Ο Γεράσιμος Σκιαδαρέσης θα προτιμούσε να μην είναι και τόσο αναγνωρίσιμος. 

Είναι μια τις πιο χαρακτηριστικές φιγούρες του ελληνικού θεάτρου, της τηλεόρασης και του κινηματογράφου, με διεθνή παρουσία και με μια συνεπή 40ετή πορεία. Είναι επίσης ένας από τους πιο ευπροσήγορους επαγγελματίες του χώρου. Ο Γεράσιμος Σκιαδαρέσης έρχεται στην Κύπρο ως… αμπιγιέρ, στο ομότιτλο, κλασικό έργο του Ρον Χάργουντ με το οποίο σημειώνει μια ακόμη επιτυχημένη διαδρομή στην Ελλάδα, με συμπρωταγωνιστή τον Ιεροκλή Μιχαηλίδη. Μέσα από τον μικρόκοσμο των συντελεστών ενός θιάσου, ο «Αμπιγιέρ» έρχεται αντιμέτωπος με τα μεγάλα και διαχρονικά προβλήματα των ανθρώπινων σχέσεων. Σε ό,τι έχει να κάνει με τη μοναξιά, πάντως, ο δημοφιλής πρωταγωνιστής μάλλον δεν έχει ιδιαίτερο πρόβλημα, αφού δηλώνει ότι του αρέσει.  

Τι καθιστά αυτό το έργο διαχρονικό και επίκαιρο; Περιγράφει σχέσεις οι οποίες είναι πάντα διαχρονικές, όπως το παιχνίδι μεταξύ εξουσιαστή και εξουσιαζόμενου, οι ρόλοι των οποίων εναλλάσσονται. Αλλά δεν είναι μόνο οι σχέσεις που το καθιστούν κλασικό. Είναι όλη η ατμόσφαιρα που δίνει μια αρκετά ρεαλιστική εικόνα του κόσμου του θεάτρου, έτσι όπως δεν τη βλέπουμε σε άλλα έργα. Είναι ο κόσμος του θεάτρου με τη σκληρότητά του, τη μοναξιά του, την τραγωδία του. Δεν φωτίζει μόνο τη φωτεινή πλευρά, αλλά και τη δύσκολη, τη σκοτεινή.

Πόσο κοντά στην πραγματικότητα είναι η εικόνα των θεατρικών παρασκηνίων, όπως παρουσιάζονται από τον Χάργουντ; Πλέον δεν υπάρχουν τόσο έντονα πια αυτές οι σχέσεις των μεγάλων πρωταγωνιστών, που έχουν από πίσω μια αυλή με παρατρεχάμενους. Αλλά, πέρα από την επιφάνεια, η ουσία των σχέσεων παραμένει απαράλλαχτη και είναι πραγματική και ζωντανή. Αναφέρομαι στις σχέσεις μεταξύ των ηθοποιών, τις σχέσεις του θιασάρχη με τους ηθοποιούς κ.ο.κ. 

Εντοπίζετε γνώριμες εμπειρίες που είχατε κι εσείς στην πορεία της καριέρας σας; Βέβαια. Τα έχουμε συναντήσει όλοι αυτά στο θέατρο. Όπως επίσης κι αυτές τις στιγμές μοναξιάς πίσω από το καμαρίνι που περιγράφει το έργο, αλλά και το παιχνίδι εξουσίας που πολλές φορές εξελίσσεται. Συμβαίνει σε όλες τις δουλειές, όχι μόνο στο θέατρο. 

Πώς διαχειριστήκατε τις δικές σας στιγμές μοναξιάς; Σας πέρασε από το μυαλό ν’ αλλάξετε δουλειά; Όχι, συνήθως μαθαίνεις να ζεις μ’ αυτό και συμβιβάζεσαι. Ύστερα είναι και ανάλογα με τον άνθρωπο. Κάποιοι το αντέχουν και μπορούν να το διαχειριστούν, κάποιοι άλλοι όχι. Εγώ θεωρώ ότι το διαχειρίζομαι. Είμαι και μοναχικός τύπος, μια αγοραφοβία την έχω. Δεν μπορώ τον πολύ συγχρωτισμό, με ταράζει. Μ’ αρέσει η μοναξιά, οπότε δεν είχα και ιδιαίτερη δυσκολία ως προς αυτό.

