Του Νικόλα Τσαπατσούλη (*)

Η σύγχρονη τριτοβάθμια εκπαίδευση και ο σχεδιασμός των αντίστοιχων προγραμμάτων σπουδών, προπτυχιακών και μεταπτυχιακών, προσπαθεί να συγκεράσει τα χαρακτηριστικά των σύγχρονων φοιτητών/τριών με τις απαιτήσεις της αγοράς εργασίας και τον τρόπο σκέψης και τις εμπειρίες των εκπαιδευτών αλλά και των διαμορφωτών πολιτικής που αντανακλούν την οπτική μιας άλλης εποχής.

Οι βασικές προκλήσεις συνοψίζονται σε τρεις άξονες:

Τεχνολογική ολοκλήρωση: Ενώ οι τεχνολογικές εξελίξεις προσφέρουν νέους τρόπους μάθησης και συνεργασίας, απαιτούν επίσης συνεχή προσαρμογή από εκπαιδευτικούς και ιδρύματα. Η αποτελεσματική ενσωμάτωση της τεχνολογίας στο μαθησιακό περιβάλλον παραμένει ένα πιεστικό μέλημα. Για παράδειγμα, έχει νόημα σε ένα τέτοιο περιβάλλον να γίνεται αξιολόγηση χωρίς βιβλία και πρόσβαση στο Διαδίκτυο; Ως επαγγελματίες ή στην μετέπειτα καριέρα τους οι φοιτητές / τριες θα βρεθούν ποτέ σε ένα περιβάλλον να κληθούν να πάρουν αποφάσεις / να σχεδιάσουν / να ενεργήσουν χωρίς να έχουν πρόσβαση σε υπάρχουσες πηγές πληροφοριών ή/και συναδέλφους τους; Από την άλλη πλευρά, πως αντιμετωπίζουμε την ύπαρξη των σύγχρονων εργαλείων τεχνητής νοημοσύνης που κατέστησαν απαντήσεις σε θεωρητικά ερωτήματα ή/και αναφορές στη βιβλιογραφία πολύ εύκολα;

Εξελισσόμενες Παιδαγωγικές Προσεγγίσεις: Το παραδοσιακό μοντέλο εκπαίδευσης που βασιζόταν σε διαλέξεις είναι ξεκάθαρα παρωχημένο. Καινοτόμες παιδαγωγικές προσεγγίσεις, όπως η ενεργητική και βιωματική μάθηση και η οργάνωση της εκπαιδευτικής διαδικασίας σε μορφή “έργων” (projects) που συνδέονται άμεσα με τον πραγματικό κόσμο και αντανακλούν στα ενδιαφέροντα των φοιτητών/τριών, δημιουργούν την ανάγκη όχι μόνο για έναν νέο τρόπο σκέψης από την πλευρά των εκπαιδευτών/τριων αλλά και τη δική τους εκπαίδευση και κατάρτιση

Ο “Κύκλωπας” αποτελεί ένα παράδειγμα διασύνδεσης την ερεύνα με την εκπαίδευση που προάγει την μάθηση βασισμένη στην επίλυση προβλημάτων

Ετοιμότητα για απασχόληση: Θα πρέπει να διασφαλίζεται ότι η τριτοβάθμια εκπαίδευση εξοπλίζει τους φοιτητές/ τριες με τις δεξιότητες και τις γνώσεις που απαιτούνται για ανταποκριθούν στις προκλήσεις της σύγχρονης και ταχύτατα μεταβαλλόμενης αγοράς εργασίας. Η γεφύρωση του χάσματος μεταξύ της ακαδημαϊκής μάθησης και της πρακτικής εφαρμογής, καθώς και η προώθηση της επιχειρηματικότητας και της καινοτομίας, αποτελεί μια πολύπλευρη πρόκληση για προγράμματα σπουδών.

