Mία μεγάλη καλλιτέχνις της Γαλλίας, η ηθοποιός και τραγουδίστρια Ζιλιέτ Γκρεκό, άφησε την τελευταία της πνοή πλήρης ημερών. Μία γυναίκα που ενσάρκωσε την ελευθερία, τον επαναστατικό αισθησιασμό και την απελευθέρωση του πνεύματος.
Η «μούσα των υπαρξιστών», η Γαλλίδα ηθοποιός και τραγουδίστρια Ζιλιέτ Γκρεκό, που έγινε διάσημη ερμηνεύοντας τραγούδια του Λεό Φερέ, του Ζακ Πρεβέρ και του Σερζ Γκενσμπούρ, πέθανε την Τετάρτη σε ηλικία 93 ετών.
«Η Ζιλιέτ Γκρεκό έσβησε αυτήν την Τετάρτη, 23 Σεπτεμβρίου 2020, περιστοιχισμένη από τους δικούς της ανθρώπους στο πολυαγαπημένο σπίτι της, στο Ραματουέλ» της νοτιοανατολικής Γαλλίας. «Η ζωή της ήταν έξω από τα συνηθισμένα» ανέφερε στην ανακοίνωση η οικογένεια.
«Ακόμη και στα 89 της χάριζε αίγλη στο γαλλικό τραγούδι», πρόσθεσε. Μέχρι δηλαδή το αγγειακό εγκεφαλικό επεισόδιο που υπέστη το 2016, την ίδια χρονιά που έχασε και τη μοναχοκόρη της, τη Λοράνς-Μαρί, χτυπημένη από τον καρκίνο.
«Μου λείπει φρικτά. Το κίνητρό μου για τη ζωή, είναι να τραγουδώ! Το τραγούδι, είναι η πληρότητα, εμπεριέχει το σώμα, το ένστικτο, το κεφάλι» δήλωσε πολύ πρόσφατα η ίδια σε μια συνέντευξη που δημοσιεύτηκε τον Ιούλιο στο περιοδικό Telerama.
«Φεύγει μια πολύ μεγάλη κυρία» ήταν η πρώτη αντίδραση του Αλεξάντρ Μπο, του παραγωγού της τελευταίας περιοδείας της. Η Ζιλιέτ ήταν κουρασμένη εδώ και λίγο καιρό αλλά διατηρούσε ζωντανό το πνεύμα της, όπως μαρτυρά η συνέντευξη-ποταμός στο Telerama» σχολίασε.
Η Γκρεκό γεννήθηκε το 1927. Ο πατέρας της ήταν αστυνομικός από την Κορσική, η μητέρα της από το Μπορντό. Μετά το διαζύγιο των γονιών της μεγάλωσε με τη μητέρα και τους παππούδες της, αρχικά στο Μπορντό και κατόπιν στο Παρίσι. Κατά τη διάρκεια της γερμανικής κατοχής, η 16χρονη τότε Ζιλιέτ συνελήφθη από την Γκεστάπο και βασανίστηκε. Η μητέρα και η μεγαλύτερη αδελφή της, που συμμετείχαν στη γαλλική αντίσταση, εκτοπίστηκαν στο Ράβεσνμπρουκ αλλά η Ζιλιέτ, λόγω του νεαρού της ηλικίας της, αφέθηκε ελεύθερη. Η οικογένεια επανενώθηκε το 1945.
Κατά τη διάρκεια της γερμανικής κατοχής, η 16χρονη τότε Ζιλιέτ συνελήφθη από την Γκεστάπο και βασανίστηκε. Η μητέρα και η μεγαλύτερη αδελφή της, που συμμετείχαν στη γαλλική αντίσταση, εκτοπίστηκαν στο Ράβεσνμπρουκ αλλά η Ζιλιέτ, λόγω του νεαρού της ηλικίας της, αφέθηκε ελεύθερη. Με προτροπή της φιλολόγου της στο σχολείο, της Ελέν Ντικ, παρακολουθεί μαθήματα θεάτρου, κερδίζει κάποιους ρόλους, εργάζεται στο ραδιόφωνο.
Παράλληλα, γνωρίζεται με τη διανόηση της εποχής, γίνεται φίλη του Ζαν Πολ Σαρτρ, της Σιμόν ντε Μποβουάρ του Μπορίς Βιάν, της Αν Μαρί Καζαλίς, της Μαργκερίτ Ντιράς και σύντροφος του Μάιλς Ντέιβις. Συχνάζει τα βράδια στο θρυλικό καμπαρέ Le Tabou. Στη συνέχεια άρχισε να παίζει σε κλαμπ και καφέ. Η αγαπημένη κυρία του γαλλικού τραγουδιού έγινε διάσημη ερμηνεύοντας τραγούδια του Λεό Φερέ, του Ζακ Πρεβέρ και του Σερζ Γκενσμπούρ, για να ακολουθήσει μια καριέρα που διήρκεσε οκτώ δεκαετίες.
