Ο παγκοσμίου φήμης χορογράφος Λόρκα Μασίν, δημιουργός του θρυλικού μπαλέτου «Ζορμπάς ο Έλληνας», επιβεβαιώνει στα Ελεύθερα ότι η αδάμαστη καρδιά του Ζορμπά κρύβεται μέσα σ’ όλους μας.
Είναι αυτή τη στιγμή ένας από τους πιο φημισμένους εν ζωή χορογράφους στον κόσμο και γιος ενός εκ των κορυφαίων όλων των εποχών, του Ρώσου Λεονίντ Μασίν (1896-1979). Επισήμως είχε λάβει το όνομα του πατέρα του: Λεονίντ ο Νεότερος. Ωστόσο, όταν ήταν 14 ετών έλαβε ως υποκοριστικό το επίθετο του αγαπημένου ποιητή της οικογένειας Μασίν, δηλαδή του Φεντερίκο Γκαρθία Λόρκα. Έκτοτε πορεύεται ως Λόρκα Μασίν διαγράφοντας μια λαμπρή και κοσμοπολίτικη σταδιοδρομία αρχικά ως χορευτής και αργότερα ως χορογράφος, έχοντας θητεύσει στο πλευρό των πιο περίβλεπτων του 20ού αιώνα: του Μορίς Μπεζάρ, του Τζορτζ Μπαλανσίν και φυσικά του πατέρα του. Μεγαλύτερο και διασημότερο επίτευγμα αυτής της πορείας είναι το μπαλέτο «Ζορμπάς ο Έλληνας», που έχει αφήσει ανεξίτηλο αποτύπωμα στην παγκόσμια σκηνή κι έχει συνδέσει αξεδιάλυτα τη γλώσσα της κίνησης με το ελληνικό πνεύμα. Το μπαλέτο αυτό παρουσιάζεται για πρώτη φορά από το 2001 στην ανοιχτή σκηνή του Μεσαιωνικού Κάστρου της Πάφου, σε μια υπερπαραγωγή του Εθνικού Θεάτρου Σλοβενίας του Μάριμπορ που συνδυάζει τον χορό με την αθάνατη μουσική του Μίκη Θεοδωράκη και το άσβεστο φως του μεσογειακού ουρανού. Ο γεννημένος το 1944 στη Νέα Υόρκη δημιουργός συνέλαβε το κορυφαίο έργο του στο στούντιο του σαρακηνικού πύργου που είχε διαμορφώσει ο πατέρας του στο ιδιόκτητο νησί του Γκάλο Λούνγκο, στην Ιταλία. Ο Λεονίντ Μασίν είχε αγοράσει στις αρχές της δεκαετίας του 1920 αυτή τη βραχονησίδα που βρίσκεται στη συστάδα των Σειρηνουσών στ’ ανοιχτά της Χερσονήσου του Σορέντο, απέναντι από το Ποζιτάνο. Μάλιστα, με τη συμβολή του κορυφαίου αρχιτέκτονα και στενού του φίλου, Λε Κορμπιζιέ, έχτισε εκεί μια εξαίσια έπαυλη με πανοραμική θέα. Δέκα χρόνια μετά τον θάνατό του, το 1989, το ιδιόκτητο νησί πωλήθηκε στον Ρούντολφ Νουρέγιεφ, γεγονός μεταιχμιακό στη ζωή του Λόρκα Μασίν, που αργότερα θα δήλωνε: «άφησα το νησί, αλλά βρήκα τον Ζορμπά». Μιλώντας στα «Ελεύθερα», εξηγεί πώς είναι να δίνεις σάρκα και οστά στο πνεύμα του Καζαντζάκη και πώς χορογραφείς έναν μυθικό χαρακτήρα που αντιπροσωπεύει την ελευθερία, την αυθεντικότητα και τη χαρά. Με άλλα λόγια, πώς φιλοτεχνείς μια αθάνατη εμπειρία που μιλά μέσα από τη γλώσσα της ζωής όπως βιώνεται στο παρόν.
