Ο Μπόρις Τζόνσον δήλωσε την Τετάρτη ότι ο δρακόντιος νέος νόμος “για την εθνική ασφάλεια” της Κίνας στο Χονγκ Κονγκ αποτελεί “σαφή και σοβαρή παραβίαση” της κοινής Σινοβρετανικής Διακήρυξης του 1984. Ήταν μια από τις ισχυρότερες δηλώσεις στις οποίες έχει προβεί ως πρωθυπουργός του Ηνωμένου Βασιλείου και πιθανώς μία από τις πιο καθοριστικές, υπό την προϋπόθεση ότι θα μείνει συνεπής σε αυτήν. Κάτι τέτοιο θα ήταν προς το μακροπρόθεσμο συμφέρον της Βρετανίας.

Σε απάντηση στον νέο νόμο, το Ηνωμένο Βασίλειο θα προσφέρει καταφύγιο στους πολίτες του Χονγκ Κονγκ οι οποίοι έχουν γεννηθεί εκεί πριν το Λονδίνο παραδώσει την αποικία του στον έλεγχο της Κίνας το 1997. Ο Τζόνσον είχε απειλήσει να ενεργοποιήσει το συγκεκριμένο μέτρο και παλαιότερα, χωρίς όμως τότε να παράσχει πολλές λεπτομέρειες.

Όμως, καθώς διαδηλωτές άρχισαν να συλλαμβάνονται αυτήν την εβδομάδα στην πρώην βρετανική αποικία, ο Βρετανός υπουργός Εξωτερικών Ντομίνικ Ραάμπ ανακοίνωσε ένα “ειδικό” σχέδιο μεταναστευτικού καθεστώτος, το οποίο θα δίνει δικαίωμα σε σχεδόν 3 εκατομμύρια ανθρώπους – πολίτες του Χονγκ Κονγκ να αποκτήσουν την ιδιότητα του πολίτη υπερπόντιου εδάφους του Ηνωμένου Βασιλείου και να επεκτείνουν έτσι σημαντικά τα δικαιώματά τους.

Πρόκειται για μεγάλη αλλαγή σε σχέση με το ισχύον καθεστώς από πλευράς Βρετανίας, σύμφωνα με το οποίο μόλις 350.000 πολίτες του Χονγκ Κονγκ διαθέτουν το ειδικό αυτό διαβατήριο. Προς το παρόν, στους κατόχους του διαβατηρίου επιτρέπεται να παραμένουν στη Βρετανία για έως και έξι μήνες, ωστόσο δεν μπορούν να έχουν πρόσβαση σε δημόσιες υπηρεσίες.

Το νέο καθεστώς

Οι νέες οδηγίες του Ράαμπ θα επιτρέπουν στον κάτοχο του διαβατηρίου να ζήσει και να εργαστεί στο Ηνωμένο Βασίλειο για πέντε χρόνια, μετά από τα οποία μπορεί να υποβάλει αίτηση για καθεστώς “μόνιμης παραμονής” και, μετά από ακόμη ένα έτος, για βρετανική υπηκοότητα.

Η μετανάστευση είναι συνήθως μια πολωτική, διχαστική έννοια στη Βρετανία. Για πολλά χρόνια, ήταν αναμφισβήτητα το πλέον σημαντικό ζήτημα για τους ψηφοφόρους. Οι παθιασμένες συζητήσεις για το θέμα αντανακλούσαν την ένταση μεταξύ – από τη μία πλευρά – μιας Βρετανίας που θέλει να θεωρείται παγκόσμιου βεληνεκούς δύναμη, των ανοιχτών και ελεύθερων εμπορικών συναλλαγών και, από την άλλη πλευρά, ενός νησιωτικού κράτους με χρόνια στασιμότητα στην παραγωγικότητα της εργασίας, το οποίο θεωρεί τους νεοεισερχόμενους σε αυτό ως βάρος.

