Οι τράπεζες έχουν κάποιες ενδείξεις για τους στρατηγικούς κακοπληρωτές αλλά δεν έχουν τα εργαλεία για να εξετάζουν όλα τα περιουσιακά στοιχεία των δανειοληπτών, τονίζει ο Γενικός Διευθυντής του Συνδέσμου Τραπεζών Μιχάλης Καμμάς.

Σε συνέντευξη του στον «Φ» υποδεικνύει πως είναι περιορισμένη η δυνατότητα των τραπεζών να γνωρίζουν την πραγματική οικονομική θέση των δανειοληπτών ή των δυνητικά δανειοληπτών.

Παράλληλα, σημειώνει πως για να επιλυθεί το συγκεκριμένο ζήτημα απαιτείται πολιτική βούληση, ώστε να ρυθμιστεί νομοθετικά και οι τράπεζες να έχουν πλήρη εικόνα για τα περιουσιακά στοιχεία των πελατών τους που έχουν κόκκινα δάνεια και ενδιαφέρονται να ενταχθούν στα διάφορα κυβερνητικά σχέδια. Επιπρόσθετα, ο Γενικός Διευθυντής του Συνδέσμου τονίζει πως είναι καιρός να ανοίξει ένας ουσιαστικός διάλογος για το θέμα.

Σε σχέση με την έγκριση του νέου νομικού πλαισίου για τις εκποιήσεις, ο κ. Καμμάς δηλώνει πως οι αλλαγές μπορούν να δώσουν διέξοδο στους δανειολήπτες αλλά και στους δανειστές. Την ίδια ώρα, υπογραμμίζει πως, παρά τις αυξήσεις των δανειστικών επιτοκίων, δεν έχουν αυξηθεί τα κόκκινα δάνεια, επισημαίνοντας πως πέρσι υπέρδιπλασιάστηκαν οι επαναδιαπραγματεύσεις δανείων, καθώς αφορούσαν δανεισμό συνολικού ύψους €4.5 δισ. Τέλος, αναφέρεται στις πρώτες μειώσεις επιτοκίων, οι οποίες εκτιμάται ότι θα επέλθουν το καλοκαίρι.

Το νέο πλαίσιο για ΜΕΔ

Πιστεύετε πως το νέο νομικό πλαίσιο που αφορά τις εκποιήσεις θα συμβάλει τελικά στην αντιμετώπιση του προβλήματος των μη εξυπηρετούμενων δανείων; Εκτιμάτε πως είναι ισορροπημένο το διαμορφωμένο πλαίσιο μεταξύ πιστωτών και δανειοληπτών;

Κοιτάξτε, εδώ και χρόνια γίνονται προσπάθειες για να λειτουργεί εύρυθμα το νομικό πλαίσιο που αφορά τη διαχείριση των μη εξυπηρετούμενων δανείων (ΜΕΔ) και σαφώς να αξιολογείται ως δίκαιο και αποτελεσματικό. Με αυτά τα στοιχεία έχουν γίνει πολλές προσπάθειες, ορισμένες προς τη σωστή κατεύθυνση και άλλες που δημιουργούσαν επιπλέον προβλήματα ή απλώς παρέτειναν το πρόβλημα.

Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, κατά την τελευταία δεκαετία έγιναν σοβαρές νομοθετικές ρυθμίσεις, σε σημείο μεταρρυθμίσεων, μπορώ να πω, αλλά εφαρμόστηκαν και διάφορα σχέδια και εργαλεία, όπως το Εστία και πρόσφατα το Ενοίκιο Έναντι Δόσης, το Πλαίσιο Αφερεγγυότητας και η λειτουργία του Φορέα Εξώδικης Επίλυσης Διαφορών Χρηματοοικονομικής Φύσης. Θεωρούμε ότι όντως ότι οι πρόσφατες αλλαγές μπορούν να δώσουν διέξοδο στους δανειολήπτες και βεβαίως να δώσουν και διέξοδο στους δανειστές, οι οποίοι στην ουσία για χρόνια, για ορισμένα δάνεια, είχαν εξαιρετικά περιορισμένα περιθώρια κινήσεων.