–Ποια είναι η προσωπική σας σχέση με τον Ζορμπά μετά από τόσα χρόνια; Δεν έχει αλλάξει. Ο Ζορμπάς βρίσκεται μαζί μου εδώ και δεκαετίες, όχι μόνο ως ρόλος που διαμόρφωσα για τη σκηνή, αλλά ως ζωντανό πνεύμα που περπατά δίπλα μου. Ο χορός του δεν έχει παλιώσει, ούτε και η έμπνευση που αντλώ απ’ αυτόν.
–Τι σημαίνει για εσάς ο Ζορμπάς σήμερα, σ’ αυτό το στάδιο της ζωής και της πορείας σας; Είναι η ευτυχία που μου επιστρέφει το κοινό. Όταν βλέπω τον κόσμο να σηκώνεται όρθιος, να χτυπά παλαμάκια στον ρυθμό από το συρτάκι, να χαμογελά με δάκρυα στα μάτια, καταλαβαίνω ότι ο Ζορμπάς είναι κάτι παραπάνω από χορογραφία. Είναι ένα καρδιοχτύπι που μοιραζόμαστε. Αυτή η επιστροφή ενέργειας, χαράς, είναι το μεγαλύτερο δώρο που μου προσφέρει αυτό το έργο.
–Η μουσική του Μίκη Θεοδωράκη είναι βαθιά ριζωμένη στην ελληνική ψυχή. Πώς μεταφράζετε αυτήν την «ελληνικότητα» στη γλώσσα του χορού για ένα διεθνές κοινό; Η ελληνική ψυχή αναβλύζει από τις προγονικές της ρίζες, τρεφόμενη από τη λογοτεχνία, την τέχνη και τη φιλοσοφία, τις δυνάμεις που διαμόρφωσαν όχι μόνο τον Θεοδωράκη, αλλά και τον κόσμο ολόκληρο. Η μουσική του αφουγκράζεται τον παλμό του κόσμου και απαντά με την αρμονία που η ανθρωπότητα ενστικτωδώς αναζητά. Η γλώσσα του χορού, όπως και η ζωή η ίδια, είναι η πιο αγνή έκφραση της κίνησης.
–Πώς επηρεάζει το ανοιχτό σκηνικό του Μεσαιωνικού Κάστρου της Πάφου την αφήγηση και τη σκηνοθετική προσέγγιση; Τα υπαίθρια θέατρα μαγεύουν με μια συμπαντική διάσταση, ο ουρανός είναι η μόνη τους στέγη. Στην Πάφο, η ανάσα της θάλασσας διασχίζει τη σκηνή, οι αρχαίες πέτρες κρατούν τη μνήμη αιώνων και η νύχτα τυλίγει τους χορευτές με την απέραντη αγκαλιά της. Σ’ έναν τέτοιο χώρο, το Κάστρο δεν πλαισιώνει απλώς την ιστορία: γίνεται μέρος του σφυγμού της, υποστηρίζοντας κάθε κίνηση σαν να είχε γεννηθεί εκεί.

–Ο Ζορμπάς είναι ένας χαρακτήρας πληθωρικός, υπερβατικός, σχεδόν μυθικός. Ποια θεωρείτε ότι είναι η πιο βαθιά ανθρώπινη ποιότητά του; Η αγάπη για την πίστη, η χαρά της ζωής που αγκαλιάζει τόσο τον πόνο όσο και την απώλεια, αλλά ξεπερνά και τα δύο για να αγγίξει τον θρίαμβο του ανθρώπινου πνεύματος. Το μεγαλείο του Ζορμπά δεν έγκειται στο να αγνοεί τον πόνο, αλλά στο να χορεύει μέσα απ’ αυτόν. Μας διδάσκει ότι η χαρά δεν είναι η απουσία βασάνων, αλλά είναι το θάρρος να ζεις με πληρότητα, παρά τα βάσανα.
