Άνθρωποι με περιουσίες στα κατεχόμενα προβαίνουν σε καταγγελίες εναντίον όσων παράνομα εκμεταλλεύονται τις ιδιοκτησίες τους. Γιατί μετά από πενήντα ένα χρόνια; Αν και θα έπρεπε οι καταγγελίες αυτές να γίνονταν από νωρίς, τα πρώτα χρόνια μετά την εισβολή, ωστόσο, τώρα οι καταγγελίες συνδέονται και με την εμμονή της κατοχικής Τουρκίας για λύση δυο κρατών. Οι ιδιοκτήτες ενόψει της τουρκικής αυτής επιμονής και θεωρώντας πως περιορίζονται οι προοπτικές επανόδου στη γη τους, προβαίνουν σε καταγγελίες στην Αστυνομία και τη Νομική Υπηρεσία.

Το δικαίωμα στην περιουσία δεν έχει ημερομηνία λήξης. Δεν αναστέλλεται και δεν αφαιρείται. Και τούτο δεν αναφέρεται μόνο στο σύνταγμα της Κυπριακής Δημοκρατίας ( άρθρο 23), αλλά και στους κανόνες διεθνούς δικαίου. Περιλαμβάνεται σε αποφάσεις του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου, περιγράφεται στις αρχές των Ηνωμένων Εθνών. Όσα χρόνια και να περάσουν, λοιπόν, το δικαίωμα στην περιουσία δεν διαγράφεται. Για το ζήτημα τούτο η Τουρκία έχει καταδικαστεί στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο κι αυτό δεν μπορεί να υποβαθμιστεί. Άλλωστε δεν παράγει δίκαιο η παράνομη αρπαγή και εκμετάλλευση περιουσιών. Δεν νομιμοποιείται καμία τέτοια πράξη.

Ως εκ τούτου οι διώξεις σφετεριστών ξεκίνησαν και θα συνεχισθούν όσο η παράνομη εκμετάλλευση περιουσιών αποτελεί «μόνιμη δραστηριότητα» στην υπό κατοχή περιοχή της Κύπρου. Όπως είναι γνωστό, μετά την εισβολή το κατοχικό καθεστώς «μοίρασε» τις ελληνοκυπριακές περιουσίες στους Τουρκοκύπριους ( αναλόγως τι περιουσία είχαν στις ελεύθερες περιοχές). Στη συνέχεια ( ελληνοκυπριακές )περιουσίες δόθηκαν και στους έποικους. Αυτές οι περιουσίες, παρά τα όποια «πιστοποιητικά» δόθηκαν σε «χρήστες», ανήκουν στους πραγματικούς ιδιοκτήτες. Και αυτή η πραγματικότητα δεν μπορεί να αλλάξει, ούτε και μπορεί να αντέξει η όποια συμφωνία επιτευχθεί, αν δεν ληφθούν υπόψη τα δικαιώματα των νομίμων ιδιοκτητών. Οι τελευταίοι, λοιπόν, έχουν έννομο συμφέρον να καταγγείλουν τους σφετεριστές και να προχωρήσουν ποινικές διώξεις.

Στην αντίπερα όχθη, η κατοχική Τουρκία, που ποτέ δεν αισθάνθηκε άνετα στο θέμα των ελληνοκυπριακών περιουσιών, επιχειρεί με αντιπερισπασμό και αντίποινα, να σπάσει αυτή τη διαδικασία των διώξεων. Πρέπει να σημειωθεί πως ούτε η Τουρκία αμφισβητεί, κατά βάθος, ότι οι περιουσίες είναι των Ελληνοκυπρίων. Κι αυτό φαίνεται από το γεγονός ότι αποζημιώνει και προσπαθεί να αγοράσει περιουσίες από Ελληνοκύπριους. Επειδή, όμως, μια κατοχική δύναμη δεν έχει καμία σχέση με το διεθνές δίκαιο, επιστρατεύει άλλες μεθόδους για να αντιμετωπίσει νόμιμες διαδικασίες ενώπιον της δικαιοσύνης, όπως αυτές που βρίσκονται σε εξέλιξη στην Κυπριακή Δημοκρατία. Επιστρατεύει μαφιόζικες, τρομοκρατικές μεθόδους. Απήγαγαν πέντε Ελληνοκύπριους, που πήγαν στα κατεχόμενα για να επισκεφθούν τις περιουσίες τους. Τους απήγαγαν χωρίς λόγο και αιτία και τους ταλαιπωρούν στις φυλακές των κατεχομένων. Το ένα ζευγάρι, όπως αναφέρθηκε, έχει καταθέσει αίτηση στην λεγόμενη Επιτροπή Αποζημιώσεων και επί τούτου συγκέντρωνε στοιχεία. Αυτό θεωρήθηκε «κατασκοπεία».

Έχουν και οι πέντε «καταγγελθεί» για είσοδο σε «στρατιωτική περιοχή»!  Και υπάρχει ο ισχυρισμός ότι δεν έδειξαν ταυτότητα κατά την είσοδο τους στα κατεχόμενα. Ταυτότητα έδειξαν, πλην όμως, τυχαία(!) εκείνη τη στιγμή, οι κάμερες ασφαλείας δεν δούλευαν ( ή δεν φαινόταν καθαρά η εικόνα) και δεν καταγράφηκε τούτο. Κατασκευασμένες ιστορίες για να τους συλλάβουν. Και δεν στόχευαν τους συγκεκριμένους, αλλά αυτοί έτυχαν εκεί, αυτούς απήγαγαν. Και προφανώς αυτή την τακτική, των απαγωγών, θα τη συνεχίσουν καθώς θεωρούν πως με αυτόν τον τρόπο θα εκβιάσουν την Κυπριακή Δημοκρατία. Αυτό που θα πετύχουν θα είναι μάλλον να δημιουργήσουν ανασφάλεια στους Ελληνοκύπριους που μεταβαίνουν στις κατεχόμενες περιοχές.

Η διέξοδος, όπως λέγεται, είναι να λυθεί το Κυπριακό. Λύση, όμως, που θα διασφαλίζει πλήρως τα δικαιώματα των ιδιοκτητών κι όχι να νομιμοποιεί τον χρήστη, τον σφετεριστή. Λύση, που θα διασφαλίζει ότι ο ιδιοκτήτης και μόνο έχει τον πρώτο λόγο.