Θα πρέπει, πάντως, να τονίσουμε ότι οι τράπεζες με ουσιαστική κοινωνική προσέγγιση έχουν αντιμετωπίσει εκατοντάδες δανειολήπτες, δίνοντας απεριόριστο χρόνο και επέδειξαν τη μεγαλύτερη ευελιξία για υποβοήθησή τους προς τον στόχο να καταστούν βιώσιμοι και να μην απωλέσουν την κύρια κατοικία τους.

Το γεγονός ότι οι πιστωτές είχαν συναινέσει στο κάλεσμα της πολιτικής ηγεσίας για οικειοθελές πάγωμα των εκποιήσεων πιστεύουν κάποιοι ότι έδωσε λανθασμένα μηνύματα σε δανειολήπτες. Πάντα, ως πιστωτές, υποστηρίζετε πως με την αναστολή των πλειστηριασμών υπάρχει κίνδυνος επηρεασμού του τραπεζικού συστήματος. Όταν έγινε η εφαρμόστηκε η συγκεκριμένη πολιτική εκ μέρους των πιστωτών δεν υπήρξε πρόβλημα;

Ως τραπεζικός τομέας είμαστε ιδιαίτερα ευαίσθητοι σε σχέση με τις παρεμβάσεις στο νομικό πλαίσιο που αφορά τη λειτουργία του τομέα και ιδιαίτερα των εκποιήσεων, διότι επηρεάζει άμεσα τα οικονομικά του δεδομένα. Είναι πάγια η θέση μας ότι οι αναστολές των εκποιήσεων όχι απλώς δεν λύνουν το πρόβλημα αλλά το παρατείνουν.

Παρόλα αυτά, έχουμε πιστώσει την Πολιτεία, δηλαδή την Κυβέρνηση και τη Βουλή, με ειλικρινή διάθεση για εξεύρεση αποτελεσματικών και ουσιαστικών λύσεων επί του προβλήματος των ΜΕΔ. Θέλουμε να πιστεύουμε ότι με την ίδια διάθεση μάς αξιολόγησαν και από πλευράς πολιτικού συστήματος και για αυτόν ακριβώς τον λόγο έχουμε καταλήξει στην ενίσχυση του νομικού πλαισίου, με λύσεις που είναι προς τη σωστή κατεύθυνση, υποβοηθώντας τους δανειολήπτες, χωρίς να προκύπτει κίνδυνος για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα.

Το υψηλό ιδιωτικό χρέος

Οι πωλήσεις μη εξυπηρετούμενων δανείων μείωσαν την έκθεση των τραπεζών σε τέτοια δάνεια. Η μείωση των ΜΕΔ δεν έχει ελαχιστοποιήσει τους κινδύνους για τον τραπεζικό τομέα;

Σαφώς πρόκειται για μια θετική κίνηση από πλευράς τραπεζών, που τις βοηθά να βελτιώσουν σημαντικά τους ισολογισμούς τους και να επικεντρωθούν στις βασικές τραπεζικές εργασίες τους, κάτι που έχει ουσιαστικό και θετικό αντίκτυπο στην οικονομία.

Παρόλα αυτά, θα πρέπει να σημειωθεί ότι το ιδιωτικό χρέος στη χώρα μας παραμένει υψηλό και μπορεί μεν οι τράπεζες να έχουν περιορίσει σημαντικά τα ΜΕΔ, αλλά το πρόβλημα παραμένει στην οικονομία και στην ουσία αποτελεί εμπόδιο στην αναπτυξιακή προοπτική της χώρας, δημιουργεί κοινωνικά προβλήματα και περιορίζει τις δαπάνες από επιχειρήσεις και νοικοκυριά προς την κατεύθυνση της υγιούς κατανάλωσης, των νέων επενδυτικών έργων και δημιουργίας θέσεων εργασίας.

