Περίπου ένα στα δέκα δίκτυα υδατοπρομήθειας απέκλιναν από τη νομοθεσία όσον αφορά τη μικροβιολογική ποιότητα του πόσιμου νερού. Απόκλιση διαπιστώθηκε και στο 1,7% των κερματοδεκτών πόσιμου νερού καθώς και το 6,6% των ενδοτοξινών.

Το 1,7% των κερματοδεκτών φαίνεται μεν μικρό ως ποσοστό αλλά μεταφράζεται σε 20 μηχανές νερού/κερματοδέκτες παγκυπρίως και οι καταναλωτές δεν γνωρίζουν ποιοι κερματοδέκτες απέκλιναν από τη νομοθεσία και το χειρότερο είναι ότι το πρόβλημα εντοπίζεται συνήθως μετά την κατανάλωση του νερού.

Οι μηχανές-κερματοδέκτες ανέρχονται σε 1.137 παγκυπρίως. Από αυτές, στην Πάφο λειτουργούν 18 μηχανές/κερματοδέκτες, στη Λάρνακα 295, στην Αμμόχωστο 135, στη Λεμεσό 108 και στη Λευκωσία 581.

Τα σχετικά στοιχεία (ως προς τα ποσοστά απόκλισης) περιλαμβάνονται στην έκθεση του Γενικού Χημείου του κράτους για το έτος 2022 (τελευταία χρονιά για την οποίαν κυκλοφόρησε έκθεση).

Εξάλλου, από τα αποτελέσματα του διαχρονικού χημικού ελέγχου (2009-2022) παρατηρείται ότι το ποσοστό των αποκλίσεων κατά το 2022 έχει αυξηθεί για τα θειικά, το νάτριο και τα χλωριούχα συγκριτικά με τα επίπεδα του 2021.

Σύμφωνα με την έκθεση του Κρατικού Χημείου, προβλήματα παρουσιάστηκαν σε μικρές κοινότητες που υδρεύονται από πηγές των οποίων το νερό δεν χλωριώνεται. Προς αντιμετώπιση των προβλημάτων έχει αυξηθεί η συχνότητα του ελέγχου ενώ παράλληλα έχουν δρομολογηθεί οι κατάλληλες διορθωτικές ενέργειες από τις αρμόδιες Υπηρεσίες.

Δείγματα από σχολεία-στρατόπεδα

Σύμφωνα με το Χημείο, όλα τα δείγματα από σχολεία και στρατόπεδα που υδρεύονται μέσω ντεποζίτων, καθώς και τα αεροδρόμια, κερματοδέκτες, βυτιοφόρα, πλοία και νοσοκομεία εξετάστηκαν, επίσης, για Pseudomonas aeruginosa. Συγκεκριμένα, αναλύθηκαν 8.751 δείγματα διαφόρων κατηγοριών πόσιμου νερού, με τα δείγματα που έχουν ελεγχθεί να αυξάνονται κατά 8,2%.

Σύμφωνα πάντα με το Κρατικό Χημείο, γενικά η μικροβιολογική ποιότητα του πόσιμου νερού κρίνεται ως πολύ καλή.

Ο ολοκληρωμένος έλεγχος του νερού καλύπτει όλα τα στάδια της αλυσίδας, ξεκινώντας από τον συστηματικό έλεγχο των επιφανειακών και υπόγειων νερών, του επεξεργασμένου νερού των διυλιστηρίων και του νερού των σταθμών αφαλάτωσης, και, τέλος, τον έλεγχο του πόσιμου νερού στη βρύση του καταναλωτή.

Χημικός έλεγχος σε 2.341 δείγματα

Ο έλεγχος του πόσιμου νερού αφορά τον χημικό έλεγχο (χημικές παράμετροι), τον ραδιολογικό έλεγχο, τον μικροβιολογικό έλεγχο και τον έλεγχο τοξικότητας, και καλύπτει το νερό του δικτύου υδατοπρομήθειας, το εμφιαλωμένο νερό, το φυσικό μεταλλικό νερό και το νερό που πωλείται από κερματοδέκτες και βυτιοφόρα.

Σχετικά με τον χημικό έλεγχο του πόσιμου νερού, κατά το 2022 αναλύθηκαν 2.341 δείγματα για 26.139 χημικές παραμέτρους.

Στην έκθεση του Χημείου αναφέρεται, πως από το σύνολο των αναλυθέντων δειγμάτων πόσιμου νερού κατά το 2022, μικρό ποσοστό δειγμάτων βρέθηκαν εκτός των αποδεκτών ορίων της σχετικής νομοθεσίας και ενδεικτικές παραμέτρους όπως περιεκτικότητα σε χλωριούχα, θειικά και νάτριο. Σε κάποιες περιπτώσεις οι υπερβάσεις κατά κύριο λόγο αφορούσαν υπέρβαση σε συγκέντρωση σιδήρου το οποίο ανήκει στις ενδεικτικές παραμέτρους. Επίσης, κάποια δείγματα απορρίφθηκαν λόγω της οργανοληπτικής τους κατάστασης (παρουσία χώματος ή αιωρούμενων σωματιδίων).

