Ο Ντόναλντ Τραμπ καθιστά ολοένα και πιο σαφές ότι η επιβίωση της δημοκρατίας στις ΗΠΑ από το 2025 και μετά εξαρτάται πιθανότατα από μια νίκη των Δημοκρατικών στις προεδρικές εκλογές το 2024. Έτσι, ο πανικός είναι μια απολύτως κατανοητή κατάσταση για τους δημοκράτες γενικά και για τους Δημοκρατικούς ειδικότερα, όταν στοχάζονται το εκλογικό τοπίο.
Οι αδυναμίες του Τζο Μπάιντεν -η ηλικία του, η αποτυχία του να συνδεθεί με πολλούς νέους ψηφοφόρους- είναι παρόμοιες με εκείνες που εμφάνιζε και το 2020. Η μεγάλη διαφορά είναι ότι τώρα είναι νυν πρόεδρος και οι δημοσκοπήσεις τον δείχνουν σταθερά να δυσκολεύεται.
Στο σταθμισμένο σύνολο των δημοσκοπήσεων, το ποσοστό αποδοχής του Μπάιντεν, στο 38,8%, βρίσκεται 16,7 ποσοστιαίες μονάδες κάτω από εκείνο όσων τον αποδοκιμάζουν, που είναι 55,5%. Το αντίστοιχο έλλειμμα του Ντόναλντ Τραμπ είναι επίσης μεγάλο – όχι όμως τόσο – στο 14%. Στην ευθεία αντιπαράθεση μεταξύ των δύο, ο Τραμπ συχνά κερδίζει τον Μπάιντεν, αν και όχι με μεγάλη διαφορά, ενώ επικρατεί σε κομβικές πολιτείες οι οποίες θα καθορίσουν το πόσους εκλέκτορες θα κερδίσει τελικά κάθε υποψήφιος πρόεδρος των ΗΠΑ.
Φόβος… αδελφοκτονίας
Δεν υπάρχει Πολιτικό Γραφείο στο Δημοκρατικό Κόμμα. Καμία ομάδα “βαρέων βαρών” δεν συγκεντρώνεται για να αποφασίσει ποιος κερδίζει, ποιος χάνει, ποιος θα είναι στο ψηφοδέλτιο την επόμενη χρονιά ή ποιος θα μείνει εκτός. Η υποψηφιότητα για την προεδρία των ΗΠΑ, ή για οποιοδήποτε άλλο αξίωμα, είναι άσκηση ελεύθερης βούλησης και “ύβρεως” – ή θάρρους, αν προτιμάτε τον συγκεκριμένο όρο. Εάν φοβάται κανείς ότι ο Μπάιντεν μπορεί να μην είναι σε θέση να διαφυλάξει τη δημοκρατία τον επόμενο Νοέμβριο, έχει να κάνει μόνον ένα πράγμα για να τον αντικαταστήσει ως υποψήφιος των Δημοκρατικών: να θέσει υποψηφιότητα για το χρίσμα του κόμματος εν όψει προεδρικών εκλογών.
Λοιπόν, πώς εξηγείται το γεγονός ότι κανένας αξιόπιστος Δημοκρατικός δεν το έχει πράξει;
Το κόμμα έχει έναν ασυνήθιστα ισχυρό πάγκο κυβερνητών πολιτειών. Έχει αποτελεσματικούς γερουσιαστές και τουλάχιστον ένα μέλος του υπουργικού συμβουλίου – τον υπουργό Μεταφορών Pete Buttigieg – με ασυνήθιστα καλές δεξιότητες πολιτικής επικοινωνίας. Σε κανέναν από αυτούς τους ανθρώπους δε λείπει η φιλοδοξία. Καθένας τους έχει πρόσβαση σε χρήματα, ποιοτικό προσωπικό, πολιτικά δίκτυα και προσοχή από τα μέσα ενημέρωσης.
