Με αφορμή «Το Δείπνο» του Χέρμαν Κοχ, που θα παιχ θεί σε Λευκωσία και Λεμεσό, το ΦιλGood συνάντησε τη γοητευτική ηθοποιό , η οποία αυτοσυστήνεται μέσα από το γνωστό παιχνίδι αυθόρμητων συνειρμών.

Ανεμελιά: «Την αποζητώ, την επιδιώκω, αλλά όσο μεγαλώνω, τόσο πιο δύσκολο είναι να επιτευχθεί, ακόμα και σε περιόδους διακοπών, η ανεμελιά, η αποφόρτιση, το να κάνω delete, να μη σκέφτομαι τίποτα, να μην αγωνιώ για τίποτα. Οι σπάνιες στιγμές που τα καταφέρνω είναι στιγμές απόλυτης ευτυχίας και ελευθερίας, γιατί δεν είμαι πια υπόδουλη του μυαλού μου».

Βασανίζομαι: «Πολύ βασανίζομαι! Με όλα! Και προφανώς, βασανίζω. Γιατί κάποιος που βασανίζεται και αυτοτιμωρείται συνεχώς λόγω χαρακτήρα το κάνει και στους άλλους. Προσπαθώ να είμαι επιεικής, να χωράω τα πράγματα, να τα χωράω όχι μόνο όταν δεν τα αποδέχομαι, αλλά ακόμα και όταν δεν τα καταλαβαίνω. Και πίστεψέ με, θέλω πολύ, κάνω τα πάντα για να καταλάβω, να κατανοήσω τις θέσεις των άλλων. Αλλά οι ανθρώπινες σχέσεις είναι ιδιαζόντως περίπλοκες, ένα τεράστιο στοίχημα από μόνες τους».

 
Γεννήθηκα: «Φθινόπωρο σε μια γειτονιά της Αθήνας, μεσοαστική, στα Ιλίσια. Μια ιστορία που θυμάμαι από μικρή και την επαναλαμβάνει συχνά η μαμά μου -γιατί έχει περάσει τον τάραχό της μαζί μου- είναι ότι “μέχρι τριών ετών έμπαινες και έβγαινες από την κουζίνα, στρουμπουλούλα και με τις δίπλες σου και συνέχεια έλεγες, μαμά πότε θα φάμε, πότε θα φάμε; Και τώρα δεν θες να τρως τίποτα!”».

Δύναμη: «Η πραγματική δύναμη πάει χέρι-χέρι με την αληθινή ευαισθησία. Στο παρελθόν θεωρούσα ότι οι δύο αυτές έννοιες είναι αντιφατικές. Όμως, οι άνθρωποι που εκθέτουν τους εαυτούς τους, τα συναισθήματά τους, τις ευαισθησίες τους και τα τρωτά τους σημεία είναι αυτοί που φοβούνται λιγότερο. Είναι όπως στη σκηνή, που εκτίθεσαι μπροστά σε εκατοντάδες ζευγάρια μάτια. Πλέον δεν φοβάμαι να εκτεθώ ούτε στη ζωή μου. Θέλω να τολμάω να είμαι πάντα ο εαυτός μου απέναντι στους άλλους, ακόμα και στις λιγότερο ευχάριστες εκδοχές μου».

Ενοχές: «Πολλές ενοχές, για πολλά χρόνια. Οι δαίμονές μας είναι πάντα εκεί και καιροφυλακτούν. Άλλοτε σιγούν και άλλοτε βοούν. Με τα χρόνια μαθαίνουμε να τους διαχειριζόμαστε καλύτερα. Αλλά, βρε παιδί μου, είναι μέσα στη ζωή το να κάνουμε λάθη. Και άπαξ και τα αναγνωρίσουμε, ε, ας τα πετάξουμε από πάνω μας και ας προχωρήσουμε. Δεν μπορούμε να πορευόμαστε διά βίου με τα ασήκωτα βάρη των ενοχών στους ώμους μας και να αυτομαστιγωνόμαστε».

Ζηλεύω: «Ζηλεύω πολλά πράγματα, αλλά με την καλή έννοια. Τα θαυμάζω. Δεν ζηλεύω με την κακή έννοια. Για παράδειγμα, δεν έχω ζηλέψει ποτέ τον άντρα μου. Δεν ζηλεύω κάτι που έχει κάποιος άλλος. Κι αυτό γιατί ποτέ δεν μπορούμε να ξέρουμε όλη την ιστορία για έναν άνθρωπο και αυτά που έχει στη ζωή του. Δεν μπορούμε να ξέρουμε τι ζωή κρύβεται πίσω από ένα ωραίο σπίτι, ένα ακριβό αυτοκίνητο, ένα υπέροχο ρούχο. Θεωρώ, λοιπόν, ότι είναι θέμα εξυπνάδας το να μη ζηλεύει κανείς».

