Δύο τεράστιες υδατοδεξαμενές από χάλυβα και γυαλί, με ύψος 15 μέτρα, ακτίνα 36 μέτρα και χωρητικότητα 8.500 κ.μ νερού, κατασκευάζει το Τμήμα Υδατοπρομήθειας Λευκωσίας.

Πρόκειται για την Κλειώ και Ερατώ, τα ονόματα των οποίων προέρχονται από τις εννέα μούσες του νερού. Ο «Φ» επισκέφθηκε το έργο, το οποίο βρίσκεται πίσω από τα κεντρικά γραφεία του Τμήματος και συνομίλησε με τον διευθυντή του Συμβουλίου Υδατοπρομήθειας Λευκωσίας, Κωνσταντίνο Παρμακλή, ο οποίος μας ενημέρωσε πως με το νέο έτος θα προκηρυχθεί η κατασκευή και μιας τρίτης υδατοδεξαμενής, μεταξύ Τσερίου και Λακατάμιας. «Τα στρατηγικά αποθέματα αυξάνονται, ώστε να μπορούμε να ανταποκριθούμε σε περιπτώσεις διακοπής της ύδρευσης», υπογράμμισε.

Το κέντρο της πρωτεύουσας, όπως εξηγεί ο κ. Παρμακλής, έχει ανάγκες για 1.000 κ.μ. νερού/ ανά ώρα. «Η υδατοδεξαμένη που διαθέταμε μέχρι τώρα είναι χωρητικότητας 7.000 κ.μ. νερού, δηλαδή σε περίπτωση βλάβης μπορούσε να καλύψει για 7 ώρες. Είναι θλιβερό, αν σκεφτεί κανείς ότι με βάση τις διεθνείς καλές πρακτικές η επάρκεια σε νερό έπρεπε να κυμαίνεται από 36 έως 72 ώρες».

Έτσι, αποφασίστηκε η ανέγερση των υδατοδεξαμενών. «Η κάθε δεξαμενή είναι χωρητικότητας 8.700 κ.μ. νερού, οι οποίες μαζί με την εναλλακτική υδροδότηση και την υφιστάμενη δεξαμενή, θα δίνουν επάρκεια νερού για περισσότερες από 36 ώρες στην πρωτεύουσα σε περίπτωση διακοπής της ύδρευσης».

Η τρίτη υδατοδεξαμενή των 10.000 κ.μ., η οποία θα κατασκευαστεί μεταξύ Τσερίου και Λακατάμιας, είναι για να ικανοποιήσει τις ανάγκες των δύο περιοχών. «Ο Δήμος Τσέριου είχε, επίσης, μόλις 7 ώρες επάρκειας νερού. Μετά από την παραλαβή του δικτύου ύδρευσης Λακατάμιας που έγινε πέρσι, ο χρόνος ανέβηκε στις 14, ενώ με τη νέα δεξαμενή θα φτάσει στις 24 ώρες. Αντιστοίχως, στη Λακατάμια η επάρκεια θα ξεπεράσει τις 36 ώρες. Ήταν οι δύο περιοχές με το μεγαλύτερο πρόβλημα».

Το κόστος του έργου για τις δύο δεξαμενές, σημειώνει ο κ. Παρμακλής, ανέρχεται στα €1,9 εκατ. «Συγχρηματοδοτείται από το σχέδιο ανάκαμψης και ανθεκτικότητας της Ευρωπαϊκής Ένωσης, από το οποίο θα λάβουμε €3 εκατ. και για τις τρεις δεξαμένες». Αναμένουν, σημείωσε ακόμη, οι Κλειώ και Ερατώ να παραδοθούν έως τον ερχόμενο Μάρτιο, να γίνει η σύνδεση με το δίκτυο και να δοθούν στην υπηρεσία του κοινού τον ερχόμενο Μάιο.

Οι υδατοδεξαμενές έχουν ύψος 15 μέτρα, όμως το ωφέλιμο ύψος τους είναι 8 μέτρα. Τα υπόλοιπα 7 μέτρα αποτελεί ο τρούλος, ο οποίος λειτουργεί ως το στατικό τους σημείο, αφού εσωτερικά δεν υπάρχουν κολόνες. «Είναι ευέλικτες κατασκευές, αφού σε περίπτωση που μελλοντικά αυξηθούν οι ανάγκες μας, μπορεί να αφαιρεθεί ο θόλος για να μεγαλώσουν σε ύψος. Ακόμη, θα μπορούσαμε να τις αποσυναρμολογήσουμε για να τις τοποθετήσουμε σε άλλη περιοχή».  

Η Κλειώ και η Ερατώ, είναι κατάλληλες για πόσιμο νερό και πιστοποιημένες από τον οργανισμό NSF. Είναι φτιαγμένες από χάλυβα με επίστρωση από γυαλί. Τα υλικά του είναι φιλικά προς το περιβάλλον και έχουν λάβει έγκριση από την ΕΕ και το Τμήμα Περιβάλλοντος.

Είπε ακόμη ότι έχουν ληφθεί όλα τα μέτρα ασφάλειας και υγείας για την περίπτωση διαρροής και ότι έχουν γίνει αντιπλημμυρικά έργα. «Το νερό δεν θα δημιουργήσει ζημιές και θα μεταφερθεί στο δίκτυο ομβρίων υδάτων. Όμως, είναι απειροελάχιστη μια τέτοια πιθανότητα».

Έπρεπε να είχαν γίνει οι δεξαμενές

Αυτές οι διορθωτικές κινήσεις έπρεπε να είχαν γίνει όσο αυξανόταν ο αστικός ιστός, σημείωσε και πρόσθεσε ότι η διακοπή της ύδρευσης θα μπορούσε να προκληθεί από διάφορους παράγοντες. «Από διακοπή ρεύματος, εφόσον στηριζόμαστε στις αφαλατώσεις που λειτουργούν με ηλεκτρική ενέργεια. Από θαλασσοταραχές, οι οποίες επηρεάζουν τη λειτουργία των αφαλατώσεων. Από αστοχία υλικού – βλάβη, σε κεντρικό παροχετευτικό αγωγό».

Το νερό, όπως σημειώνει ο κ. Παρμακλής, που φτάνει στη Λευκωσία είναι από μικτό καθώς προέρχεται από διύλιση και αφαλάτωση. «Μέσω του Τμήματος Αναπτύξεως Υδάτων το νερό φτάνει στη μητρική υδατοδεξαμενή μας και από εκεί, με τη βοήθεια της βαρύτητας, έφτανε στις υφιστάμενες υποδομές».

Σημείωσε, τέλος, ότι υπάρχουν σκέψεις για την κατασκευή δεξαμενών και σε άλλες περιοχές.