Πώς είναι η χημεία με τον συμπρωταγωνιστή σας, Ιεροκλή Μιχαηλίδη; Με τον Ιεροκλή δουλεύουμε πολλά χρόνια μαζί. Εννοείται ότι για να συμβαίνει αυτό, προφανώς και υπάρχει μια καλή σχέση, προφανώς και υπάρχει χημεία. Έχουμε ίδιο κώδικα υποκριτικής, έχουμε τις ίδιες απόψεις για το θέατρο, για τη δουλειά μας κι αυτό μάς κάνει να μπορούμε να συνυπάρχουμε πάνω στη σκηνή άνετα και χωρίς κανένα πρόβλημα. 

Πόσο σημαντική είναι η χημεία όταν πρόκειται για τέτοιου είδους ρόλους; Είναι σημαντική η χημεία, αλλά να μην πάμε κι από την άλλη πλευρά, ότι δηλαδή δεν γίνεται να δουλέψεις και αλλιώς. Γιατί πάνω απ’ όλα είμαστε και επαγγελματίες. Έχουμε κληθεί να δουλέψουμε με ανθρώπους που δεν τους γουστάρουμε και πολύ. Είσαι αναγκασμένος να το λαμβάνεις αυτό υπόψη και  να το κάνεις. Δεν σημαίνει ότι πρέπει να γουστάρεις κάθε συνεργάτη. Αλλά εντάξει, άμα βρεθεί κάποιος που τα πας και καλά μαζί του κι έχετε κοινούς κώδικες, τότε το διαφυλάσσεις αυτό. Γι’ αυτό δουλεύουμε τόσα χρόνια μαζί με τον Ιεροκλή. Δεν βρίσκεται συχνά μια τέτοια σχέση.

Απολαμβάνετε περισσότερο τους καλούς ρόλους ή τις καλές συνεργασίες; Εάν γίνεται να συνδυάζονται και τα δύο, ακόμη καλύτερα. Το καθένα ξεχωριστά, πάντως, είναι καλός λόγος για να σε κρατήσει σε μια δουλειά. Μπορεί να κάνεις κάτι που ο ρόλος να μη σε ιντριγκάρει και τόσο, αλλά να έχεις καλή συνεργασία και καλή παρέα κάθε μέρα κι αυτό να σε κρατάει. Στην προηγούμενη δουλειά που κάναμε με τον Ιεροκλή, το «Μινόρε», ο δικός μου ρόλος δεν ήταν ενδιαφέρων, ήταν ασήμαντος. Η καλή παρέα όμως μάς κράτησε δύο χρόνια στα οποία περάσαμε καλά. Στον «Αμπιγιέρ», με όποιον και να έπαιζα αυτόν τον ρόλο, είναι τέτοιος που θα κρατούσε ζεστό το ενδιαφέρον μου για καιρό. Έχει κι ο ρόλος αρκετή δύναμη για να με εξιτάρει. Άλλες φορές, λοιπόν, επενδύεις στον ρόλο κι άλλες στην παρέα.  

Υπάρχουν ενδιαφέροντες συνάδελφοί σας με τους οποίους να μην ταιριάζουν τα χνώτα σας κι αυτό να δημιουργεί τριβές; Φαντάζομαι πως ναι. Δεν είμαι δύσκολος άνθρωπος, θεωρούμαι καλός συνεργάτης στον χώρο και δεν έχω ιδιαίτερες απαιτήσεις και προβλήματα, όπως έχω πετύχει συνεργασίες που δεν πέρασα καλά. 