Ηθοποιός: «Στη σκηνή βγήκα για πρώτη φορά το 1988-89, στο θέατρο Τέχνης, με “Το πάρκο” του Μπότο Στράους. Πριν βγω στη σκηνή, είχα κυριολεκτικά αίσθημα θανάτου. Αλλά επειδή το να βγω στη σκηνή εκείνη την ώρα ήταν μονόδρομος, επιστρατεύτηκε αυτόματα ο μηχανισμός της επιβίωσης. ‘Η θα καθόμουν πίσω και θα “πέθαινα” ή θα έβγαινα μπροστά και θα επιβίωνα. Και βγήκα. Και επέζησα. Και το απόλαυσα. Το άγχος δεν έχει φύγει μέχρι σήμερα ειδικά στις πρεμιέρες, αλλά πια έχω μάθει και το κάνω δύναμη.
Ο λόγος που κάνω αυτή τη δουλειά είναι γιατί μου δίνει τη δυνατότητα να ανακαλύπτω συνεχώς πράγματα για τον εαυτό μου. Πολλές φορές δε, νιώθω πιο ζωντανή στη σκηνή απ’ ό,τι στην πραγματική ζωή. Δεν ξέρω αν αυτό είναι καλό ή κακό, αλλά αυτή είναι η αλήθεια. Πάνω στη σκηνή έχω καλύτερη επαφή με το συναίσθημά μου, το μυαλό μου, τους γύρω, τα πάντα. Ενώ στην πραγματική ζωή, πολλές φορές τα χάνω».

Θόρυβος: «Τώρα τελευταία με κουράζουν και με ενοχλούν πάρα πολύ οι θόρυβοι. Πλέον, μέσα στο σπίτι μου αποζητώ την απόλυτη ησυχία, σε κατάσταση μόνωσης. Κλείνω όλες τις πηγές θορύβου για δύο-τρεις ώρες. Το κινητό, το σταθερό, το κουδούνι της πόρτας. Όταν σιγούν τα πάντα γύρω μου, αισθάνομαι ότι βρίσκομαι στο κέντρο μου».

 

Ισορροπώ: «Θεωρώ ότι η ζωή μας γενικά είναι μια ισορροπία τρόμου. Συνεχώς έχω την εντύπωση ότι περπατώ πάνω σε ένα τεντωμένο σκοινί χωρίς δίχτυ ασφαλείας, σε πολλές εκδοχές της ζωής μου. Νιώθω τον εγκέφαλό μου να κρασάρει κατά την προσπάθεια επίτευξης της πολυπόθητης ισορροπίας, καθώς τίποτα στην καθημερινότητά μας δεν βοηθά να την κατακτήσουμε. Στην Ελλάδα, τίποτα δεν είναι αυτονόητο, καμία δουλειά δεν είναι απλή, ειδικά όταν είσαι ελεύθερος επαγγελματίας, όπως εγώ. Όλα είναι και γίνονται δύσκολα. Το καταφύγιο της ηρεμίας μου και της ισορροπίας μου είναι το διάβασμα και τα θεάματα –σινεμά, θέατρο, μουσική».

Καρυκεύματα: «Μου αρέσει να μαγειρεύω, αλλά, καθώς έχω καταργήσει το αλάτι, χρησιμοποιώ πολλά καρυκεύματα στα φαγητά μου. Μου αρέσει να πειραματίζομαι και να αυθαιρετώ με διάφορα καρυκεύματα και το ίδιο κάνω, μεταφορικά και στη ζωή μου. Το αγαπημένο μου καρύκευμα ζωής είναι το χιούμορ, το οποίο νοστιμίζει και αναδεικνύει όλα τα “φαγητά” της ζωής».

Λάθη: «Πόσο λάθος είναι αυτό με το οποίο έχουμε μεγαλώσει οι περισσότεροι, ότι “είναι κακό πράγμα να κάνουμε λάθη”. Μα, πώς θα μάθουμε αν δεν πάθουμε; Πώς θα αποφύγουμε τα λάθη εφόσον ζούμε, πράττουμε και παίρνουμε αποφάσεις; Ας το πάρουμε απόφαση, λοιπόν, ότι θα κάνουμε τα λάθη που μας αναλογούν. Το θέμα είναι πώς αποκωδικοποιούμε τα λάθη μας, πώς τα διαβάζουμε, πώς στεκόμαστε απέναντί τους».