Ευθύνη στις κλιματολικές συνθήκες και στα πετρώματα

Όσον αφορά την αύξηση των αποκλίσεων που έχουν παρατηρηθεί για τα θειικά, το νάτριο και τα χλωριούχα (συγκριτικά με τα επίπεδα του 2021) αναφέρεται, ότι τα αποκλίνοντα δείγματα πόσιμου νερού προέρχονταν από συγκεκριμένες περιοχές και οι αυξημένες τιμές των εν λόγω παραμέτρων οφείλονται, κυρίως, στις κλιματικές συνθήκες της Κύπρου καθώς, επίσης, στην ορυκτολογική σύσταση των πετρωμάτων. Το Χημείο σημειώνει, πως οι συγκεκριμένες παράμετροι είναι ενδεικτικές της οργανοληπτικής κατάστασης του νερού και τυχόν υπέρβαση της παραμετρικής τιμής δεν αποτελεί κίνδυνο για την υγεία του καταναλωτή.

Σχετικά με τον ραδιολογικό έλεγχο του πόσιμου νερού, αναφέρεται ότι γενικά, όλα τα αποτελέσματα των αναλύσεων για ραδιονουκλίδια στα πόσιμα νερά για το 2022, καθώς και διαχρονικά (2010-2022), βρίσκονται σε πολύ χαμηλότερα επίπεδα από τα αποδεκτά νομοθετικά όρια.

Καλό το νερό των διυλιστηρίων

Για το τελικό νερό των διυλιστηρίων και των αφαλατώσεων αλλά και το νερό από το δίκτυο υδατοπρομήθειας αναφέρεται πως είναι πολύ καλής ποιότητας ως προς την τοξικότητα.

Για το εμφιαλωμένο νερό διενεργήθηκαν αναλύσεις (χημικός και μικροβιολογικός έλεγχος) που αφορούσαν 86 διαφορετικές εμπορικές ονομασίες. Καλύφθηκαν τα φυσικά νερά πηγής, φυσικά μεταλλικά νερά, παιδικά εμφιαλωμένα νερά και δείγματα πόσιμου πάγου.

Τα δείγματα αυτά ήταν επιτόπια και εισαγόμενα και αφορούσαν 86 διαφορετικές εμπορικές ονομασίες.

Στο πλαίσιο του χημικού ελέγχου των εμφιαλωμένων νερών, κατά το 2022 αναλύθηκαν συνολικά 152 δείγματα για σύνολο 2.884 παραμέτρων. Ο έλεγχος περιλάμβανε φυσικά νερά πηγής, φυσικά μεταλλικά νερά, παιδικά εμφιαλωμένα νερά καθώς και δείγματα πόσιμου πάγου. Προέρχονταν, κυρίως, από την κατανάλωση, την παραγωγή αλλά και από την πηγή του εμφιαλωτηρίου.

Ικανοποιητική η ποιότητα των εμφιαλωμένων

Η ποιότητα του εμφιαλωμένου νερού κρίνεται από το Χημείο ως πολύ ικανοποιητική.

Όσον αφορά τον μικροβιολογικό έλεγχο των επιφανειακών νερών αναλύθηκαν 274 δείγματα από υδατοφράκτες, ποταμούς και λίμνες για ολικά κολοβακτηριοειδή Escherichia coli και εντερόκοκκους. Διαχρονικά από τους μέχρι τώρα μικροβιολογικούς ελέγχους (2009-2022), το Χημείο εξάγει το συμπέρασμα ότι το νερό των υδατοφρακτών έχει καλή μικροβιολογική ποιότητα και μπορεί να χρησιμοποιηθεί για την παραγωγή πόσιμου νερού.

Αναφορικά με τον έλεγχο τοξικότητας των επιφανειακών νερών κατά το 2022, υποβλήθηκαν για ανάλυση συνολικά 114 δείγματα τα οποία αναλύθηκαν για 689 παραμέτρους, τόσο για δοκιμές τοξικότητας όσο και για βιολογικούς δείκτες περιβαλλοντικής παρακολούθησης (προσδιορισμός χλωροφύλλης α).

Από τον διαχρονικό έλεγχο για τοξικότητα των επιφανειακών νερών κατά τα τελευταία χρόνια διαπιστώνεται η πολύ καλή κατάστασή τους.

Όλα καλά και από οικολογικής απόψεως

Σχετικά με την οικολογική κατάσταση των υδάτων και τη χλωροφύλλη  στους υδατοφράκτες και σε λίμνες αναφέρεται ότι οι συγκεντρώσεις (χλωροφύλλης) παρατηρούνται: (α) μετά από περιόδους έντονης βροχόπτωσης όπου μεταφέρονται θρεπτικά υλικά στα ύδατα, και (β) κατά τους καλοκαιρινούς μήνες που υπάρχει έντονη ηλιοφάνεια και υψηλές θερμοκρασίες. Η πλειονότητα των υδατοφρακτών σε γενικές γραμμές χαρακτηρίζεται καλής οικολογικής κατάστασης.