Πρόσφατες μελέτες καταλήγουν πως οι φοιτητές/τριες της εποχή μας χαρακτηρίζονται από[1]: (α) Ευκολία απόσπαση προσοχής. Σκέφτονται πολλά πράγματα σε κάθε δεδομένη στιγμή με αποτέλεσμα να είναι εύκολο να αποσπαστεί η προσοχή τους κατά τη διάρκεια του μαθήματος, (β) πληροφόρηση – μάθηση μέσω των ΜΚΔ. Περνούν ένα μεγάλο μέρος του ημερήσιου χρόνου τους στα Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης, επικοινωνώντας με φίλους και προσεγγίζοντας επαγγελματικές επαφές, (γ) ανάγκη για πληροφόρηση και γνώση όταν τη χρειάζονται. Δυσκολεύονται στο να επενδύσουν προσπάθεια για να μάθουν κάτι που, ενδεχομένως, να μην τους χρειαστεί ποτέ,  (δ) ανεξαρτησία. Δεν φοβούνται να ξεκινήσουν μόνοι τους για να βρουν τη γνώση που χρειάζονται, αναζητώντας μαθησιακές εμπειρίες που τους δίνουν τον έλεγχο της διαδικασίας, όπως διαδικτυακές διαλέξεις και σεμινάρια, βίντεο από το Youtube και άλλες πλατφόρμες, παραγωγή υλικού από εργαλεία τεχνητής νοημοσύνης, κλπ,  (ε) ανυπομονησία. Είναι τόσο συνηθισμένοι να λαμβάνουν πληροφορίες την στιγμή που τις χρειάζονται, που θα πρέπει να γίνεται από τους/τις εκπαιδευτές/τριες αποτελεσματική διαχείριση του χρόνου τους. Γνωρίζουν ότι τους περιμένει μια πληθώρα πληροφοριών στο Διαδίκτυο και στα ΜΚΔ, επομένως δεν θα σπαταλήσουν τον χρόνο τους με ένα μάθημα που δεν καλύπτει τις ανάγκες τους.

Απόφοιτος του Τμήματος Επικοινωνίας και Σπουδών Διαδικτύου εξηγεί στους/στις φοιτητές/τριες την προσωπική του εμπειρία από την Πρακτική Άσκηση

Την ίδια στιγμή, οι εργοδότες εστιάζουν πλέον περισσότερο στις δεξιότητες και την πρακτική εμπειρία, παρά στα ακαδημαϊκά προσόντα των εργαζομένων[2]. Αναγνωρίζοντας τις διαρκώς μεταβαλλόμενες δικές τους ανάγκες εξαιτίας των καταιγιστικών τεχνολογικών, αλλά και κοινωνικών αλλαγών, αναπτύσσουν δικά τους προγράμματα αναβάθμισης των δεξιοτήτων (upskilling) των εργαζομένων τους επενδύοντας σε «μαλακές» δεξιότητες (soft skills) όπως η ικανότητα να μαθαίνεις, η κριτική σκέψη, η συναισθηματική ευφυΐα, η διαχείριση χρόνου και η επικοινωνία. Ταυτόχρονα, επενδύουν σε «σκληρές» δεξιότητες (hard skills), όπως η μηχανική μάθηση και η τεχνητή νοημοσύνη, η ανάλυση δεδομένων και ο προγραμματισμός Η/Υ, ώστε να μπορούν να προσαρμόζονται στις σύγχρονες τεχνολογικές εξελίξεις.    

Η Ευρωπαϊκή Πολιτική για την Ανώτατη Εκπαίδευση έχει καθορίσει μεταξύ άλλων 12 χαρακτηριστικά που θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη κατά τον σχεδιασμό νέων προγραμμάτων σπουδών. Η φοιτητοκεντρική μάθηση, η υιοθέτηση καινοτόμων παιδαγωγικών προσεγγίσεων, η έκθεση και εμπλοκή των εκπαιδευομένων στην επιστημονική έρευνα και η ενσωμάτωση της κινητικότητας ως αναπόσπαστου στοιχείου σε ένα πρόγραμμα σπουδών αποτελούν μερικά από τα χαρακτηριστικά αυτά.

