Εγκλωβισμένοι στη νομοθεσία της Δημόσιας Υπηρεσίας βρέθηκαν ασθενείς οι οποίοι είναι εγγεγραμμένοι στον κατάλογο γιατρού, που βρίσκεται σε υποχρεωτική άδεια λόγω παραίτησης του από το δημόσιο.

Η εν λόγω γιατρός, μετά τη λήξη της άδειας της και την οριστικοποίηση της παραίτησης της από τον δημόσιο τομέα, σκοπεύει να συνεχίσει στο ΓεΣΥ ως ιδιώτης προσωπικός γιατρός, ωστόσο, μέχρι τότε, απαγορεύεται διά νόμου να εξυπηρετεί τους ασθενείς της οι οποίοι είναι υποχρεωμένοι να παρακολουθούνται από άλλους γιατρούς, τους οποίους όρισε ο ΟΚΥπΥ ως αντικαταστάτες της.

Σχετικά παράπονα υποβλήθηκαν στο Παρατηρητήριο Δικαιωμάτων των Ασθενών της Ομοσπονδίας Συνδέσμων Ασθενών Κύπρου, από πολίτες που είναι εγγεγραμμένοι στον κατάλογο δικαιούχων της συγκεκριμένης γιατρού, οι οποίοι διαμαρτύρονται αφού, όπως υποστηρίζουν, εξαιτίας της νομοθεσίας, οι ίδιοι υποχρεώνονται να απευθύνονται σε άλλους γιατρούς οι οποίοι δεν γνωρίζουν το ιστορικό και τις ιδιαιτερότητες της υγείας τους.

Από τα παράπονα των ασθενών προκύπτει, επίσης, ότι το πρώτο διάστημα απομάκρυνσής της από το Κέντρο Υγείας στο οποίο εργαζόταν επί σειρά ετών, η γιατρός, παρά το γεγονός ότι βρισκόταν σε άδεια, συνέχιζε να παρακολουθεί τους ασθενείς που είχε εγγεγραμμένους στον κατάλογο της. Ο ΟΚΥπΥ επικαλέστηκε, όμως, τη νομοθεσία και ζήτησε από τη γιατρό να σταματήσει να εξυπηρετεί ασθενείς. Η γιατρός συμμορφώθηκε στην υπόδειξη αυτή του ΟΚΥπΥ.

Ωστόσο, συνέχισε να συνταγογραφεί φάρμακα για τους ασθενείς της. Και πάλι, όμως, όταν έγινε αντιληπτή από τον ΟΚΥπΥ, κλήθηκε να σταματήσει την καταχώρηση πράξεων στο λογισμικό του ΓεΣΥ αφού και αυτό απαγορεύεται από τη νομοθεσία. Έτσι ακολουθώντας πλήρως τις σχετικές οδηγίες η γιατρός σταμάτησε να εξυπηρετεί ασθενείς με τον οποιονδήποτε τρόπο αφού αν συνέχιζε θα παρανομούσε, κάτι το οποίο δεν ήταν πρόθεση της.

Μια από τους δικαιούχους της γιατρού, η οποία αποτάθηκε στο Παρατηρητήριο Ασθενών της ΟΣΑΚ, ανέφερε, μεταξύ άλλων, ότι παρακολουθείται από τη συγκεκριμένη γιατρό εδώ και 15 χρόνια. Η γιατρός, της αναφέρει, θέλει να την εξυπηρετεί αφού γνωρίζει τα προβλήματα υγείας της, αλλά και το γεγονός ότι χρειάζεται διαρκή παρακολούθηση, αλλά η νομοθεσία δεν της το επιτρέπει και ο ΟΚΥπΥ έχει καθορίσει αντικαταστάτες γιατρούς οι οποίοι δεν είναι γνώστες του ιατρικού της ιστορικού. Λέει ότι δεν θέλει να την εξυπηρετεί κανένας άλλος γιατρός, αφού η ίδια επέλεξε τον προσωπικό της γιατρό και υποστηρίζει ότι στην ίδια θέση βρίσκονται και άλλοι ασθενείς τους οποίους γνωρίζει.

Δεύτερο παράπονο υποβλήθηκε στο Παρατηρητήριο Ασθενών από τέκνο δικαιούχου της εν λόγω γιατρού. Η μητέρα της, ανέφερε η γυναίκα που προχώρησε στην καταγγελία, παρακολουθείται από τη συγκεκριμένη γιατρό εδώ και χρόνια. Η γιατρός τους ενημέρωσε ότι, παρ’ όλο που η ίδια το επιθυμεί, η νομοθεσία, την οποία επικαλείται ο ΟΚΥπΥ δεν επιτρέπει ούτε τις επισκέψεις αλλά ούτε και την καταχώρηση πράξεων, όπως για παράδειγμα η συνταγογράφηση φαρμάκων στο λογισμικό του ΓεΣΥ.