Θα λέγατε ότι οι συμβιβασμοί είναι μέσα στο παιχνίδι στη δουλειά σας; Ως ένα σημείο. Όσο μπορείς ν’ αντέξεις. Όπως σε κάθε χώρο εργασίας, κάνεις συμβιβασμούς. Γιατί δεν μπορεί να τινάξεις εύκολα στον αέρα μια δουλειά, επειδή δεν ανέχεσαι μύγα στο σπαθί σου ή δεν σου αρέσει η φάτσα κάποιου. Υπάρχουν κι άλλοι εργαζόμενοι από πίσω και δεν μπορείς να τους κρεμάσεις και να τους αφήσεις χωρίς δουλειά επειδή δεν ανέχτηκες μια κουβέντα παραπάνω ή μια περίεργη συμπεριφορά. Βεβαίως, κάθε φορά εκτιμάς τα πράγματα ανάλογα. Υπάρχουν φορές που δεν αντέχεις και αναγκάζεσαι να φύγεις. 

Με τα χρόνια έχετε γίνει πιο ανεκτικός ή πιο άτεγκτος; Έχει σίγουρα αυξηθεί η ικανότητά μου να διαχειρίζομαι αυτές τις καταστάσεις. Νεότερος δεν τα διαχειριζόμουν τόσο καλά. Τώρα τα διαχειρίζομαι καλύτερα, αλλά εκ των πραγμάτων τα αντιμετωπίζω πιο σπάνια. Μεγαλώνοντας, είναι δύσκολο να σου δημιουργήσει πρόβλημα κάποιος. Γιατί πλέον έχεις και μια ιστορία πίσω σου. Συνήθως αυτά τα αντιμετωπίζεις όντας νεότερος. Δυστυχώς, εκεί «χτυπάνε» οι περισσότεροι: στον νεότερο και στον άπειρο, που είναι πιο ευάλωτος. 

Συνδέεστε συναισθηματικά με τους χαρακτήρες που υποδύεστε; Καταρχάς τους αγαπάω. Πρέπει να τους αγαπήσω όλους, γιατί αλλιώς δεν μπορώ να τους παίξω. Δηλαδή, αν δεν γνωρίσω και δεν συνδεθώ με τον χαρακτήρα, αν δεν του βρω δικαιολογητικά και ευαισθησίες κι αν δεν εντοπίσω στοιχεία που μού αρέσουν κι εμένα, δεν μπορώ να τον υποστηρίξω. Αλλά από εκεί και πέρα, όχι. Μετά την παράσταση δεν έχω καμία σχέση μαζί του. 

Αγαπάτε και τους κακούς χαρακτήρες; Εννοείται. Κυρίως αυτούς. Γιατί τον καλό τον αγαπάμε όλοι, αλλά τον κακό μόνο εγώ που τον παίζω και πρέπει να βρω κάποιες ρωγμές ευαισθησίας, κάποια στοιχεία για να τον αγαπήσω και να τον κάνω δικό μου. Κανένας δεν κάνει το κακό θεωρώντας ότι κάνει το κακό. Όλοι έχουν ένα άλλοθι, μία δικαιολογία για τη συμπεριφορά τους κι εγώ πρέπει να βρω ποια είναι. 

Με άλλα λόγια, προτιμάτε τους χαρακτήρες που είναι πιο προβληματικοί, πιο σύνθετοι; Το σίγουρο είναι ότι είναι πιο ενδιαφέροντες από αυτούς που είναι πολύ κοντά σε σένα. Αλλά καμιά φορά, αν έχεις καιρό να παίξεις κάτι που είναι κοντά σε σένα, έχει κι αυτό το ενδιαφέρον του. Γιατί αισθάνεσαι και λίγο σαν να κάνεις ψυχανάλυση, σαν να βγάζεις τα δικά σου μυστικά στην επιφάνεια, εκ του ασφαλούς. 