Και έγινε μούσα Γάλλων φιλοσόφων και ποιητών της μεταπολεμικής γενιάς, ιέρεια του υπαρξισμού και δημιουργικό εφαλτήριο για πολλούς καλλιτέχνες. Ο Ζαν Πολ Σαρτρ είχε πει για εκείνη: «Η Γκρεκό έχει εκατομμύρια ποιήματα στη φωνή της».
Ως ηθοποιός είχε συνεργαστεί με μεγάλες προσωπικότητες, όπως ο Ζαν Κοκτώ, ο Όρσον Γουέλς, η Ίνγκριντ Μπέργκμαν και Άβα Γκάρντνερ.
Ζει μια έκρηξη νεότητας στο απελευθερωμένο Παρίσι, όπου γεννιέται ο υπαρξισμός, ανάμεσα στους τοίχους των κλαμπ. Χωρίς να έχει πετύχει κάτι σημαντικό στην καριέρα της μέχρι τότε, διαπιστώνει ότι έχει γίνει η μούσα του Σεν-Ζερμέ-ντε-Πρε και αποφασίζει ότι πρέπει να δικαιολογήσει αυτόν τον τίτλο: και αφοσιώνεται στο τραγούδι.
Ο Ρεϊμόν Κενό και ο Σαρτρ υπογράφουν τις πρώτες επιτυχίες της, τα τραγούδια «Si tu t’imagines» και «La Rue des Blancs-Manteaux». Διευρύνει το ρεπερτόριό της, με τραγούδια των Πρεβέρ, Μπορίς Βιάν, Σαρλ Αζναβούρ. Εμφανίζεται στο Olympia, για πρώτη φορά, το 1954.
Πρότυπο της μοντέρνας γυναίκας
Μετά τον γάμο-αστραπή με τον ηθοποιό Φιλίπ Λεμέρ, με τον οποίο απέκτησε τη μοναχοκόρη της, ερμηνεύει τη δεκαετία του 1960 τραγούδια των μεγαλύτερων στιχουργών και συνθετών της εποχής: Σερζ Γκενσμπούρ, Ζακ Μπρελ, Ζορζ Μπρασένς. «Γνώρισα τους πιο καταπληκτικούς ανθρώπους που υπήρχαν», έλεγε η ίδια.
Η Γκρεκό ήταν το πρότυπο της μοντέρνας γυναίκας: «Ήμουν πολύ προχωρημένη στην εποχή μου, άλλωστε ήμουν το αντικείμενο του απόλυτου σκανδάλου. Δεν το επιδίωξα ποτέ, έτσι είμαι, δεν μπορώ να κάνω κάτι» έλεγε.
Παράλληλα, παίζει στον κινηματογράφο, στην ταινία «Καλημέρα θλίψη» (1958) που βασίστηκε στο ομώνυμο μυθιστόρημα της Φρανσουάζ Σαγκάν, σε σκηνοθεσία του Ότο Πρέμινγκερ. Θριαμβεύει και στην τηλεόραση, πρωταγωνιστώντας στη μίνι σειρά «Μπελφεγκόρ ή το Φάντασμα του Λούβρου», το 1965.
Καθώς τα χρόνια περνούν, συνεχίζει τις επιτυχημένες περιοδείες στο εξωτερικό, διατηρώντας πάντα τις ίδιες πεποιθήσεις και την ίδια πολιτική ιδεολογία, ταγμένη στη γαλλική Αριστερά. Το 1966 παντρεύεται τον ηθοποιό Μισέλ Πικολί από τον οποίο θα πάρει διαζύγιο έντεκα χρόνια αργότερα. Το 1988 παντρεύεται τον πιανίστα Ζεράρ Ζουανέ, στενό φίλο του Ζακ Μπρελ, ο οποίος την συνόδευε και στη σκηνή.
Είχε ερμηνεύσει και τον δικό μας, Γιάννη Σπανό κι είχε τραγουδήσει για τελευταία φορά στην Ελλάδα το 2015, όταν σε ηλικία 88 ετών έκανε την παγκόσμια αποχαιρετιστήρια περιοδεία της με τίτλο «Merci» και επέλεξε για πρώτο σταθμό την Αθήνα. Η περιοδεία την έφερε μεταξύ άλλων και στον Καναδά, το Ισραήλ, τη Γερμανία, την Ολλανδία, όπου γνώρισε για ύστατη φορά την αποθέωση.
Πηγή: ΑΠΕ- ΜΠΕ