Μια καλή εκτέλεση ρεμπέτικου, μια όμορφη γυναίκα, τα ζώα, η φύση… Αυτά συνθέτουν το σύμπαν του γλύπτη και οργανοποιού, ενός αυθεντικού καλλιτέχνη που ζει έξω από τις νόρμες και απολαμβάνει καθημερινά να δουλεύει με τον γύψο, τον μπρούντζο και το ξύλο, «για να αφαιρέσει τα επουσιώδη και να κρατήσει τα ουσιώδη».

Μια Δευτέρα πρωί, ο Λεωνίδας Σπανός με παρέλαβε με το ποδήλατό του από ένα κεντρικό σημείο του Δαλιού και με οδήγησε στο μικρό βασίλειό του: Ένα αγροτόσπιτο που έχτισε ο ίδιος με πέτρα της Αγίας Άννας, περιτριγυρισμένο από δέντρα, με κότες και πολλές γάτες να σεργιανίζουν στην αυλή. Το εργαστήρι του, στο πίσω μέρος του σπιτιού, μοιάζει με εικόνα βγαλμένη από τις σελίδες παραμυθιού – με πρωταγωνιστή τον ίδιο. Παντού υπάρχει μια ευχάριστη ακαταστασία. Μόνο τα όργανα που φτιάχνει με μαεστρία -κρητικές λύρες, μπαγλαμάδες, λαούτα, βιολιά-, είναι κρεμασμένα και τακτοποιημένα σε σχοινάκι ψηλά στην καμάρα. Στον χώρο είναι στριμωγμένα κάποια παλιότερα γλυπτά του και μερικά πιο πρόσφατα. Μου συστήνει την Περσεφόνη, την Ευρυδίκη, τον Λάζαρο – τις τελευταίες του γλυπτικές δημιουργίες τις οποίες ετοιμάζεται να μεταφέρει στην γκαλερί Γκλόρια για τη νέα ατομική του έκθεση. «Είναι ο Ζευς με τα παιδιά του», μας λέει περήφανα η σύζυγός του. H Όλγα Σπανού, Τσέχα ζωγράφος, είναι μια γλυκιά παρουσία στον χώρο, με την οποία μοιράζονται την αγάπη τους για την τέχνη και τη μουσική. Στο μαγικό εργαστήρι του Λεωνίδα καταφθάνει συχνά κόσμος, όχι μόνο από την Κύπρο αλλά απ’ όλα τα μέρη του πλανήτη. Εδώ έρχεται κάθε χρόνο ο Ιρλανδός μουσικός Ρος Ντέιλι, ο Ψαραντώνης και άλλοι λάτρεις της μουσικής και της τέχνης, για να παίξουν τα περίτεχνα όργανά του αλλά και να γνωρίσουν από κοντά τον άνθρωπο αυτόν, ο οποίος ζει έξω από τις συμβάσεις δουλεύοντας με μεράκι τον γύψο και το ξύλο. Έτσι, πολύ συχνά το εργαστήρι του μετατρέπεται σε ρεμπετάδικο, με νέους μουσικούς να παίζουν μαζί του, να πίνουν ζιβανία και να μοιράζονται μοναδικές στιγμές. Μου διευκρινίζει πως τα όργανά του δεν είναι προς πώληση. «Δεν μπορώ να πουλώ κάτι που κάνω από χόμπι», λέει. 

Αλήθεια, πώς είναι μια συνηθισμένη μέρα σας; Ξυπνώ νωρίς το πρωί και πάω στο καφενείο. Μέτριος ο καφές μου. Βλέπω τον Μοσφιλιώτη, τον Νίκο, την καφετζίνα, τους αλλοδαπούς και ντόπιους που περιμένουν το λεωφορείο για να πάνε δουλειά, άλλους συγχωριανούς να φεύγουν με τα αυτοκίνητα. Βλέπω το αυτοκίνητο του δημαρχείου που περνά και σκουπίζει… Έτσι εισάγομαι από το πρωί στη ζωή. Μετά, έρχομαι στις 7:30 στο εργαστήρι και δουλεύω μέχρι τις 6 το απόγευμα. Έπειτα θα πάω ξανά καφενείο να παίξω τάβλι και πιλότα, και επιστρέφω σπίτι. Αυτή είναι η καθημερινότητά μου.

