Διεξάχθηκαν στις  Βρυξέλλες και Λονδίνο τις τελευταίες εβδομάδες ανάμεσα σε κυβερνήσεις χωρών μελών της  Ένωσης  εντατικές διαβουλεύσεις για καθορισμό των επιχειρήσεων χωρών που θα έχουν δικαίωμα συμμετοχής σε διαγωνισμούς τους οποίους η ΕΕ σκοπεύει να προκηρύξει για τη προμήθεια οπλικών συστημάτων/στρατιωτικού εξοπλισμού στην Ένωση. Η επικρατούσα άποψη είναι πως το δικαίωμα αυτό θα πρέπει να έχουν μόνο επιχειρήσεις χωρών μελών της Ένωσης.

Έγκυρες δημοσιογραφικές πληροφορίες και όχι μόνο αναφέρουν παράλληλα πως  η Ευρωπαϊκή Ένωση προσανατολίζεται να επιτρέψει και σε επιχειρήσεις χωρών που δεν είναι μέλη της Ένωσης να μετάσχουν στους διαγωνισμούς υπό τον όρο ότι οι χώρες αυτές (τρίτες χώρες) θα καταβάλλουν κάποιο τέλος, θα έχουν οικονομική συνεισφορά στην Ένωση ως προαπαιτούμενο για τέτοια συμμετοχή. Κατεξοχήν ενδιαφερόμενη χώρα για συμμετοχή στο σχέδιο φαίνεται να είναι η Μεγάλη Βρετανία η οποία διαθέτει μια προηγμένη σχετικά πολεμική βιομηχανία και  προσπαθεί, μετά το θλιβερό για την ίδια  Brexit, να ανοικοδομήσει τη σχέση της με την ΕΕ. Στη σύσκεψη που έγινε στο Λονδίνο στις 19 τρέχοντα μήνα ανάμεσα στο ΗΒ και την ΕΕ για επανακαθορισμό της σχέσης μεταξύ των μερών, το ΗΒ πέτυχε συμφωνία που επιτρέπει στις επιχειρήσεις του να συμμετάσχουν στους σχετικούς διαγωνισμούς.

Δεν γνωρίζω τις λεπτομέρειες της σχετικής συμφωνίας που επιτεύχθηκε. Εύχομαι ο κύριος λόγος να είναι η πραγματική επιθυμία των μερών να ξανακτίσουν τη σχέση τους που διαταράχτηκε με το Brexit, συμβάλλοντας έτσι στη παραπέρα οικοδόμηση της Ένωσης.

Αν η μόνη προϋπόθεση για συμμετοχή μιας χώρας ήταν η ετοιμότητα της να καταβάλει κάποιο τέλος/οικονομική εισφορά στην Ένωση όπως αφέθηκε να διαρρεύσει, τότε η Ευρωπαϊκή Ένωση κινείται με τρόπο που θα αναιρούσε τον χαρακτήρα της ως Ένωσης που εδράζεται και σε αξίες και αρχές. Και τούτο γιατί ο λόγος για τον οποίο σχεδιάζεται η αμυντική ασφάλεια της Ευρώπης είναι για να αντιμετωπιστεί ο κίνδυνος που βιώνει η Ένωση – ιδιαίτερα χώρες της πρώην Ανατολικής Ευρώπης (Πολωνία, Βαλτικές χώρες) – από την αναθεωρητική Ρωσία που εισέβαλε και απειλεί με αφανισμό την Ουκρανία, χώρα που φιλοδοξεί επίσης να γίνει μέλος της Ένωσης.

Αν μόνη προϋπόθεση / όρος που απαιτείται για μια τέτοια συμμετοχή θα ήταν η οικονομική εισφορά της ενδιαφερόμενης τρίτης χώρας τότε πως θα γίνει κατορθωτό να αποκλεισθούν άλλες χώρες όπως είναι το Βιετνάμ, η Βόρεια Κορέα, καθώς και η Τουρκία που διαθέτουν αξιόλογες  και πολύ πιθανόν ανταγωνιστικές πολεμικές βιομηχανίες και αξιόμαχους στρατούς;  Οι χώρες αυτές είναι έτοιμες, πολύ πιθανόν να συνεισφέρουν οικονομικά στην ΕΕ. Με άλλο λόγια είναι έτοιμες να αγοράσουν το δικαίωμα συμμετοχής στους διαγωνισμούς.

