Μετά τις ενδείξεις αποτελεσματικότητας στην αντιμετώπιση της νόσου Πάρκινσον και της κατάθλιψης, νέα ερευνητικά δεδομένα φέρνουν στο προσκήνιο τα ψυχεδελικά «μαγικά μανιτάρια» ως μια ενδεχόμενη θεραπευτική επιλογή για το σύνδρομο ευερέθιστου εντέρου. Η ψιλοκυβίνη, η ψυχοδραστική ουσία που περιέχεται στους συγκεκριμένους μύκητες, εξετάζεται για πρώτη φορά ως μέθοδος αντιμετώπισης αυτής της χρόνιας και συχνά εξουθενωτικής αυτοάνοσης πάθησης, προσφέροντας μια νέα ελπίδα σε ασθενείς που δεν ανταποκρίνονται στις υπάρχουσες θεραπείες.
Η μελέτη πραγματοποιείται στο Πανεπιστήμιο Tufts από τη Δρ. Erin Mauney, παιδογαστρεντερολόγο και ειδική στον τομέα των ψυχεδελικών ουσιών. Πρόκειται για την πρώτη ερευνητική προσπάθεια που διερευνά τη δυνατότητα της ψιλοκυβίνης να προσφέρει ανακούφιση σε πάσχοντες από σύνδρομο ευερέθιστου εντέρου, ιδίως σε περιπτώσεις όπου οι καθιερωμένες φαρμακευτικές αγωγές έχουν αποτύχει.
Όπως επισημαίνει η Δρ. Mauney σε συνέντευξή της, «περίπου το 60% των ασθενών δεν παρουσιάζει ουσιαστική βελτίωση με τις τρέχουσες θεραπείες». Η διαπίστωση αυτή την ώθησε να εξετάσει μια εναλλακτική, καινοτόμο προοπτική, με στόχο την κάλυψη ενός κενού στη θεραπευτική προσέγγιση του συνδρόμου.
Πώς η ψιλοκυβίνη μπορεί να αλλάξει τα δεδομένα
Η σύνδεση μεταξύ των μανιταριών ψιλοκυβίνης και των γαστρεντερικών προβλημάτων μπορεί να φαίνεται περίεργη, αλλά η Δρ. Mauney εξετάζει κάτι που η ιατρική συχνά αγνοεί: πώς το ψυχολογικό στρες επηρεάζει κυριολεκτικά τη λειτουργία του εντέρου. Πολλοί ασθενείς με το σύνδρομο του ευερέθιστου εντέρου έχουν ιστορικό παιδικών τραυμάτων ή χρόνιου στρες που μπορεί να εκδηλωθούν ως σωματικά συμπτώματα δεκαετίες αργότερα.
«Κατά τη διάρκεια της ιατρικής μου εκπαίδευσης, συνειδητοποίησα πόσο κοινό είναι το τραύμα στα παιδικά χρόνια και πόσο συχνά η ιατρική, ιδιαίτερα η γαστρεντερολογία και η ιατρική της παχυσαρκίας, αποτυγχάνει να το κατανοήσει και να το αντιμετωπίσει ουσιαστικά», τονίζει η ίδια στη συνέντευξή της στο Psychedelics.
Η επανασύνδεση μυαλού και σώματος
Η μελέτη εστιάζει σε μια έννοια που ονομάζεται ενδοδεκτικότητα (interoception), δηλαδή το πόσο καλά μπορούμε να κατανοήσουμε και να ερμηνεύσουμε τα σήματα που προέρχονται από το ίδιο μας το σώμα. Πολλοί ασθενείς με το σύνδρομο γίνονται υπερβολικά ευαίσθητοι στα φυσιολογικά γαστρεντερικά ερεθίσματα, με αποτέλεσμα να μεταφράζουν μια μικρή ενόχληση σε σοβαρό πόνο. Άλλοι ασθενείς αποσυνδέονται εντελώς από τα σήματα του σώματός τους. Η ψιλοκυβίνη φαίνεται να βοηθά στην «επαναφορά» αυτής της επικοινωνίας.
Στο πλαίσιο της μελέτης, οι συμμετέχοντες λαμβάνουν δύο δόσεις ψιλοκυβίνης, συνοδευόμενες από θεραπευτικές συνεδρίες. Παράλληλα, η ερευνητική ομάδα χρησιμοποιεί λειτουργική μαγνητική τομογραφία για να παρακολουθήσει τις αλλαγές στον εγκέφαλο και στο πώς οι ασθενείς αντιλαμβάνονται τα σήματα του σώματός τους.
Αν και τα επίσημα αποτελέσματα δεν έχουν ακόμη δημοσιευτεί, η Δρ. Mauney λέει ότι η ανταλλαγή των πρώτων παρατηρήσεων με τους συναδέλφους της ήταν «πολύ διασκεδαστική» και φαίνεται να προκαλεί την περιέργεια άλλων επιστημόνων. Εντούτοις, η ψιλοκυβίνη παραμένει παράνομη ουσία εκτός των εγκεκριμένων ερευνητικών πλαισίων. Απαιτείται περισσότερη έρευνα για να καθοριστούν οι σωστές δόσεις, τα κατάλληλα κριτήρια επιλογής ασθενών και οι μακροχρόνιες επιπτώσεις πριν μπορέσει να εγκριθεί για ευρεία χρήση.
Ωστόσο, για τους ασθενείς που έχουν εξαντλήσει όλες τις υπόλοιπες θεραπείες, αυτή η νέα προσέγγιση δίνει μια αχτίδα ελπίδας. Όπως καταλήγει η Δρ. Mauney: «Η μελέτη αυτή φέρνει μια νέα επιλογή για ασθενείς που δεν έχουν βοηθηθεί από καμία υπάρχουσα θεραπεία».
Μια ολιστική προσέγγιση
Η θεραπεία με ψιλοκυβίνη δεν επικεντρώνεται μόνο στην ανακούφιση των συμπτωμάτων, αλλά αντιμετωπίζει και τις ψυχολογικές παραμέτρους που μπορεί να συμβάλλουν στην εμφάνιση της ασθένειας. Η Δρ. Mauney, ως γιατρός που παρακολουθούσε παιδιά και οικογένειες με ανεξήγητα σωματικά συμπτώματα, άρχισε να συνδέει τις παιδικές εμπειρίες με την εμφάνιση σωματικών ασθενειών στην ενήλικη ζωή. Αυτή η σύνδεση την οδήγησε να εξετάσει τον ρόλο των ψυχεδελικών φαρμάκων σε παθήσεις που σχετίζονται με ψυχολογικά τραύματα.
Η προσέγγισή της αντλεί έμπνευση και από τον παιδίατρο – ψυχαναλυτή, Δρ. Donald Winnicott, ο οποίος μελέτησε πώς οι πρώτες σχέσεις της ζωής επηρεάζουν τη διαδικασία της θεραπείας. Με αυτόν τον τρόπο, η Δρ. Mauney καταφέρνει να δει τις συνδέσεις που η καθαρά ιατρική ματιά ίσως παραβλέπει. Για τους ανθρώπους που ζουν με χρόνια πεπτικά προβλήματα που η κλασική ιατρική δυσκολεύεται να αντιμετωπίσει, αυτή η ολιστική προσέγγιση μπορεί να αποδειχθεί πραγματικά μεταμορφωτική.