πρόεδρος της ΜΚΟ Cyprus Stop Trafficking κα Αντρούλα Χριστοφίδου Henriques για να δώσουν περισσότερα ανατριχιαστικά στοιχεία για το τρίτο δημοφιλέστερο (και επικερδέστερο) έγκλημα παγκοσμίως μετά το εμπόριο όπλων και ναρκωτικών.
Το δεύτερο επεισόδιο (βλ. σελ. 2) καταπιάνεται με ένα έγκλημα που ελάχιστοι αναγνωρίζουν στην πραγματική του διάσταση όμως είναι από τα συχνότερα στο μικρό μας νησί: η γυναικοκτονία. Ετοιμαστείτε για ακόμα περισσότερες δυσάρεστες αλήθειες γιατί όσο κι αν τις αποφεύγουμε τελικά το «Κάρμα» IS a bitch.