Ο Δαβίδ Κωνσταντίνου γράφει για τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία και πως αυτή εξελίσσεται σ’ έναν πόλεμο φθοράς χωρίς να φαίνεται το τέλος…  

Δεν είναι λίγες οι φορές που πολεμικές αναμετρήσεις μετατρέπονται σε  περιπέτεια για κάποιον ή για όλους τους αντιπάλους λόγω εσφαλμένων υπολογισμών, αλλά και σχεδιασμών των εμπλεκομένων σχετικά με τη θεωρούμενη ισχύ των δυνάμεών τους. Αυτό το βλέπουμε καθαρά σήμερα στην περίπτωση της Ουκρανίας. Η Ρωσία, με την εισβολή της στα ουκρανικά εδάφη, θεώρησε ότι θα έχει μια εύκολη και γρήγορη νίκη χάρη στην ανωτερότητα της στρατιωτικής της μηχανής. Ωστόσο, πολιτική και στρατιωτική ηγεσία στη Μόσχα υπέπεσαν σε σοβαρότατα λάθη. Υποτίμησαν την αναβάθμιση του στρατού της Ουκρανίας μετά από χρόνια υποστήριξης και εκπαίδευσης από τις ΗΠΑ, της Βρετανίας και άλλων. Επιπλέον, υποτίμησαν τον βαθμό στον οποίο η στρατιωτική τεχνολογία του ΝΑΤΟ θα μπορούσε να αντιμετωπίσει τον μεγαλύτερο αριθμό στρατευμάτων της Ρωσίας, υποτίμησαν δηλαδή την αποτελεσματικότητα των δυτικών όπλων στα χέρια των Ουκρανών. Παράλληλα, υπερεκτίμησαν τις δυνατότητες των δικών τους στρατευμάτων και οπλικών συστημάτων κι αυτό φαίνεται από τις πολύ άσχημα σχεδιασμένες επιχειρήσεις των πρώτων ημερών (βλέπε Κίεβο και Χάρκοβο) που μεγάλοι μηχανοκίνητοι σχηματισμοί έμειναν στο δρόμο από καύσιμα. Χωρίς αμφιβολία όμως, το κυριότερο λάθος της Μόσχας ήταν ότι υποτίμησε την αποφασιστικότητα των Ουκρανών να πολεμήσουν για την πατρίδα τους, υποθέτοντας για διάφορους λόγους ότι οι «αδελφοί» Ουκρανοί δεν θα πολεμούσαν τους «αδελφούς» Ρώσους.

Από την άλλη πλευρά, τόσο η Ουκρανία όσο και το ΝΑΤΟ και η Δύση γενικότερα, υπερεκτιμούν την ικανότητά τους να νικήσουν τη Ρωσία στο πεδίο της μάχης. Οι Ουκρανοί από την αρχή πολεμούν αποφασιστικά και σχεδιασμένα και τώρα έχουν περάσει σε φάση αντεπίθεσης, αλλά είναι πολύ δύσκολο να καταφέρουν τέτοιο πλήγμα στη Ρωσία που να την αναγκάσει να φύγει από τα εδάφη τους. Η ιδέα ότι ο ρωσικός στρατός πρόκειται να καταρρεύσει μάλλον είναι ευσεβής πόθος. Η Ρωσία, παρά τα όποια προβλήματά της, έχει τη στρατιωτική ικανότητα να καταστρέψει την ουκρανική υποδομή και να κρατήσει εδάφη στην περιοχή του Ντονμπάς και στην ακτή της Μαύρης Θάλασσας. 

Παράλληλα, οι οικονομικές και εμπορικές κυρώσεις της Δύσης κατά της Ρωσίας δεν φαίνεται να είναι και τόσο αποτελεσματικές. Ο αποκλεισμός των ρωσικών τραπεζών από το σύστημα διεθνών πληρωμών SWIFT δεν ήταν το «πυρηνικό όπλο της Δύσης κατά του Πούτιν» που ισχυρίστηκαν αρκετοί. Σύμφωνα, μάλιστα, με το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, η οικονομία της Ρωσίας θα συρρικνωθεί κατά περίπου 8,5% το 2022 – νούμερο που μπορεί να είναι κακό για τη Μόσχα, αλλά όχι και καταστροφικό. Κάποιοι υποστήριξαν ότι οι κυρώσεις μπορούν να ρίξουν τον Πούτιν. Αν όμως λάβουμε υπόψη ότι υπήρξαν για χρόνια κυρώσεις κατά της Βενεζουέλας, του Ιράν, της Βόρειας Κορέας χωρίς όμως να αλλάξει η πολιτική αυτών των καθεστώτων, τότε μπορούμε να διαβλέψουμε πως το ίδιο ακριβώς θα συμβεί και στη Ρωσία. 

Οι κυρώσεις, ναι, έχουν δημιουργήσει μεγάλα προβλήματα στη ρωσική οικονομία, αλλά εξίσου έχουν πληγεί και οι δυτικές και κυρίως οι ευρωπαϊκές οικονομίες. Ο πληθωρισμός στις χώρες της ΕΕ αλλά και στις ΗΠΑ βρίσκεται σε υψηλό 40 ετών, ενώ οι δυτικές οικονομίες επιβραδύνουν, όσο πολλαπλασιάζονται οι διαταραχές της εφοδιαστικής αλυσίδας κυρίως στον τομέα της ενέργειας. Και είδαμε όλοι τη συμφωνία που επιτεύχθηκε μεταξύ Κιέβου και Μόσχας, με διαμεσολαβητή τον Τούρκο πρόεδρο, για τα σιτηρά της Ουκρανίας, προκειμένου να μην υπάρξει επισιτιστική κρίση παγκόσμια. Για κάποιους η συμφωνία αυτή ήταν νίκη του Πούτιν κι όχι του Ζελένσκι.

Όλα αυτά έχουν ως αποτέλεσμα να εξελίσσεται στις μέρες μας ένας πόλεμος φθοράς που κάθε πλευρά πιστεύει ότι θα κερδίσει, αλλά στην πραγματικότητα όλοι χάνουν. Και η ειρήνη βρίσκεται ακόμα πολύ μακριά…