Θυμάστε τις πρώτες σας γλυπτικές δημιουργίες; Από μικρός ζωγράφιζα και έκανα κατασκευές με πηλό στο χωριό μου, τον Άγιο Βασίλειο. Όταν έβρεχε, χρησιμοποιούσα πηλό από κόννο, ένα καλό υλικό με το οποίο έφτιαχνα μικρά αγάλματα, αλλά δεν ήξερα ότι αυτό που έκανα ήταν γλυπτική. Μου άρεσε ακόμα να κάνω κούκλες με το ζυμάρι που έφτιαχνε η μάνα μου, το μόνο υλικό που μπορούσε να ψηθεί στον φούρνο. Η μητέρα μου δεινοπαθούσε όταν ζύμωνε και θύμωνε μαζί μου. Οι άνθρωποι του χωριού δεν ήξεραν από τέχνη, ασχολούνταν με το σιτάρι, το κριθάρι και τα πρόβατα. Δεν γνώριζα τότε τη λέξη γλυπτική, ούτε τη λέξη τέχνη.

Και πώς μπήκε στη ζωή σας η τέχνη;  Στο Παγκύπριο είχα καθηγητή στην τέχνη τον Νίκο Δυμιώτη, ο οποίος μου είπε «εσύ θα σπουδάσεις γλυπτική». Δεν ξέρω τι είδε σε μένα, αλλά αυτός με ενθάρρυνε να σπουδάσω. Ήταν η περίοδος της τουρκικής εισβολής και μέναμε σε αντίσκηνα στην Κλήρου. Στο μεταξύ, είχαν προκηρυχθεί κρατικές υποτροφίες για σπουδές στην Τσεχία· έδωσα εξετάσεις και ανάμεσα σε 240 υποψήφιους πήρα τη μία από τις πέντε υποτροφίες.

Στην Πράγα δηλαδή πήρατε τις βάσεις για την τέχνη; Στα επτά χρόνια που σπούδασα, πήρα τις βάσεις για ολόκληρη τη ζωή μου. Εκεί τα μαθαίνεις όλα και ξυπνάς. Έφυγα από ένα χωριό, και μάλιστα από ένα αντίσκηνο, άφησα τους γονείς μου και βρέθηκα σε ένα νέο περιβάλλον ξεκινώντας από το μηδέν. Η Πράγα είναι μια υπέροχη πόλη για να ζεις. Δεν καταστράφηκε στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, επειδή οι Γερμανοί δεν τη βομβάρδισαν και έμεινε όπως ήταν. Μετά ήρθε ο κομμουνισμός, και δεν επέτρεψαν να χαλάσουν τα παλιά για να χτίσουν «μοντέρνα» κτήρια. Έτσι, διατηρήθηκε όπως ήταν στη γοτθική εποχή. 

Τελειώνοντας την Ακαδημία Καλών Τεχνών της Πράγας, δεν θελήσατε να διδάξετε; Όχι, δεν με ενδιέφερε. Αν ήθελα, θα μπορούσα να γίνω καθηγητής, αλλά η ιδέα με τρόμαζε. Θα περνούσα μια ζωή πεθαμένος, και προτίμησα να ζω. 

Γυρίσατε στην Κύπρο το 1983, στο Δάλι. Τι σας έφερε εδώ; Γυρίσαμε με την Όλγα και τα τέσσερα παιδιά μας που αποκτήσαμε στην Πράγα. Επιλέξαμε αυτό το χωριό με γεωγραφικά κριτήρια: Από εδώ μπορώ να πηγαίνω εύκολα στη Λάρνακα, Λεμεσό και Λευκωσία. Το σπίτι το έχτισα μόνος μου, με πέτρες από την Αγία Άννα. Την καμάρα στο εργαστήριο την έφτιαξε ο γιος μου στα 14 του. 

Διδάξατε και στα παιδιά σας γλυπτική και ζωγραφική; Έμαθαν μόνοι τους, από αυτά που έβλεπαν γύρω τους. Η κόρη μου η Εύα δουλεύει στην Ξάνθη και είναι γλύπτρια, η Μαργαρίτα τελειώνει τη ζωγραφική, ο Βασίλης τέλειωσε το πιάνο και η Μπουμπουλίνα σπούδασε ανθρωπιστικές επιστήμες. 

Πώς της δώσατε το όνομα Μπουμπουλίνα; Από το φιλμ του Μιχάλη Κακογιάννη «Ιστορία και βίος του Αλέξη Ζορμπά»: Όταν ο Ζορμπάς έρχεται από το Ηράκλειο, δεν φέρνει νυφικό στην Μπουμπουλίνα και αυτή κλαίει. Της λέει, «Μπουμπουλίνα μου μην κλαίς»… Η Όλγα τότε ήταν έγκυος, και καθώς βλέπαμε την ταινία, κοιτάξαμε ο ένας τον άλλο και αποφασίσαμε να τη βγάλουμε Μπουμπουλίνα.

