«Αφήσαμε τα μνημόνια, πιάσαμε τα πρωτόκολλα», μου είπε πριν από μερικές μέρες ένας φίλος, μεταξύ σοβαρού και αστείου, σχολιάζοντας τα όσα βιώνουμε, τονίζοντας ότι για να κυκλοφορήσουμε σε διάφορους χώρους πρέπει να κρατάμε από ένα υγειονομικό στο χέρι και να έχουμε κι ένα τεστ στο κινητό μας.
Γιατί αυτά είναι μερικά από τα όσα βιώνουμε, φυσικά όχι μόνο όσα προκύπτουν από την πανδημία του κορωνοϊού, ως μία ιδιαίτερα σοβαρή υγειονομική κρίση, αλλά και όσα προκύπτουν από αποφάσεις, Διατάγματα, ακραίες συμπεριφορές πολλές φορές, αντιφάσεις και παραδοξότητες. Ως γνωστόν, από τέτοιες δεν έχουμε παράπονο. Ζήσαμε αμέτρητες τα τελευταία δύο χρόνια που βρισκόμαστε υπό τον στενό κλοιό του κορωνοϊού. Αρκετές από αυτές τις αντιφάσεις και παραδοξότητες, οι οποίες δυστυχώς, δεν προέρχονται μόνο από πολίτες αλλά και από την Κυβέρνηση –από την οποία θα ανέμενε κανείς πιο… επαγγελματικό χειρισμό σε συγκεκριμένα ζητήματα, κυρίως σήμερα, δύο χρόνια μετά– διατυπώθηκαν πολλάκις τόσο στη στήλη αυτή, όσο και σε στήλες άλλων συναδέλφων, που το κίνητρο της πένας τους είναι μόνο να επισημάνει τα κακώς έχοντα σε μία προσπάθεια να συμβάλουν στη βελτίωση και όχι να προβεί σε μια στείρα και ισοπεδωτική κριτική.
Φυσικά, για να είμαστε απόλυτα ειλικρινείς, δύο χρόνια μετά, αναμέναμε ότι οι αρμόδιοι που λαμβάνουν τις πολιτικές αποφάσεις και οι οποίες μας αφορούν και μας επηρεάζουν όλους ανεξαιρέτως, σε όποια «σχολή σκέψης» και να ανήκουμε, αλλά κι εμείς οι πολίτες (όχι όλοι, καθώς γενίκευση δεν σηκώνουν τέτοια θέματα), θα μαθαίναμε κάτι παραπάνω. Ή μάλλον θα σκεφτόμασταν πιο ψύχραιμα. Γιατί δυστυχώς, δεν είναι μόνο ο διχασμός του κόσμου, τον οποίο προκάλεσαν σε μεγάλο βαθμό οι κυβερνώντες με τις κατά καιρούς αλλοπρόσαλλες αποφάσεις και τοποθετήσεις τους, στέλνοντας λανθασμένα μηνύματα – ό,τι χειρότερο σε μια περίοδο κρίσης όπου βασιλεύει ο φόβος για την υγεία και δη για την ίδια τη ζωή -, αλλά και κάποιες ακραίες συμπεριφορές που είδαμε τις τελευταίες μέρες. Συμπεριφορές, οι οποίες συμβάλλουν τα μέγιστα στον αποπροσανατολισμό από την ουσία.
Ξεκάθαρα, λοιπόν: Οι βανδαλισμοί σχολείων με σπρέι, με εμπρησμούς και τοποθετήσεις εκρηκτικών μηχανισμών δεν έχουν θέση στην κοινωνία. Τα σχολεία είναι οι χώροι παιδιών και εκπαιδευτικών, ανθρώπων που δεν ευθύνονται για τα όποια στραβά και ανάποδα αποφασίζονται αλλού. Το να κάψει κάποιος ένα σχολείο ή να τοποθετήσει βόμβα, θέτει αυτομάτως σε κίνδυνο τα ίδια τα παιδιά, τα οποία όλοι οφείλουμε να προστατεύσουμε, ανεξαρτήτως πεποιθήσεων που έχουμε στο θέμα της COVID-19. Δεν μπορώ να φανταστώ ένα παιδάκι, το πρωί που πήγαινε σχολείο αν άγγιζε ή αν ερχόταν με κάποιο τρόπο σε επαφή με τον μηχανισμό που δεν εξερράγη, πώς θα ήμασταν σήμερα, τι θα λέγαμε, τι θα νιώθαμε…
Αφήνοντας τα έκτροπα σε σχολεία, πάμε εν τάχει και στις… περισπούδαστες πολιτικές αποφάσεις που θα ισχύσουν από τις 15 του μήνα για τους ανεμβολίαστους συμπολίτες μας. Μεταξύ άλλων, δεν θα μπορούν να βγουν για φαγητό, ούτε με αρνητικό τεστ. Δηλαδή, ούτε και με βούλα ότι είναι υγιείς θα μπορούν να διακινηθούν σε συγκεκριμένους χώρους, ανεξαρτήτως εάν εκεί θα βρίσκεται ο ιός από άλλους που θα μπορούν να κυκλοφορούν και δεν θα το γνωρίζουν οι άνθρωποι.
Από όλη αυτή την κατάσταση που ζούμε, ίσως ένα από τα πιο εκνευριστικά που ακούμε είναι το επιχείρημα κυβερνώντων περί κινήτρων για εμβολιασμό. Όχι, κύριοι, ανεξαρτήτως απόψεων περί εμβολιασμών, η αλήθεια είναι μία: Δεν πρόκειται για κίνητρα, πρόκειται για εξαναγκασμό. Και οφείλετε, τουλάχιστον, να είστε ειλικρινείς.