Δεν είναι αβανταδόρικο να ταιριάζει ο ρόλος στον ηθοποιό; Οι αβανταδόρικοι ρόλοι δεν έχουν να κάνουν με το αν σου ταιριάζει ή όχι. Είναι από μόνοι τους τέτοιοι. Κάποιοι είναι πολύ καλά γραμμένοι, έχουν μεγάλη γκάμα συναισθημάτων κι έχεις πράγματα να παίξεις. Αυτό δεν έχει να κάνει με το αν σου μοιάζει ή όχι. Οι ρόλοι που σου μοιάζουν συνήθως είναι πιο «επικίνδυνοι», γιατί εκεί μπορεί να βαρεθείς ή να εφησυχάσεις επειδή το βρίσκεις εύκολο και να μην ψάξεις βαθύτερα. Έτσι, μπορεί να βγει κάτι εύκολο, επιφανειακό, αλλά και αδιάφορο συνάμα. Πρέπει λοιπόν να το κάνεις εσύ ενδιαφέρον. Αλλιώς, αν δεν έχεις πράγματα καινούρια να ψάξεις, κινδυνεύεις να σε φάει η ρουτίνα και η πλήξη. 

Απολαμβάνετε το ίδιο τη δουλειά σας σήμερα σε σχέση με τα αθώα και άγουρα πρώτα σας βήματα; Την απολαμβάνω πια ανάλογα με τις συνθήκες. Δηλαδή, άμα είναι καλές οι συνθήκες και ο ρόλος, τότε την απολαμβάνω όσο στην αρχή. Όταν δεν είναι καλές οι συνθήκες λέω «αμάν, γιατί δεν έχω βγει στη σύνταξη να τελειώνω;». Με πιάνει μια αγανάκτηση που παλιότερα δεν με έπιανε. Παίζει, βέβαια, ρόλο και η ηλικία. Λέω στον εαυτό μου «εντάξει, έφτασα τα 65, γιατί να τα περνώ αυτά;» Νομίζω ότι είναι φυσιολογικό και δικαιολογημένο.

Με τα χρόνια αραιώνουν οι ρόλοι, ειδικά οι πρωταγωνιστικοί. Τι είδους ρόλους αναζητείτε σ’ αυτό το στάδιο της πορείας σας; Ρόλοι πάντα υπάρχουν. Από την άλλη μεριά, δεν έχω και άλλη πηγή εισοδήματος για να ζήσω. Αναγκαστικά, πρέπει να δουλεύω. 

Το κάνετε από ανάγκη δηλαδή; Και από ανάγκη, βεβαίως. Γιατί; Σας κάνει εντύπωση; Θεωρείτε ότι έχουμε βγάλει τόσα πολλά χρήματα που πλέον μπορούμε να ζήσουμε χωρίς να δουλεύουμε; 

Δεν το εννοούσα έτσι, αλλά από την άποψη ότι θεωρητικά κάνετε μια δουλειά που απολαμβάνετε… Την απολαμβάνω, αλλά κάποιες στιγμές πρέπει και να δουλέψω. Αν δεν μου λάχει κάτι που να με γοητεύει ιδιαίτερα, θα επιλέξω το λιγότερο κακό. Γιατί πρέπει να δουλέψω για να ζήσω. 

Έχετε σκεφτεί τι δουλειά θα μπορούσατε να κάνετε αν δεν ήσασταν ηθοποιός; Πολλές θα μπορούσα να κάνω, αλλά δυστυχώς δεν έχω καμία καβάτζα για να μπορώ να ζήσω και απ’ αλλού. Και οι δουλειές που μου αρέσουν εμένα δεν είναι και για καβάτζες, περισσότερο έχουν να κάνουν με τη φύση, τη θάλασσα, με τέτοια πράγματα. Είναι δουλειές στις οποίες πρέπει να αφιερωθείς. 