–Έχετε πει ότι ο Ζορμπάς «χορεύει τη ζωή». Τι έχουν ξεχάσει οι σύγχρονες κοινωνίες απ’ αυτόν τον τρόπο ύπαρξης; Μέσα σ’ όλους μας κρύβεται η αδάμαστη καρδιά του Ζορμπά, ένας παλμός που ξέρει ν’ αρπάζει τον άνεμο, να γελά μπροστά στη θλίψη, να πίνει τη ζωή χωρίς μέτρο. Η σύγχρονη ύπαρξη το καταπνίγει αυτό κάτω από ημερολόγια, έγνοιες και το μονότονο βουητό της ρουτίνας. Έχουμε ξεμάθει την τέχνη του να είμαστε παρόντες, του να κοιτάμε τον άλλο στα μάτια χωρίς βιασύνη, του να τιμούμε τις μικρές, φωτεινές στιγμές. Ο χορός του Ζορμπά δεν είναι νοσταλγία· είναι κάλεσμα να ξυπνήσουμε αυτήν την υπνώσασα φλόγα.
–Με ποια κριτήρια επιλέγετε τον χορευτή που θα ενσαρκώσει τον Ζορμπά; Τι πρέπει να διαθέτει πέρα από την τεχνική αρτιότητα; Πρέπει να μπορεί να μεταφράσει το σώμα σε ψυχή. Η τεχνική από μόνη της δεν αρκεί. Ο Ζορμπάς απαιτεί έναν άνδρα που να μπορεί να είναι ταυτόχρονα ευάλωτος και παράφορος με την ίδια ανάσα. Χρειάζεται να κουβαλάει το βάρος της ζωής στους ώμους του και παρ’ όλα αυτά να είναι ικανός να ανοίγει διάπλατα τα χέρια του στον άνεμο. Το κοινό πρέπει να διακρίνει όχι μόνο τα βήματα του χορευτή, αλλά και το πνεύμα του.
–Έχετε υπογράψει δεκάδες χορογραφικά έργα κι ωστόσο ο Ζορμπάς παραμένει το σήμα κατατεθέν σας. Νιώσατε ποτέ αυτό να σας επιβαρύνει; Καθόλου. Η μουσική του Θεοδωράκη και το μυθιστόρημα του Καζαντζάκη γεμίζουν την ψυχή μου και βγάζουν από μέσα μου τις καλύτερες πτυχές του εαυτού μου. Ο Ζορμπάς δεν είναι βάρος, αλλά ένα σπίτι στο οποίο μπορώ να επιστρέφω. Κάθε αναβίωση, κάθε νέα διανομή ρόλων φέρνει κάτι απρόσμενο κι έτσι το έργο εξακολουθεί να με εκπλήσσει.

–Μεγαλώσατε στη σκιά- ή στο φως- ενός θρυλικού πατέρα. Πότε συνειδητοποιήσατε ότι είχατε τη δική σας φωνή; Ένιωθα ελεύθερος, αν και λάτρευα το έργο του πατέρα μου. Η κληρονομιά του ήταν μια επιβλητική παρουσία, αλλά δεν έριχνε σκιά πάνω μου. Αντίθετα, μού άνοιγε έναν ορίζοντα. Κατάλαβα νωρίς ότι τα δικά μου βήματα θα ακολουθούσαν ένα διαφορετικό μονοπάτι κι αυτή η επίγνωση δεν αποτελούσε πράξη αντίδρασης, αλλά απελευθέρωσης.
–Πώς ανακαλείτε τον εαυτό σας ως παιδί; Υπερκινητικό, με μια ονειρική εμμονή. Ήμουν πάντα σε κίνηση: έτρεχα, φανταζόμουν, εφεύρισκα. Και παρόλο που μου επιβαλλόταν πειθαρχία, δεν μπορούσα να μη σπάζω τους κανόνες.
–Πιστεύετε ότι οι άνθρωποι είναι προδιατεθειμένοι προς μια συγκεκριμένη κατεύθυνση στη ζωή; Όχι. Οι κατευθύνσεις είναι τέκνα της γνώσης και της πνευματικότητας. Η ζωή μάς διαμορφώνει μέσα απ’ όσα μαθαίνουμε κι όσα πιστεύουμε. Το πεπρωμένο είναι ένα μονοπάτι που χαράσσουμε βήμα- βήμα.
