Χρόνια πριν, τη δεκαετία του ’80 και του ’90, δεν το λέγαμε μπούλινγκ, ούτε εκφοβισμό. Θεωρείτο απλά πείραγμα, κάτι φυσιολογικό δηλαδή. Κι ας δεινοπαθούσαν κάποια παιδιά στα σχολεία. Κι ας υπέβοσκε ο ρατσισμός, η ξενοφοβία, οι διακρίσεις και η μη ανοχή στη διαφορετικότητα. Σκαλίζοντας τη μνήμη και ανατρέχοντας στο μακρινό 1984 όταν πρωτάκι τότε πέρασα για πρώτη φορά το κατώφλι του δημοτικού σχολείου, θυμάμαι μια μελαμψή συμμαθήτρια μου. Μάριαν την έλεγαν. Από Ελληνοκύπρια μητέρα και Σουδανό πατέρα. Μία γλυκύτατη και πανέξυπνη μιγάδα. Τότε βέβαια ήταν η… μαυρού της τάξης. Κανένα παιδάκι δεν ήθελε να μοιραστεί μαζί της το σχολικό θρανίο και κανένα παιδάκι δεν έπαιζε μαζί της στα διαλείμματα. Κι αυτό επειδή έτυχε το χρώμα του δέρματός της να διαφέρει από αυτό των υπολοίπων παιδιών. Βλέπετε τα παιδιά μπορούν να γίνουν πολύ σκληρά… 

Θα μου πείτε άλλες εποχές τότε, άλλες σήμερα. Το πρόβλημα όμως δεν εξαλείφθηκε, αντιθέτως γιγαντώθηκε. Τις προάλλες εμβρόντητοι παρακολουθήσαμε όλοι το βίντεο που έκανε τον γύρο του διαδικτύου, το οποίο καταγράφει μαθητές γυμνασίου στη Λεμεσό να ξυλοφορτώνουν και να βρίζουν έναν 13χρονο στην παρουσία δεκάδων συμμαθητών τους, που απλά παρακολουθούσαν το σκηνικό, γελώντας με απάθεια.

Κάπου εκεί στη γωνιά της σχολικής αυλής ή και της τάξης καραδοκεί ακόμα ο φόβος. Ένας φόβος που μολύνει και διαβρώνει την ατμόσφαιρα, που δηλητηριάζει και σκοτώνει κάθε σχολική δραστηριότητα. Κάποια παιδιά δεν παίζουν, δε γελάνε, ανέχονται και δε μιλάνε. Μια μέγγενη που συνεχώς σφίγγει. Κι αν δεν βρεθεί κάποιος να σε πάρει απ’ το χέρι –ένας δάσκαλος, ένας γονιός, ένας συμμαθητής ακόμα καλύτερα– το σχολείο γίνεται κόλαση. Και το μόνο που θέλεις είναι να το βάλεις στα πόδια, να ξεφύγεις. 

Δεν θέλω να σας τρομάξω, αλλά ιστορίες σαν αυτή της Μάριαν και του 13χρονου στη Λεμεσό, ιστορίες με παιδιά που δέχονται ανελέητο μπούλινγκ επειδή είναι πολύ ψηλά ή πολύ κοντά, επειδή φορούν γυαλιά ή έχουν περίσσια κιλά, περιστατικά με παιδιά που είναι δέκτες λεκτικής ή και σωματικής βίας επειδή είναι «διαφορετικά» απ’ αυτό που η κοινωνία ορίζει ως «φυσιολογικό», υπάρχουν πολλές δίπλα μας. Δεν έχουν βέβαια πάντοτε την ίδια κατάληξη, έχουν όμως τα ίδια σημάδια και ήρθε η ώρα να ανοίξουμε τα μάτια, να τα αναγνωρίσουμε και να λάβουμε μέτρα. Κι όταν λέμε μέτρα δεν εννοούμε μόνο κατασταλτικά, τα οποία ενδεχομένως να αναπαράγουν το μπούλινγκ και να διαιωνίζουν τα προβλήματα βίας στα σχολεία. Διότι ούτε ο φόβος της τιμωρίας, ούτε ο σχολικός  αστυνόμος, αλλά ούτε η επαναφορά της βέργας καλλιεργούν συνείδηση συνύπαρξης.

Χρειάζεται μια συνέργεια πολλών θεσμών και φορέων για να πεισθούν τα παιδιά και οι νέοι μας να ξαναγυρίσουν στην κοινωνική συμβίωση χωρίς εκφοβισμούς και νταηλίκια. Πρέπει το σχολείο να ξαναβρεί την εσωτερική του δημοκρατία και τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις όλων να τεθούν με διάλογο πάνω σε νέες, πιο στέρεες βάσεις. Τα σχολεία άλλωστε, δεν είναι τίποτε άλλο από μια μικρογραφία της κοινωνίας και τα προβλήματα μαθητικής βίας, εκφοβισμού ή κακοποιητικής συμπεριφοράς, αποτελούν απλώς την αντανάκλαση των προβλημάτων της κοινωνίας που ζούμε. Πέραν από τους εκπαιδευτικούς, ρόλο έχουν ασφαλώς να διαδραματίσουν και οι γονείς, καλλιεργώντας από νωρίς στα παιδιά τους έννοιες όπως η ενσυναίσθηση, η ευγένεια και η αποδοχή της διαφορετικότητας και μαθαίνοντας τα πώς να είναι άνθρωποι με αυτοεκτίμηση, αλλά και σεβασμό στους άλλους. 

Μέσα σε όλα αυτά, ας μη μας διαφεύγει ότι η ευτυχία ή η δυστυχία κάποιων παιδιών καθορίζεται στα σχολικά προαύλια. Εκεί που οι χαρές απέχουν ελάχιστα από τα δράματα. Εκεί που τα μικρά τραύματα μπορούν να γίνουν μεγάλες, ανεπούλωτες πληγές.

[email protected]