Νέα βουτιά κατέγραψε σήμερα η τουρκική λίρα, που απώλεσε ακόμη 6% της αξίας της σε σχέση με το δολάριο, μετά τις δηλώσεις του προέδρου Ταγίπ Ερντογάν που διαβεβαίωσε ότι δεν θα αυξηθούν τα επιτόκια για να σταθεροποιηθεί το νόμισμα.
Ο Ερντογάν πιέζει κάθε μήνα την Κεντρική Τράπεζα να μειώσει τα επιτόκια παρά τον πληθωρισμό, που, σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία ξεπέρασε το 21% σε ετήσια βάση και πιθανόν να φθάσει το 30% τους προσεχείς μήνες, σύμφωνα με τους οικονομικούς αναλυτές.
Σε δήλωση που μεταδόθηκε αργά χθες το βράδυ, αλλά μαγνητοσκοπήθηκε το Σάββατο, ο πρόεδρος της Τουρκίας επικαλέσθηκε τις αρχές του ισλάμ, που απαγορεύει τον τοκισμό, για να δικαιολογήσει την πολιτική του.
«Ως μουσουλμάνος, θα κάνω ό,τι η θρησκεία μας με προστάζει να κάνω. Αν το θέλει ο Θεός, ο πληθωρισμός θα μειωθεί όταν γίνει δυνατόν».
Ο Ερντογάν απάντησε μέσω των δηλώσεων αυτών στην έκκληση που απηύθυνε η οργάνωση των τούρκων επιχειρηματιών στο τέλος της περασμένης εβδομάδας καλώντας τον να αναλάβει δράση για την αντιμετώπιση της κρίσης.
«Οι πολιτικές επιλογές που εφαρμόζονται δεν δημιούργησαν μόνο νέες δυσκολίες για τον κόσμο των επιχειρήσεων, αλλά επίσης και για τους συμπολίτες μας», αναφέρεται στην ανακοίνωση της Tusia, της τουρκικής εργοδοτικής οργάνωσης που αντιπροσωπεύει το 85% περίπου των επιχειρηματιών και βασικών εξαγωγέων της Τουρκίας.
«Κατά συνέπεια, είναι επείγον να αποτιμηθούν οι ζημίες που έχουν προκληθεί στην οικονομία και να επιστρέψουμε στις οικονομικές αρχές που διέπουν την οικονομία της αγοράς», αναφέρεται στην ανακοίνωση της Tusia που εκδόθηκε από το γραφείο της στην Ουάσινγκτον.
Απαντώντας στην έκκληση αυτή, ο Ερντογάν βιντεοσκόπησε τις δηλώσεις που μεταδόθηκαν χθες το βράδυ: «Παραπονούνται για την μείωση των επιτοκίων. Αλλά από μένα μην περιμένετε τίποτε άλλο».
Από τον Ιανουάριο, η τουρκική λίρα έχει χάσει το 57% της αξίας της έναντι του δολαρίου και για τους Τούρκους η κατάρρευση αυτή μεταφράζεται σε μη διαχειρίσιμη εκτίναξη των τιμών, ενώ η χώρα βρίσκεται σε υψηλό βαθμό εξάρτησης από τις εισαγωγές, κυρίως στον τομέα των πρώτων υλών και της ενέργειας.
Οι τιμές βασικών προϊόντων όπως το ηλιέλαιο έχουν εκτιναχθεί κατά 50% σε διάστημα ενός έτους.
Κόντρα Ερντογάν-Επιχειρηματιών
Μετά τις επικρίσεις εκπροσώπων του επιχειρηματικού κόσμου σχετικά με τις μειώσεις των επιτοκίων της Κεντρικής Τράπεζας και την παρέμβαση συναλλάγματος από τη μείωση των αποθεματικών, η Τουρκική Ένωση Επιχειρηματιών και Βιομηχάνων (TÜSİAD) ζήτησε να εγκαταλειφθούν οι πολιτικές που εφαρμόστηκαν τους τελευταίους μήνες, οι οποίες βασίζονται στα χαμηλά επιτόκια. Ο Τούρκος Πρόεδρος από την πλευρά του ανταπάντησε ότι “το τουρκικό έθνος δεν θα σας επιτρέψει να ανατρέψετε αυτή την Κυβέρνηση και να την αντικαταστήσετε με μια νέα, την οποία θα μπορείτε να εκμεταλλευτείτε”.
Πάντως η Γκιουλντέμ Αταμπάι δηλώνει ότι “από τη μία πλευρά, ο κατώτατος μισθός αυξήθηκε κατά 50%, αλλά θα καταλυθεί ενόψει του αυξανόμενου πληθωρισμού πριν από το τέλος του πρώτου τριμήνου του έτους. Η μειωμένη αγοραστική δύναμη των νοικοκυριών, η αυξανόμενη φτώχεια, η αυξανόμενη ανεργία, το κύμα χρεοκοπίας των εταιρειών που είναι η ραχοκοκαλιά της οικονομίας θα είναι το άγχος του 2022”.
Υποστηρίζει ότι “μετά από αυτό το διάστημα, η αύξηση των επιτοκίων δεν είναι λύση. Για να σταματήσει η ορμή του πληθωρισμού, απαιτείται αύξηση επιτοκίου τουλάχιστον 10-15 μονάδων. Παρόλο που ο Ερντογάν λέει ότι δεν θα το κάνει αυτό, εάν πρέπει να το κάνει, μόνο θα επιδεινώσει την κατάσταση και θα πυροδοτήσει ένα κύμα χρεοκοπίας”.
Και ο διευθυντής του διεθνούς οίκου αξιολόγησης Standard & Poor, Μαξίμ Ριμπνίκοφ, στην αξιολόγησή του για τις οικονομικές πολιτικές ανέφερε ότι “η παρούσα οικονομική πολιτική είναι μη βιώσιμη”. Ο Ρίμπνικοφ είπε ότι εάν συνεχιστούν οι μειώσεις των επιτοκίων, θα αυξηθεί η πιθανότητα ελέγχου κεφαλαίων. “Αυτό δεν είναι το βασικό μας σενάριο, αλλά νομίζω ότι μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως έσχατη λύση στην Τουρκιά”, ανέφερε ο Ρίμπνικοφ για τον έλεγχο κεφαλαίων.
ΚΥΠΕ-ΑΠΕ