Ματαιώνομαι: «Μου συμβαίνει πολύ συχνά να πέφτω στην τρύπα της ματαίωσης και της ματαιότητας, αλλά και αυτό είναι μέσα στο παιχνίδι της ζωής. Αν δεν ματαιωθούμε, αν δεν πέσουμε, δεν θα σηκωθούμε. Και κάθε φορά που καταφέρνουμε και σηκωνόμαστε, νιώθουμε λίγο ψηλότεροι από πριν».

Νισάφι: «Τη λέω συχνά αυτή τη λέξη, όταν φτάνω στα όριά μου, ειδικά όταν έχω να κάνω με ανθρώπους που κωφεύουν στα πάντα, αλλά και όταν οδηγώ στους αθηναϊκούς δρόμους. Εκεί εξεγείρομαι. Δεν το ελέγχω».

Ξυπνάω: «Μες στη μέρα, μας παίρνει το ποτάμι της δουλειάς, των υποχρεώσεων, της καθημερινότητας και οι αισθήσεις μας μοιάζουν σαν να βρίσκονται σε λήθαργο. Σαν τα μάτια μας να μην ακουμπάνε στον ουρανό, σαν να μη δέχεται κανένα ερέθισμα η μύτη μας ή τα αφτιά μας. Αυτό, λοιπόν, που κάνω για να ξυπνάω τις αισθήσεις μου είναι να ξαποσταίνω, ακόμα και σε μια μέρα με πολλές υποχρεώσεις, να πατάω το pause και να αφουγκράζομαι το θρόισμα στα φύλλα των δέντρων, να αφήνομαι στη μαγεία της εικόνας μιας πανσελήνου, να γεύομαι ένα ζουμερό πορτοκάλι και να μην το τρώω μηχανικά, να οσφραίνομαι τις ανθισμένες νεραντζιές μες στο γκρίζο της πόλης. Αυτά τα μικρά ξυπνήματα κάνουν τη διαφορά μέσα σε μια καταιγιστική και ισοπεδωτική καθημερινότητα».

Όνειρα: «Κατά την τελευταία εικοσαετία, δεσπόζει στα όνειρά μου το υδάτινο στοιχείο. Είτε βλέπω ότι το σπίτι μου έχει γεμίσει με νερά κι εγώ κινούμαι μέσα σε αυτό με βατραχοπέδιλα είτε ότι το όνειρό μου έχει γεμίσει με λιμνάζοντα νερά, διάφορες εκδοχές του νερού είναι παρούσες στα όνειρά μου».

Πένθος: «Μια πολύ γόνιμη διαδικασία για τον άνθρωπο, την οποία έχει επιφορτίσει ο πολιτισμός μας με φόβο και άρνηση. Η ζωή είναι γεμάτη με απώλειες και συνεπακόλουθα πένθη, όχι μόνο αναφορικά με ανθρώπους που πέθαναν αλλά και με ανθρώπους που απλά δεν υπάρχουν στη ζωή μας ενώ παραμένουν ζωντανοί ή με συνθήκες που για κάποιους λόγους απωλέσαμε. Μπορούμε να πενθήσουμε για χίλια δυο πράγματα, αλλά όταν το πένθος βιώνεται ειλικρινώς, μπορεί να είναι λυτρωτικό. Για μένα, το πένθος δεν είναι απαραίτητα κάτι μαύρο. Είναι μια διαδρομή που δεν μπορούμε να αποφύγουμε, γιατί είναι μες στη ζωή. Το πένθος, μέσα από τον πόνο ή τη θλίψη, οδηγεί αναπόφευκτα στο ξέφωτο της λύτρωσης, της απελευθέρωσης, του προχωρήματος».

Ρισκάρω: «Δεν είμαι φύσει τολμηρή αλλά δεν υπάρχει άλλος τρόπος για να μπορέσεις να κερδίσεις ό,τι έχει να σου δώσει η ζωή. Έβλεπα στην τηλεόραση ένα ντοκιμαντέρ για τον Ντέιβιντ Μπάουι όπου κάποια στιγμή είπε: “Αν δεν νιώθω κίνδυνο, αισθάνομαι ότι δεν κάνω κάτι ενδιαφέρον”. Χωρίς ρίσκο, δεν μπορούμε να μάθουμε, να προχωρήσουμε. Φυσικά, κάθε ρίσκο εμπεριέχει τη συνθήκη της αποτυχίας. Αλλά και μόνο που ρισκάρει κανείς, κερδίζει το αφετηριακό στοίχημα να σπάσει τα όρια του εαυτού του».

Σιωπώ: «Καμιά φορά η εκκωφαντική σιωπή μπορεί να “λέει” πολλά  πράγματα από μια πολύωρη κουβέντα. Τη σημερινή εποχή είναι σπάνιο να σιωπά κανείς, αφού όλοι επιζητούν να μιλούν συνεχώς. Ειλικρινά, δεν νομίζω ότι χρειάζεται να μιλάμε τόσο πολύ. Βοηθά να σιωπούμε και να ακούμε για να επικοινωνήσουμε πιο ουσιαστικά με τους άλλους».