Ποια είναι η άποψη που έχετε σχηματίσει για τη νέα γενιά καλλιτεχνών, το νέο αίμα και έμψυχο υλικό του ελληνικού θεάτρου; Θεωρώ ότι έχουμε πολύ καλό έμψυχο υλικό και νέο και παλιό. Και πάντα θα έχουμε. Νομίζω ότι αυτή η χώρα έχει μια ικανότητα να βγάζει καλούς ηθοποιούς, παρόλο που τίποτα δεν βοηθά προς αυτή την κατεύθυνση. Βγάζουμε από μόνοι μας, χωρίς βοήθεια. Είναι φαίνεται καταγεγραμμένο στο DNA μας ότι φτιάξαμε το θέατρο, γεννήσαμε το θέατρο και λίγο- πολύ είναι μέρος της ιδιοσυγκρασίας μας. Κι έτσι βγαίνουν συνέχεια καλοί ηθοποιοί. Αλλάζουν οι κώδικες, αλλά το θέατρο εξακολουθεί να τροφοδοτείται με νέο αίμα, με εξαιρετικούς ηθοποιούς. Κι αυτό θα συμβαίνει για πάντα. 

Είναι θέμα DNA λέτε ή μήπως παίζουν ρόλο κάποιοι ψυχοκοινωνικοί παράγοντες; Λέω DNA, γιατί τίποτα σ’ αυτή την πολιτεία δεν σε σπρώχνει προς τα εκεί. Εμένα κανείς δεν μου είχε μιλήσει για το θέατρο, κανείς δεν μ’ έκανε να το αγαπήσω. Δεν με βοήθησε ούτε το σχολείο, η εκπαίδευση, ούτε κανείς άλλος και σίγουρα δεν με ώθησε προς τα εκεί κάποιος θεσμός. Δεν ξέρω πώς αλλιώς να το πω και να το εξηγήσω, γι’ αυτό το αποδίδω στο DNA. Μπορεί να είναι κάτι άλλο, πάντως αυτές που ευνοούν την ανάπτυξη του θεάτρου σίγουρα δεν είναι η ελληνική πολιτεία και οι συνθήκες. 

Πότε ανακαλύψατε τη γοητεία του θεάτρου; Όταν μπήκα στη Σχολή, στο πρώτο έτος. Βασικά, μπήκα γιατί ήθελα να πάρω αναβολή και μετά ανακάλυψα ότι μου αρέσει πολύ. Αρχικά, ήταν μια εύκολη λύση. Δηλαδή, συνέβη σχεδόν τυχαία. 

Θυμάστε τη στιγμή που γύρισε το κουμπί και είπατε «θα γίνω ηθοποιός»; Δεν ήταν μια συγκεκριμένη στιγμή. Σιγά- σιγά έγινε. Ακούγοντας κάποιους δασκάλους μου, άρχισε να με γοητεύει πολύ κι επειδή δεν ήμουνα ο τύπος που έλεγε ότι θα γίνει οπωσδήποτε ηθοποιός, είχα ένα ελεύθερο και κριτικό μάτι. Δεν είχα κανένα από τα συμπλέγματα που πιθανόν να κουβαλάνε πολλοί που ονειρεύονται να γίνουν ηθοποιοί. Δεν ήθελα να γίνω σταρ, ή κάποιος σημαντικός. Το γεγονός ότι μόνος μου σκοπός ήταν να πάρω αναβολή λειτούργησε θετικά για μένα, γιατί μού έδωσε την ελευθερία να παρατηρώ και όσα βλέπω να μη με επηρεάζουν πολύ. Δηλαδή, έλεγα ότι έτσι κι αλλιώς εγώ χέστηκα αν θα γίνω ηθοποιός. Δεν με απασχολούσε ιδιαίτερα, οπότε ήμουν χαλαρός κι αυτό μάλλον μου έκανε καλό. 

