Το πρωί της περασμένης Παρασκευής, ένας από τους πιο “σοβαρούς” τίτλους σχετικά με τη Ρωσία στα αυστραλιανά ΜΜΕ αφορούσε έναν διπλωμάτη της ο οποίος καθόταν οκλαδόν σε ένα οικόπεδο στην Καμπέρα, αψηφώντας την αυστραλιανή κυβέρνηση σε μια διαμάχη για το κτίριο της ρωσικής πρεσβείας.

Απογοητευμένος, ο πρωθυπουργός Άντονι Αλμπανέζε υποβάθμισε την αξία του συγκεκριμένου υπαλλήλου της Μόσχας ως “κάποιον ψευτόμαγκα που κάθεται πάνω σε μια λωρίδα χόρτου”.

Μέσα σε 24 ώρες, τα πρωτοσέλιδα μιλούσαν για ένα πιθανό πραξικόπημα στον δεύτερο μεγαλύτερο εξαγωγέα αργού πετρελαίου στον κόσμο (και τον μεγαλύτερο κάτοχο πυρηνικών όπλων). Μια περαιτέρω στροφή γύρω από τον ήλιο αργότερα, μείναμε όλοι να αναρωτιόμαστε τι – και εάν πραγματικά – είχε συμβεί.

Οι τιμές του πετρελαίου έμειναν, όπως είναι κατανοητό, αμετάβλητες. Όσον αφορά τα βαρέλια τα οποία ρέουν από εκεί και ως προς το ποιος διοικεί τη Ρωσία, τίποτε δεν είχε αλλάξει. Και η αγορά πετρελαίου είναι συνηθισμένη στα δραματικά σήριαλ, ακόμη και σε δράματα – θα μπορούσαμε να πούμε – “βαγκνερικών” διαστάσεων. Σε τελική ανάλυση, ένας πραγματικός πόλεμος στην Ουκρανία και η επακόλουθη διακοπή των ενεργειακών δεσμών – ενίοτε εκρηκτικά – επανέφερε το πετρέλαιο σε τριψήφια επίπεδα το 2022, για πρώτη φορά μετά από οκτώ χρόνια. Λιγότερο από 18 μήνες αργότερα, η τιμή είναι στην πραγματικότητα κάτω από εκεί που βρισκόταν την παραμονή της εισβολής.

Πρόκληση

Η φαινομενική παράνοια μιας μονοήμερης ανταρσίας υπό την ηγεσία μιας σκοτεινής φιγούρας, του Γεβγκένι Πριγκόζιν, υπογραμμίζει μια πιο θεμελιώδη πρόκληση για το ενεργειακό μας σύστημα, όπως τουλάχιστον είναι αυτό επί του παρόντος. Το σήριαλ του σαββατοκύριακου στη Ρωσία μπορεί να μην αποδείχθηκε ιδιαίτερα καταλυτικό, αλλά αποτελεί ένα ισχυρό σύμπτωμα. Σε μια επιπλέον ανατροπή, ο Πριγκόζιν αποδεικνύεται απρόσμενος σύμμαχος ταυτόχρονα των μεγάλων πετρελαϊκών (Big Oil), αλλά και της Μεγάλης Ενεργειακής Μετάβασης (Big Transition).

Η αγορά πετρελαίου αποτελεί έναν κολοσσό του σύγχρονου κόσμου και παράγει περισσότερα από 3 τρισεκατομμύρια δολάρια τον χρόνο, χρηματοδοτώντας ολόκληρες χώρες και κινώντας την ανθρωπότητα. Η Οζυμανδική κλίμακα κρύβει τις ευθραυστότητες της. Σκεφτείτε: μόλις τρεις χώρες παράγουν περισσότερο από το 40% του πετρελαίου παγκοσμίως. Η μία, η Σαουδική Αραβία, είναι μια απόλυτη μοναρχία η οποία διευθύνεται από έναν παρορμητικό διάδοχο που επιχειρεί το όχι μικρό κατόρθωμα να μετατρέψει το πετροκράτος του σε μια διαφοροποιημένη, εκσυγχρονισμένη οικονομία. Μια άλλη, η Ρωσία, είναι μια ρεβανσιστική, παρακμασμένη αυτοκρατορία όπου ένας πρώην επιχειρηματίας του χώρου του catering μόλις κλόνισε την αυταρχική δομή εξουσίας της μέσα σε ένα σαββατοκύριακο. Η τρίτη, οι ΗΠΑ, είναι πιο σταθερή σε σχέση με τις άλλες δύο, αλλά όχι, τουλάχιστον σήμερα, όσο σταθερή υπήρξε ιστορικά, με το χάσμα γύρω από την ενέργεια και την κλιματική αλλαγή να είναι μόνο μία πτυχή σε έναν μεγαλύτερο ιστό θεσμικών ρωγμών.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: Wagner: Βγάζει εκατομμύρια από στρατιωτικές επιχειρήσεις, πετρέλαιο και χρυσό

