Το μυθιστόρημα «Η Διατριβή» είναι το πρώτο λογοτεχνικό εγχείρημα του Άντυ Παπαδημητρίου. Είναι ένα κοινωνικό θρίλερ μυστηρίου γεμάτο συναίσθημα, αγωνία, συνωμοσίες. Ο συγγραφέας, που μένει μόνιμα στην Κύπρο, βάζει την πλοκή να εκτυλίσσεται δέκα χρόνια μετά το ξέσπασμα του κορωνοϊού με επίκεντρο έναν αλγόριθμο που προβλέπει μελλοντικές καταστροφές.
– Τι είναι αυτό που σε συναρπάζει στην αφήγηση ιστοριών; Οι ίδιες οι ιστορίες και το νόημά τους. Στο πώς εξελίσσονται οι χαρακτήρες, πώς βιώνουν τις δυσκολίες και τις τραγωδίες που αντιμετωπίζουν και πώς συνδέονται απ’ τον μικρόκοσμό τους στην ευρύτερη πλοκή της κεντρικής αφήγησης. Με συναρπάζει η δημιουργία μiας ιστορίας που μπορεί να δημιουργεί έναν κόσμο πολυεπίπεδο, από τη βασική ροή της αφήγησης μέχρι τη βαθύτερη, πολλές φορές ακατανόητη πλευρά της που μπορεί, έστω και ασυνείδητα, να επηρεάσει, ν’ αλλάξει τον τρόπο που βλέπουμε τα πράγματα μέχρι εκείνο το σημείο.
– Ποιο ήταν το αρχικό ερέθισμα γι’ αυτό το βιβλίο και πού σε οδήγησε τελικά; Η πανδημία μ’ ενέπνευσε. Μου θύμισε κάποιες παλιές αναγνώσεις μου για τη Μαύρη Πανώλη του 14ου αιώνα στον Μεσαίωνα. Είδα έναν παραλληλισμό- ή τουλάχιστον αυτό θέλησα να δω. Όπως τότε, αφυπνίστηκε το ανθρώπινο είδος και οδηγήθηκε από τον σκοταδισμό της σκέψης στην εποχή της Αναγέννησης, έτσι και στο βιβλίο έδωσα μια τέτοια προοπτική κι εξέλιξη. Τα βασικά γεγονότα διαδραματίζονται δέκα χρόνια μετά την πανδημία. Εκεί που κατά τη γνώμη μου η ανθρωπότητα θα πρέπει να επιλέξει αν θ’ αλλάξει ρότα και θα επιβιώσει ή αν θα συνεχίσει προς τη σίγουρη αυτοκαταστροφή της. Η Νίκη, η πρωταγωνίστρια του μυθιστορήματος, έρχεται αντιμέτωπη μ’ ένα τεράστιο πρόβλημα, ένα πρόβλημα που δυστυχώς μάς αφορά όλους.
– Γιατί τοποθέτησες έναν γυναικείο χαρακτήρα στο επίκεντρο του μυθιστορήματος; Μια γυναίκα ταίριαζε περισσότερο στο προφίλ του βασικού μου χαρακτήρα. Ίσως μέσα μου ήθελα ν’ αποφύγω και την ψευδαίσθηση ότι πάντα ένας άντρας έρχεται αντιμέτωπος με τα μεγάλα διλήμματα και προβλήματα της ανθρωπότητας. Η Νίκη ήταν η κατάλληλη. Μια σύγχρονη, δυναμική και υπερευφυής γυναίκα μ’ όλα τα συναισθήματα και τους προβληματισμούς στο κόκκινο.
– Αυτό ανέβασε τον δείκτη δυσκολίας ως προς την ψυχογράφησή του; Δε με δυσκόλεψε περισσότερο από οποιονδήποτε άλλον άντρα χαρακτήρα. Ούτως ή άλλως, η δουλειά μου είναι να μπαίνω στα παπούτσια του άλλου και να βλέπω μέσα απ’ τα μάτια του. Είτε είναι άντρας, είτε γυναίκα, ομοφυλόφιλος, γιατρός, σερβιτόρος, βοσκός. Όλοι οι χαρακτήρες απαιτούν πολλή έρευνα και μελέτη κι εγώ είμαι εκεί να τους αναλύω, να τους καταγράφω και να τους αποδίδω με ρεαλισμό σε οποιαδήποτε μυθοπλαστική συνθήκη.
– Ήταν περισσότερο μια διαδικασία προσχεδιασμού ή ανακάλυψης; Κι οι δύο μέθοδοι είναι εξαιρετικές στο να δημιουργείς εντυπωσιακές ιστορίες. Όμως, σίγουρα η δική μου προσέγγιση γενικότερα όταν γράφω είναι εκείνη του προσχεδιασμού. Πρώτα δομώ ολόκληρο τον κόσμο με κάθε λεπτομέρεια, ολοκληρώνω την πλοκή και τις βασικές δράσεις κι ύστερα επινοώ και κατασκευάζω τους χαρακτήρες που είναι πιο ταιριαστοί για να πουν τη συγκεκριμένη ιστορία μου. Αυτή τη μέθοδο ακολούθησα πιστά κι εδώ.
– Ένιωσες σε κάποιο στάδιο ότι η ιστορία προϋπήρχε κι εσύ απλώς κλήθηκες να την καταγράψεις; Όχι ιδιαίτερα. Δε νιώθω έτσι όταν γράφω. Προσπαθώ να μελετώ βαθιά τα γεγονότα του παρελθόντος, την ιστορία μας, κι αυτό μου δίνει τη σκέψη και την ώθηση να προσπαθώ να προβλέπω την κοινωνική και ψυχοδυναμική συμπεριφορά των χαρακτήρων στις ιστορίες μου, είτε συμβαίνουν στο τώρα είτε στο μέλλον, όπως συμβαίνει και σ’ αυτό το βιβλίο. Σχεδόν πάντα η ιστορία επαναλαμβάνεται κι εγώ απλά καλούμαι να βρω αυτόν τον χαρακτήρα, αυτή την ενέργεια, που θα δώσει κάτι το διαφορετικό. Κάτι αναπάντεχο, που ίσως έχουμε ανάγκη εκείνη τη δεδομένη στιγμή.