Επανεκκίνηση της έρευνας που θα κάνει η Ανεξάρτητη Αρχή κατά της Διαφθοράς για τις καταγγελίες του βουλευτή του ΑΚΕΛ, Χρίστου Χριστοφίδη και αφορούν τον ρόλο του τέως Προέδρου της Δημοκρατίας Νίκου Αναστασιάδη και του τότε κυβερνώντος κόμματος σε σχέση με συγκεκριμένες πολιτογραφήσεις.

Αυτό ξεκαθαρίστηκε σήμερα κατά τη συνεδρίαση της κοινοβουλευτικής επιτροπής Οικονομικών από τον επίτροπο Διαφάνειας και επικεφαλής της Αρχής, Χάρη Πογιατζή. Ο τελευταίος μαζί με το μέλος της Ανεξάρτητης Αρχής κατά της Διαφθοράς, Νίκο Ζαμπακαίδη, συμμετείχαν στη συνεδρίαση για την διαδικασία έγκρισης κονδυλίου ύψους 1.040.000 ευρώ που προορίζεται για κάλυψη αναγκών του σώματος που υπηρετούν.

Μετά από τοποθέτηση του κ. Χριστοφίδη, ο οποίος εξέφρασε προβληματισμό για τον τρόπο που χειρίστηκε το θέμα των καταγγελιών του η Αρχή, ο κ. Πογιατζής διευκρίνισε ότι η έρευνα για τα όσα καταλογίζει ο βουλευτής θα επαναρχίσει και θα τεθεί σε σωστές βάσεις με ξεκάθαρους όρους εντολής. Μιλώντας για το γεγονός ότι η διερεύνηση πήρε άλλη κατεύθυνση, το απέδωσε στην διαδικασία της αρχικής αξιολόγησης των καταγγελιών του κ. Χριστοφίδη. Διαβεβαίωσε, ταυτόχρονα, ότι μετά τις διευκρινίσεις που έγιναν θα διασφαλιστεί ότι θα επιχειρηθεί να πέσει φως στην ουσία των όσων είχε καταγγείλει ο βουλευτής.

Οι δυο από τις τρεις υποθέσεις που έθεσε υπόψιν της Αρχής ο Χρίστος Χριστοφίδης και θα αποτελέσουν αντικείμενο της έρευνας έχουν να κάνουν με παραχώρηση κυπριακής υπηκοότητας σε ξένους επενδυτές.

Υπενθυμίζεται ότι είχε κάνει λόγο για παράτυπη χορήγηση διαβατηριών σε Ρώσους ιδιοκτήτες τράπεζας, οι οποίοι κατηγορήθηκαν από την ρωσική κυβέρνηση για διαφθορά και οι οποίοι αγόρασαν κτήριο μερικών εκατομμύριων από στενό συγγενικό πρόσωπο του τέως Πρόεδρου της Δημοκρατίας, Νίκου Αναστασιάδη.

Η έτερη καταγγελία του σχετίζεται, σύμφωνα και με δηλώσεις που είχε κάνει πρόσφατα ο ίδιος ο κ. Χριστοφίδης, «με εισφορές σημαντικών χρηματικών ποσών στο τότε κυβερνών κόμμα από πολιτογραφηθέντες, πράξεις που αφήνουν υπόνοιες για χρηματισμό, εκβιασμό ή ρουσφέτι με στόχο την χορήγηση υπηκοότητας».

Μετά το ξεκαθάρισμα σε σχέση με το προαναφερθέν ζήτημα, όλο οι βουλευτές τοποθετήθηκαν θετικά (τυπική διαδικασία) στην έγκριση του σχετικού κονδυλίου.

Σε δηλώσεις του και κατά τη διάρκεια της συνεδρίασης, αλλά και μετά το τέλος της, ο Χρίστος Χριστοφίδης πίστωσε τον επίτροπο Διαφάνειας για τη στάση του, αλλά δεν έκρυψε τον έντονο προβληματισμό του για το γεγονός ότι οι λειτουργοί επιθεώρησης που είχαν οριστεί, όχι μόνο είχαν λάθος όρους εντολής, αλλά, παρά το γεγονός ότι έχουν προσόντα στους τομείς τους, εντούτοις δεν ήταν οι καταλληλότεροι να χειριστούν τις καταγγελίες του.

Σε δηλώσεις του μετά το τέλος της συνεδρίασης ο βουλευτής είπε τα ακόλουθα: « Συζητήσαμε σήμερα στην Επιτροπή Οικονομικών την αποδέσμευση ενός κονδυλίου 1.040.000 ευρώ για αγορά υπηρεσιών για την Αρχή κατά της Διαφθοράς. Είναι ένα ποσό το οποίο αφορά κατά κύριο λόγο σε αγορά υπηρεσιών από ειδικούς για τις έρευνες που διεξάγει η Αρχή κατά της Διαφθοράς για καταγγελίες που της έχουν υποβληθεί.

Με βάση την εμπειρία μας, αφού όπως είναι γνωστό η Αρχή διερευνά καταγγελίες που έχουμε υποβάλει για διαφθορά, αλλά και το θεσμικό μας ρόλο, το ρόλο της άσκησης ελέγχου για το δημόσιο χρήμα και για τη λειτουργία των θεσμών, έχουμε εγείρει ζητήματα σήμερα τα οποία θεωρούμε εξαιρετικά σημαντικά.

