Κάθε συνάντηση μαζί του -ακόμα και εξ αποστάσεως- είναι απολαυστική. Αφορμή στάθηκε η κυκλοφορία του καινούργιου του βιβλίου, «Ζωή Μέχρι Χθες», ωστόσο η συνομιλία μας δεν διέτρεξε μόνο το «χθες». Κοντοστάθηκε στο σήμερα και ατένισε το αύριο.
Την προηγούμενη φορά, ένα μεσημέρι Δευτέρας πριν από τέσσερα χρόνια, καθόμασταν στο διαμέρισμα του 6ου ορόφου μιας πολυκατοικίας στο κέντρο της Αθήνας, το μπαλκόνι του οποίου ήταν πλημμυρισμένο από φυτά. Τον άκουγα να μου αφηγείται ιστορίες από τα παιδικά του χρόνια –και όχι μόνο- μ’ εκείνον τον γλυκόπικρο τρόπο που αποτελεί σήμα κατατεθέν του, τη μαεστρία του να μπολιάζει με χιούμορ ακόμα και τις πιο δυσάρεστες στιγμές ώστε να τις αποφορτίζει. Για τη μάνα του που, όταν έβλεπε τα θεατρικά που έγραφε, έλεγε: «Μα είναι δυνατόν; Ο κόσμος πληρώνει για να δει αυτά; Αυτά γράφει το παιδί μας; Εμείς φταίμε, που το δέρναμε κάποτε;». Και που αγόραζε όλα τα βιβλία του γιου της, στην Αλεξανδρούπολη, και τα έκαιγε για να μην τα διαβάσει συμπολίτης τους, ενώ ο εκδότης του έλεγε «Ω, διαβάζεσαι πολύ στην Αλεξανδρούπολη». Για την απόφασή του να μάθει να οδηγεί, στα 59 του, τη μεγαλύτερη του επιτυχία, συνηθίζει να λέει -«μεταξύ μας δεν πίστευα ότι θα μάθω, ήθελα απλώς να ακονίσω λίγο την υπομονή μου, να δω τι περιθώρια είχα- αλλά και τις στιγμές εκείνες που αισθάνεται ηλικιωμένος, «ίσως επειδή τώρα φεύγουν ολοένα και πιο συχνά από τη ζωή άνθρωποι κοντινοί μου, με μια ταχύτητα πιο γρήγορη από άλλοτε. Αλλά, εντάξει, προχωρά η ζωή. Κάθε ηλικία έχει τον δικό της φωτισμό». Και να που φτάνουμε τώρα, τέσσερα χρόνια μετά, να τα ξαναλέμε, εξ αποστάσεως αυτή τη φορά, με αφορμή την Αμφιτρίτη, την ηρωίδα του νέου του βιβλίου –μια γυναίκα στην ηλικία του. Ηλικία όπου αρχίζεις και μετράς τον χρόνο διαφορετικά, λέει. «Θέλεις να ζήσεις σωστότερα αυτό που σου απομένει. Όχι απαραίτητα με απολογισμούς αλλά με καλύτερο ή έστω υποφερτό φωτισμό. Εξάλλου οι περισσότεροι προβολείς έχουν πια χαμηλές εντάσεις…».
– Λέτε σε κάποιο σημείο του βιβλίου σας «Πρέπει να υιοθετήσεις προσεχτικά τη ζωή σου για να επιβιώσεις». Τι εννοείτε; Να μην παραδοθείς στο τυχαίο παραπάνω από όσο δικαιούται η εμπιστοσύνη στον εαυτό σου. Καλό να εμπιστεύεσαι τα ένστικτά σου αλλά χρειάζεται και μια στοιχειώδης στρατηγική. Αλλιώς γίνεσαι ήρωας μυθιστορήματος τετρακοσίων σελίδων το λιγότερο.