Απαιτούνται περαιτέρω προσπάθεια και συλλογικές ενέργειες προς αντιμετώπιση του προβλήματος των ΜΕΔ. Πρέπει, πάντως, να τονιστεί ότι καταγράφεται ουσιαστική πρόοδος τα τελευταία χρόνια, η οποία πρέπει να πιστωθεί τόσο στις τράπεζες και τις εταιρείες εξαγοράς πιστώσεων, όσο και στους ίδιους τους δανειολήπτες, που αναζήτησαν κάθε δυνατή επιλογή και βεβαίως στην Πολιτεία, που εφάρμοσε μέτρα κοινωνικής πολιτικής και προώθησε νομοθετήματα προς την κατεύθυνση επίλυσης στρεβλώσεων.

Κάποιοι δεν θέλουν να συνεργαστούν

Πού οφείλεται η μη ικανοποιητική αξιοποίηση των κυβερνητικών σχεδίων που εφαρμόστηκαν, π.χ. Σχέδιο Εστία, Ενοίκιο Έναντι Δόσης, κλπ; Συμφωνείτε με τη θέση πως τα σχέδια απέτυχαν επειδή κάποιοι από τους δανειολήπτες δεν ήθελαν να αποκαλύψουν τα εισοδήματα και τα περιουσιακά τους στοιχεία, δηλαδή πρόκειται για στρατηγικούς δανειολήπτες;

Καταρχάς να σας πω ότι συμφωνώ με το δεύτερο σκέλος του ερωτήματός σας, ότι δηλαδή ορισμένοι δανειολήπτες δεν θέλουν να συνεργαστούν προς ρύθμιση των δανειακών υποχρεώσεών τους, αλλά αντίθετα αναζητούν κάθε δυνατό τρόπο να αποφύγουν να εκπληρώσουν τις υποχρεώσεις τους. Θα πρέπει όμως να σας πω ότι προσωπικά θεωρώ ότι τα σχέδια που αναφέρετε έχουν πετύχει! Και αυτό διότι αυτοί που πραγματικά τα είχαν ανάγκη έκαναν τις απαραίτητες διαδικασίες, τα αξιοποίησαν και μάλιστα διατήρησαν την κύρια κατοικία τους και ταυτόχρονα τακτοποιούν τις δανειακές τους οφειλές.

Οι μη συνεργάσιμοι δανειολήπτες, και δυστυχώς είναι αρκετοί σε αυτή την κατηγορία, έχουν περιουσιακά στοιχεία τα οποία, ωστόσο, δεν είναι πρόθυμοι να προσφέρουν έναντι οφειλών που έχουν.

Σαφώς υπάρχουν και εξαιρέσεις ή προβλήματα από το παρελθόν, αλλά η μεγάλη εικόνα αυτό ακριβώς αφορά, το οποίο με δύο λέξεις περιγράφεται με τον όρο «στρατηγικοί κακοπληρωτές».  Προσθέτοντας επί του προκειμένου, υπάρχει  τρόπος για να λυθεί και αυτό το ζήτημα. Το μόνο που απαιτείται είναι νομοθετική ρύθμιση και η απαραίτητη πολιτική βούληση. Η λύση στο πρόβλημα είναι η πλήρης εικόνα των περιουσιακών στοιχείων των ατόμων που έχουν ΜΕΔ και αιτούνται στήριξης ή ένταξης στα σχέδια του κράτους.

Με αυτόν τον τρόπο, οι δανειολήπτες με ΜΕΔ, οι οποίοι έχουν καταθέσεις σε μία τράπεζα και σε άλλη το μη εξυπηρετούμενο δάνειο, δεν θα εκμεταλλεύονται την κατάσταση και ούτε θα επιδιώκουν κρατική στήριξη, τη στιγμή που διαθέτουν πόρους για να διευθέτηση των υποχρεώσεών τους. Επιπρόσθετα, κάτι τέτοιο θα μπορούσε να εφαρμοστεί σε πολλά επίπεδα, ακόμη και για επιχειρήσεις που λαμβάνουν κρατικά συμβόλαια και ούτω καθεξής.