Ο Τζόνσον, ωστόσο, δεν κινείται σε αντίθετη κατεύθυνση από την κοινή γνώμη στο  ζήτημα του Χονγκ Κονγκ. Η στάση του γενικού πληθυσμού έναντι της μετανάστευσης έχει “μαλακώσει” από το δημοψήφισμα του 2016 για το Brexit και εξής. Το Χονγκ Κονγκ, εξάλλου, είναι και ζήτημα ιστορικής υποχρέωσης και εθνικής υπερηφάνειας, καθώς η Κίνα αγνόησε τους όρους υπό τους οποίους η Βρετανία παρέδωσε τη συγκεκριμένη κτήση της.

Βοηθά επίσης αρκετά το γεγονός ότι πολλοί από τους πιο ένθερμους Brexiteers στο Συντηρητικό Κόμμα του Τζόνσον έχουν σχηματίσει μια ισχυρή ομάδα πίεσης με στόχο την άσκηση σκληρότερης πολιτικής έναντι της Κίνας, αλλά και το γεγονός ότι η νέα αυτή πολιτική καθοδηγείται από δύο μέλη του υπουργικού συμβουλίου τα οποία είναι προέρχονται από οικογένειες μεταναστών: την υπουργό Εσωτερικών Πρίτι Πατέλ (της οποίας η οικογένεια έλκει την καταγωγή της από την ασιατική – ινδική μειονότητα της αφρικανικής Ουγκάντα) και τον Ράαμπ (του οποίου η οικογένεια είναι εβραίοι με καταγωγή από την Τσεχοσλοβακία).

Περίπου τα δύο τρίτα (64%) των Βρετανών, οι οποίοι είχαν πληροφορηθεί το σχέδιο της κυβέρνησης σχετικά με τους υπηκόους Χονγκ Κονγκ, σύμφωνα με έρευνα της YouGov, ανέφεραν ότι υποστηρίζουν το μέτρο. Αυτό σημαίνει ότι έχει κυλήσει πολύ νερό στο αυλάκι από την αντίθεση που είχε εκφραστεί σε μια ανάλογη ιδέα, όταν αυτή διακηρύχθηκε το 1990.

Ο τότε πρωθυπουργός του Ην. Βασιλείου Τζον Μέιτζορ είχε καταλήξει, πιθανώς σωστά, ότι η διανομή βρετανικών διαβατηρίων θα αποδεικνυόταν βαθύτατα αντιδημοφιλής. Αυτό δεν σημαίνει ότι η νέα πολιτική του Τζόνσον δεν θα καταστεί πιο αμφιλεγόμενη με την πάροδο του χρόνου, εάν υπάρχουν μεγάλοι αριθμοί νέων αφίξεων.

Επιφυλάξεις

Επομένως, μια τόσο “σαρωτική” αλλαγή μεταναστευτικής πολιτικής, έστω και έναντι ενός μόνον μικρού ημιαυτόνομου κρατιδίου, πρέπει πρώτα να καταστεί απόλυτα ξεκάθαρη. Πολλοί εθνικά Κινέζοι κάτοικοι του Χονγκ Κονγκ στέκονται μέχρι στιγμής επιφυλακτικά απέναντί της. Ο Τζόνσον έχει τη συνήθεια να ανακοινώνει μεγάλες κινήσεις, για να ακολουθεί στη συνέχεια πολιτικές που δεν μοιάζουν ιδιαίτερα με το γυαλιστερό φυλλάδιο των διακηρύξεών του.

Οι πολίτες της πρώην αποικίας των Βρετανών θα εξετάσουν έτσι προσεκτικά τις λεπτομέρειες, συμπεριλαμβανομένων των κανόνων για τα εξαρτώμενα μέλη των οικογενειών και τυχόν περιορισμούς.

Θα παρακολουθούν επίσης και την αντίδραση της Κίνας. Όπως αναγνώρισε ο Ράαμπ την Τετάρτη, η Βρετανία δεν μπορεί να κάνει πολλά πράγματα σε περίπτωση που η Κίνα “μπλοκάρει” τη μετανάστευση από το Χονγκ Κονγκ προς το εξωτερικό. Βεβαίως, το Πεκίνο θα αναζητήσει τρόπους για να αποθαρρύνει μια σχετική κίνηση. Ο Τζόνσον, δηλαδή, πιθανόν να κάνει μία προσφορά την οποία δεν θα χρειαστεί ποτέ να τιμήσει.

