Η Επίτροπος Διοικήσεως και Προστασίας Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων σε μια εμπεριστατωμένη έκθεση για τα μέτρα κατά της πανδημίας, σημειώνει ότι «πρέπει να διασφαλιστεί ότι τα εκάστοτε μέτρα που λαμβάνονται για καταπολέμηση της πανδημίας, ειδικά εκείνα που προνοούν για περιορισμό ατομικών δικαιωμάτων των πολιτών, τηρούν, σε κάθε περίπτωση, τις αρχές της αναγκαιότητας, της αναλογικότητας και της μη διάκρισης».

Από την άλλη, ανακοινώνοντας τα νέα μέτρα ο υπουργός Υγείας, σημειώνει ότι «είναι αποφάσεις που σέβονται την επιλογή του κάθε πολίτη». Ποια είναι η πραγματικότητα; Ότι είναι αποφάσεις που δεν σέβονται την επιλογή όσων δεν θέλουν να εμβολιαστούν. Η αρχή της μη διάκρισης, που επισημαίνει η Επίτροπος, έχει εξαφανιστεί εδώ από καιρό.

Χωρίς περιστροφές, όπως και κατά τις προηγούμενες αποφάσεις, το κράτος δικαίου παίρνει μέτρα που έχουν σκοπό να αναγκάσουν, κάποια και να εκβιάσουν, τη μερίδα των πολιτών που επιλέγουν να μην εμβολιαστούν. Λάθος τους, αν ενδιαφέρει κανέναν η γνώμη μου, αλλά είναι επιλογή τους. Και δεν μιλώ, ασφαλώς, για εκείνους που μπορεί εύκολα να ενταχθούν στην κατηγορία των συνωμοσιολόγων ή για τους αρρωστημένα φανατισμένους τραμπούκους, που παίρνουν όλους τους άλλους στο λαιμό τους. Αυτούς ειδικά ούτε με κρατικούς εκβιασμούς, ούτε με επιστημονικά επιχειρήματα μπορεί κανείς να τους κάνει να αλλάξουν γνώμη. Είναι πεπεισμένοι βαθιά στο όσο μυαλό έχουν, ότι αυτοί κατέχουν την πάσα αλήθεια κι όλοι οι άλλοι είναι πληρωμένα όργανα του διαβόλου ή του Μπιλ Γκέιτς ή της Ούρσουλα Φον ντερ Λάιεν.

Είναι, όμως, μια άλλη μερίδα πολιτών οι οποίοι είτε δεν ενημερώθηκαν σωστά, είτε μπερδεύτηκαν με τις αντιφάσεις που βομβαρδιζόμαστε ενάμιση χρόνο τώρα, και διστάζουν ή και το αποφάσισαν ότι δεν θέλουν να εμβολιαστούν. Από τη στιγμή που η απόφαση του κράτους είναι πως ο εμβολιασμός είναι εθελοντικός, οφείλει το κράτος έμπρακτα να σεβαστεί την επιλογή αυτών των πολιτών του. Όταν οι αποφάσεις δημιουργούν συνθήκες εχθρικές για αυτούς, δεν τους σέβεται. Κι αυτό κάνει η κυβέρνηση. Ακόμα και η κατάργηση των δωρεάν rapid test αυτό δείχνει. Εδώ κι ένα χρόνο κάνουν δεκάδες χιλιάδες δωρεάν τεστ, αλλά τα καταργούν όταν γίνονται υποχρεωτικά μόνο για τους ανεμβολίαστους. Οι εργαζόμενοι, ειδικά, θα τα χρειάζονται κάθε τρεις μέρες και θα τα πληρώνουν. Προφανώς για να αναγκαστούν στο τέλος να κάνουν εμβόλιο.

Στα Ψηφίσματα 2361 (2021) και 2383 (2021) της Κοινοβουλευτικής Συνέλευσης του ΣτΕ, στα οποία παραπέμπει και η Επίτροπος Διοικήσεως, εκφράζεται η θέση ότι ο εμβολιασμός κατά του COVID-19 δεν είναι υποχρεωτικός και κανείς δεν πρέπει να πιέζεται πολιτικά, κοινωνικά ή με άλλον τρόπο να εμβολιαστεί, εάν δεν το επιθυμεί. Αυτό συμβαίνει στην Κύπρο; Αντίθετα, ολοφάνερα δημιουργείται ένας κλοιός με κυβερνητικές αποφάσεις για να πιεστούν κοινωνικά και πολιτικά να εμβολιαστούν όσοι δεν επιθυμούν. Γιατί είναι λάθος αυτό; Διότι αυτό δημιουργεί συνθήκες καταπίεσης σε βάρος μιας μερίδας πολιτών, αλλά και συνθήκες φανατισμού μεταξύ των πολιτών. Ήδη, πολλοί λένε «καλά να τους κάνουν αφού έχουμε πανδημία». Έχει συνέπειες, όμως, η μνησικακία. Η πιο κραυγαλέα, μάλιστα, εκφράστηκε με μεγάλη επιπολαιότητα από τον ίδιο τον Αρχιεπίσκοπο ο οποίος δήλωσε ότι θα απολύσει όσους εργαζόμενους στην Αρχιεπισκοπή δεν εμβολιαστούν.

Είναι σίγουρο ότι υπάρχουν κι άλλοι εργαζόμενοι που αντιμετωπίζουν προβλήματα στην εργασία τους, λόγω του ότι δεν εμβολιάζονται. Είτε απολύονται, είτε δεν προσλαμβάνονται οι νεοεισερχόμενοι στην αγορά εργασίας, είτε τους βλέπουν με μισό μάτι και τους περιθωριοποιούν… Είναι απαράδεκτα φαινόμενα και προκαλούνται ακριβώς επειδή η Κυβέρνηση και διάφοροι οργανισμοί που παρεμβαίνουν δίνουν το μήνυμα ότι όποιος δεν εμβολιάζεται είναι εχθρός της κοινωνίας. Εχθροί της κοινωνίας μπορεί να είναι οι λεγόμενοι ψεκασμένοι, αλλά όχι γενικά οι ανεμβολίαστοι. Χρειάζεται να ενημερωθούν, να πεισθούν, να καλυφθούν οι αμφιβολίες τους, αλλά όχι να εκβιαστούν και να περιθωριοποιηθούν. Αλλοίμονο στην κοινωνία που θα μπει σε αυτό τον φαύλο κύκλο του φανατισμού. Και φοβάμαι ότι η δική μας μπήκε ήδη.

Υ.Γ. Όταν ξεκίνησε η εκστρατεία για τους εμβολιασμούς, μας έλεγαν ότι χρειάζεται να εμβολιαστεί το 70% του πληθυσμού για να αντιμετωπιστεί δραστικά η πανδημία. Προχτές, η Χριστίνα Γιαννάκη έλεγε με περηφάνια ότι ήδη «έχουμε ξεπεράσει με την πρώτη δόση το 73%, με δεύτερη δόση πέραν του 64%». Η πρωτοβουλία του ΤΕΠΑΚ με το walk-in μπορεί να μεταφερθεί σε όλα τα πανεπιστήμια, μπορεί και στα στρατόπεδα και σε άλλους χώρους για μαζικούς εθελοντικούς εμβολιασμούς και σύντομα θα ξεπεράσουμε κατά πολύ τους στόχους της ανοσίας (αν υπάρχει κάτι τέτοιο). Δεν υπάρχει λόγος να συνεχίζεται η καθ΄ όλα προβληματική επιθετικότητα κατά των ανεμβολίαστων.

aristosm@phileleftheros.com