Γιατί οι τράπεζες δεν μπορούν να εντοπίσουν τους στρατηγικούς κακοπληρωτές; Ποιος έχει την ευθύνη να τους εντοπίσει;

Οι τράπεζες έχουν κάποιες ενδείξεις για το ποιοι είναι στρατηγικοί κακοπληρωτές, αλλά δεν έχουν τα εργαλεία για να γνωρίζουν την περιουσία που διαθέτει ένας δανειολήπτης, ένα νοικοκυριό ή μια επιχείρηση. Τα μοναδικά στοιχεία που έχει ενώπιον της η κάθε τράπεζα για τους πελάτες της είναι οι καταθέσεις στην ίδια τράπεζα και όχι σε οποιαδήποτε άλλη, τα εισοδήματα που ο ίδιος ο δανειολήπτης δηλώνει και εάν διατηρεί δάνεια ή αν είχε στο παρελθόν δάνειο σε άλλη τράπεζα. Κατά συνέπεια, είναι εξαιρετικά περιορισμένη η δυνατότητα της εκάστοτε τράπεζας να γνωρίζει την οικονομική θέση κάποιου δυνητικού δανειολήπτη, πέρα από τα στοιχεία που η ίδια μπορεί να ζητήσει.

Όπως προανέφερα, είναι ένα ζήτημα που απασχολεί τις τράπεζες και πιστεύουμε ότι το θέμα  θα πρέπει να εξεταστεί σοβαρά ειδικά για αυτούς που έχουν ΜΕΔ  και επιζητούν κρατική βοήθεια. Μετά από πολύχρονες και ενίοτε εξαντλητικές συζητήσεις για διάφορα τραπεζικά θέματα και νομοθετήματα, πιστεύω έφτασε ο καιρός για ουσιαστικό διάλογο επί του προκειμένου.

Καλοκαίρι η πρώτη μείωση επιτοκίων, αλλά όχι επιστροφή στα μηδενικά

Εκείνο που καίει τους πολίτες είναι τα δανειστικά επιτόκια, τα οποία λόγω των αποφάσεων της ΕΚΤ έχουν χτυπήσει κόκκινο. Πότε αναμένεται οι τράπεζες να αρχίσουν να τα μειώνουν; Σε πόσο χρονικό διάστημα τα επιτόκια θα επανέλθουν στα επίπεδα που ήταν πριν τις νομισματικές αποφάσεις της ΕΚΤ;

Καταρχάς θα πρέπει να επαναλάβουμε ότι οι αποφάσεις νομισματικής πολιτικής, που σχετίζονται με τον καθορισμό των επιτοκίων αναφοράς, λαμβάνονται από τις κεντρικές τράπεζες και συνεπώς στη δική μας περίπτωση από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα. Αυτό που διαφαίνεται από πρόσφατες δηλώσεις διάφορων αξιωματούχων, πάντοτε στη βάση των σημερινών εξελίξεων και δεδομένων, σε σχέση κυρίως με τον πληθωρισμό και την πορεία της ευρωπαϊκής οικονομίας, είναι ότι από το καλοκαίρι εκτιμάται να καταγραφεί η πρώτη μείωση των επιτοκίων από την ΕΚΤ.

Παράλληλα, θα πρέπει να σημειωθεί ότι δεν αναμένεται τα επόμενα χρόνια τα επιτόκια να μειωθούν σε τέτοιο βαθμό που να φτάσουν στα μηδενικά όρια. Αυτό ήταν το άλλο άκρο της νομισματικής πολιτικής, η οποία αποσκοπούσε σε τόνωση της οικονομικής πορείας της Ευρώπης, λόγω των διαφόρων κρίσεων που περάσαμε τα τελευταία χρόνια.

