Στην αιμάτινη σκιά των τριών διαδοχικών φόνων γυναικών, σε Κύπρο και Ελλάδα, σε διάστημα έξι ημερών (17-22 Αυγούστου 2025), των φόνων της Αντριάννας (Αθήνα), της Ειρήνης (Χλώρακα) και της Μαριόλας (Βόλος), θυμήθηκα τις «Απωλεσθείσες Αποσκευές», ένα διήγημα γραμμένο το 2018, με αφορμή άλλη, θλιβερή αλυσίδα γυναικοκτονιών. Δημοσιεύω ένα απόσπασμα, εις μνήμην των θυμάτων της έμφυλης βίας και κοινωνικής αδιαφορίας και προς υπενθύμιση των κύριων διαπιστώσεων.
Δυστυχώς, στις περισσότερες περιπτώσεις οι συγγενείς ξέρουν και οι πλείστοι συστήνουν υπομονή. Οι γείτονες ακούν, αλλά δεν καταγγέλλουν, για να μην μπλέξουν, ιδίως όταν ο άνδρας είναι ισχυρός ή ευυπόληπτος πολίτης ή νταής. Οι πιθανότητες καταγγελίας μειώνονται, όταν η γυναίκα είναι οικονομικά εξαρτημένη από τον άνδρα ή και αλλοδαπή. Η βία σπάνια αποτελεί μεμονωμένο περιστατικό. Πρόκειται για καρκίνωμα που εξαπλώνεται επιθετικά και ή το εξολοθρεύεις ή σκοτώνει. Το ίδιο ισχύει και για την αδιαφορία, η οποία συστηματοποιούμενη εξελίσσεται σε συνέργεια. Συνέργεια αποτελούν και τα πρότυπα που ορθώνονται, άμεσα και έμμεσα.
Ειδικά για τη γενιά μου, σκέφτομαι και την επίδραση των φωσκολιάδων. Στην «Καλημέρα Ζωή» ο πρωταγωνιστής, ο αστυνόμος Θεοχάρης, είχε βαρύ χέρι για τη Μαριάννα, τη σύζυγο, αλλά και για τις αδελφές. Παρά ταύτα ήταν ίνδαλμα. Παρομοίως, στη «Λάμψη», ο βετεράνος Άλκης Βούρβαχης κακοποιούσε τη γυναίκα του, τη Βάντα, αλλά αντιμετωπιζόταν με κατανόηση. Δεκαετία 1990: πολλοί στον περίγυρο οι αψίθυμοι οικογενειάρχες και οι βετεράνοι, που κουβαλούσαν και δημιουργούσαν τραύματα, αλλά ουδείς μιλούσε.
Αναντίρρητα σήμερα, σε σχέση με τη δεκαετία του 1990 υπάρχει μεγαλύτερη ευαισθησία, αντίδραση και κρατική στήριξη. Ωστόσο, όσα έγιναν δεν αρκούν. Επιβάλλεται να γίνουν περισσότερα, για όλες. Περισσότερα, σε επίπεδο πρόληψης, διαφώτισης, διερεύνησης, στήριξης και προστασίας του θύματος και καταστολής. Και, καθώς διάγουμε καιρούς ανθρωποφαγίας, ακόμα πιο σημαντική είναι η ενσυναίσθηση.
«Απωλεσθείσες Αποσκευές»
[…] Αν και από παιδί η Αριάδνη καταθλιβόταν όποτε άκουγε για θανάτους, μεμονωμένους και μαζικούς, εγγύς και πέραν, εκείνη την ημέρα, ενώπιον της πρώτης συνειδητοποίησης της ακολουθίας των «μυστήριων» γυναικείων απωλειών είχε νιώσει ένα πρωτόγνωρο δέος. Σαν να επρόκειτο για μια σκυταλοδρομία θανάτου […].
Όντως, οι τελευταίοι δώδεκα μήνες και ιδίως οι τέσσερις πρώτοι του 2018 σημαδεύτηκαν από θανάτους γυναικών, των οποίων η ηλικία, η μόρφωση, η όψη, το ήθος, η κοινωνική θέση και τα οικονομικά μέσα ποίκιλλαν. Υπάρξεις επώνυμες ή αφανείς, τολμηρές ή συνεσταλμένες, εμφανώς καταβεβλημένες ή «μια χαρά» ως την τελευταία στιγμή, εξόφθαλμα ανυπεράσπιστες ή φαινομενικά προστατευμένες από την οικογένεια, εκπαραθυρώνονταν από το τρένο της ζωής βαθιά λαβωμένες, προκαλώντας ολιγοήμερο συγκλονισμό […].
