Mε τον πόλεμο στην Ουκρανία να συνεχίζεται, τις «παγωμένες συγκρούσεις» σε μέρη, όπως η Γάζα και το Ναγκόρνο Καραμπάχ, να αναζωπυρώνονται, τον ρόλο μη κρατικών δρώντων ( Χαμάς, Χεζμπολάχ) να ενισχύεται, την ένταση σε διάφορες περιοχές του πλανήτη να αυξάνεται, το 2023 κατέδειξε με τον πιο έντονο τρόπο την αστάθεια του διεθνούς συστήματος, τη δυσλειτουργικότητα των πολυμερών οργανισμών και την επιστροφή παραδοσιακών προτύπων του γεωπολιτικού ανταγωνισμού.

Κι ενώ στη μεγάλη εικόνα του 2024 εντάσσεται η αντιπαλότητα ΗΠΑ-Κίνας, με το Πεκίνο, ακόμη κι αν δεν επιδιώκει ενεργά τη σύγκρουση, να συνεχίζει να είναι διεκδικητικό και τη Μόσχα να αμφισβητεί την επιρροή της Ουάσιγκτον σε διάφορες περιοχές του πλανήτη, επιδιώκοντας να προωθήσει τα δικά της συμφέροντα, οι ανταγωνισμοί και οι εντάσεις αναμένεται να συνεχιστούν με αμείωτο ρυθμό.

Παράλληλα το 2024 αναμένεται να δοκιμαστεί και η συλλογική δράση των κρατών σε ζητήματα πολυμερούς συνεργασίας, όπως η κλιματική αλλαγή, η ρύθμιση του τοπίου των πλαστικών και της τεχνητής νοημοσύνης.

Στην εξίσωση του 2024 πρέπει να προστεθεί και το γεγονός ότι θα είναι η περισσότερο εκλογική χρονιά, αφού, σύμφωνα με το βρετανικό περιοδικό Economist, 76 χώρες έχουν προγραμματίσει εκλογικές αναμετρήσεις μέσα στο επόμενο 12μηνο, με συνολικά 4 δισεκατομμύρια ψηφοφόρους να οδεύουν στις κάλπες, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τις συνθήκες σταθερότητας και διεθνούς συνεργασίας.

Τα μεγάλα ανοικτά μέτωπα

Η φλεγόμενη Μέση Ανατολή

Η σύγκρουση μεταξύ Ισραήλ και Χαμάς πιθανότατα θα συνεχιστεί για αρκετό καιρό ακόμη, αναστατώνοντας την ευρύτερη Μέση Ανατολή, με τις προκλήσεις ασφαλείας να είναι διαρκείς και το απευκταίο ενδεχόμενο για κλιμάκωση, με την άμεση εμπλοκή περισσότερων «παικτών», όπως η Χεζμπολάχ του Λιβάνου, να είναι ορατό στον ορίζοντα.

Η δολοφονία του υπαρχηγού της Χαμάς, Σάλεχ αλ Αρούρι, νότια της Βηρυτού χαρακτηρίζεται ως σημείο καμπής στη σύγκρουση, ενώ την ίδια ώρα μεγάλος είναι ο κίνδυνος στην Ερυθρά Θάλασσα, όπου οι δυνάμεις των Χούθι, που εδρεύουν στην Υεμένη και υποστηρίζονται από το Ιράν, επιτίθενται σε φορτηγά πλοία, που συνδέονται με το Ισραήλ ή τους συμμάχους του.

Σε κάθε περίπτωση, η στρατηγική εξομάλυνσης των σχέσεων του Ισραήλ με τον αραβικό κόσμο, την οποία προωθούσαν οι ΗΠΑ, δέχτηκε πλήγμα, καθώς παρόλο που διαφάνηκε ότι τα αραβικά κράτη, τα οποία εξομάλυναν τις σχέσεις με το Ισραήλ, δεν σκοπεύουν να διαλύσουν τους δεσμούς, ωστόσο αναμένεται ότι θα χρειαστεί αρκετό χρονικό διάστημα, μέχρις ότου οι αραβικές κυβερνήσεις παρουσιάσουν προθυμία προς ενίσχυση των σχέσεων, ανατρέποντας τη δυναμική που είχε δημιουργηθεί προς αυτή την κατεύθυνση.

Την ίδια ώρα η σύγκρουση Ισραήλ-Χαμάς, παρείχε την ευκαιρία σε Κίνα και Ρωσία, οι οποίες τάχθηκαν υπέρ των Παλαιστινίων προς εξασφάλιση στρατηγικών πλεονεκτημάτων, να παρουσιαστούν ως υπέρμαχοι της ειρήνης, ενισχύοντας την ήπια ισχύ τους στον αναπτυσσόμενο κόσμο.