Θυμάστε την πρώτη σας έκθεση; Έγινε το 1984 στην Γκλόρια, αυτή που κάνω τώρα είναι η δέκατη. Στα πρώτα μου έργα ήμουν έντονα επηρεασμένος από την Ακαδημία της Πράγας. Παρουσίασα μια σειρά από εξπρεσιονιστικά ρεαλιστικά έργα. Όλα τα αντικείμενα ήταν από γύψο, με πατίνα μπρούντζου. Ύστερα άρχισα να φτιάχνω έργα από μπρούντζο. 

Ποια ήταν η αφετηρία για τα γλυπτά που παρουσιάζετε αυτή την περίοδο; Όταν είχε παρουσιάσει τον Μάρτη δουλειά της η Όλγα, μιλούσαμε με την Γκλόρια για τον γλύπτη τον Παυλίδη, ο οποίος είχε φτιάξει ένα γλυπτό με τον Λάζαρο από γύψο και φάιμπεργκλας. Μου έλεγε η Γκλόρια ότι αυτό το γλυπτό ήταν τόσο ζωντανό που φοβόταν κάθε φορά που έμπαινε στην γκαλερί. Έτσι ρίχτηκε η ιδέα να ετοιμάσω μια έκθεση με μυθολογικό θέμα και υλικό τον γύψο, για ανθρώπους που πήγαν στον κάτω κόσμο και ήρθαν πίσω. Ο Λάζαρος, η Περσεφόνη, η οποία ζούσε έξι μήνες στον κάτω κόσμο και έξι πάνω, και η Ευρυδίκη, που έφερε στον πάνω κόσμο ο Ορφέας ανεπιτυχώς – το λάθος του ήταν που γύρισε να τη δει και εξαφανίστηκε. Αυτό το θέμα έχει εμπνεύσει πολλούς γλύπτες και ζωγράφους. 

Έχετε ανατρέξει δηλαδή σε μορφές της μυθολογίας… Υπάρχουν στο μυαλό μου αυτές οι εικόνες εδώ και καιρό. Προσωπικά είμαι άθεος, προσπαθώ να ανατρέψω τον μύθο. Ο Λάζαρος δεν αναστήθηκε από τον Χριστό· υποθέτω ότι αυτό που τον έφερε πίσω από τον κάτω κόσμο, ήταν η αγάπη του για τη ζωή. Αυτό που ανασταίνει κάθε άνθρωπο είναι το φως. 

Τι είναι για σας αυτό το φως; Είναι ένα καλό τραγούδι, μια όμορφη γυναίκα, μια καλή εκτέλεση ενός ρεμπέτικου, η γυναίκα σου και οτιδήποτε άλλο αποκαλούμε σήμερα ευτυχία, αυτό που προέρχεται από την τριβή σου με τη ζωή. Αυτό που ανάστησε τον Λάζαρο ήταν η αγάπη του για τη ζωή, για το φως. Γι’ αυτό και τον παριστάνω με το φως, όπως και την Ευρυδίκη. Η Περσεφόνη εικονίζεται με δυο κεφαλές: Τους έξι μήνες που είναι στον κάτω κόσμο είναι τυλιγμένη με γάζες, και τους έξι μήνες που είναι στον πάνω, είναι κανονική γυναίκα. 

Πιστεύετε ότι, φεύγοντας από αυτή τη ζωή, πάμε σε κάποιου άλλου είδους ζωή; Δεν πιστεύω σε τίποτα και σε κανέναν. 

Νιώθετε τυχερός που ασχολείστε με κάτι που αγαπάτε; Για μένα, το πιο σημαντικό είναι να είσαι υγιής και να εργάζεσαι. Νιώθω τυχερός που έχω το προνόμιο να ασχολούμαι με κάτι που αγαπώ. Αγαπώ πολύ τα ζώα, τα φυτά, τη φύση, το ξύλο, το σίδερο, τον μπρούντζο.

Μπορείτε να ζείτε από τη γλυπτική; Κανείς δεν μπορεί να ζήσει από τις εκθέσεις. Όμως εγώ ζω από τα γλυπτά που κάνω. Έχω κάνει περίπου 300 γλυπτά σε όλη την Κύπρο. Τα περισσότερα αφορούν ήρωες. Έχω κάνει 27 ανδριάντες από μπρούντζο σε φυσικό μέγεθος. Δεν είμαι τόσο καλός για να ζω από τις εκθέσεις μου. 

