Με την αίθουσα να είναι γεμάτη από φιλικά πρόσωπα αλλά και συναδέλφους του, ο γαστρεντερολόγος Παύλος Αντωνίου άκουσε χθες την ποινή που του επέβαλε το Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας. Ο γιατρός καταδικάστηκε με άμεση ποινή φυλάκισης 4 μηνών σε τέσσερις κατηγορίες άσεμνης επίθεσης σε βάρος ασθενούς του.

Στην απόφαση του το Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας επεσήμανε ότι ο 62χρονος κατηγορούμενος παρότι κρίθηκε ένοχος μετά από ακροαματική διαδικασία, εντούτοις δεν έδειξε μεταμέλεια, δεν ζήτησε συγνώμη ούτε από τα θύματά του, ούτε και από την Πολιτεία. Άξιο αναφοράς είναι ότι κατά την αγόρευση για μετριασμό της ποινής του, ο δικηγόρος του γιατρού παρέδωσε επιστολή από τον πνευματικό του πελάτη του, ο οποίος εισηγείτο στο Δικαστήριο να μην επιβάλει ποινή φυλάκισης στον 62χρονο γιατρό. Μάλιστα ο εν λόγω ιερέας στην επιστολή του σημείωνε μεταξύ άλλων ότι γνωρίζει τον 62χρονο μέσα από την εξομολόγηση και πως πρόκειται για έναν εξαίρετο επιστήμονα, με κάλο χαρακτήρα.

Στο ίδιο μήκος κυήματος ήταν και η αγόρευση του δικηγόρου του 62χρονου γιατρού, ο οποίος υποστήριξε ότι ο πελάτης του καταδικάστηκε από τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης.

Υπενθυμίζεται ότι στις 24/12/2023 το Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας μετά από ακροαματική διαδικασία, έκρινε τον γιατρό ένοχο και αναξιόπιστο. Επίσης, δεν έκανε δεκτή τη δική του εκδοχή, με τη μαρτυρία της παραπονούμενης να κρίνεται, αξιόπιστη. Μετά και την καταδίκη του, ο κατηγορούμενος γιατρός βρέθηκε έκτος του Γενικού Συστήματος Υγείας.

Η καταγγελία από τη νεαρή έγινε το καλοκαίρι του 2020. Σύμφωνα με το κατηγορητήριο, ο γιατρός αντιμετώπιζε τέσσερις κατηγορίες άσεμνης επίθεσης σε βάρος της παραπονούμενης, οι οποίες διαπράχθηκαν την ίδια ήμερα, η μια μετά την άλλη. Η παραπονούμενη είχε επισκεφθεί τον εν λόγω γιατρό, ο οποίος ήταν οικογενειακός φίλος, για συγκεκριμένες εξετάσεις, για τις οποίες απαιτείτο νάρκωση. Η νεαρή κατήγγειλε τον γιατρό ότι αφότου ανέκτησε τις αισθήσεις της, μετά τη νάρκωση της, αυτός την απομόνωσε στον χώρο του και στη συνέχεια προέβη σε άσεμνες επιθέσεις σε βάρος της, τέσσερις φορές, σε διάστημα μερικών λεπτών.

Ο κατηγορούμενος στην ένορκη μαρτυρία του, ισχυρίστηκε ότι τα όσα του καταλογίζονται είναι ψευδή, υποστηρίζοντας ότι η παραπονούμενη τον είχε αγκαλιάσει και φιλήσει, κάτι που ωστόσο δεν πίστεψε το Δικαστήριο.

Αμέσως μετά το συμβάν η παραπονούμενη έστειλε μήνυμα σε φίλη της, περιγράφοντας τα όσα έζησε ενώ στη συνέχεια το ανέφερε και στη μητέρα της, η οποία βρισκόταν στον χώρο αναμονής του νοσηλευτηρίου. Αξιοσημείωτο είναι το γεγονός ότι ο κατηγορούμενος είχε καταδικαστεί και στο παρελθόν για παρόμοιας φύσεως αδικήματα.