Τζίνι: «Αν εμφανιζόταν μπροστά μου, θα του ζητούσα κάτι παιδιάστικο και σουρεαλιστικό, όπως να με κάνει να πετάξω πάνω από έναν ωκεανό ή να τον διασχίσω σαν ψάρι. Επίσης, να με κάνει αόρατη για να μπορώ να ακούω όλες τις συζητήσεις των άλλων». (γελάει)

Ύπνος: «Πάντα έλεγα ότι ζω δύο ζωές, αυτή που ζω με το συνειδητό μου και αυτή που ζω με το ασυνείδητό μου. Πολλοί άνθρωποι θεωρούν ότι όταν κοιμούνται, χάνουν χρόνο. Καθόλου δεν το πιστεύω αυτό. Για μένα, οι ώρες του ύπνου είναι πολύ γόνιμες, γιατί αισθάνομαι ότι μου φανερώνονται πολύ ενδιαφέροντα πράγματα μέσα από τη διαδικασία των ονείρων».

Φοβάμαι: «Τις φοβίες μου μπορώ να πω ότι τις παλεύω, όπως για παράδειγμα το ότι φοβάμαι να πηγαίνω βαθιά στη θάλασσα. Αυτό που φοβάμαι πιο πολύ είναι ο εαυτός μου. Με πιάνω να φοβάμαι κάποιες φορές αυτά που κάνω ή μάλλον αυτά που δεν τολμώ να κάνω. Αυτός είναι ο φόβος που προσπαθώ να υπερνικήσω. Δεν θέλω να φοβάμαι να κάνω πράγματα. Γιατί και τι έγινε; Το πολύ-πολύ να φάω τα μούτρα μου».

Χρήματα: «Στην εποχή μας, η ευτυχία και η επιτυχία έχει ταυτιστεί με το χρήμα. Καθόλου, όμως, δεν είναι έτσι. Τα πιο σημαντικά πράγματα στη ζωή είναι δωρεάν. Η αγάπη, η φιλία είναι τα πιο σπάνια αγαθά. Και είναι δωρεάν».

Ψειρίζω: «Μεγάλο θέμα να παραψειρίζεις τα πράγματα. Το ξέρω από πρώτο χέρι, καθώς προσπαθώ συνεχώς να πηγαίνω κόντρα σε αυτή την τάση μου –Παρθένος, γαρ. Αυτό λοιπόν που λέω στον εαυτό μου είναι: “Ας τα αφήσουμε για λίγο τα πράγματα στην άκρη, να ‘ξεκουραστούν’ για να μπορέσουμε να δούμε τη μεγάλη εικόνα. Όταν ψειρίζεις μια κατάσταση, αναπόφευκτα εστιάζεις στη μικρή εικόνα και οδηγείσαι σε λάθος συμπεράσματα”».

‘Ωρα να…: «Τώρα που είμαι 52 ετών σκέφτομαι ότι πρέπει να λάβω την ώρα -και τα δευτερόλεπτά της ακόμα- πολύ σοβαρά υπόψιν μου. Όταν έχω να πάω κάπου ή να κάνω κάτι, αμέσως σκέφτομαι αν πραγματικά θέλω να το κάνω, αν αξίζει ουσιαστικά, αν χρειάζεται να διαθέσω τον χρόνο μου. Γιατί ο χρόνος πια μετρά ανάποδα και δεν έχω πολλά περιθώρια χρόνου για σπατάλες».

* Στην παράσταση «Το Δείπνο» ένα ψυχολογικό θρίλερ του Ολλανδού συγγραφέα Χέρμαν Κοχ, η Κατερίνα Λέχου συναντάται σκηνικά με τους Στέλιο Μάινα, Λάζαρο Γεωργακόπουλο, Γιώργο Κοτανίδη και Κατερίνα Μισιχρόνη, σε σκηνοθεσία Λίλλυς Μελεμέ ανεβαίνει στις 23 & 24 Μαΐου στο Παττίχειο Δημοτικό Θέατρο Λεμεσού (20:30) και 25 Μαΐου στο Δημοτικό Θέατρο Λάτσιων (18:00), 22878688.
Τον Ιούνιο εμφανίζεται στην αθηναϊκή σκηνή του Άλσους στο μιούζικαλ των Θαν. Παπαθανασίου και Μιχ. Ρέππα «Το Δικό μας Σινεμά».

 
iob29@gmail.com
 
Φιλgood, τεύχος 224.