Ποια περίοδο της πορείας σας ανακαλείτε με περισσότερη νοσταλγία; Δεν πάσχω από παρελθοντολαγνεία. Με τη δουλειά νομίζω ότι τα πράγματα πηγαίνουν όλο και καλύτερα και χαίρομαι όλο και περισσότερο. Εντάξει νοσταλγώ κι εγώ, όπως όλοι, κάποιες στιγμές τις νιότης που περνάγαμε φανταστικά και μπορούσαμε να τα κάνουμε όλα. Αλλά μέχρι εκεί. 

Δηλαδή στην περίπτωσή σας ισχύει το «κάθε αύριο και καλύτερα»; Όχι, δεν είμαι τόσο αισιόδοξος. Μακάρι να ήμουν. Από την άλλη, όμως, δεν είμαι προσκολλημένος στο παρελθόν. 

Νιώθετε να σας γοητεύουν πια άλλα πράγματα καλλιτεχνικά, ότι ίσως θέλετε να κάνετε κάποια στροφή; Όχι, δεν θα ήθελα να κάνω καμία στροφή. Είμαι ικανοποιημένος μ’ αυτά που έχω κάνει. Θα ήθελα να μπορώ να δουλέψω αρκετό καιρό ακόμη, να αντέξω δηλαδή κι άλλα χρόνια κι από εκεί και πέρα ό,τι έρθει. Δεν σχεδιάζω και πολλά πράγματα. 

Η σκηνοθεσία δεν σας ενδιαφέρει; Όχι ιδιαίτερα. Αν τύχει κάτι που έχει ενδιαφέρον μπορεί και να το κάνω κάποτε. Αλλά δεν με απασχολεί. Προτιμώ να παίζω. 

Υπό ποιες προϋποθέσεις η αναγνωρισιμότητα είναι χρήσιμη; Είναι χρήσιμη κι έχει τα καλά της σε μερικές περιπτώσεις. Μπορεί να σε εξυπηρετήσουν καλύτερα σε μια υπηρεσία, να μη σε αγνοούν, να μη σε κακομεταχειρίζονται. Έχει τύχει να γλιτώσω μέχρι και κλήση από την τροχαία. 

Επαγγελματικά δεν είναι χρήσιμη; Δεν προκύπτουν περισσότερες προτάσεις; Είναι, αλλά δεν μετράει μόνο αυτό, αλλά και το πόσο καλά κάνεις τη δουλειά. Τελευταία προσπαθούν να μας επιβάλουν ότι πρέπει να έχουμε followers στο Instagram. Ως ένα σημείο παίζει κι αυτό ρόλο ως προς την προσέλευση, αλλά δεν έχει επέλθει ακόμη η άλωση της δουλειάς μας ώστε να μετράει μόνο αυτό. Ευτυχώς, εξακολουθεί να είναι σημαντικό το να κάνεις καλά τη δουλειά. 

Ποιο είναι το χειρότερο κομμάτι στη δουλειά σας; Η αναγνωρισιμότητα και η φήμη. Είμαι ένας άνθρωπος που πάντα αντιπαθούσε τη φήμη. Δεν μ’ αρέσει καθόλου. Θα προτιμούσα χίλιες φορές να μου κόβουν κλήσεις οι τρονοχονόμοι, αλλά να μπορούσα να πιω έναν καφέ χωρίς να με αναγνωρίζει κανένας. Από νωρίς, ευτυχώς, είδα πόσο επικίνδυνο είναι αυτό και πόσο δύσκολο να διαχειριστεί κανείς. Ούτε εγώ το διαχειρίστηκα με ευκολία, αλλά θεωρώ ότι τελικά τα κατάφερα. Δεν το άφησα να με επηρεάσει, να με κάνει να καβαλήσω το καλάμι. Ούτε το άφησα να επηρεάσει την ίδια τη δουλειά μου. Πολλές αποφάσεις μου ήταν κόντρα στην προοπτική της φήμης και πολλές επιλογές με πήγαιναν πίσω ως προς αυτό το κομμάτι. Αλλά δεν μ’ ενδιαφέρει γιατί ήθελα να εξισορροπώ τα πράγματα. Η ισορροπία είναι το κλειδί.