Δεν μου διαφεύγουν οι πραγματικότητες μπροστά στις οποίες βρίσκεται η ΕΕ η οποία έχει πιεστική ανάγκη να έχει στη διάθεση της ετοιμοπόλεμες δυνάμεις για να αναπτυχθούν, μαζί με δυνάμεις χωρών μελών της Ένωσης, στην Ουκρανία, αν και όταν τα όπλα σιγήσουν στη μαρτυρική χώρα. Πολύ περισσότερο σήμερα που φαίνεται πως οι ΗΠΑ ετοιμάζονται να εγκαταλείψουν όχι μόνο τη διαμεσολάβηση τους στο Ουκρανικό αλλά και να διακόψουν τη βοήθεια, οικονομική και στρατιωτική στην Ουκρανία.

Έχω την πεποίθηση πως πρόσθετη, αναγκαία προϋπόθεσή για μια τέτοια συμμετοχή θα πρέπει να είναι η συμβατότητα του καθεστώτος της ενδιαφερόμενης χώρας με τις θεμελιώδεις αξίες στις οποίες εδράζεται η ίδια η Ευρωπαϊκή Ένωση.

Ειδικότερα σε σχέση με την Τουρκία η οποία έχει ήδη εκδηλώσει ενδιαφέρον για συμμετοχή της πολεμικής της βιομηχανίας στους διαγωνισμούς (ήδη ο ΥΠΕΞ της χώρας κ. Φιντάν συμμετείχε πρόσφατα στην διάσκεψη των ΥΠΕΞ της Ένωσης στη Βαρσοβία για μελέτη του θέματος) διερωτάται κανείς πως είναι δυνατόν η Ένωση  να καταδικάζει τη Τουρκία για σωρεία παραβιάσεων του Κράτους Δικαίου στη χώρα – σχετική η αποδοκιμασία από την ΕΕ της Τουρκίας για τη παράνομη φυλάκιση του Δημάρχου της Κωνσταντινούπολης καθώς και τα αλλεπάλληλα ψηφίσματα του Ευρωκοινοβουλίου που καταδικάζουν τη Τουρκία για κατά συρροή παραβιάσεις του Κράτους Δικαίου στη χώρα – και ταυτόχρονα να δίνει το δικαίωμα, με κριτήριο μοναδικό την οικονομική συνεισφορά της Τουρκίας στην Ένωση, να γίνεται η χώρα συντελεστής  στην άμυνα της Ευρώπης;

Αλλά και αν ακόμη κανείς θα ήταν έτοιμος να παραβλέψει τις βάναυσες παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην Τουρκία, πως είναι δυνατόν η Ένωση να αγνοεί ότι η χώρα αυτή απειλεί με πόλεμο, το γνωστό  casus belli την Ελλάδα χώρα μέλος της Ένωσης καθώς και το γεγονός ότι η ίδια χώρα κατά παράβαση του Διεθνούς Δικαίου, των ψηφισμάτων των ΗΕ καθώς και σωρείας ψηφισμάτων και Συμπερασμάτων Ευρωπαϊκών Θεσμών – (Επιτροπής Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου κ.α) εισέβαλε και έχει υπό κατοχή εδώ και 50 χρόνια τη Κύπρο, επίσης χώρα μέλος της ίδιας της Ένωσης.

Αν η ευρωπαϊκή Ένωση ενδιαφέρεται να διαφυλάξει την όποια αξιοπιστία της έχει απομείνει, ας κοιτάξει πιο προσεκτικά και υπεύθυνα το όλο θέμα. Ας επιχειρήσει να επιτύχει ένα συμβιβασμό στο όλο ζήτημα που να διαφυλάσσει τον χαρακτήρα της ως της μόνης ίσως δύναμης του σύγχρονου κόσμου που εδράζεται και σε αρχές και αξίες.

Άλλως πως κινδυνεύει και αυτή, όπως ακριβώς και η ΗΠΑ του Προέδρου Τραμπ, να περιέλθει σε έσχατη ανυποληψία στα μάτια της διεθνούς κοινότητας και ιδιαίτερα στα μάτια όσων στήριξαν ελπίδες στην Ευρώπη ως δύναμη ελπίδας στο σημερινό, χαώδη κόσμο που καταδικαστήκαμε  να ζούμε.