Η ΟΣΑΚ αποτάθηκε στον ΟΚΥπΥ ζητώντας απαντήσεις και έλαβε την απάντηση στην οποία, μεταξύ άλλων, αναφερόταν: Η γιατρός, «έχει δηλώσει οικειοθελή παραίτηση. Μετά από επίσκεψη μελών της διεύθυνσης πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας (στο Κέντρο όπου εργαζόταν), διαπιστώθηκε ότι η γιατρός βρισκόταν κανονικά στο Κέντρο και εξέταζε ασθενείς κάτι το οποίο είναι ενάντια στη νομοθεσία αφού απαγορεύεται κάποιος εργοδοτούμενος να είναι με άδεια ανάπαυσης, προαφυπηρετική άδεια ή άδεια ασθενείας και να εργάζεται κανονικά στο Κέντρο». Ο ΟΚΥπΥ στην επιστολή του προς την ΟΣΑΚ παραθέτει και τις σχετικές πρόνοιες του νόμου «Περί Γενικών Αρχών του Διοικητικού δικαίου του 1999».

Αναφέρεται ότι από πλευράς του ΟΚΥπΥ η συγκεκριμένη νομοθεσία τηρείται με μεγάλη ευλάβεια καθώς στις αρχές της εφαρμογής του ΓεΣΥ ο οργανισμός έχασε αρκετούς από τους ασθενείς, τους οποίους μέχρι τότε εξυπηρετούσε, εξαιτίας της μαζικής φυγής γιατρών από το δημόσιο και της συνεπακόλουθης μαζικής φυγής πολιτών που ακολούθησαν τους προσωπικούς τους γιατρούς στον ιδιωτικό τομέα. Εδώ και αρκετό καιρό, αμέσως μετά την υποβολή παραίτησης από κάποιο γιατρό που εργάζονται στον ΟΚΥπΥ, ο οργανισμός ενημερώνει τον Οργανισμό Ασφάλισης Υγείας.

Σεβαστή η νομοθεσία αλλά προκαλεί ιδιαίτερο προβληματισμό

Η απάντηση που ο ΟΚΥπΥ έδωσε, «έχει προκαλέσει ιδιαίτερο προβληματισμό» ανέφερε στον «Φ» ο πρόεδρος της ΟΣΑΚ, Χαράλαμπος Παπαδόπουλος, τονίζοντας ότι «παρατηρούμε ότι θέματα διαδικασίας αλλά και μια νομοθεσία που ουδεμία σχέση έχει με το ΓεΣΥ εγκλωβίζει τους ασθενείς. Η επιλογή του προσωπικού γιατρού είναι προσωπική υπόθεση του κάθε πολίτη και αυτή τη στιγμή με λύπη παρατηρούμε ότι το συγκεκριμένο δικαίωμα των ασθενών παραβιάζεται με τον ένα ή άλλο τρόπο».

Ως ΟΣΑΚ, πρόσθεσε, «αντιλαμβανόμαστε πλήρως ότι υπάρχει ένας νόμος τον οποίο κανένας δεν μπορεί να αγνοήσει και σίγουρα κανένας δεν μπορεί να παρανομεί. Αντιλαμβανόμαστε, επίσης, ότι ο ΟΚΥπΥ και στο παρελθόν έχασε ασθενείς, και κατ’ επέκταση έσοδα, επειδή γιατροί του υπέβαλαν παραίτηση από το δημόσιο και οι δικαιούχοι που είχαν εγγεγραμμένους στους καταλόγους τους, τους ακολούθησαν όταν άρχισαν να ασκούν την ιατρική ως ιδιώτες πλέον. Αυτό, όμως, δεν σημαίνει ότι ο οποιοσδήποτε έχει το δικαίωμα να υποχρεώσει τον οποιονδήποτε ασθενή να παραμείνει δικαιούχος της πρωτοβάθμιας φροντίδας του δημοσίου ή του οποιουδήποτε ιδιώτη προσωπικού γιατρού. Οι ασθενείς αυτοί θέλουν να συνεχίσουν να παρακολουθούνται από τη γιατρό τους και η απουσία της για κάποιους μήνες τους δυσκολεύει αφάνταστα.

Η λύση του καθορισμού αντικαταστατών δεν μπορεί να τους ικανοποιήσει, αφού αρκετοί από τους δικαιούχους της γιατρού έχουν ιδιαίτερα προβλήματα υγείας, χρειάζονται διαρκή παρακολούθηση και δεν μπορούν να περιμένουν να ολοκληρωθούν οι διαδικασίες του δημοσίου για να τους δει η γιατρός τους. Δεν γνωρίζουμε τον τρόπο με τον οποίο θα μπορούσε να λυθεί αυτό το πρόβλημα αλλά σίγουρα πρέπει να αναζητήσουμε λύσεις. Αυτή τη στιγμή ασθενείς είναι εγκλωβισμένοι και παράλληλα ξεκρέμαστοι, σε ό,τι αφορά την υγεία τους εξαιτίας μιας νομοθεσίας που δεν αφορά μόνο τον τομέα της Υγείας. Είναι ένα θέμα το οποίο οι αρμόδιοι φορείς και τα αρμόδιοι Υπουργεία πρέπει να δουν πολύ σύντομα. Για εμάς, ως ΟΣΑΚ, σημασία έχει να εξυπηρετούνται οι ασθενείς όπως πρέπει και να μην παραβιάζονται τα δικαιώματα τους, όπως είναι το δικαίωμα της επιλογής του προσωπικού γιατρού».