Οι καθημερινές τοποθετήσεις του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν κατά της Ελλάδας αλλά και της Κύπρου, πέραν από ενοχλητικές είναι και επικίνδυνες. Η Αθήνα αλλά και η Λευκωσία προχωρούν και καταγγέλλουν τα νταηλίκια του Ερντογάν και των συνεργατών του. Οι επιστολές και τα διαβήματα αποτελούν τη βασική τακτική αντίδρασης αμφοτέρων των χωρών ως προς τις προκλήσεις της Τουρκίας. 

Κάποιοι πιστεύουν ότι ο Ερντογάν πέραν από τις φωνές δεν θα πράξει κάτι άλλο. Προσέγγιση που καταρρίπτεται εάν κοιτάξει κανείς τις τουρκικές κινήσεις στη Συρία και το Ιράκ. Οι στρατιωτικές επιχειρήσεις στις δύο χώρες είναι καθημερινό φαινόμενο, γεγονός που προκαλεί αντιδράσεις ανάμεσα σε χώρες του Αραβικού Κόσμου. Το μήνυμα που έστειλαν πρόσφατα οι υπουργοί Εξωτερικών του Αραβικού Συνδέσμου καλώντας την Τουρκία να σταματήσει τις επεμβάσεις στο έδαφος τρίτων χωρών, είναι ενδεικτικό του κλίματος που επικρατεί. 

Είναι εμφανές πως δεν είναι μόνο εμείς που έχουμε πρόβλημα με τον Ερντογάν και την κυβέρνησή του, αλλά έχουν κι άλλοι προβλήματα. Ουσιαστικά έχουν πρόβλημα όλοι εκείνοι εναντίον των οποίων στρέφονται οι ενέργειες και οι αποφάσεις του. Και για τον Ερντογάν οποιαδήποτε χώρα δεν συμμορφώνεται στα «θέλω» και τα «πιστεύω» της Τουρκίας αυτομάτως καθίσταται εχθρός του. 

Στην περίπτωση της Κύπρου και της Ελλάδας αυτό που ο Ερντογάν επιδιώκει είναι να επιβάλει τις απαιτήσεις του μέσω του φόβου. Θεωρεί πως όσο πιο απειλητικός γίνεται τόσο μεγαλύτερο φόβο θα προκαλέσει σε αμφότερες τις γειτονικές του χώρες και θα αναγκαστούν να συμβιβαστούν με τις απαιτήσεις του. Εξάλλου, υπάρχουν από το παρελθόν αρκετά καλά παραδείγματα όπου τόσο η Κύπρος όσο και η Ελλάδα συμβιβάστηκαν με τις απαιτήσεις της τουρκικής πλευράς.

Ακόμα και στον χώρο της Ευρωπαϊκής Ένωσης όπου, υποτίθεται, Ελλάδα και Κύπρος έχουν το πάνω χέρι. Στο τέλος εκείνο που συμβαίνει είναι αυτές να υποχωρούν μπροστά στις πιέσεις των εταίρων τους, χωρίς την ίδια ώρα ο Ερντογάν να αλλάζει συμπεριφορά. Αντίθετα, θεωρεί ότι καταφέρνει μέσω απειλών και προκλήσεων να επιβάλλεται. 

Τα τελευταία χρόνια είχαμε καταγράφει περιστατικά κατά τα οποία τόσο η Κύπρος όσο και η Ελλάδα υπέκυψαν στις παραινέσεις των εταίρων τους εντός της ΕΕ, έκαναν πίσω σε κινήσεις που επέφεραν κόστος για την Τουρκία, με υποσχέσεις ότι μέσω αυτής της οδού θα βελτιώνεται το κλίμα. Αντ’ αυτού κάθε φορά που είτε η Κύπρος είτε η Ελλάδα έκαναν ένα βήμα πίσω, η Τουρκία γινόταν και πιο επιθετική. 

Ούτε τα ΜΟΕ της Λευκωσίας έσωσαν το Βαρώσι, ούτε και βεβαίως οι χειρονομίες καλής θελήσεως άλλαξαν την τακτική Ερντογάν. Αντίθετα, στις χειρονομίες της Ελλάδας πριν από ένα χρόνο, ο Ερντογάν «ανταποκρίθηκε» αμφισβητώντας την κυριαρχία των ελληνικών νησιών στο ανατολικό Αιγαίο. 

Είναι καιρός τόσο στην Αθήνα όσο και στη Λευκωσία να αλλάξουν τακτική και προσέγγιση έναντι της Τουρκίας. Η ελληνική κυβέρνηση θα πρέπει κάποια στιγμή να σταματήσει να πιστεύει ότι η Τουρκία είναι μια συμμαχική χώρα. Πώς μπορεί να είναι σύμμαχος μια χώρα η οποία αμφισβητεί τα κυριαρχικά δικαιώματα μιας άλλης; Τα περί συμμάχων χρησιμοποιούνται περισσότερο προκειμένου να αποτρέψουν την Ελλάδα στο να λάβει αποφασιστικά μέτρα κατά της Τουρκίας. 

Όσο δε για την Κύπρο, ανεξαρτήτως των αδυναμιών που έχει στον αμυντικό τομέα, θα πρέπει κάποια στιγμή να σταματήσει να ακούει τις παραινέσεις των ξένων. Και να αναγνωρίσει ότι η Τουρκία αποτελεί έναν θανάσιμο εχθρό για την Κύπρο από την οποία κινδυνεύει καθημερινά. Δεν είναι ένας αξιότιμος συνομιλητής με τον οποίο μπορεί να κάτσει κάτω και να συζητήσει στο πλαίσιο της λογικής. 

Τόσο η Κύπρος όσο και η Ελλάδα θα πρέπει δουν την Τουρκία από την ίδια οπτική γωνία που βλέπει το Ισραήλ το Ιράν. Στο Ισραήλ έχουν καταλήξει στο συμπέρασμα ότι στόχος του Ιράν είναι να τους καταστρέψει. Ανάλογος ο στόχος της Τουρκίας για την Κύπρο. Αλλά η Κύπρος θεωρεί την Τουρκία ως άξιο συνομιλητή και όχι ως εχθρό.