Πέραν από αυτούς τους τρεις, υπάρχουν μικρότεροι αλλά σημαντικοί παραγωγοί πετρελαίου οι οποίοι δεν βρίσκονται ακριβώς στον κολοφώνα της ακμής τους: η Νιγηρία, το Ιράκ και η Λιβύη, για να αναφέρουμε μερικούς. Τα μεγαλύτερα αποθέματα πετρελαίου στον κόσμο, περίπου 300 δισεκατομμύρια βαρέλια, τελματώνονται κάτω από το έδαφος της Βενεζουέλας, όπου, κατά πάσα πιθανότητα, η οικονομική και πολιτική παρακμή θα κρατήσει τη συντριπτική τους πλειονότητα περιορισμένη στα βάθη της γης.

Δυναμικές

Τρεις άλλες σημαντικές δυναμικές βρίσκονται επίσης σε κίνηση. Πρώτον, η απειλή της κλιματικής αλλαγής και οι πολιτικές οι οποίες προκύπτουν από αυτήν υποδεικνύουν μια επερχόμενη κορύφωση της ζήτησης πετρελαίου. Δεύτερον, οι δυτικές εταιρείες πετρελαίου περιορίζονται από την άποψη των επενδύσεων ως προς τη νέα προσφορά, εν μέρει λόγω αυτής της απειλής για τη μελλοντική ζήτηση, αλλά περισσότερο από την κληρονομιά της χρηματοοικονομικής κακοδιαχείρισης της δεκαετίας του 2010, αποτρέποντας τους επενδυτές.

Τρίτον, ο πόλεμος και μια ευρύτερη αλλαγή στις διεθνείς σχέσεις, συμπεριλαμβανομένου του εμπορίου, αλλάζουν τις βασικές ρυθμίσεις βάσει των οποίων το πετρέλαιο πήρε τα ηνία στην παγκόσμια ενέργεια μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Ένας βασικός λόγος για τον οποίο οι μεγάλες οικονομίες ένιωθαν άνετα να βασίζουν τον τρόπο ζωής τους σε καύσιμα τα οποία εισάγονταν από ασταθή μέρη του κόσμου ή ξεκάθαρους αντιπάλους – όπως η πρώην Σοβιετική Ένωση – ήταν μια ισχυρή τάξη στο πεδίο της ασφαλείας υπό την ηγεσία των ΗΠΑ, η οποία εγγυάτο λίγο-πολύ τις ροές πετρελαίου. Αυτή η τάξη αμφισβητείται ολοένα και περισσότερο, ιδίως από τις ίδιες τις ΗΠΑ οι οποίες είναι “μεθυσμένες” από τον σχιστόλιθο – μάρτυρας, για παράδειγμα, το σήκωμα των ώμων της Ουάσιγκτον όταν μια κρίσιμη πετρελαϊκή εγκατάσταση της Σαουδικής Αραβίας δέχθηκε επίθεση το 2019. Οι ΗΠΑ αισθάνονται επίσης όλο και πιο άνετα με τη χρήση της ενέργειας (ή των κυρώσεων σε αυτήν) ως όπλου πίεσης.

Η ρωσική ανταρσία, παρόμοια με την ξαφνική εμφάνιση ενός κομήτη, ο οποίος τελικά περνάει ξυστά από τη Γη και χάνεται, υπενθυμίζει στον κόσμο όλη αυτή την πιθανή αστάθεια που κρύβεται κάτω από την επιφάνεια του πετρελαίου. Σε μεγάλο βαθμό, ο κόσμος βασίζεται σε ένα εμπόρευμα με δυσανάλογα μεγάλο αριθμό πολιτικά ή οικονομικά ασταθών παραγωγών και όπου η πολιτική και τα γούστα των επενδυτών έχουν συνδυαστεί για να καταστείλουν τις δαπάνες για εναλλακτικές πηγές σε πιο σταθερές περιοχές. Οι τελευταίες, άλλωστε, πρόσφεραν ασφάλεια με τη μορφή άνθησης σε μέρη όπως η Βόρεια Θάλασσα και η Αλάσκα, μετά τα πετρελαϊκά σοκ της δεκαετίας του 1970. Το σύστημα που έχουμε σήμερα στηρίζεται σε αδύναμα θεμέλια και μικρότερες αντοχές.