–Πότε συνέβη η πρώτη σας ρήξη με την παράδοση; Αν και η παράδοση είναι η ραχοκοκαλιά του πολιτισμού, τις πλείστες φορές ακολούθησα το ένστικτό μου, καθοδηγούμενος από μια βαθιά και ακλόνητη διαίσθηση. Σέβομαι την κληρονομιά, αλλά πιστεύω πως η τέχνη πρέπει να αναπνέει, πρέπει να είναι ελεύθερη να κινείται προς απρόσμενες κατευθύνσεις.

–Έχετε συνεργαστεί με τον Τζορτζ Μπαλανσίν, τον Μορίς Μπεζάρ, τον πατέρα σας, Λεονίντ Μασίν. Τι έχετε πάρει από τον καθένα; Παρατηρούσα, παρατηρούσα και παρατηρούσα. Από τον Μπαλανσίν, την αρχιτεκτονική της κίνησης. Από τον Μπεζάρ, το θέατρο του σώματος. Από τον πατέρα μου, τη σύνθεση της κίνησης.
–Έχετε νιώσει ποτέ πραγματικά μια χώρα ως δική σας; Υπάρχει η αίσθηση της «πατρίδας» σ’ έναν περιπλανώμενο καλλιτέχνη; Έχω πολλές πατρίδες και αισθάνομαι οικεία στις περισσότερες, αλλά ως Ρώσος μετανάστης, μια ήσυχη κενότητα θα με συνοδεύει πάντα. Η σκηνή είναι η αληθινή μου πατρίδα και ανήκει σε όλους.
-Τι σημαίνει για εσάς η λέξη «ελευθερία» στην τέχνη και στη ζωή; Κρίση ριζωμένη στην παιδεία και την κουλτούρα. Ελευθερία δεν είναι να κάνουμε ό,τι μάς καπνίσει. Είναι να επιλέγουμε συνετά, με κατανόηση και σεβασμό.
–Νιώσατε ποτέ οι φόβοι είναι αυτοί που μας καθοδηγούν στη ζωή; Ο φόβος είναι ο χειρότερος εχθρός του ανθρώπου, αν και η φρόνηση παραμένει ένας αναπόδραστος σύντροφος. Ο φόβος μπορεί να μάς παραλύσει· η φρόνηση να μάς καθοδηγήσει.
–Έχετε χορογραφήσει ποτέ τον θάνατο; Έχετε φανταστεί πώς θα θέλατε να τον χορέψετε; Ναι. Με τα «Τέσσερα Τελευταία Τραγούδια» του Ρίχαρντ Στράους. Είναι ένας αποχαιρετισμός πλημμυρισμένος με φως, η ύστατη χειρονομία μιας ζωής αφιερωμένης εξ ολοκλήρου στον χορό. Και στη σιωπή του στοχασμού, αναδύεται ο «Χορός του Θανάτου» (Totentanz) του Χάινριχ Χάινε. Όχι ως μακάβριο όραμα, αλλά ως το απόλυτο pas de deux, ένα ντουέτο χορού όπου ο Χρόνος παραδίδει τα ηνία και το Εγώ διαλύεται μέσα στο άπειρο.
–Τι θα θέλατε να μείνει από εσάς, όταν πια δεν θα υπάρχετε; Πεποίθησή μου είναι ότι πρέπει να ζούμε στο παρόν. Ωστόσο, αν ο «Ζορμπάς» συνεχίζει να ζωντανεύει στη σκηνή, ευχαρίστως θα απογειωθώ και θα πετάξω μακριά μ’ ένα πλατύ χαμόγελο. Όσο ο χορός συνεχίζεται, θα συνεχίζω κι εγώ.
- INFO Το μπαλέτο «Ζορμπάς ο Έλληνας» με τη συμμετοχή 150 καλλιτεχνών παρουσιάζεται στην Πλατεία Μεσαιωνικού Κάστρου Πάφου την Παρασκευή 26 και το Σάββατο 27 Σεπτεμβρίου, στις 8μ.μ. Εισιτήρια: Sold Out Tickets.
Χορηγοί επικοινωνίας: Ο Φιλελεύθερος και Active 107,4
Ελεύθερα, 7.9.2025