Δεν αυξήθηκαν τα ΜΕΔ

Λόγω των αυξήσεων των επιτοκίων, υπάρχουν περιπτώσεις πολιτών που η δόση τους έχει διπλασιαστεί, με αποτέλεσμα πολλοί να δυσκολεύονται να καταβάλουν τις δόσεις τους. Οι αυξήσεις των δανειστικών επιτοκίων οδήγησαν μήπως σε νέα μη εξυπηρετούμενα δάνεια;

Δεν καταγράφεται αύξηση στα μη εξυπηρετούμενα δάνεια και αυτό αποδίδεται σε δύο πολύ βασικούς παράγοντες. Ο πρώτος αφορά στην ποιότητα του χαρτοφυλακίου των δανείων, το οποίο πλέον αφορά κατά βάση δάνεια που έχουν δοθεί με κριτήριο τη δυνατότητα αποπληρωμής των δανειοληπτών και όχι με βάση την αξία των εξασφαλίσεων. Ο δεύτερος, σημαντικός παράγοντας, έχει να κάνει με τη μεγάλη προσπάθεια που έχει πραγματοποιηθεί και συνεχίζει να υλοποιείται για επαναδιαπραγμάτευση δανείων, προκειμένου να συνεχίσουν να αποπληρώνονται χωρίς προβλήματα και συνεπώς οι δανειολήπτες να παραμείνουν εντός βιώσιμης τροχιάς σε σχέση με τις δανεικές συμβάσεις τους.

Οι δανειολήπτες συνεχίζουν να απευθύνονται στις τράπεζες και ζητούν επαναδιαπραγματεύσεις και αναθεώρηση δάνειων; Υπάρχουν κάποιες καταγγελίες από επηρεαζόμενους πως οι τράπεζες θέτουν εμπόδια στις αναθεωρήσεις δανείων;

Οι αριθμοί πιστεύω απαντούν στο ερώτημά σας και οι συγκεκριμένοι αριθμοί είναι ιδιαίτερα σημαντικοί. Πιο ειδικά, σημειώνω ότι κατά το 2023 έχουν πραγματοποιηθεί επαναδιαπραγματεύσεις δανείων αξίας €4,5 δισ., αριθμός υπερδιπλάσιος σε σύγκριση με το 2022, κατά το οποίο οι επαναδιαπραγματεύσεις αφορούσαν δάνεια αξίας λίγο κάτω από τα €2 δισ. Οι τράπεζες έχουν αποδείξει κατά τα τελευταία χρόνια την ετοιμότητα, την αποφασιστικότητα και την προθυμία τους για στήριξη και υποβοήθηση της κοινωνίας και των επιχειρήσεων, έχοντας πλέον εμπειρίες και γνώση τόσο για χειρισμό δύσκολων περιπτώσεων, όσο και ευρύτερα για διατήρηση και εδραίωση ποιοτικού, δανειακού χαρτοφυλακίου.

Ουκρανία, Γάζα και αντάρτες Χούθι

Με ποιες προκλήσεις είναι αντιμέτωπος ο τραπεζικός τομέας τη φετινή χρονιά;

Οι βασικές προκλήσεις για τον τομέα αφορούν την αστάθεια από τις γεωπολιτικές εξελίξεις και κυρίως τις πολεμικές συρράξεις σε Ουκρανία και Γάζα, αλλά και τις επιθέσεις των Χούθι στην Ερυθρά Θάλασσα. Λόγω αυτών των γεωπολιτικών εξελίξεων, η πορεία της οικονομίας και των τραπεζών θα καθοριστεί, σε μεγάλο βαθμό, από τον πληθωρισμό, το κόστος ενέργειας και την ομαλότητα στην εφοδιαστική αλυσίδα.

Ταυτόχρονα, μεγάλο στοίχημα για τον τραπεζικό τομέα αποτελεί ο διπλός στόχος της πράσινης και ψηφιακής μετάβασης. Μία άλλη, ίσως όχι τόσο εμφανής για το ευρύ κοινό, πρόκληση έχει να κάνει με την ασφάλεια πληροφοριών και την κυβερνοασφάλεια, αφού οι κυβερνοεπιθέσεις αποτελούν πλέον κομμάτι στην καθημερινότητα μεγάλων οργανισμών όπως είναι οι τράπεζες. Καταληκτικά, θεωρώ ότι μέσω συλλογικότητας και ψύχραιμου διαλόγου μακριά από λαϊκίστικες προσεγγίσεις, μπορούμε -ως χώρα- να αντιμετωπίσουμε οποιαδήποτε πρόκληση.