Των Hank Tucker και Jonathan Ponciano

Η First Citizens Bank στη Βόρεια Καρολίνα διπλασίασε το μέγεθός της τις πρώτες πρωινές ώρες της περασμένης Δευτέρας, προχωρώντας στην εμβληματική εξαγορά της Silicon Valley Bank με τη στήριξη της Ομοσπονδιακής Υπηρεσίας για την Προστασία των Καταθέσεων (FDIC). Τα οφέλη από αυτή τη συναλλαγή θα τα καρπωθεί ως επί το πλείστον η οικογένεια που συνέδεσε το όνομά της με την ανάπτυξη της τράπεζας τον τελευταίο αιώνα.

Ο πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος Frank Holding Jr. και οι τέσσερις αδελφές του Olivia Holding, Hope Bryant, Carson Brice και Claire Bristow, κατέχουν συνολικά περίπου το 20% των μετοχών της First Citizens και σχεδόν το 50% των δικαιωμάτων ψήφου, σύμφωνα με τα αρχεία της αμερικανικής Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς (SEC), με το μερίδιό τους να αξίζει συνολικά 2,7 δισ. δολάρια χάρη στο ράλι της μετοχής κατά άνω του 50% μετά τη συμφωνία. Η άνοδος της Δευτέρας έσβησε τις απώλειες από την αρχή του έτους μετά το sell-off των περιφερειακών τραπεζών λόγω της χρεοκοπίας της Silicon Valley Bank και εν μέσω φόβων για μετάδοση της κρίσης.

Η First Citizens με έδρα το Raleigh και η οικογένεια Holding διατηρούσαν χαμηλό προφίλ επί δεκαετίες, αλλά η οικογενειακή τράπεζα επιδιώκει να επεκταθεί σε εθνικό επίπεδο μέσω εξαγορών. Η ανάπτυξή της έχει επιταχυνθεί μετά τη χρηματοπιστωτική κρίση του 2008, εν μέρει εξαιτίας μιας σειράς εξαγορών (πάνω από 20) μικρών πτωχευμένων χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων, με τη βοήθεια της FDIC, όπως της First Regional Bank στην Καλιφόρνια, αξίας 1,8 δισ. δολαρίων (ενεργητικό), της Temecula Valley Bank, αξίας 1,1 δισ. δολαρίων, επίσης με έδρα στη Νότια Καλιφόρνια, και της United Western Bank, αξίας 1,8 δισ. δολαρίων, με έδρα το Ντένβερ. Στο τέλος του 2008, η First Citizens είχε ενεργητικό 16,7 δισ. δολαρίων. Πριν από τη συμφωνία γι την SVB, το ενεργητικό της τράπεζας ανερχόταν στα 109 δισ. δολάρια.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: Η «μαρτιάτικη μελαγχολία» των τραπεζών

“Εξειδικεύτηκε κάπως σε αυτόν τον τομέα”, παρατηρεί ο Peter Gwaltney, διευθύνων σύμβουλος της Ένωσης Τραπεζών της Βόρειας Καρολίνας, αναφερόμενος στις εξαγορές χρεοκοπημένων τραπεζών από τη First Citizens. “Την έχουν μάθει τη διαδικασία, είναι πειθαρχημένοι και τους εμπιστεύεται η FDIC”.

Τον Ιανουάριο του 2022, η εξαγορά της CIT Group με έδρα τη Νέα Υόρκη, ύψους 2,2 δισ. δολαρίων, ήταν η μεγαλύτερη τέτοια κίνηση πριν από τη Silicon Valley Bank. Η CIT είναι μια μεσαίου μεγέθους τράπεζα, με 115 χρόνια ζωής και παρουσία σε ολόκληρη την επικράτεια, που παρέχει εταιρικά και καταναλωτικά δάνεια. Χρεοκόπησε κατά την κρίση το 2008 και αναδύθηκε το 2010 υπό την ηγεσία του πρώην στελέχους της Goldman Sachs και CEO της Merrill Lynch, John Thain, ο οποίος αποχώρησε το 2016.