– Έχοντας στο παρελθόν τη χαρά να συνομιλήσω διά ζώσης μαζί σας και να μου αφηγηθείτε τη ζωή σας, έχω την αίσθηση, διατρέχοντας το βιβλίο σας, ότι κάπου σας είδα. Ή μάλλον, ότι πολλές φορές σας είδα. Πίσω από στιγμές, πίσω από λέξεις… Άλλοτε στο πρόσωπο της ηλικιωμένης πρωταγωνίστριας κι άλλοτε στον θαλερό νεαρό φίλο της. Θα έλεγα περισσότερο στο πρόσωπο της Αμφιτρίτης… Σωστά το επισημάνατε. Η ηρωίδα μου είναι συνομήλική μου, δηλαδή έχουμε ήδη ξανοιχτεί προς την όγδοη δεκαετία μας. Σε αυτή την ηλικία αρχίζεις και μετράς τον χρόνο διαφορετικά. Θέλεις να ζήσεις σωστότερα αυτό που σου απομένει. Όχι απαραίτητα με απολογισμούς αλλά με καλύτερο ή έστω υποφερτό φωτισμό. Εξάλλου οι περισσότεροι προβολείς έχουν πια χαμηλές εντάσεις.
– «Ο Ξανθούλης μοιάζει σαν να τρέφεται με αναμνήσεις». Το διάβασα κάπου με αφορμή το νέο σας βιβλίο και μου άρεσε. Ζείτε μέσα από το παρελθόν; Σας γοητεύει η ζωή του χθες; Το βιβλίο μου θέλει να εντάξει τις αναμνήσεις στον παρόντα χρόνο. Αυτό κάνω κι εγώ χωρίς βέβαια να ωραιοποιώ το χθες και τα μνημόσυνά του. Το χθες για μένα είναι απλά μια ιστορική αφορμή για να κατανοώ το σήμερα.
– Μήπως αναζητάτε κι εσείς, όπως και οι ήρωές σας, την εποχή της αθωότητάς που, θεωρητικά πάντα, όλοι μας τη σηματοδοτούμε στα πιο παλιά χρόνια, στα χρόνια της νεότητάς μας; Δεν πιστεύω σε εποχές αθωότητας. Προτιμώ να μιλώ για εποχή επίγνωσης. Κι όσο για τη νεότητα, δεν ξέρω αν συμφωνείτε νομίζω ότι αποτελεί την ηλικία-τρικλοποδιά. Αν πέσεις στην παγίδα της, ξοδεύεις ένα τεράστιο μέρος της ενέργειάς σου να συντηρείς πάση θυσία το πρόσωπο που δείχνει η φωτογραφία της πρώτης σου αστυνομικής ταυτότητας. Φρίκη!
– Η Αμφιτρίτη είναι στην ηλικία σας. Και επιστρέφει σε μια ζωή που άφησε ή μάλλον σε μια ζωή που δεν έζησε. Οδυνηρό ή λύτρωση; Η ηρωίδα μου Αμφιτρίτη Βράνη ψάχνει να βρει άκρη στα κενά της νεανικής της ζωής που για λόγους μυθιστορηματικούς καθόρισαν τον ψυχισμό της. Παρ’ όλα αυτά είναι συγκροτημένη αρκετά… για να μπορέσει να διαχειριστεί την αναζήτησή της.
– Τελικά το παρελθόν είναι τόσο δυσανάλογα καθοριστικό στη ζωή μας παρά το άγραφο, το εύπλαστο και κινητήριο μέλλον; Το παρελθόν είναι καθοριστικά επικίνδυνο γιατί, θέλουμε-δεν θέλουμε, είναι η μοναδική μας περιουσία. Η αντιμετώπισή του θέλει κάποια μαστοριά.
– Θα λέγατε πως όλα αλλάζουν στη ζωή -οι επιθυμίες ωστόσο παραμένουν; Κι αν συμβαίνει αυτό, έχει να κάνει με το κενό, το ανεκπλήρωτο ή με τη συνειδητοποίηση των χαμένων χρόνων; Όλοι έχουμε ανεκπλήρωτες επιθυμίες που ώς ένα σημείο αποτελούν και μοντέλο για τις μελλοντικές μας επιθυμίες. Ευτυχώς όμως που οι ηλικίες μας προτάσσουν κάθε τόσο άλλες προτεραιότητες.