“Μια προκριματική διαδικασία για το χρίσμα θα ήταν αδελφοκτονική”, σημειώνει ο Robert Shrum, διευθυντής του Κέντρου για το Πολιτικό Μέλλον και του Ινστιτούτου Πολιτικής Unruh στο Πανεπιστήμιο της Νότιας Καλιφόρνια. “Το κόμμα πιστεύει ότι θα είναι καλύτερο να μείνει ενωμένο και να προσπαθήσει να τα καταφέρει” με τον Μπάιντεν ως υποψήφιο.
Εάν οι Δημοκρατικοί πολιτικοί ηγέτες αντιλαμβάνονταν την προσπάθεια επανεκλογής του Μπάιντεν ως μια γηριατρική αμαξοστοιχία η οποία θα οδηγείτο σε εκτροχιασμό, τουλάχιστον ένας από αυτούς θα μετέτρεπε τον προσωπικό του εγωισμό και την πολιτική αναγκαιότητα σε μια βιώσιμη πρωταρχική πρόκληση. Ο Μπάιντεν, όπως ο πρόεδρος Λίντον Τζόνσον το 1968, θα έπρεπε στη συνέχεια να αποφασίσει αν θα εγκατέλειπε το πεδίο ή θα αγωνιζόταν για την πολιτική του επιβίωση.
Κίνδυνος φασιστικής εκτροπής
Οι πιθανοί αμφισβητίες του, ωστόσο, κατανοούν επίσης ότι μια εσωτερική διάσπαση του Δημοκρατικού Κόμματος το 2024 θα προμήνυε το τσάκισμα της αμερικανικής δημοκρατίας στη συνέχεια. Ο Τραμπ κάνει ανοιχτή εκστρατεία ως υπέρμαχος του πολιτικού αυταρχισμού και οι φανφαρόνοι επιτελάρχες του ετοιμάζονται να μετατρέψουν την ομοσπονδιακή κυβέρνηση και το ομοσπονδιακό κράτος των ΗΠΑ σε λέσχη λατρείας του κινήματος Make America Great Again (MAGA).
Απαντώντας στις εύστοχες συγκρίσεις της βίαιης ρητορικής του Τραμπ με εκείνη των φασιστών δικτατόρων της Ιταλίας και της Γερμανίας της εποχής του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, ο εκπρόσωπος του Τραμπ, Steven Cheung, δήλωσε στην Washington Post ότι οι επικριτές που προχωρούν σε τέτοιες συγκρίσεις θα δουν να συντρίβεται “ολόκληρη η ύπαρξή τους όταν ο Πρόεδρος Τραμπ επιστρέψει στον Λευκό Οίκο”. Του αξίζουν εύσημα για τον τρόπο που το έθεσε: ήταν ένας συνοπτικός, αποτελεσματικός τρόπος για να επιβεβαιώσει ότι οι φασιστικές κλίσεις του Τραμπ είναι εντελώς σκόπιμες και συνειδητές.
Σύμφωνα με το σενάριο στο οποίο ο Τραμπ κερδίζει την προεδρία, οι Ρεπουμπλικανοί θα διατηρήσουν σχεδόν σίγουρα και την πλειοψηφία στη Βουλή των Αντιπροσώπων, που επί του παρόντος βρίσκεται υπό έναν τραμπόφιλο χριστιανό εθνικιστή πρόεδρο, πλήρως αφοσιωμένο στα εκλογικά ψέματα του Τραμπ, τα οποία αποτελούν ψωμοτύρι για τους οπαδούς του πολιτικού αυταρχισμού εντός του κόμματος. Οι Ρεπουμπλικανοί θα αναλάμβαναν σίγουρα και τον έλεγχο της Γερουσίας.
Ο ηγέτης της μειοψηφίας στη Γερουσία, Ρεπουμπλικανός Μιτς ΜακΚόνελ, ο οποίος έβαζε σποραδικά φρένο στις εγκληματικές παρορμήσεις του Τραμπ στην πρώτη του προεδρική θητεία, δεν θα επιζούσε πολιτικά από την αναπόφευκτη επίθεση του Τραμπ στην εξουσία που διατηρεί εντός του σώματος. Το Ρεπουμπλικανικό Κόμμα αποτελείται πλέον από τρεις φράξιες: συντηρητικούς, αυταρχικούς και φασίστες. Ο ΜακΚόνελ ανήκει στην πρώτη. Εάν ο Τραμπ κερδίσει τον Νοέμβριο του 2024, οι συντηρητικοί οι οποίοι παραμένουν δεσμευμένοι στο κράτος δικαίου ή σε μια αντι-ρωσική εξωτερική πολιτική θα είναι, μέχρι να φτάσει ο Ιανουάριος του 2025, εξασθενημένα πολιτικά “πτώματα”.
