Έδωσε συνέντευξη στην εφημερίδα Frankfurter Allgemeine Zeitung, ο Ερσίν Τατάρ, και τον ρώτησαν: «Τι έχετε ενάντια στη λύση ενός κράτους». Η απάντησή του είναι ίσως η πιο ειλικρινής απάντηση που δόθηκε από Τουρκοκύπριο: «Σε ένα ομοσπονδιακό κράτος θα προκύψει η απαίτηση να αποσυρθεί η Τουρκία από την Κύπρο. Όμως η Τουρκία, ως εγγυήτρια δύναμη, έχει δικαίωμα να διατηρεί στρατεύματα στο νησί. Η Τουρκία δεν θα φύγει ποτέ από την Κύπρο».

Είπε κι άλλα, όμως τα άλλα είναι ανοητολογίες. Ότι, ας πούμε, «ένα ενιαίο κράτος βασισμένο στην ομοσπονδιακή αρχή θα σήμαινε ότι η πλειοψηφία αφομοιώνει τη μειοψηφία». Ανοητολογίες, διότι με όσα συμφώνησαν κατά καιρούς οι ηγέτες μας, διασφαλίζεται ότι δεν πρόκειται να συμβεί κάτι τέτοιο. Ο κίνδυνος είναι να συμβεί ακριβώς το αντίθετο. Αλλά, αυτό που υπήρχε στο μυαλό των Τουρκοκυπρίων, όλων όσων βρέθηκαν προηγουμένως στη θέση του Τατάρ, ήταν να είναι τέτοιες οι ρυθμίσεις που θα συμφωνηθούν ώστε η Τουρκία να μην φύγει ποτέ από την Κύπρο. Το πρόβλημα είναι ότι εμείς δεν το θέσαμε ποτέ ως προτεραιότητα, το θέταμε μόνο μεταξύ μας για να εμπλουτίζονται οι συζητήσεις στις τηλεοράσεις.

Όταν δήλωνε ο Μουσταφά Ακιντζί ότι, «πρέπει να γίνει κατανοητό πως η προσέγγιση του ”να μη μείνει ούτε ένας στρατιώτης και να τερματιστούν εξολοκλήρου οι εγγυήσεις” δεν βοηθά την όλη διαδικασία» (28/8/16) και ότι «το ζήτημα των εγγυήσεων θα μπορούσε να επανεξεταστεί μετά από 15 χρόνια, όταν θα έχουν παρέλθει τρεις προεδρικές θητείες, και αφού διαπιστωθεί ότι το σύστημα λειτουργεί ομαλά» (12/12/16), ήταν φυσικά πιο διαλλακτικός από τον Τατάρ. Αλλά, επί της ουσίας στο ίδιο αποτέλεσμα οδηγούσε η διαλλακτικότητά του.

Ακόμα και για το δικαίωμα μονομερούς επέμβασης ήταν διαλλακτικός. Η επέμβαση να γίνεται αν το ζητήσουν οι Τουρκοκύπριοι, έλεγε. «Αν ο τ/κ λαός αισθανθεί τον εαυτό του υπό απειλή, τότε η βουλή του μπορεί να ζητήσει τη βοήθεια της Τουρκίας» (19/9/2016). Λες και αυτό διαφοροποιεί την ουσία. Που ούτως ή άλλως, εάν οι Τ/κ δεχθούν επιθέσεις από τους Ε/κ και ζητήσουν βοήθεια από την Τουρκία δεν θα είναι ανάγκη να είναι εγγυήτρια για να επέμβει. Ο άλλος διαλλακτικός, ο Μεχμέτ Αλί Ταλάτ, τα έλεγε διαφορετικά. «Αν οι εγγυήσεις της Τουρκίας δεν συνεχιστούν, τότε η συμφωνία, όταν οδηγηθεί σε δημοψήφισμα, δεν θα περάσει», διότι «οι Τουρκοκύπριοι θέλουν να νιώθουν ασφαλείς» (Χαβαντίς, 18/1/2017).

Λοιπόν, ναι, είχαμε δύο Τουρκοκύπριους με τους οποίους μπορούσαμε να συζητήσουμε και τώρα έχουμε τον Τατάρ, με τον οποίο κανένας διάλογος δεν μπορεί να οδηγεί σε προοπτική. Αλλά, η ουσία του προβλήματος παραμένει πάντα μία: Ότι οι Τουρκοκύπριοι είναι αποφασισμένοι να στηρίξουν με κάθε τρόπο την παραμονή της Τουρκίας στην Κύπρο. Είτε με τον απόλυτο τρόπο που το απαιτεί ο Τατάρ, είτε με τον διαλλακτικό τρόπο που το θέτουν οι υπόλοιποι. Εμείς το διαπραγματευόμαστε;

Όταν οι διαπραγματευτές ήταν οι Ταλάτ – Χριστόφιας, Ακιντζί – Αναστασιάδης, που υποτίθεται έχουν κάποιες συγκλίνουσες φιλοσοφίες, γιατί δεν συζήτησαν ποτέ στα σοβαρά και σε βάθος αυτό το κεφάλαιο; Το ρόλο της Τουρκίας στη νέα Κύπρο. Γιατί συζητούσαν ανοησίες για τη διακυβέρνηση όταν γνώριζαν πως ό,τι και να συμφωνούσαν θα ερχόταν η ώρα που θα έπεφταν στον τοίχο της εσαεί τουρκικής ομηρίας; Οι Τουρκοκύπριοι προφανώς δεν το θεωρούν ομηρία και δεν είχαν ανάγκη να το συζητήσουν, οι δικοί μας ηγέτες;

Υ.Γ. Έγραφα χτες για την ανάγκη να ζητήσουμε διεθνή διάσκεψη για τις εξωτερικές πτυχές του Κυπριακού και σημείωσα ότι μόνο η ΕΔΕΚ το έθεσε. Από το ΕΛΑΜ με ενημέρωσαν ότι τους αδίκησα διότι το έθεσαν κι αυτοί. Μου απέστειλαν ενδεικτικά ανακοίνωσή τους, 29/9/21, στην οποία αναφέρεται: «Επιβάλλεται να οδηγήσουμε το Κυπριακό σε διεθνή διάσκεψη, όπως ορίζουν σχετικά ψηφίσματα». Να σημειωθεί κι αυτό, λοιπόν, για λόγους τάξεως.