Τα 12 χαρακτηριστικά ενός σύγχρονου Ευρωπαϊκού Πτυχίου

Η σπονδυλοποίηση (modularization) των προγραμμάτων σπουδών είναι ακόμη ένα βασικό συστατικό ενός σύγχρονου προγράμματος σπουδών και αποτελεί πλέον παγκόσμια τάση η υλοποίησή της μέσω των μικροδιαπιστευτηρίων. Τα μικροδιαπιστευτήρια[3] πιστοποιούν μαθησιακά αποτελέσματα στοχευμένων βραχυπρόθεσμων μαθησιακών εμπειριών, για παράδειγμα ενός σύντομου κύκλου μαθημάτων ή κατάρτισης. Προσφέρουν έναν ευέλικτο τρόπο για να βοηθήσουν τους ανθρώπους να αναπτύξουν τις γνώσεις, τις δεξιότητες και τις ικανότητες που χρειάζονται για την προσωπική και επαγγελματική τους ανάπτυξη.

Παρότι αναπτύχθηκαν με στόχο την ενίσχυση της διά βίου μάθησης, διασφαλίζοντας ότι όλοι έχουν τις γνώσεις, τις δεξιότητες και τις ικανότητες που χρειάζονται για να ευδοκιμήσουν στην προσωπική και επαγγελματική τους ζωή, η ένταξη τους και σε συμβατικά προγράμματα σπουδών καλύπτει αρκετές από τις προκλήσεις που αντιμετωπίζει η τριτοβάθμια εκπαίδευση, όπως αναλύθηκαν νωρίτερα, επιτρέποντας παράλληλα ισχυρότερη διασύνδεση με την κοινωνία και την αγορά εργασίας.

Η τριτοβάθμια εκπαίδευση στην Κύπρο προσπαθεί να ανταποκριθεί στις προκλήσεις κυρίως με μεμονωμένες δράσεις που διαφέρουν μεταξύ των Πανεπιστημίων. Στην απουσία κάποιου κεντρικού σχεδίου, η καθιέρωση της Συνόδου των Πρυτάνεων των Κυπριακών Πανεπιστημίων παρέχει κάποιο στοιχειώδες πλαίσιο συζήτησης και ανάληψης δράσεων (όπως η σύσταση ομάδας εργασίας για τα μικροδιαπιστευτήρια).

Στο ΤΕΠΑΚ έχουμε ξεκινήσει μια σειρά από δράσεις, που κλιμακώνονται με την πάροδο του χρόνου. Ενδεικτικά αναφέρονται τα πιο κάτω:

  • Προπτυχιακά προγράμματα με θεσμοθετημένη και πλήρως οργανωμένη Πρακτική Άσκηση και μαθήματα που εστιάζουν σε μάθηση βασισμένη σε προβλήματα του πραγματικού κόσμου.
  •  Μεταπτυχιακά προγράμματα με ισχυρή συσχέτιση με την αγορά εργασίας και την επιστημονική έρευνα[4] με εξασφαλισμένες θέσεις Πρακτικής Άσσκησης
  • Προσφορά (από τον Σεπτέμβριο 2024) προγραμμάτων μικροδιαπίστευσης
  •  Ίδρυση του Δικτύου Ενίσχυσης και Ανάπτυξης της Μάθησης το οποίο έχει αναλάβει (μεταξύ άλλων) και τη συνεχή κατάρτιση των Ακαδημαϊκών του ιδρύματος σε νέες διδακτικές προσεγγίσεις
  • Ανάπτυξη πλαισίου προσφοράς μεταπτυχιακών προγραμμάτων σε υβριδική (hybrid learning) και ανάμεικτη (blended learning) μορφή το οποίο αναμένεται να εγκριθεί από τη Σύγκλητο προσεχώς.  
  • Υιοθέτηση των αρχών του ευρωπαϊκού πτυχίου κατά τον σχεδιασμό νέων προγραμμάτων σπουδών, ιδιαίτερα των μεταπτυχιακών.

(*) Αντιπρύτανης Ακαδημαϊκών Υποθέσεων

      Τεχνολογικό Πανεπιστήμιο Κύπρου (ΤΕΠΑΚ)  


[1] https://www.elucidat.com/blog/modern-learner-profile-infographic/  

[2]https://economictimes.indiatimes.com/jobs/skills-experience-more-important-than-academic-qualifications-degrees-survey/articleshow/90560322.cms

[3] https://education.ec.europa.eu/education-levels/higher-education/micro-credentials

[4] https://www.cut.ac.cy/studies/masters/