– Το «Ζωή Μέχρι Χθες» τι σηματοδοτεί για σας; Είναι ένα ορόσημο; Η έκφραση μπορεί να διαβαστεί και ανάποδα; Ως η ζωή μετά; Ο τίτλος μου ενδεχομένως να επιδέχεται διαφορετικές αναγνώσεις. Ως συγγραφέας όμως υπερασπίζομαι την εβδομηντάχρονη ηρωίδα μου που με το επίρρημα «μέχρι» φωτίζει το μέλλον της αρκετά θετικά.
– Το εξώφυλλο είναι φιλοτεχνημένο από εσάς. Στον συρμό ενός τρένου, ένας ταξιδιώτης, μια μοναχική φιγούρα, βλέπει το τρένο -υποθέτω της ζωής του χθες… Πώς τα πάτε με τον χρόνο; Το εξώφυλλο δείχνει παροπλισμένα βαγόνια και μια μοναχική γυναικεία φιγούρα. Όμως υπάρχει και το φόντο που χρωματίζοντάς το είχα κατά νου τα ανοιξιάτικα απογεύματα της Σαρακοστής που συνηγορούν την ελπίδα. Ο χρόνος προχωρεί αμείλικτος για όλους. Τον θεωρώ απολύτως δημοκρατικό και δίκαιο.
– Μεγαλώνοντας είναι πράγματα που φοβάστε τα οποία δεν φοβόσασταν παλαιότερα; Δεν φοβάμαι, μόνο λυπάμαι που αδειάζει ο κόσμος από ανθρώπους που υπολόγιζα το αποτύπωμά τους.
– Υποθέτω -άλλωστε χρησιμοποιείτε και στην αρχή του βιβλίου σας ένα απόφθεγμα του Μπενγιαμίν, «Αληθινό μέτρο της ζωής είναι η ανάμνηση» – ότι η απώλεια μνήμης είναι κάτι που σας φοβίζει; Η απώλεια της μνήμης σημαίνει θάνατο και δυστυχώς κυκλοφορούν όλο και περισσότεροι ζωντανοί νεκροί που τους ξέρουμε αλλά εκείνοι δεν θυμούνται πως μας ξέρουν.
– Εσάς τι σας καθόρισε στα χρόνια της νεότητάς σας; Με καθόρισε οτιδήποτε σήμαινε αγάπη και γι’ αυτό σκέφτομαι με ευγνωμοσύνη τα πρόσωπα που μου την πρόσφεραν. Φυσικά εισέπραξα και αρκετή απόρριψη, γεγονός που ενίσχυσε επιθετικά την άμυνά μου.
– Τα «ρομαντικά λάθη» -είθισται της νιότης- πόσο λάθη είναι τελικά στη ζωή; Τι θα απαντούσατε σήμερα στα 73 σας; Τα ρομαντικά λάθη είναι αυτό που νομίζαμε ότι είναι ενώ δεν ήταν… Είχαν πάντως τη χάρη τους κατά κάποιον τρόπο.
– Στη ζωή έχει περισσότερη σημασία να ερωτευτεί κανείς ή να τον ερωτευτούν; Το να ερωτευτείς είναι μια ενδιαφέρουσα περιπέτεια, συχνά ισχυρότερη από το να σε ερωτευτούν.
– Σήμερα είμαστε περισσότερο ή λιγότερο συντηρητικοί από «χθες»; Περισσότερο ή λιγότερο ερωτικοί από «χθες»; Σήμερα είμαστε συντηρητικοί από βλακεία. Νομιμοποιήσαμε το κράξιμο των πιο ιδιωτικών μας στιγμών στο διαδίκτυο και το καμαρώνουμε… Αν είναι δυνατόν… Τι σόι ερωτισμός μπορεί να υπάρχει σε μια τόση υπερ-πληροφόρηση της ιδιωτικότητάς μας;
– Συνηθίζετε να χρησιμοποιείτε παράξενα ονόματα. Κι εδώ… Αμφιτρίτη / Διφενμπάχια… Από πού τα εμπνέεστε; Τα ονόματα δεν τα εφευρίσκω. Υπήρχαν και μάλιστα, απ’ ό,τι βλέπω, όλα ανεξαιρέτως τιμώνται από την Εκκλησία ακόμη και αν λέγεσαι «Μπαμτριαλαρό». Η Διφενμπάχια όμως στο βιβλίο μου είναι ονομασία φυτού.
