Ο φόβος μου ερχόμενος αντιμέτωπος με αυτό που, ακαθόριστα πολύ, ονομάζουμε «επικαιρότητα», είναι να μην με καταβάλει. Επίσης, να μην με κυριεύει αυτό το αμόκ της συγκρουσιακής πολιτικής. Τα «σου ’πα – μου ’πες». Τα «είσαι έτσι» και «εσύ αλλιώς». Τα «εμείς ερχόμαστε» – «εσείς φεύγετε». Τα «δεσμεύομαι», παντός καιρού!

Αυτή είναι η «διάλεκτος» της πολιτικής αντιπαράθεσης στα μέρη μας. Φυσικά, την αναπαράγουμε και εμείς, οι «μεσίτες» της ενημέρωσης. Μας τρέφουν οι μεγάλες διαφωνίες και οι υψηλοί τόνοι.

Φωνάζουμε. Δεν συζητάμε.

Οι Εγγλέζοι, που μπορεί να είναι πολύ αυστηροί και επικριτικοί στις πολιτικές διχογνωμίες τους, δεν κάνουν θόρυβο.

Είναι σκληροί στην εκφορά του αντιπαραθετικούς λόγου. Ενίοτε, είρωνες. Και κάποτε, προσβλητικοί. Με το γάντι.

Όμως, προτάσσουν πάντα το επιχείρημα. Προσπαθούν να είναι τεκμηριωμένο. Αλίμονό τους αν δεν είναι. Έχουν μέσα ενημέρωσης που τους ελέγχουν.

Στην εποχή δε της ηλεκτρονικής ενημέρωσης, υπάρχουν άπειρες και έγκυρες πηγές στην οποία μπορούμε να διασταυρώνουμε και να ελέγχουμε κάθε τι που λέγεται, ανακοινώνεται και γράφεται.

Αυτό δεν είναι αποκλειστικό εργαλείο δικό μας, των δημοσιογράφων. Ελεγχόμαστε και εμείς από εκείνους που μας διαβάζουν και μας ακούνε.

Και, βεβαίως, ελέγχονται και οι ίδιοι οι πολίτες. Που, βεβαίως, έχουν την δική τους φωνή – περισσότερο από ποτέ άλλοτε. Και το δικό τους βήμα για να την εκφράζουν.

Ζούμε, επομένως, σε δύσκολους και περίπλοκους καιρούς. Άρα, έχουμε τη μόρφωση και τα εργαλεία για να μαθαίνουμε τι γίνεται, να τα επεξεργαζόμαστε και να τα συζητάμε με ψυχραιμία και τεκμηρίωση.

Φυσικά, ξεφεύγουν και πολλά στρεβλά πράγματα. Οι ψεύτικες ή κίβδηλες «ειδήσεις», ακόμα κυκλοφορούν και πουλάνε, δυστυχώς.

Κάθε ισχυρισμός «περίεργος» από το στόμα ενός λαϊκιστή και τυχάρπαστου πολιτικού, ανιχνεύεται εύκολα και γρήγορα. Η διάψευση είναι σχεδόν άμεση. Δυστυχώς, μερικούς πολιτικούς δεν τους πιάνει τίποτα. Ίσως, γιατί πλέουν στο ίδιο ψευδές σύμπαν με τους ακολούθους (followers) και ψηφοφόρους τους.

Πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα στην Ελλάδα από τον Κυριάκο Βελόπουλο του κόμματος Ελληνική Λύση δεν υπάρχει. Σε μία πρόσφατη δημοσκόπηση της Interview για τον ενημερωτικό ιστότοπο Politic, ο Βελόπουλος είναι στο 7,8% και η Κωνσταντοπούλου είναι στο 9%, στην 3η θέση, πίσω από το ΠΑΣΟΚ και μπροστά από τη Λύση.

Το κόμμα της λέγεται Πλεύση Ελευθερίας, αλλά όλοι το λένε κόμμα της Κωνσταντοπούλου. Γιατί πράγματι, όπως και εκείνο του Βελόπουλου, δεν υπάρχει τίποτ’ άλλο εκτός από τους δύο ηγέτες τους.

Ασφαλώς και δεν είμαστε όλοι ίδιοι. Αλίμονο! Σ’ ένα πολιτισμένο σύμπαν όμως, οι διαφορές είναι το εύφορο πεδίο της πολιτικής, όχι το έλος της. Ο βούρκος. Προϋπόθεση για να γίνει κανόνας αυτό (και όχι εξαίρεση), είναι η κοινή λογική, η γόνιμη αμφισβήτηση, η καλλιέργεια, και το ήθος, Ναι!

Στο ίδιο μοτίβο και ένα απόσπασμα που παραθέτω ως επίλογο, από τον μουσικοσυνθέτη και δεινό ιστιοπλόο, Δημήτρη Οικονομάκη, που μου εκπόνησε τα λίγα αυτά λόγια για Σκέψη της Ημέρας, ξεκινώντας με την πικρή διαπίστωση ότι στις μεταξύ μας συναλλαγές, κατ’ ιδίαν ή και διαδικτυακά, το καλό χιούμορ, ακόμα και το οξύ, χάνεται:

«Επικρατεί η ειρωνεία, τρέφεται από την ταπείνωση του άλλου. Αυτοθαυμασμός, αλαζονεία, επίδειξη δύναμης. Υπάρχει παντού. Στο σχολείο, μπούλιγκ με θύμα τον αδύναμο, ευαίσθητο, διαφορετικό συμμαθητή. Στον δρόμο, «Χοχό, πλύνε κάνα πιάτο μωρή», στην κυρία που δυσκολεύεται να παρκάρει…

Στα οβάλ γραφεία «Σκάσε Ζελένσκι, αχάριστε ηλίθιε, μιλάω με τον φίλο μου τον Πούτιν», «είναι και ναρκομανής και καραγκιόζης», πετάγεται ο ομογάλακτος.

Το χιούμορ όμως είναι το όπλο του ταπεινού. Του ταπεινού, όχι του αδύναμου. Η ταπεινοφροσύνη είναι δύναμη, γνώση, συνειδητοποίηση της μικρότητας, της προσωρινότητας της ύπαρξης».