Αυθόρμητα, προσπαθώντας […] να ανιχνεύσει τους λόγους της ταχείας λησμονιάς η νεαρή δημοσιογράφος είχε αναθυμηθεί την Κριστίν Κωνσταντινίδου και την Οξάνα Λίσνα, τα θύματα του Κύπριου Αλ-Καπόνε, οι οποίες το 1993 είχαν καταστεί στο νησί τόσο δημοφιλείς όσο και η Βίρνα Δράκου και η Μπρουκ Λόγκαν. Ωστόσο, σε αντίθεση με τις τηλεοπτικές ηρωίδες, οι δύο αλλοδαπές γρήγορα ξεχάστηκαν. Ήταν όμως η καταγωγή η βασική αιτία της γοργής μετατόπισης των προβολέων; Παρά τον προφανή ρόλο της, μάλλον όχι.
Αυτό επιβεβαίωνε και η ιστορία της παραπληγικής πια Μυρτούς της Πάρου, που το 2012 απασχόλησε τα ΜΜΕ και το κοινό τους για ένα δεκαήμερο. Ύστερα, καθώς εμφανίστηκαν άλλα θέματα και θύματα στην επικαιρότητα, η Μυρτώ καταχωνιάστηκε στο συλλογικό «αρχείο». Το ίδιο συνέβη, κατόπιν του φευγαλέου κονιορτού, και με τη Μαργαρίτα και την Αντωνία, που φονεύθηκαν από τον σύζυγο της Μαργαρίτας και πατέρα της Αντωνίας στην Κύπρο, το 2014, καθώς και με τις δολοφονημένες από πατέρα και πατριό Άννη και Στέλλα, τον Μάρτη του 2016 και τον Απρίλη του 2017 αντίστοιχα. […].
Γυναίκες λοιπόν, όμοιες με ταλαιπωρημένες «αποσκευές»…
Στα μέσα Οκτώβρη του 2017 κυρίαρχα στα μέσα υπήρξαν τα ποικίλα σενάρια της δολοφονίας της 32χρονης Δώρας, στο Β’ νεκροταφείο Αθηνών. «Εικόνες-σοκ μέσα από το αυτοκίνητο που βρέθηκε νεκρή η 44χρονη Ειρήνη», πληροφορήθηκε το πανελλήνιο, την επαύριον των Θεοφανίων του 2018. […] Στην Κύπρο, ανήμερα του Ευαγγελισμού, εμφανίστηκε στα ειδησεογραφικά δελτία η Έλενα, το 29χρονο κορίτσι που προέβη στη μεγάλη έξοδο, «αιφνίδια», αφού είχαν προηγηθεί πολλαπλοί καθημερινοί θάνατοι. Η Έλενα, η οποία αφού εισήχθη στον κόσμο σαν ανεπιθύμητη «αποσκευή», τοποθετήθηκε από το κράτος σε ανάδοχη οικογένεια, όπου λειτούργησε ως σκεύος λύτρωσης των απωθημένων του ιερέα πατριού και της μητριάς. Μίλησε νωρίς για τα δεινά της η κοπέλα, αλλά ελάχιστοι θέλησαν να την αφουγκραστούν. […]
Γυναίκες λοιπόν, όμοιες με ταλαιπωρημένες «αποσκευές» […] από τις οποίες οι πλείστοι μάρτυρες έμεναν σε απόσταση, ώστε να μην μπλέξουν∙ αδρανείς απέστρεφαν το βλέμμα από τη σκηνή του δράματος ελπίζοντας μοιρολατρικά στη διάψευση του χείριστου σεναρίου.
Οπωσδήποτε δεν ήταν φυσιολογική η ευρύτερη ακολουθία της ευθυνόφοβης σιγής, του θνησιγενούς ενδιαφέροντος και της γοργής λησμονιάς, όπως δεν ήταν και η πρόσφατη ακολουθία των γυναικείων θανάτων. […] Βεβαίως ουδέποτε θα διανοείτο πως κάποιος δαίμων ενορχήστρωνε εκτελέσεις ή αυτοχειρίες γυναικών. Όντως, όμως, αν και οι ακριβείς συνθήκες της φυγής διέφεραν, υπήρχαν φανεροί κοινοί παρονομαστές: η ουσιαστική μοναξιά, η θλίψη, ο φόβος, η άμεση ή έμμεση συνέργεια συγγενών και ξένων και η ιδιότυπη μεταθανάτια δημοσιότητα.
Στις παρουσιάσεις, λοιπόν, των θανάτων από κανάλια, εφημερίδες και ιστοσελίδες παρούσες ήσαν πάντα οι εκφράσεις «μοιραίο», «τραγωδία», «σοκαρισμένη/συγκλονισμένη η τοπική κοινωνία» και απαραίτητη η λεπτομερής αλλά κατά κανόνα ανακριβής περιγραφή του δράματος. Σύνηθες μέρος της πραγμάτευσης αποτελούσαν και τα γενικότερα συμπεράσματα, τουτέστιν τα τσουβαλιάσματα, οι αγιοποιήσεις και οι οριζόντιοι αφορισμοί.
[…] «Η δράση όπως μπορείς», υπενθύμισε στον εαυτό της, η Αριάδνη […], ενώ έκλεινε την πόρτα πίσω της, κουβαλώντας στη χειραποσκευή μόνο τα απαραίτητα.