Η First Citizens αναλαμβάνει περιουσιακά στοιχεία αξίας 110 δισ. δολαρίων, 56 δισ. δολάρια σε καταθέσεις και 72 δισ. δολάρια σε δάνεια από την SVB, και πλέον συγκαταλέγεται στις 20 μεγαλύτερες τράπεζες των ΗΠΑ με περιουσιακά στοιχεία αξίας 219 δισ. δολαρίων. Διαθέτει περισσότερα από 500 υποκαταστήματα σε 21 πολιτείες, με μεγάλη συγκέντρωση στις αναπτυσσόμενες νοτιοανατολικές πολιτείες και την Καλιφόρνια. Το χαρτοφυλάκιο δανείων ύψους 72 δισ. δολαρίων αποκτήθηκε με discount 16,5 δισ. δολαρίων, ανέφερε η FDIC στην ανακοίνωσή της, ενώ σε έγγραφο που κατατέθηκε στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς σημειώνεται ότι η First Citizens έλαβε 5ετές δάνειο ύψους 35 δισ. δολαρίων από την FDIC με σταθερό επιτόκιο 3,5% για τη χρηματοδότηση της συμφωνίας. Στις αρχές Μαρτίου, η Silicon Valley Bank επλήγη από μαζική εκροή καταθέσεων, καθώς οι πελάτες της -ως επί το πλείστον start ups τεχνολογίας- έσπευσαν να αποσύρουν απο τους λογαριασμούς τους πάνω από 40 δισ. δολάρια. Οι ανασφάλιστες καταθέσεις της προβληματικής τράπεζας ξεπερνούσαν το 85% των συνολικών καταθέσεων, ύψους 175 δισ. δολαρίων. Στο τέλος του 2022, οι ανασφάλιστες καταθέσεις της First Citizens αποτελούσαν το 32% των 91 δισ. δολαρίων σε καταθέσεις συνολικά.

“Ο Frank Holding είναι ένας από τους μεγαλύτερους καιροσκόπους στις εξαγορές τραπεζών”, υπογραμμίζει ο Brady Gailey, CEO της KBW. “Δημιουργεί τεράστια αξία για τους μετόχους και τα μαθηματικά αυτής της συμφωνίας είναι εντυπωσιακά. Η λογιστική αξία ανά μετοχή θα μπορούσε να διπλασιαστεί με αυτή τη συμφωνία”.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: 186 τράπεζες εμφανίζουν τα «συμπτώματα» Silicon Valley Bank

Η επέκταση της οικογένειας Holding στον τραπεζικό τομέα θυμίζει την άνοδο μιας άλλης “σούπερ” περιφερειακής τράπεζας από τη Βόρεια Καρολίνα, της NCNB, υπό την ηγεσία του Hugh McColl Jr., ενός πρώην πεζοναύτη που πραγματοποίησε εκατοντάδες εξαγορές κατά τις δεκαετίες του 1980 και του 1990. Η NCNB μετονομάστηκε σε Nationsbank το 1991 και τελικά εξαγόρασε την Bank of America του Σαν Φρανσίσκο, αυξάνοντας το ενεργητικό της από 12 δισ. δολάρια το 1983 σε περισσότερα από 640 δισ. δολάρια μέχρι το τέλος της θητείας του McColl το 2000.

“Οι Holding αποδείχθηκαν πανέξυπνοι επί 100 χρόνια”, λέει ο McColl, 87 ετών, συνταξιούχος πλέον, συνιδρυτής και επίτιμος πρόεδρος της εταιρείας ιδιωτικών κεφαλαίων Falfurrias Capital. “Οι πρώτες τους πολύ καλές επενδύσεις ήταν μες στη Μεγάλη Ύφεση του ’29 και αμέσως μετά την Ύφεση, πάντοτε κινούνταν έξυπνα στο να συγκεντρώνουν περιουσιακά στοιχεία σε δύσκολους καιρούς”.

Η First Citizens ιδρύθηκε το 1898 ως Bank of Smithfield, με σκοπό την εξυπηρέτηση των αγροτών στην κομητεία του Johnston της Βόρειας Καρολίνας. Ο παππούς του Frank Jr., Robert Powell Holding, ξεκίνησε ως υπάλληλος το 1918 και έγινε πρόεδρος το 1935. Ο γιος του Lewis Holding διετέλεσε CEO επί μισό αιώνα μετά τον θάνατο του πατριάρχη το 1957, με τον Frank Holding Sr. να εκτελεί χρέη διευθυντή στο πλευρό του αδελφού του. Ο Frank Holding Jr., 61 ετών, ο οποίος σπούδασε στο Πανεπιστήμιο της Βόρειας Καρολίνας στο Chapel Hill και απέκτησε MBA από τη Σχολή Wharton του Πανεπιστημίου της Πενσυλβάνια, πέρασε ολόκληρη την επαγγελματική του σταδιοδρομία στην τράπεζα, έγινε πρόεδρός της το 1994 και ανέλαβε τη θέση του CEO διαδεχόμενος τον θείο του, Lewis, το 2008.