Είχε και κόστος αυτό; Μπορεί να κόστισε, αλλά ήταν επιλογή μου. Μόνος μου οδήγησα τα πράγματα προς τα εκεί. Ενδεχομένως, αν ήθελα να εξαργυρώσω περισσότερο αυτή τη φήμη, να είχα σήμερα μία άλλη οικονομική κατάσταση. Δεν με νοιάζει.

Τι απεχθάνεστε περισσότερο στο περιβάλλον εργασίας σας; Θεωρώ ότι όλοι απεχθανόμαστε τα ίδια πράγματα. Για παράδειγμα, τις κακοποιητικές συμπεριφορές, τις κακές συνθήκες, την έλλειψη σεβασμού. Αυτά σε όλες τις δουλειές είναι λίγο- πολύ τα ίδια. Απλώς στον δικό μας χώρο κάποιες φορές είναι πιο έντονο. Βρισκόμαστε αντιμέτωποι με δύσκολες συνθήκες. Κι όταν βλέπεις ότι οφείλεται στην έλλειψη στοιχειώδους φροντίδας και νοιαξίματος για τη δουλειά σου, τότε σε ενοχλεί και προσπαθείς όσο πιο ευγενικά γίνεται να το διορθώσεις. 

Η δημοσιότητα που προσέλκυσε τα τελευταία χρόνια το φαινόμενο των κακοποιητικών συμπεριφορών πόσο έχει βελτιώσει τα πράγματα; Στην ουσία, λίγο και επιδερμικά. Εξακολουθούμε να αντιμετωπίζουμε μεγάλη απαξίωση. Κάτι που συμβαίνει μόνο σ’ αυτή τη χώρα είναι ότι συχνά θεωρούμε αυτονόητο ότι ο ηθοποιός είναι εργαλείο προς χρήση που ανά πάσα στιγμή πατάς το κουμπάκι on- off και δουλεύει. Δεν είναι έτσι. Εκεί που έχουν αλλάξει λίγο τα πράγματα προς το καλύτερο είναι σε ό,τι αφορά τις ακραίες συμπεριφορές. Στην καθημερινότητα, όμως, υπήρχαν και θα υπάρχουν πάντα κακοποιητικές συμπεριφορές, ειδικά απέναντι σε νέους, οι οποίες απλά δεν είναι ποινικά κολάσιμες. Το να μιλά ο άλλος άσχημα, να απαξιώνει, να ειρωνεύεται κ.λπ. είναι φαινόμενα που συναντώ καθημερινά και με ενοχλούν. Ελπίζω μόνο ότι η νέα γενιά, που το βιώνει έντονα σήμερα αυτό, μελλοντικά θα οδηγήσει τα πράγματα σε μια οριστική βελτίωση. Αλλά μάλλον είναι μια φρούδα ελπίδα. 

Νιώθετε άνετα στη θέση του θεατή; Εγώ πάντα θεατής αισθάνομαι σ’ αυτό που κάνω. Είμαι και θεατής, είμαι και κριτικός. Πάντα με παρακολουθώ, καταλαβαίνω και είμαι συνήθως ο πιο αυστηρός κριτής τους εαυτού μου. Γι’ αυτό και δεν με αφορά και τόσο η κριτική. Υπό την έννοια ότι έχω ήδη προλάβει να κάνω πολύ πιο αυστηρή κριτική στον εαυτό μου από οποιοδήποτε άλλον. Δεν μπορώ να ξεφύγω από το να είμαι θεατής. 

  • INFO «Ο Αμπιγιέρ»: 19 & 20/3 Λευκωσία, Δημοτικό Θέατρο Στροβόλου (8ο Φεστιβάλ Θεάτρου Στροβόλου), 21/3 Μαρκίδειο Θέατρο Πάφου, 22/3 Παττίχειο Θέατρο Λεμεσού, 8.30μ.μ. Εισιτήρια: ticketmaster & ACS Courier

Ελεύθερα, 17.3.2024