“Ταύροι” και νεκροθάφτες

Αυτή η κατάσταση προσφέρει βοήθεια τόσο στους ταύρους του πετρελαίου όσο και στους επίδοξους νεκροθάφτες του. Από την πλευρά του πετρελαίου, οι απειλές από το εξωτερικό σημαίνουν ενίσχυση της εγχώριας προσφοράς σε απόηχο εκείνου που συνέβη τη δεκαετία του 1970. Ακόμα κι αν τα βαρέλια από τις ΗΠΑ και τις συμμαχικές χώρες δεν είναι πάντα τα φθηνότερα, είναι τουλάχιστον ασφαλή από το είδος της αναταραχής που αποτελεί επιτομή της ανταρσίας του Πριγκόζιν. Από την πλευρά της ενεργειακής μετάβασης, η ανταρσία είναι, όπως και ο ίδιος ο ρωσικός πόλεμος κατά της Ουκρανίας, ένας ακόμη λόγος για να φύγουμε εντελώς από το πετρέλαιο. Ο μόνος τρόπος για να εξουδετερώσουμε πραγματικά την απειλή από τη Ρωσία και τη μόχλευση άλλων πετροκρατών είναι να σπάσουμε τον εθισμό μας στα καύσιμα που τους χρηματοδοτούν.

Οι ταύροι του πετρελαίου προωθούν τη διαφοροποίηση της προσφοράς εντός του υπάρχοντος παραδείγματος. Οι “μεταβασάκηδες” (transitionistas) πιέζουν για διαφοροποίηση της ζήτησης μέχρι του σημείου να συντρίψουν αυτό το παράδειγμα. Ωστόσο, υπάρχει μια λωρίδα του Μέμπιους που κρύβεται μέσα σε αυτές τις αντίθετες απόψεις. Οι προσπάθειες για τον τερματισμό της ζήτησης πετρελαίου, όπως η ηλεκτροκίνηση των οχημάτων, παρέχουν έναν λόγο για να σταματήσουν οι επενδύσεις σε νέα εγχώρια παραγωγή πετρελαίου.

Ωστόσο, το τελευταίο στοιχείο, αφήνοντάς μας πιο ευάλωτους σε κραδασμούς, εγκυμονεί οικονομικούς και πολιτικούς κινδύνους, δεδομένου ότι θα παραμείνουμε εξαρτημένοι από τα ορυκτά καύσιμα για τα επόμενα αρκετά χρόνια, ακόμη και υπό τα πιο ρόδινα σενάρια μετάβασης. Η κλιματική αλλαγή, μαζί με την ωμή επιθετικότητα και την ευθραυστότητα της Ρωσίας, δίνουν επιχειρήματα για θεμελιώδεις αλλαγές στις ενεργειακές μας συνήθειες που μειώνουν τον κίνδυνο και των δύο. Για να φτάσουμε εκεί, ωστόσο, βασιζόμαστε σε ένα υπάρχον σύστημα του οποίου η ακεραιότητα διαβρώνεται όσο περισσότερο προσπαθούμε να ξεφύγουμε από αυτό.

Στις αρχές αυτής της εβδομάδας, ο Ρώσος άνδρας στην Καμπέρα φέρεται να είχε εγκαταλείψει επίσης τη μάχη για το οικόπεδο. Ό,τι και αν έχει απομείνει φυσιολογικό στις σχέσεις Αυστραλίας-Ρωσίας είναι αναμφίβολα άθικτο. Ωστόσο, ο κόσμος σήμερα είναι κάπως διαφορετικός από εκείνο που ήταν στο τέλος της περασμένης εβδομάδας. Είχαμε μια ισχυρή, αν και σύντομη, υπενθύμιση του πόση καταστροφή θα μπορούσε να προκαλέσει στο ενεργειακό μας σύστημα έστω και ένας “ψευτόμαγκας”.

BloombergOpinion