Η αδελφή του Holding, Hope Bryant, είναι αντιπρόεδρος της First Citizens και ο γαμπρός του, Peter Bristow, είναι πρόεδρός της. Η Bryant είναι επίσης μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου της Southern Bancshares του Mount Olive, αξίας 4,8 δισ. δολαρίων (ενεργητικό), και της Fidelity Bancshares of Fuquay Varina, αξίας 4 δισ. δολαρίων (ενεργητικό), δύο τραπεζών επίσης με έδρα στη Βόρεια Καρολίνα, στις οποίες οι Holding κατέχουν το πλειοψηφικό πακέτο μετοχών. Στο τέλος του 2022, το 54% των συνολικών καταθέσεων της Southern ήταν ανασφάλιστο και το αντίστοιχο ποσοστό στις καταθέσεις της Fidelity “άγγιζε” το 35%.

Η επιρροή της οικογένειας Holding στη Βόρεια Καρολίνα δεν περιορίζεται στον τραπεζικό τομέα. Ο Frank είναι πρόεδρος του Διοικητικού Συμβουλίου της Blue Cross and Blue Shield of North Carolina, της μεγαλύτερης ασφαλιστικής στην Πολιτεία, και είναι επίσης μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου της Mount Olive Pickle Company, της μεγαλύτερης ανεξάρτητης εταιρείας παραγωγής τουρσί στις ΗΠΑ, με έδρα στην πόλη Mount Olive μία ώρα νοτιοανατολικά του Raleigh. Ο ξάδελφος του George Holding ήταν βουλευτής των Ρεπουμπλικανών για τέσσερις θητείες από το 2013 έως το 2021, και οι αδελφές του Olivia Holding, και Hope Bryant, αναφέρονται ως διευθύντριες ή μεγαλοϊδιοκτήτες εταιρειών στη Βόρεια Καρολίνα, συμπεριλαμβανομένων των Twin States Farming και E&F Properties, οι οποίες κατέχουν χιλιάδες στρέμματα γης.

Η ανάπτυξη της First Citizens έχει ενισχυθεί από τη θέση της σε μια από τις ταχύτερα αναπτυσσόμενες περιοχές των ΗΠΑ. Το Research Triangle Park, μεταξύ  Raleigh και Durham, φιλοξενεί περισσότερες από 300 εταιρείες. Η Google εγκαινίασε πρόσφατα έναν μεγάλο χώρο γραφείων στο Durham και η Apple κατασκευάζει μια νέα πανεπιστημιούπολη αξίας δισεκατομμυρίων δολαρίων στην περιοχή του Triangle. Σε ενημέρωση προς τους επενδυτές το πρωί της Δευτέρας, ο Holding χαρακτήρισε το Raleigh ως αναπτυσσόμενο κόμβο για τεχνολογικές start-ups και αναφέρθηκε στην επιθυμία του να καταστήσει τη First Citizens την τράπεζα της επιλογής τους.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: Πρέπει να «εξαφανιστούν» οι μικρές τράπεζες από τις ΗΠΑ;

“Αυτή η συναλλαγή βασίζεται στις δυνατότητές μας στους τομείς της καινοτομίας και της τεχνολογίας”, δήλωσε ο Holding κατά την ενημέρωση. “Πιστεύουμε ότι μακροπρόθεσμα ο άνεμος της αγοράς θα δώσει ώθηση στις επιχειρήσεις τεχνολογίας και υγείας, που θα συνεχίσουν να οδηγούν την ανάπτυξη στο μέλλον”.

Η First Citizens έχει αφήσει επίσης το αποτύπωμά της στην Καλιφόρνια και στα βορειοανατολικά της Πολιτείας τα τελευταία χρόνια, και η εξαγορά της SVB θα επιταχύνει αυτή την ανάπτυξη. Πολλοί από τους συνεργάτες της SVB με εμπειρία στον τραπεζικό κλάδο της τεχνολογίας θα ενταχθούν στην ενοποιημένη τραπεζική οντότητα.

“Ο δανεισμός προς εταιρείες ιδιωτικών κεφαλαίων είναι ένα μεγάλο κομμάτι της δραστηριότητας της First Citizens. Πρόκειται για περίπου 40 δισ. δολάρια από τα 110 δισ. δολάρια που αποκτά συνολικά. Ταιριάζει απόλυτα με ό,τι κάνουν ήδη στο Raleigh”, τονίζει ο Gailey. “Κατά τη γνώμη μου όσο θα αυξάνονται οι επενδυτές που θα αντιλαμβάνονται τα πλεονεκτήματα αυτής της συμφωνίας, τόσο θα κινείται ανοδικά ο τίτλος της First Citizens”.

Πηγή: Forbes