Πόλεμος στην Ουκρανία

Με την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία να πλησιάζει στον τρίτο χρόνο, η αντεπίθεση του Κιέβου φανέρωσε το μεγάλο εύρος στρατιωτικών και ανθρώπινων πόρων που χρειάζονται για την Ουκρανία, προκειμένου να απελευθερώσει τις κατεχόμενες περιοχές της. Ανάγκες, οι οποίες είναι δύσκολο να αντιμετωπιστούν, την ώρα μάλιστα όπου, ενόψει των προεδρικών εκλογών του 2024 στις ΗΠΑ, επικρατεί αβεβαιότητα σχετικά με τη συνεχιζόμενη στρατιωτική υποστήριξη.

Παράλληλα και καθώς το Κρεμλίνο αναζητά στρατιωτικές νίκες, ενόψει των ρωσικών προεδρικών εκλογών του Μαρτίου, η Μόσχα επιδιώκει να ανακτήσει την πρωτοβουλία, αυξάνοντας την ένταση της επίθεσής της στο ανατολικό μέτωπο. Υπό αυτές τις συνθήκες, ο βαθμός της εξωτερικής βοήθειας και η προθυμία των δυτικών συμμάχων του Κιέβου να συνεχίσουν να του παρέχουν υποστήριξη, κρίνονται ως σημαντικοί παράγοντες για τη συνέχεια του πολέμου, με τις δυναμικές που δημιουργούνται να προδιαγράφουν μια δύσκολη χρονιά για την Ουκρανία.

Σε τροχιά εκλογών η Δύση

-Στο κατώφλι των εκλογών οι ΗΠΑ

Με την Ουάσιγκτον να επικεντρώνεται στις εκλογές της τρέχουσας χρονιάς, οι εξωτερικές και εσωτερικές προκλήσεις αναφύονται αρκετές για τον Λευκό Οίκο. Καθώς ο πρόεδρος Τζο Μπάιντεν επιδιώκει μια δεύτερη θητεία, αναμένεται ότι θα επικεντρώσει το μεγαλύτερο μέρος της προσοχής του στην ανάδειξη επιτευγμάτων της διακυβέρνησής του.

Στο πεδίο της εξωτερικής πολιτικής, ο ανταγωνισμός με την Κίνα, η εξέλιξη του πολέμου στην Ουκρανία και η σύγκρουση Ισραήλ-Χαμάς εκτιμάται ότι θα επηρεάσουν πέραν από την παγκόσμια οικονομία και ασφάλεια και την εσωτερική πολιτική των ΗΠΑ. Η Ουάσιγκτον αναμένεται ότι θα επιδιώξει να διατηρήσει ηγετική θέση στις στρατηγικές τεχνολογίες, εμποδίζοντας τα ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα της Κίνας, να περιορίσει την κρίση στη Γάζα προς αποτροπή οποιασδήποτε περιφερειακής κλιμάκωσης, ενώ όσον αφορά στον πόλεμο της Ουκρανίας, καθώς οι πολύχρονες μάχες οδηγούν σε πόλεμο φθοράς, ο Λευκός Οίκος θα χρειαστεί να αναζωπυρώσει την εσωτερική υποστήριξη για βοήθεια στο Κίεβο.

-Ευρωεκλογές υπό τον φόβο της ακροδεξιάς

Η Ευρωπαϊκή Ένωση θα διεξάγει εκλογές για την εκλογή των μελών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου τον Ιούνιο. Με το φλέγον ζήτημα της μετανάστευσης να τίθεται στο επίκεντρο και με δεδομένο ότι αρκετοί Ευρωπαίοι αντιμετωπίζουν την εισροή μεταναστών με σκεπτικισμό, εκτιμάται ότι θα επηρεαστεί η σύνθεση των μελών του Κοινοβουλίου προς τα δεξιά, με ενίσχυση της ακροδεξιάς. Εκφράζονται δε ερωτήματα εάν το ΕΛΚ, μετά τις εκλογές θα αρχίσει να συνεργάζεται περισσότερο με τις ευρωσκεπτικιστικές και ακροδεξιές ομάδες.

Θα πρέπει να σημειωθεί ότι μετά τις Ευρωεκλογές αναμένεται να τεθούν επί τάπητος ζητήματα που αφορούν την κατεύθυνση της Ένωσης, όπως η αναθεώρηση των Συνθηκών και το ενδεχόμενο νέας διεύρυνσης, ενώ η νέα ηγεσία θα πρέπει να επιτύχει τους πράσινους και ψηφιακούς στόχους της ΕΕ.