Η Αρχή κατά της Διαφθοράς μπορεί να παίξει καθοριστικό ρόλο στην προσπάθεια για εξυγίανση, κάθαρση και απόδοση δικαιοσύνης στο δημόσιο βίο σε μια εποχή που η διαφθορά καλπάζει. Το μεγαλύτερο ίσως σκάνδαλο των τελευταίων χρόνων είναι το μέγα σκάνδαλο των «χρυσών διαβατηρίων» και ενδεικτικά υπενθυμίζουμε την τοποθέτηση του ίδιου του Προέδρου της Δημοκρατίας κου Χριστοδουλίδη, στην Κοινοβουλευτική Συνέλευση του Συμβουλίου της Ευρώπης, ότι το μεγαλύτερο τίμημα για αυτό το σκάνδαλο το κατέβαλε η Κυπριακή Δημοκρατία και ο κυπριακός λαός.

Έχουμε λοιπόν, για αυτά τα κρίσιμα θέματα, εγείρει σοβαρά ερωτήματα και επισημάνσεις.

Έχω ενημερωθεί τη περασμένη Τετάρτη 24 Ιανουαρίου και επαναλήφθηκε και σήμερα ενώπιον της Επιτροπής από τον Πρόεδρο της Αρχής κατά της Διαφθοράς, τον κο Πογιατζιή, ότι η έρευνα για τις γνωστές καταγγελίες που είχαμε υποβάλει, θα πρέπει να κάνει, κατά την χαρακτηριστική του αναφορά, «ένα restart». Επιβεβαίωσε σήμερα ότι «κάποια πράγματα δεν έγιναν όπως έπρεπε να γίνουν».

Καταρχήν θα ήθελα να ευχαριστήσω τον κο Πογιατζιή για την ενημέρωση. Όμως οφείλω να υπογραμμίσω ότι το προβληματικό αυτής της διαδικασίας το έχω επισημάνει ήδη δημόσια και πολύ πριν να μιλήσω δημόσια με επιστολές μου προς την Αρχή κατά της Διαφθοράς. Σήμερα είμαστε σε αδιέξοδο και συζητούμε για επανεκκίνηση των ερευνών, δηλαδή διερεύνηση ουσιαστικά από την αρχή.

Δημιουργούνται σημαντικά ερωτήματα:

– Με ποιο τρόπο επιλέγονται οι ερευνώντες λειτουργοί;

– Γιατί σε κάποιες έρευνες μετακαλούνται εμπειρογνώμονες από το εξωτερικό και σε κάποιες όχι;

– Αναφέρθηκε σήμερα ότι για high profile cases (κατά τον κ. Πογιατζή) μετακαλούνται εμπειρογνώμονες από το εξωτερικό. Καλά, οι καταγγελίες μας ενάντια στον τέως Πρόεδρο της Δημοκρατίας και το τέως κυβερνών κόμμα, τι είδους υποθέσεις είναι; Μήπως για τις δικές μας καταγγελίες, οι οποίες αφορούσαν τον πρώην Πρόεδρο της Δημοκρατίας και στο τέως κυβερνών κόμμα, μεταξύ άλλων, δεν εκτιμήθηκε ότι είναι σοβαρές καταγγελίες για να μετακληθούν εμπειρογνώμονες από το εξωτερικό;

– Μήπως τελικά μέσα από αυτές τις επιλογές ερευνώντων λειτουργών προκαθορίζεται το είδος της έρευνας αλλά και η δυνατότητα να γίνει σε βάθος έρευνα;

– Γιατί σε κάποιες έρευνες θεωρείται αναγκαίο να είναι όλοι νομικοί ερευνώντες λειτουργοί (επιφανείς δικηγόροι εν ενεργεία) ενώ στις καταγγελίες που έχουμε υποβάλει δεν υπάρχουν δικηγόρος/οι;

– Πώς ορίζονται και πώς κατατίθενται οι όροι εντολής για τους ερευνώντες λειτουργούς; Διότι στην περίπτωση των καταγγελιών που έχουμε υποβάλει οι ερευνώντες λειτουργοί (και δεν τους αποδίδω ευθύνη) είχαν ξεκαθαρίσει ότι οι όροι εντολής που έλαβαν ήταν να διαπιστώσουν απλά την εγκυρότητα κάποιων στοιχείων (η σαφής τους θέση υπάρχει καταγεγραμμένη στα πρακτικά).

– Με όλο το σεβασμό προς τους ερευνώντες λειτουργούς είχαμε επισημάνει εδώ και μήνες ότι δεν θα υπήρχε η εμπειρία, η τεχνογνωσία και η γνώση για μια τόσο δύσκολη διαδικασία διερεύνησης του πρώην Προέδρου και του τέως κυβερνώντος κόμματος για ενδεχόμενη διαφθορά και άλλα αδικήματα. Ταυτόχρονα είχαμε διερωτηθεί, παρά την εκτίμηση που τρέφουμε στην προσωπικότητά τους, αν διέθεταν τη βαρύτητα και τις αντοχές να εμπλακούν σε μια τέτοια διερεύνηση.

– Δυστυχώς τόσους μήνες μετά οι ανησυχίες μας και οι προειδοποιήσεις μας επαληθεύονται. Το παραδέχτηκε και ο κ. Πογιατζής σήμερα. Η κύρια ευθύνη δεν βαραίνει τους ερευνώντες λειτουργούς.

Λυπούμαι να παρατηρήσω ότι η όλη διαδικασία διερεύνησης των καταγγελιών που έχουμε υποβάλει παρουσίασε και παρουσιάζει σοβαρές αδυναμίες και δεν πείθει ότι γίνεται μια σε βάθος διερεύνηση αυτών των καταγγελιών».