Πολλές φορές προσπερνούμε κάποια άρθρα και κάποια κείμενα είτε γιατί το θέμα μάς είναι αδιάφορο, είτε λόγω προκαταλήψεων που έχουν να κάνουν με διάφορες χώρες. Αυτό το παθαίνουμε όλοι μας ανεξαιρέτως γι’ αυτό και κάποια στιγμή βρισκόμαστε προ εκπλήξεων, ενώ κάποια πράγματα είχαν λεχθεί ή ήταν εκεί μπροστά μας και απλώς δεν τα βλέπαμε. Μέσα στην τρέχουσα καθημερινότητα και με άλλα «καυτά θέματα» στην ατζέντα της επικαιρότητας δεν ξέρω πόσοι μπήκαν στον κόπο να διαβάσουν δύο –κατά την ταπεινή μου άποψη– πολύ αξιοσημείωτα άρθρα που δημοσιεύθηκαν στην αθηναϊκή εφημερίδα «Το Βήμα» την περασμένη Κυριακή. 

Το πρώτο άρθρο ήταν από τον Μάθιου Λοτζ, τον πρέσβη του Ηνωμένου Βασιλείου στην Ελλάδα και το δεύτερο του καθηγητή Χρήστου Ροζάκη, τα οποία πραγματεύονται την κατάσταση στην Ανατολική Μεσόγειο ευρύτερα. Ο Βρετανός διπλωμάτης αναφέρεται στην «Ελληνοβρετανική συμμαχία στην Ανατολική Μεσόγειο» και ο Έλληνας καθηγητής στις Προεδρικές Εκλογές της Τουρκίας. Μέσα στα δύο αυτά κείμενα υπάρχουν αναφορές οι οποίες θα πρέπει ο καθένας (ιδιαίτερα όσοι ασχολούνται με την περιφερειακή πολιτική) να έχει κατά νουν όταν κοιτάζει έξω από το κουτί, ή πέραν από τα όρια της νήσου Κύπρου. 

Στο άρθρο του ο Μ. Λοτζ κάνει αναφορά στην «ωμή ειλικρίνεια και τη ρεαλπολιτίκ διάθεση» που χαρακτηρίζει την πολύ σε όλους αναφορά του Λόρδου Πάλμερστον: «Δεν έχουμε ούτε αιώνιους συμμάχους, ούτε αιώνιους εχθρούς. Αιώνια και διαρκή είναι τα συμφέροντά μας και αυτά τα συμφέροντα οφείλουμε να ακολουθούμε». Σ’ αυτή την αναφορά ο Μ. Λοτζ προσθέτει (προφανώς επειδή το άρθρο του έχει μια συγκεκριμένη στόχευση) και πως «κανείς δεν πρέπει να ξεχνά ότι οφείλουμε να αναγνωρίζουμε και τον διαρκή αντίκτυπο της φιλίας μας και των κοινών μας επιδιώξεων». Δεν ξέρω για άλλες περιοχές του πλανήτη πάντως στη δική μας περίπτωση εδώ στην Κύπρο η προσέγγιση της Βρετανίας κινείται στη λογική Πάλμπερστον και τα αιώνια συμφέροντα παρά στη λογική της φιλίας.  

Ο Βρετανός διπλωμάτης υποδεικνύει πως η χώρα του μπορεί να αποχώρησε από τους θεσμούς της ΕΕ, αλλά δεν απομακρύνθηκε από την Ευρώπη ούτε και «από τις ιστορικές μας φιλίες και τις ευθύνες μας εδώ στην Ανατολική Μεσόγειο». Και καταλήγει με το εξής μήνυμα: «Το Ηνωμένο Βασίλειο είναι αποφασισμένο να έχει ρόλο στην Ανατολική Μεσόγειο, όχι μόνο επειδή αυτό είναι προς το συμφέρον μας αλλά επειδή οι αξίες και τα πιστεύω μας, τα οποία καθόρισαν τα συμφέροντά μας στην περιοχή, παραμένουν ουσιαστικά τα ίδια τα τελευταία 200 χρόνια…». 

Οι αναφορές του Βρετανού πρέσβη, ποσώς τυχαίες δεν είναι και έρχονται σε μια περίοδο που πολλοί τείνουν να ξεχάσουν ή εντέχνως να προσπεράσουν κάποια δεδομένα που υφίστανται όντως εδώ και 200 χρόνια στην ευρύτερη περιοχή μας. Αλλά η περιοχή μας έχει κι έναν Ερντογάν που θέλει να πάει πίσω στην ιστορία. Ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν μέσα από λογικές αναθεωρητισμού και αμφισβητήσεων ονειρεύεται αναβίωση της Οθωμανικής αυτοκρατορίας. Γι’ αυτό και μια επανεκλογή του στην Προεδρία της Τουρκίας, όπως σημειώνει ο Χρ. Ροζάκης «φαντάζει ως εφιάλτης» για τα συμφέροντα της Ελλάδας. «Μια νέα θητεία θα μπορούσε να σημαίνει μια συνέχιση της αναθεωρητικής πολιτικής και μια επίτευξη της πολιτικής ότι θα έρθει αιφνίδια ένα βράδυ…», σημειώνει ο Έλληνας καθηγητής, χωρίς την ίδια ώρα να αποκλείεται «…ο ρεαλισμός να επικρατήσει» και ο Τούρκος Πρόεδρος να κινηθεί στο «σωστό δρόμο της επικοινωνίας και του διαλόγου». Αν και θεωρείται δύσκολο να προχωρήσει σε πλήρη άρση των απειλών, μπορεί «να εξομαλύνει τη στάση του απέναντι στην Ελλάδα με τον διάλογο». 

Από την άλλη, εάν ο Ερντογάν χάσει τις εκλογές «η στάση του νέου Προέδρου δεν θα είναι ριζικά καλύτερη απέναντι στην Ελλάδα, τουλάχιστον κρίνοντας από προηγούμενες διακυβερνήσεις των Δημοκρατικών/Κεμαλιστών στην Τουρκία». Μπορεί ο επόμενος Τούρκος Πρόεδρος να είναι πιο εφεκτικός στον διάλογο, αλλά σίγουρα δεν θα αλλάξει πολιτική σ’ ό,τι αφορά την περίπτωση της Κύπρου. Και αυτό να υπολογίζει ο καθένας όταν κοιτάζει τους επόμενους μήνες προς την Τουρκία και τις επικείμενες εκλογές στη χώρα.