Σε δοκιμασία η πολυμέρεια και η παγκόσμια συλλογική δράση:

-Για το Κλίμα

Το 2024 αναμένεται ότι θα είναι καθοριστικό για την ανθεκτικότητα της Συμφωνίας του Παρισιού και για τη στάθμιση της βιωσιμότητας της συλλογικής δράσης για το κλίμα έναντι των αυξανόμενων εθνικιστικών τάσεων, που συχνά έχουν εντείνει τις ανησυχίες για την ενεργειακή ασφάλεια. Με τις παρατεταμένες πληθωριστικές πιέσεις και τις διάφορες εκλογικές διαδικασίες ανά το παγκόσμιο να βρίσκονται σε εξέλιξη, εκτιμάται ότι θα επηρεαστεί η συλλογική δράση για το Κλίμα.

-Για τη ρύθμιση του τοπίου για τα πλαστικά

Τα τελευταία χρόνια, οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής έχουν γίνει πιο αυστηροί στην αντιμετώπιση των απορριμμάτων πλαστικών μιας χρήσης (SUP), με πολιτικές που αποθαρρύνουν τη χρήση πλαστικών σακούλων να είναι πλέον παρούσες σε περισσότερες από 100 χώρες.

Ωστόσο, σε ένα δύσκολο οικονομικό περιβάλλον υψηλού πληθωρισμού και επιτοκίων, ορισμένα από αυτά τα σχέδια έχουν σταματήσει, ωθώντας πολλές χώρες και ορισμένους παράγοντες του κλάδου να επιδιώκουν να επιλύσουν το συνονθύλευμα των κανονισμών που επικρατεί, μέσω της θέσπισης μιας παγκόσμιας συνθήκης για τα πλαστικά. Οι διαπραγματεύσεις υπό την αιγίδα του ΟΗΕ ξεκίνησαν επίσημα στα τέλη του 2022 και προγραμματίζονται να ολοκληρωθούν ως τα τέλη του 2024, στο πιο αισιόδοξο σενάριο.

Η συνθήκη θα μπορούσε να καθορίσει χρονοδιαγράμματα και στόχους για την τελική εξάλειψη της διαρροής πλαστικών απορριμμάτων στο περιβάλλον, ωστόσο ένα θεμελιώδες ζήτημα που δημιουργείται είναι εάν η συνθήκη θα οδηγήσει σε εθελοντικά σχέδια δράσης σε εθνικό επίπεδο, όπως η Συμφωνία του Παρισιού, ή θα έχει νομικά δεσμευτική ισχύ.

Σε κάθε περίπτωση, καθώς ο πλανήτης στρέφεται προς τις εναλλακτικές λύσεις πράσινης ενέργειας, αναμένεται ότι θα προκύψουν βασικά ζητήματα για το μέλλον της πετροχημικής βιομηχανίας, η οποία εξαρτάται περισσότερο από την αυξανόμενη ζήτηση για πλαστικά στις αναδυόμενες οικονομίες.

-Για την τεχνητή νοημοσύνη

Ενώ το 2023 αποτέλεσε σταθμό για την ανάπτυξη συστημάτων τεχνητής νοημοσύνης, όπως το ChatGPT και για την υιοθέτησή τους στην καθημερινή ζωή, το 2024 καθίσταται αναγκαίο οι κυβερνήσεις να προσπαθήσουν να μάθουν από λάθη του παρελθόντος στη ρύθμιση της τεχνολογίας.

Καθώς οι εφαρμογές τεχνητής νοημοσύνης αυξάνονται, θα μεγαλώνει και η ανάγκη για δημιουργία ρυθμιστικών πλαισίων, που να εξισορροπούν την καινοτομία και την οικονομική ανάπτυξη με ζητήματα που αφορούν την ασφάλεια, την ηθική και την ιδιωτικότητα.

Παρόλο που περισσότερες από 30 χώρες έχουν εγκρίνει κάποιο επίπεδο νομοθεσίας για την τεχνητή νοημοσύνη και δεκάδες άλλες συζητούν κανονισμούς για το νέο έτος, μέχρι σήμερα λίγες ρυθμιστικές αρχές έχουν καταφέρει να δημιουργήσουν πολιτικές, οι οποίες να εξισορροπούν την καινοτομία με την προστασία.

Τα περισσότερα κράτη αναμένεται ότι θα επιλέξουν τις πτυχές ενός πλαισίου που ευθυγραμμίζεται καλύτερα με τις εγχώριες προτεραιότητες τους, γέρνοντας την πλάστιγγα άλλοτε προς την πλευρά της ανάπτυξης και άλλοτε προς την πλευρά της ασφάλειας.