Παρακολουθείτε τη σύγχρονη τέχνη; Ποια είναι η άποψή σας; Βέβαια παρακολουθώ. Δεν υπάρχει σύγχρονη τέχνη, υπάρχουν εποχές. Αυτό που διέπει την τέχνη είναι η εικαστικότητα. Τελευταία, στα έργα τέχνης μπαίνει περισσότερο από την εικόνα η φιλολογία και το μπλα-μπλα. Η εικόνα είναι η τέχνη, το έργο πρέπει να έχει εικαστικότητα, είτε σύγχρονο είναι ή παλιό. Η σύγχρονη τέχνη δεν είναι καλύτερη από την παλιά, απλώς διαφέρει ως προς τα μέσα παραγωγής της. Συνήθως κατασκευάζεται με σύγχρονα υλικά. Παλιά υπήρχε μόνο ο μπρούντζος, το μάρμαρο και το ξύλο, υλικά που χρειάζονται χειρωνακτική εργασία. Σήμερα, η χειρωνακτική εργασία φεύγει ανεπιστρεπτί. Η σύγχρονη τέχνη είναι εννοιολογική και αφορά κυρίως εγκαταστάσεις. Αν πετύχει ο σύγχρονος καλλιτέχνης να δώσει εικαστικότητα στα έργα του, τότε η τέχνη του είναι καλή και παραδεκτή. Η σύγχρονη τέχνη μεταφέρει την τέχνη από τη μια εποχή στην άλλη.

Ποιοι καλλιτέχνες σας εμπνέουν; Μου αρέσει ο Πικάσο, ο Μουνχ, ο Μπρακ, ο Ματίς, ο Σεζάν. Μου αρέσει πολύ ο Κάλντερ, γιατί έφτιαχνε τα γλυπτά του από υλικά που ήταν γύρω του. Πολλοί έχουν στο μυαλό τους ότι η γλυπτική πρέπει να είναι κάτι βαρύ, στατικό. Η γλυπτική του Κάλντερ ήταν ανάλαφρη και βασιζόταν στην ισορροπία των στοιχείων, στο παιχνίδισμα, στην αφή. Και ο Μπρανκούζι ξεχωρίζει με την αφαιρετικότητά του. Με ενδιαφέρει να αφαιρούμε τα επουσιώδη και να μένουμε στα ουσιώδη. Το ουσιώδες στη γλυπτική είναι ο όγκος. 

Αυτό εφαρμόζετε και στη ζωή σας; Εστιάζετε στα ουσιώδη; Βέβαια. Δεν μπορείς να ζεις σαν βασιλιάς και να είσαι λιτός στην τέχνη σου. Η τέχνη είναι μια προσωπική παρέμβαση στην ίδια τη ζωή σου. 

Το ενδιαφέρον σας για την οργανοποιία πώς άρχισε; Η οργανοποιία και η μουσική είναι τα χόμπι μου. Από το 1995 άρχισα να φτιάχνω όργανα. Από μικρός, τέντωνα σπάγγους πάνω σε κονσέρβες και σκουπόξυλα για να παράγω ήχο. Μετά μελέτησα περισσότερο αυτό το θέμα και έφτιαχνα όργανα πιο συστηματικά. Άρχισα με τρίχορδα, νυκτά που παίζονται με πένα.

Οι γνώσεις σας στη γλυπτική σάς βοήθησαν στην οργανοποιία; Είναι το ίδιο πράγμα. Βέβαια, τη γλυπτική δεν την μαθαίνεις. Είτε τη φέρεις από γεννήσεώς σου, είτε όχι. Και τα όργανα είναι όγκος. Μέσα στην απλότητά τους, υπάρχουν φυσικοί νόμοι που πρέπει να ακολουθήσεις για να τα κατασκευάσεις. Αλλά και το μεράκι μου για τη μουσική με βοήθησε.

Ανάμεσα στον κόσμο που πηγαινοέρχεται στο εργαστήρι σας είναι και ο Ρος Ντέιλι. Πώς σας ανακάλυψε; Ήρθε στο εργαστήρι μου το 1999, είδε τη δουλειά μου, του άρεσε, και από τότε έρχεται κάθε χρόνο και δοκιμάζει τις κρητικές λύρες. Ο Ρος Ντέιλι παίζει με τις λύρες μου, όπως και η Κέλλυ Θωμά που συνεργάζεται μαζί του. Στην αρχή έφτιαχνα απλές λύρες, αλλά ο Ρος με ενέπνευσε για να φτιάξω και λύρες με συμπαθητικές χορδές, σαν αυτές που φτιάχνει ο ίδιος. Έχω και κιθαρόνια του ρεμπέτικου, μπουζούκια, βιολιά, κλασικές κιθάρες, αλλά κυρίως ελληνικά παραδοσιακά. Εγώ παίζω μόνο νυκτό τρίχορδο, δεν παίζω τοξωτά όργανα. 