– Επίσης σε πολλά βιβλία σας, τουλάχιστον σ’ αυτά που εγώ έχω διαβάσει, όπως και σ’ αυτό βεβαίως, σας αρέσει το βουητό, η πολυκοσμία, οι μεγάλες οικογένειες που περιβάλλουν τους ήρωες οι οποίοι είναι συχνά πιο εσωστρεφείς. Δεν ξέρω αν είμαι σωστός στη διαπίστωση, αλλά πάλι βλέπω εσάς. Τόσο εξωστρεφής αλλά και τόσο μοναχικός συνάμα… Δεν είχα αδέρφια, αλλά ξαδέρφια, θείες, θείους και οικογενειακούς φίλους που έκαναν αρκετά ευχάριστους θορύβους στις συγκεντρώσεις των γιορτών κι όχι μόνον. Αυτές τις καταστάσεις ανακαλώ όταν περιγράφω ανάλογες καταστάσεις. Συμμετείχα και παράλληλα τους κατασκόπευα.
– Έχουν να λένε ότι το χιούμορ κρύβει θλίψη. Το χιούμορ αλλά και ο αυτοσαρκασμός είναι, θα έλεγα, σήμα κατατεθέν σας –όχι μόνο στα βιβλία σας. Ισχύει; Το χιούμορ δεν είναι κάτι που το επινοείς. Ή το ‘χεις ή δεν το ‘χεις.
– Τι σας λείπει πιο πολύ αυτή την περίοδο; Και πώς αντισταθμίζεται; Η προσέγγιση σε λιγότερο του μισού μέτρου κι αυτό μάλλον δεν αντισταθμίζεται με τίποτα.
– Τα ταξίδια; Το αυτοκίνητο; Πού θα θέλατε να πάτε; Ποια διαδρομή θα θέλατε να κάνετε; Στο αυτοκίνητό μου έχω να μπω ενάμιση μήνα. Ανησυχώ μήπως και δεν με θυμάται πια. Μου λείπει το καθιερωμένο γιορταστικό ταξίδι στη Νορβηγία που ζει ο γιος μου με την οικογένειά του, μου λείπει η ρουτίνα του ταξιδιού Αθήνα-Έβρος οδικώς, μου λείπει η αίσθηση ότι δραπετεύω….
– Η ζωγραφική τι σας δίνει που δεν σας το προσφέρει η συγγραφή; Η ζωγραφική για μένα είναι άσκηση. Ασκώ την υπομονή μου, επιμηκύνω τον χρόνο μέσα από το σχέδιο και τα χρώματα. Είναι μια πολύ προσωπική διεργασία διαφυγής.
– Φοβίες έχετε; Τι σας φοβίζει σήμερα; Ανέκαθεν είχα φοβίες σε μεγάλη ποικιλία. Τον μεγαλύτερο φόβο μου τον προξενούσαν οι αδυναμίες μου τις οποίες καταπολεμούσα συχνά με ολέθριες συνέπειες. Σε γενικές γραμμές όμως έχω κάτι οξύμωρα ηρωικό.
– Ανασφάλειες; Οι ανασφάλειες είναι ώς ένα σημείο προσόν και συνεχίζω να παραμένω ανασφαλής προσοντούχος.
– Εμμονές; Τις εμμονές τις μοιράζω στους ήρωες των βιβλίων μου. Ας πούμε, το κόμπλεξ μου με τα μαθηματικά που υπήρξαν ο εφιάλτης μου το αναδεικνύω σε υπέρτατο χάρισμα στα μυθιστορήματα. Και τώρα η Αμφιτρίτη Βράνη διαπρέπει ως μαθήτρια που λύνει τους γόρδιους δεσμούς των ασκήσεων όπως και πριν δέκα χρόνια η δεσποινίς Πελαγία που μάλιστα σπούδαζε μαθηματικός στο Πανεπιστήμιο.
