Με εντυπωσιάζουν πάντα οι υπουργοί και άλλοι κρατικοί αξιωματούχοι, που έχουν έτοιμες απαντήσεις και δικαιολογίες, οι οποίες ανταποκρίνονται στο γράμμα του νόμου όταν προκύπτει ένα επείγον ζήτημα.

Ποτέ απαντήσεις ουσίας. Η ουσία χάνεται στις διαδικασίες. Είναι μια κατάρα, που ακολουθεί αυτό το κράτος και τους πολίτες του από τη γέννηση του. Αυτό έγινε και με το Σύστημα Έγκαιρης Προειδοποίησης του Πληθυσμού, το γνωστό 112, που αναδείχθηκε με δραματικό τρόπο στην τραγωδία με την καταστροφική πυρκαγιά της ορεινής Λεμεσού.

Διαβάζοντας τις εξηγήσεις που δόθηκαν, ειδικά από την Πολιτική Άμυνα και το υπουργείο Εσωτερικών, γιατί δεν λειτούργησε ακόμα, ενώ είναι υποχρέωσή μας λόγω ΕΕ και έγινε σχετικός νόμος από το 2022, δεν υπάρχει αμφιβολία ότι βρίσκεται κι αυτό κάτω από την κατάρα. Της γραφειοκρατίας, της αναποφασιστικότητας, της τυπολαγνείας. Και τελικά της μοιρολατρείας.

Ας παραβλέψουμε το γεγονός ότι οι κάτοικοι των χωριών την ώρα που απειλούνταν από τις φλόγες η ειδοποίησή τους γινόταν με τον παραδοσιακό τρόπο της καμπανοκρουσίας. Άλλωστε, ακόμα και αν εφαρμοζόταν το 112, οι καμπάνες πάλι θα κτυπούσαν στα χωριά. Αυτός είναι ο τρόπος μας. Το ερώτημα είναι γιατί δεν λειτούργησε το σύστημα. Κι εδώ βρίσκουμε ξανά το ίδιο φαινόμενο. Το ίδιο που συναντούμε σε κάθε έργο και σε κάθε μεγάλη αλλαγή. Που η λαϊκή σοφία το χαρακτηρίζει παραστατικά με πολλές φράσεις: Πέντε μίλια, δέκα ώρες. Που στύλλον, στύλλον άνεση. Γιαβάς γιαβάς. Πέρα βρέσιει, στην Καραμανιά σιονίζει… Και πολλά άλλα!

Μόνο τις ημερομηνίες να δούμε είναι αποκαλυπτικές. Και έχοντας υπόψη ότι ήταν επείγουσα η εφαρμογή. Ο διαγωνισμός για το 112 προκηρύχθηκε 6 Ιουνίου 2022. Υποβλήθηκαν έξι προσφορές μέχρι 30 Σεπτεμβρίου 2022. Για να αξιολογηθούν οι έξι προσφορές χρειάστηκαν εφτά μήνες. Δηλαδή, οι προσφοροδότες ετοίμασαν προσφορές σε τέσσερις μήνες και η αξιολόγησή τους χρειάστηκε εφτά μήνες! Στις 5 Μαΐου 2023 αποφασίστηκε η κατακύρωση. Πέρασαν άλλοι πέντε μήνες να μελετά ενστάσεις η Αναθεωρητική Αρχή Προσφορών. Πάντα έχουμε ενστάσεις σε προσφορές! Στις 25 Σεπτεμβρίου, λοιπόν, η Αναθεωρητική ακύρωσε την κατακύρωση λόγω κακής σύνθεσης της Επιτροπής Αξιολόγησης. Ποιος ευθύνεται για την κακή σύνθεση; Τέλος πάντων. Άλλους τέσσερις μήνες χρειάστηκε το υπουργείο Εσωτερικών για να αποφασίσει να ακυρώσει τον διαγωνισμό (τον ακύρωσε 30 Ιανουαρίου 2024). Χρειάστηκε τέσσερις μήνες να κάνει αυτό που αναγκαστικά θα έκανε μετά την απόφαση της Αναθεωρητικής Αρχής. Άλλοι πέντε μήνες χρειάστηκαν για να επικυρώσει την απόφαση για ακύρωση του διαγωνισμού η Αναθεωρητική, που το έκανε 22 Μαΐου. Μετά έγιναν άλλες μελέτες, σχέδια, νομικές γνωματεύσεις κ.λπ. ώστε να προκηρυχθεί νέος διαγωνισμός. Κι αυτό έγινε εφτά μήνες μετά, στις 10 Δεκεμβρίου 2024. Φεβράρη υποβλήθηκαν οι νέες προσφορές, 16 Ιουλίου ολοκληρώθηκε η αξιολόγησή τους. Αναμένεται η συνέχεια.

Προσέξτε τους μήνες που μεσολαβούν σε κάθε στάδιο. Δουλειά ημερών ή εβδομάδων για τον ιδιωτικό τομέα θέλει μήνες και μήνες στο δημόσιο. Όταν συμβαίνει αυτό για ένα ζήτημα, που αφορά ουσιώδη συμφέροντα ασφάλειας της Δημοκρατίας και των πολιτών της, και είναι τόσο απλό, τι περιμένουμε από άλλα;

Να λέμε πάλι για το ότι από το 2001 αποφασίστηκε από την κυβέρνηση Γλαύκου Κληρίδη η προμήθεια φυσικού αερίου για σκοπούς ηλεκτροπαραγωγής κι ακόμα το 2025 έχουμε μαζούτ; Ότι από το 2002 αποφασίστηκε κατασκευή τερματικού φυσικού αερίου στο Βασιλικό κι ακόμα δεν ξέρουμε πότε θα γίνει;

Να λέμε πάλι για το λιμάνι και τη μαρίνα Λάρνακας, που τα έδωσαν το 2022 σε μια εταιρεία για να τα αναβαθμίσει και χρειάστηκαν δυόμιση χρόνια για να αποφασίσουν να ακυρώσουν τη συμφωνία διότι δεν έγινε κανένα έργο και η εταιρεία απλώς εισέπραττε χωρίς να επενδύει; Δυόμιση χρόνια!

Το πρόβλημα δεν είναι αν πρόκειται για μικρά ή μεγάλα έργα, για περίπλοκα όπως την εισαγωγή φυσικού αερίου, ή απλά έργα όπως το 112. Είναι σε όλα η ίδια κατάρα. Που εστιάζεται μόνο σε ένα: Δεν έχουμε ηγέτες να αναλαμβάνουν ευθύνες και να φροντίζουν αποφασιστικά και αυστηρά να εκτελούνται αναλόγως του επείγοντος. Όλα τα άλλα από αυτό απορρέουν: Αναποφασιστικότητα, ανευθυνότητα, αναβλητικότητα, εγώ εν τζιαι.