Ο Ρος Ντέιλι είχε παίξει και σε μια έκθεσή σας στη Θεσσαλονίκη πριν δυο χρόνια, στο Τελλόγλειο. Ναι, παρουσίασα τα γλυπτά μου μαζί με μουσικά όργανα, ενώ η Όλγα παρουσίασε πίνακές της. Όμως δεν πήγα. Από τότε που γύρισα από την Πράγα δεν έχω ταξιδέψει ξανά.

Γιατί όχι; Είναι χάσιμο χρόνου τα ταξίδια, όπως και οι διακοπές. Το καλό είναι να είσαι πάντα σε διακοπές.

Αγαπάτε ιδιαίτερα την κρητική μουσική; Πάρα πολύ, όπως όλες τις μουσικές του κόσμου. Δεν μου αρέσει ο Πάριος, ο Καζαντζίδης και ο Νταλάρας, διότι δεν μου αρέσει το κλάμα στο τραγούδι. 

Οι Κρητικοί ασχολούνται περισσότερο με την παραδοσιακή μουσική απ’ ό,τι εμείς στην Κύπρο. Πώς το εξηγείτε; Η διαφορά μας είναι ότι είμαστε μακριά από τον μητροπολιτικό κορμό, με αποτέλεσμα να μην μετέχουμε στο κοινό γίγνεσθαι της μουσικής. Αν και είμαστε Έλληνες, στη μουσική είμαστε ξεκομμένοι, ενώ στη λογοτεχνία και σε άλλες τέχνες είχαμε πιο άμεσες επιρροές. Περισσότερες επιδράσεις είχαμε από τη Μικρά Ασία και τους Τούρκους που ήρθαν στην περίοδο της Τουρκοκρατίας. Δεν μετείχαμε ποτέ της νησιώτικης μουσικής, της στεριανής ή της Ηπείρου, πριν έρθει το ραδιόφωνο στην Κύπρο. Τα τελευταία χρόνια, με τις υποτροφίες που παίρνουν τα παιδιά στις μουσικές σχολές της Ελλάδας, όταν γυρίζουν στην Κύπρο, ασχολούνται με παραδοσιακή μουσική με τον ελληνικό τρόπο. 

Με τη σύζυγό σας τραγουδάτε, παίζετε μουσική; Εδώ και 30 χρόνια έχουμε καταλάβει με την Όλγα τη δύναμη του ρεμπέτικου. Πηγαίναμε σε κέντρα της Λευκωσίας, με κιθάρα η Όλγα και μπουζούκι εγώ, και παίζαμε χωρίς μικρόφωνα αμισθί, με την ελπίδα ότι θα ακολουθήσουν κι άλλοι. Αυτή η ελπίδα έγινε πραγματικότητα σήμερα, όχι βέβαια χάρη σ’ εμάς. Πολλοί έρχονται εδώ στο εργαστήρι και παίζουμε. 

Συζητάτε με την Όλγα για τα έργα σας; Συζητούμε για τέχνη, όμως ο καθένας είναι διαφορετικός, αυτή η διαφορετικότητα είναι η ομορφιά στη ζωή. Δεν προσπαθούμε να αλλάξουμε ο ένας τον άλλον. Ο Δαρβίνος μίλησε για τη διαφορετικότητα των ειδών. Δεν είμαι από αυτούς που πιστεύουν ότι η Εύα έγινε από το πλευρό του άντρα. Η φύση είναι δάσκαλός μας. Το παιδί μας, τον σύντροφό μας, δεν πρέπει να προσπαθούμε να τους αλλάξουμε, να τους πάρουμε την ομορφιά που τους έδωσε η φύση· είναι μοναδικοί και διαφορετικοί.

Με αυτή τη φιλοσοφία μεγαλώσατε τα παιδιά σας; Βεβαίως, ποτέ δεν τους έχω δώσει συμβουλή, εκτός και αν ζητήσουν τη γνώμη μου.

*Η έκθεση γλυπτικής του Λεωνίδα Σπανού, εγκαινιάζεται στην γκαλερί Γκλόρια στις 3 /10  στις 19:30. και θα διαρκέσει ως τις 20/10.