Στον βαθμό που η βρετανική κυβέρνηση θα προχωρήσει στο σχέδιό της, ωστόσο, το νέο καθεστώς θα αποτελούσε μια σοβαρή δέσμευση, η οποία ταιριάζει περισσότερο με τις πάλαι ποτέ φιλελεύθερες απόψεις του Τζόνσον για τη μετανάστευση, παρά με την δηλητηριώδη ρητορική του της εποχής του Brexit.

Σίγουρα δεν έχει ξεφύγει από τον ορίζοντα της κυβέρνησης ότι πολλοί από τους πιθανούς νεοεισερχόμενους στη Βρετανία από το Χονγκ Κονγκ έχουν αρκετά “βαθιές τσέπες” και ανώτερη εκπαίδευση. Για ένα γηράσκον Ηνωμένο Βασίλειο που προσπαθεί να βελτιώσει το “παιχνίδι” της παραγωγικότητάς του, οι εργαζόμενοι από το Χονγκ Κονγκ θα αποτελούσαν ευλογία, όπως έχουν αποτελέσει και για τον Καναδά και την Αυστραλία, χώρες οι οποίες, όπως έχει σημειώσει ορθά ο συνάδελφός μου David Fickling, τους υποδέχονταν σε πολύ μεγαλύτερους αριθμούς σε σχέση με τη Βρετανία.

Ανάλογα με τον αριθμό των Κινέζων του Χονγκ Κονγκ που θα αποφασίσουν να μεταβούν στη Βρετανία, ο αντίκτυπος στο Λονδίνο και σε άλλες πόλεις του Ηνωμένου Βασιλείου θα μπορούσε να είναι σημαντικός. Αγοραστές από το Χονγκ Κονγκ και την ηπειρωτική Κίνα ξόδεψαν 7,7 δισεκατομμύρια λίρες (9,6 δισ. δολάρια) σε ακίνητα του Λονδίνου πέρυσι. Οι Κινέζοι υπήκοοι κατέχουν 120.250 ακίνητα στη βρετανική πρωτεύουσα, ενώ οι πολίτες του Χονγκ Κονγκ κατέχουν 98.725, σύμφωνα με το βρετανικό Γραφείο Εθνικών Στατιστικών.

Το κτηματομεσιτικό γραφείο Beauchamp Estates, το οποίο απευθύνεται σε πελάτες υψηλών εισοδημάτων, αναφέρει ότι η ζήτηση μεταξύ πολιτών Κίνας και Χονγκ Κονγκ έχει αυξηθεί πρόσφατα και αντιπροσωπεύει το 15% των πωλήσεων πρώτων κατοικιών κόστους άνω του 1 εκατ. λιρών στο κεντρικό Λονδίνο και το 20% των συμφωνιών άνω των 10 εκατ. λιρών, επίπεδα που τους δίνουν προβάδισμα έναντι των Ρώσων και Ινδών αγοραστών.

Δεν είναι όλοι οι Κινέζοι του Χονγκ Κονγκ πλούσιοι. Περίπου το 20% του πληθυσμού της πόλης – κράτους ζει κάτω από το όριο της φτώχειας. Ακόμα κι αν εκείνοι οι οποίοι έχουν τη δυνατότητα να μεταναστεύσουν πιθανότατα θα είναι οι πλουσιότεροι, η κυβέρνηση θα πρέπει επίσης να λάβει μέριμνα για εκείνους που θα καταφέρουν απλώς να συγκεντρώσουν το ποσό ενός αεροπορικού εισιτηρίου και θα χρειάζονται βοήθεια για να σταθούν στα πόδια τους όταν φτάσουν στη Βρετανία.

