Οι πολιτικές αποφάσεις της κυβέρνησης Τραμπ δημιουργούν έντονες αντιθέσεις στις αγορές, σύμφωνα με ανάλυση του Jeffrey Schulze, καθώς οι θετικές και αρνητικές επιπτώσεις διαμορφώνουν ένα σύνθετο περιβάλλον για την αμερικανική οικονομία.

Αρχικά, οι ανακοινώσεις για δασμούς οδήγησαν σε σημαντική πτώση του S&P 500 κατά 18,9% από τα ιστορικά υψηλά του Φεβρουαρίου. Ωστόσο, η αποκλιμάκωση των δασμών, οι εμπορικές συμφωνίες με το Ηνωμένο Βασίλειο, την Κίνα και το Βιετνάμ, καθώς και η ψήφιση του νομοσχεδίου «One Big Beautiful Bill» συνέβαλαν σε ανάκαμψη των μετοχών στα τέλη Ιουνίου.

Το νομοσχέδιο αυτό, μαζί με τις προσδοκίες για μελλοντικές μειώσεις επιτοκίων από τη Fed, αποτελούν τις βασικές «θετικές πολιτικές δυνάμεις» που στηρίζουν τις προοπτικές της οικονομίας. Παρόλα αυτά, οι επιπτώσεις των δασμών συνεχίζονται και διαμορφώνουν ένα στάδιο επιβράδυνσης, χωρίς να προμηνύεται, προς το παρόν, ύφεση.

Ενδείξεις της επιβράδυνσης καταγράφονται στα στοιχεία για τη στέγαση, τις επιχειρηματικές επενδύσεις και την κατανάλωση. Ιδιαίτερη σημασία δίνεται στις νέες αιτήσεις για επίδομα ανεργίας, όπου τα μη εποχικά προσαρμοσμένα στοιχεία αποκαλύπτουν ότι η αγορά εργασίας δεν παρουσιάζει σημάδια σοβαρής αποδυνάμωσης.

Ο ρυθμός δημιουργίας θέσεων εργασίας έχει μειωθεί, φτάνοντας τις 130 χιλ. κατά μέσο όρο το 2025, με εκτιμήσεις για περαιτέρω μείωση στους 74 χιλ. το δεύτερο εξάμηνο. Αν και στο παρελθόν αυτό θα ήταν ανησυχητικό, πλέον ενδέχεται να αποτελεί τη «νέα κανονικότητα» λόγω της γήρανσης του πληθυσμού, των περιορισμών στη μετανάστευση και των απολύσεων που σχετίζονται με τις αγορές κρυπτονομισμάτων.

Παράλληλα, η αύξηση των εισαγωγών λόγω του φόβου για νέους δασμούς επηρέασε αρνητικά το ΑΕΠ του πρώτου τριμήνου, το οποίο κατέγραψε πτώση 4,7%. Ωστόσο, στο β’ τρίμηνο αναμένεται ανάκαμψη, καθώς επιχειρήσεις και καταναλωτές απορροφούν τα αποθέματα που συγκέντρωσαν νωρίτερα.

Σημαντική στήριξη στην οικονομική ανάπτυξη αναμένεται να δώσει το «μεγάλο, όμορφο νομοσχέδιο», το οποίο προβλέπει φορολογικές ελαφρύνσεις τόσο για φυσικά πρόσωπα όσο και για επιχειρήσεις. Οι πρώτες επιπτώσεις αναμένεται να γίνουν αισθητές το φθινόπωρο, ενώ το κύριο όφελος θα φανεί στις αρχές του 2026.

Ωστόσο, η αύξηση του δημοσιονομικού κόστους δημιουργεί προβληματισμούς για τη βιωσιμότητα του χρέους. Το Γραφείο Προϋπολογισμού του Κογκρέσου (CBO) εκτιμά ότι το νομοσχέδιο θα αυξήσει το έλλειμμα κατά 3,3 τρισ. δολάρια μέσα σε δέκα χρόνια, ξεπερνώντας τα έσοδα από τις δασμολογικές αλλαγές.

Παρά τις ανησυχίες, ο Schulze εκτιμά ότι ο επενδυτικός ορίζοντας των επόμενων πέντε ετών παραμένει διαχειρίσιμος και οι φόβοι για ύφεση, αν και υπαρκτοί, δεν είναι κυρίαρχοι στο παρόν στάδιο του οικονομικού κύκλου.

Forbes/Jeffrey Schulze