Καταλύτης
Κανένας Δημοκρατικός δεν θέλει να αποτελέσει καταλύτη για την κατάρρευση της δημοκρατίας. Πολλοί ωστόσο εξακολουθούν να φοβούνται ότι ο Μπάιντεν μπορεί να παίξει ο ίδιος έναν τέτοιον ρόλο. Ένας σύμβουλος των Δημοκρατικών, επικαλούμενος εκείνο που περιέγραψε ως αβυσσαλέους αριθμούς δημοσκοπήσεων για τον Μπάιντεν, μου είπε ότι πιστεύει ότι όποιο από τα δύο κόμματα καταφέρει να διώξει τον ηλικιωμένο επικρατέστερο – σήμερα – υποψήφιό του θα επικρατήσει στις εκλογές.
Ωστόσο, κανένα από τα δύο κόμματα δεν φαίνεται πιθανό – ή δεν έχει την ικανότητα – να το πράξει.
Φυσικά, δεν υπάρχει καμία εγγύηση ότι ένας άλλος Δημοκρατικός θα τα πήγαινε τελικά καλύτερα από τον Μπάιντεν. Έχει υπάρξει ένας επιτυχημένος πρόεδρος. Διεξήγαγε μια επιτυχημένη εκστρατεία πριν από τρία χρόνια. Είναι πολύ πιθανό να αντιμετωπίσει έναν αντίπαλο που γίνεται όλο και πιο ασταθής καθώς πλησιάζουν οι δίκες του και ο τεράστιος όγκος των αποδείξεων τέλεσης εγκλημάτων ο οποίος βαραίνει το μέλλον του.
Είναι ένα πολιτικό κλισέ ότι οι εκλογές είναι δημοψηφίσματα για εκείνους που βρίσκονται στην εξουσία. Ο Τραμπ είναι τόσο ογκώδης φιγούρα, ταυτόχρονα πρωτεϊκή και αμετάβλητη, που είναι δύσκολο να φανταστεί κανείς ότι οποιεσδήποτε εκλογές στις οποίες είναι υποψήφιος μπορεί να είναι οτιδήποτε άλλο παρά ένα δημοψήφισμα εναντίον του και της επιθετικότητας τύπου MAGA την οποία έχει εξαπολύσει εδώ και χρόνια.
Ο Μπάιντεν δεν φαίνεται διατεθειμένος να μεταθέσει την ευθύνη για την υπεράσπιση της δημοκρατίας σε άλλους ώμους. Πολλοί Δημοκρατικοί είναι ανήσυχοι γι’ αυτό τον λόγο. Μερικοί από αυτούς τους ίδιους Δημοκρατικούς θα ήταν εξίσου ανήσυχοι αν άλλαζαν οι συνθήκες και ένας νέος, μη δοκιμασμένος υποψήφιος αναλάμβανε ξαφνικά να διεκπεραιώσει τον σκοπό. Όλοι στο κόμμα αναγνωρίζουν ότι το 2024 δεν είναι απλώς ακόμη ένας γύρος στο γιν και γιανγκ της φιλελεύθερης και της συντηρητικής Αμερικής.
Τους επόμενους 12 μήνες, η δημοκρατία θα περπατά σε τεντωμένο σκοινί. Μην μπείτε στον κόπο να κοιτάξετε προς τα κάτω για κάποιο δίχτυ ασφαλείας. Ο Τραμπ το έχει κομματιάσει.
Απόδοση – Επιμέλεια – Επιλογή Κειμένων (2019-2023): Γ.Δ. Παυλόπουλος