– Επιρρεπής σε κάτι είστε; Επιρρεπής είμαι στο να μην είμαι καχύποπτος με τους ανθρώπους. Γενικά θέλω να βλέπω την καλή τους πλευρά. Δεν μπορώ να κάνω ακτινογραφίες για να βρω ελαττώματα.
– Με την ιδέα του θανάτου πώς τα πάτε; Η ιδέα του θανάτου είναι υποφερτή όταν σκέφτομαι πως προτού γεννηθώ κι αποκτήσω συνείδηση ο κόσμος χόρευε, τραγουδούσε, έκανε έρωτα και στο Χόλιγουντ γύριζαν το «Όσα παίρνει ο άνεμος» και τη «Ρεβέκκα». Έτσι λοιπόν θα είναι και μετά από μένα. Οι υπερπαραγωγές θα συνεχίζονται.
– Διάβασα να λέτε με χιούμορ πως θα γίνετε σώταφος στην Πύλο. Χωρίς να θέλω να γίνω μακάβριος, επιτρέψτε μου να ρωτήσω: Τι θα θέλατε να γραφτεί στην επιτύμβια πλάκα σας; Η Πύλος είναι τόπος καταγωγής της συζύγου μου, πέρα από το ιστορικό βάρος της ναυμαχίας του Ναυαρίνου. Επίσης είναι ένα από τα άκρα της Ελλάδας. Αν σκεφθείτε ότι γεννήθηκα στο αντίθετο άκρον, στον Έβρο… μάλλον είναι λογική επιλογή. Όσο για την επιτύμβια πλάκα κ.λπ.… προτιμώ να γράφει «Ανδρών επισφαλών πάσα γη… λάθος».
– Η υστεροφημία σας σάς απασχολεί; Όχι βέβαια. Μόνον οι ήρωες του Τσέχωφ ανησυχούσαν αν θα τους θυμούνται σε τριακόσια χρόνια. Νομίζω εκείνες οι ταλαίπωρες «Τρεις αδερφές»…
– Για ποιο βιβλίο σας αισθάνεστε περισσότερο υπερήφανος; Διάβασα πολλές κριτικές να λένε πως αυτό είναι «το σημαντικότερο των έργων σας». Δεν έχω τέτοιου είδους πολυτέλειες, δηλαδή να ξεχωρίζω βιβλία. Όλα εγώ τα έγραψα σε διαφορετικές ηλικίες και διαθέσεις. Το «Ζωή Μέχρι Χθες» με αντιπροσωπεύει γι’ αυτό που είμαι τώρα.
– Αν η ζωή σας ήταν τοπίο, πώς θα μου το περιγράφατε κ. Ξανθούλη; Αν η ζωή μου ήταν τοπίο, θα είχε ωραιότατη συννεφιά με προοπτική βροχής, πολλά δέντρα χειμωνιάτικα και άφθονο χώρο για να παρκάρω γιατί στο παρκάρισμα ακόμη δυσκολεύομαι. Και στο βάθος ένα σινεμά.
– Κάτι τελευταίο -αν περιπλανηθώ σήμερα στην οδό Αχαρνών, μπορεί να δω εκείνους τους κεραμικούς αγγέλους, το αφτί των οποίων έγλειφε η Αμφιτρίτη και είχαν γεύση βενζίνης και βροχής; Πού μπορώ να τους συναντήσω; Οι άγγελοι από καιρό εγκατέλειψαν τα μπαλκόνια, όπως ξέρετε. Πιθανότατα να κατέληξαν ντελιβεράδες, οπότε τα πράγματα δυσκολεύουν… στην αναγνώρισή τους….
* Το βιβλίο του Γιάννη Ξανθούλη «Ζωή Μέχρι Χθες» κυκλοφορεί από τις εκδόσσεις Διόπτρα σε όλα τα βιβλιοπωλεία.
Φιλελεύθερα, 27.12.2020.