Δύσκολη μια “παλίρροια” αφίξεων

Ο Ράαμπ σημειώνει ότι οι προβλέψεις της κυβέρνησης συντείνουν ότι δεν θα υπάρξει “παλιρροιακό” κύμα αφίξεων. Πέρυσι, ωστόσο, καθώς οι διαμαρτυρίες συνεχίζονταν στο Χονγκ Κονγκ, διαπιστώθηκε σε έρευνα ότι το 40% των 7,5 εκατομμυρίων κατοίκων της πόλης εξέταζε το ενδεχόμενο να μεταναστεύσει. Εάν μόνον ένας στους 10 από εκείνους που πληρούν τις προϋποθέσεις αποφάσιζε να καταφτάσει στο Ηνωμένο Βασίλειο, θα μιλούσαμε για κάτι παραπάνω από το σύνολο των μεταναστών που κατέφτασαν σε Μεγάλη Βρετανία και Βόρεια Ιρλανδία (270.000 άνθρωποι) ολόκληρο το 2019.

Ο Τζόνσον πιέζεται επίσης να προχωρήσει πέρα από την προσφορά δυνατότητας διαμονής και εργασίας. Οι περισσότεροι Κινέζοι του Χονγκ Κονγκ δεν έχουν δικαίωμα να μεταναστεύσουν στη Βρετανία, συμπεριλαμβανομένων πολλών νεότερων διαδηλωτών, οι οποίοι αντιμετωπίζουν το φάσμα κυρώσεων ή και σύλληψης. Υπάρχουν όμως όρια στον αριθμό των ανθρώπων που μπορεί να απορροφήσει το Ηνωμένο Βασίλειο.

Δεδομένων των ιστορικών υποχρεώσεών της προς την ημιαυτόνομη κινεζική πόλη, η Βρετανία θα πρέπει να βρει άλλους τρόπους για να προβάλει τη μειωμένη – πια – επιρροή της στην παγκόσμια σκηνή. Ένας τρόπος θα ήταν να εγκρίνει νομοθεσία τύπου Magnitsky (η οποία χρησιμοποιήθηκε αρχικά από τους Αμερικανούς έναντι των Ρώσων) έτσι ώστε οι Κινέζοι αξιωματούχοι που εμπλέκονται σε παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων να αντιμετωπίζουν κυρώσεις με τη μορφή άρνησης βίζας και παγώματος διεθνών τραπεζικών λογαριασμών.

Υπάρχει επίσης το ζήτημα του εάν θα επιτραπεί στην Huawei Technlogies, κινεζική εταιρεία κατασκευής τηλεπικοινωνιακού εξοπλισμού, να διαδραματίσει ρόλο στη δημιουργία των υποδομών δικτύου 5G του Ηνωμένου Βασιλείου. Το Εθνικό Κέντρο Κυβερνοασφάλειας του Η.Β. επανεξετάζει το συγκεκριμένο ζήτημα.

Κανένα από αυτά τα ζητήματα δεν βρισκόταν στο “πρόγραμμα” για το Ηνωμένο Βασίλειο για την περίοδο μετά το Brexit. Η ιδέα ήταν ότι ο εξωστρεφής προσανατολισμός και η ατζέντα διεθνούς εμπορίου της Βρετανίας θα αγκυροβολούνταν στους στενούς δεσμούς με την Κίνα και τις ΗΠΑ.

Ωστόσο, ο νέος νόμος για την “εθνική ασφάλεια” της Κίνας και η σκληρή εφαρμογή του αποτελούν προσβολή για τις σύγχρονες δημοκρατικές έννοιες των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και του κράτους δικαίου. Εάν υπήρχε ένα και μόνο ζήτημα στο οποίο τα δημοκρατικά έθνη θα μπορούσαν να βρουν κοινό έδαφος και συντονισμένη απάντηση, θα έπρεπε να είναι αυτό.

Ο Τζόνσον στέλνει τα σωστά μηνύματα. Τώρα μένει να αποδειχθεί συνεπής σε αυτήν την πορεία.

Της Therese Raphael

Πηγή: Bloomberg Opinion