Η Συνθήκη Εγγυήσεως της Κυπριακής Δημοκρατίας συνομολογήθηκε το 1959. Υπογράφηκε από την Κύπρο, την Ελλάδα και το Ηνωμένο Βασίλειο και περιέχει 5 άρθρα. Στο άρθρο 2 αναφέρεται μεταξύ άλλων ότι: «Οι χώρες που συνήψαν τις συνθήκες αναγνωρίζονται ως εγγυήτριες της εδαφικής ακεραιότητας, της ασφάλειας και του Συντάγματος της Κύπρου».

Πρόσφατα η Βρετανία προχώρησε στην υπογραφή συμφωνίας με την Τουρκία για προμήθεια προς την τελευταία 20 μαχητικών αεροσκαφών Eurofighter Typhoon έναντι του ποσού των 10,74 δισ. δολαρίων. Πρόκειται για μια συμφωνία τεράστιας στρατηγικής σημασίας για την Τουρκία, η οποία ενισχύει δραστικά την αεροπορική της ισχύ. Η ενέργεια αυτή της Βρετανίας, να προμηθεύσει την Τουρκία με υπερσύγχρονα μαχητικά αεροσκάφη, συνιστά μια ακόμα σαφή παραβίαση των υποχρεώσεων της ως εγγυήτριας δύναμης έναντι της Κυπριακής Δημοκρατίας. Και  αποτελεί ένα ακόμα κρίκο στην αλυσίδα των κατά συρροήν και κατ’ εξακολούθησιν  παραβιάσεων της Συνθήκης Εγγυήσεως της Κυπριακής Δημοκρατίας.

Η Βρετανία δεν απέτρεψε την τουρκική εισβολή και παρέλειψε να λάβει οποιοδήποτε μέτρο για την ανατροπή της παράνομης ανακήρυξης του ψευδοκράτους το 1983. Αντί εκπλήρωσης των εγγυητικών της υποχρεώσεων, η Βρετανία επιβραβεύει την κατοχική Τουρκία με την ενίσχυση της στρατιωτικής της ισχύος με την συμφωνία προμήθειας των 20 Eurofighter Typhoon. Δυστυχώς η βρετανική στάση έναντι της Κύπρου παραμένει αδιόρθωτη. Μονίμως παραβιάζουσα τις εγγυητικές της υποχρεώσεις έναντι της Κύπρου, μονίμως εχθρική προς την Κυπριακή Δημοκρατία και μονίμως συντασσόμενη με τις τουρκικές επιδιώξεις. Δυστυχώς η αβρότητα και  η αιδήμων στάση που επιδείχθηκε από πλευράς Κυπριακής Δημοκρατίας, είχε ως αποτέλεσμα την αποθράσυνση της βρετανικής  συμπεριφοράς έναντι της Κύπρου.

Η Βρετανία, ακόμα και αν γινόταν αποδεκτή η διεθνής νομιμότητα στη Συνθήκη Εγκαθίδρυσης, είναι φανερό ότι έχει υποπέσει στο αδίκημα της μονομερούς παραβίασης της Συνθήκης. Εξακολουθούν να επιμένουν στη διατήρηση των «κυρίαρχων» στρατιωτικών βάσεων στην Κύπρο κατά παραβίαση επανειλημμένων ψηφισμάτων της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ ότι συνιστούν κατάλοιπα εποικισμού. (vestiges of colonialism) .

Όμως πέραν των Συνθηκών Εγγυήσεως και Συμμαχίας καθώς και της Συνθήκης Εγκαθίδρυσης υπάρχει και μια σημαντική ανεξάρτητη συμφωνία μεταξύ Κύπρου και Αγγλίας η οποία συνοδεύει τα άλλα έγγραφα και συνθήκες που ρυθμίζουν το καθεστώς της Κύπρου και η οποία προβλέπει την καταβολή χρηματικών ποσών προς την Κυπριακή Δημοκρατία ανά πενταετία.  Το 1965 κατέβαλαν το ποσό των 12 εκατομμυρίων αγγλικών λιρών. Έκτοτε αρνούνται πεισμόνως να καταβάλουν οποιοδήποτε ποσό.

Η άρνηση της Αγγλικής Κυβέρνησης να εκπληρώσει αυτή τη ρητή νομική της υποχρέωση καταβάλλοντας ανά πενταετία οικονομική βοήθεια προς την Κυπριακή Δημοκρατία  για κάθε πενταετία μετά το 1965  συνιστά παραβίαση συμβατικής υποχρέωσης για την οποία η Κυπριακή Κυβέρνηση όφειλε  να κινηθεί με όλα τα προσφερόμενα νομικά μέσα.

Όταν η αλαζονεία της ισχύος και η συνεχής άρνηση εκπλήρωσης στοιχειωδών συμβατικών υποχρεώσεων είναι τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα της Βρετανικής συμπεριφοράς, το καθήκον μας δεν είναι ούτε η αβροφροσύνη ούτε η αιδήμων σιωπή. Λόγοι στοιχειώδους κρατικής αυτοάμυνας επιβάλλουν την ανάλογη αντίδραση. Υπάρχει όμως και το θέμα της λεγόμενης κυριαρχίας των Βρετανικών Βάσεων. Οι Βάσεις δεν είναι κυρίαρχες και όχι μόνο για κατάδηλα και αυτόδηλα πολιτικούς λόγους.  Οι ίδιοι οι Βρετανοί μέσα από επίσημα έγγραφα του Υπουργείου Εξωτερικών και Κοινοπολιτείας και του Γραφείου Αποικιών και τα οποία έχουν αποδεσμευθεί από χρόνια, ουσιαστικά παραδέχονται ότι δεν τίθεται θέμα κυριαρχίας παρά το ότι δεν αναμένεται ότι θα δηλώσουν δημοσίως κάτι τέτοιο.

Αλλά και  στις 25.2.2019 το Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης στη γνωστή προσφυγή του κράτους του Μαυρικίου εναντίον του Ηνωμένου Βασιλείου  γνωμοδότησε ότι οι Βρετανοί έχουν υποχρέωση να τερματίσουν τη διοίκηση του αρχιπελάγους «Τσάγκος», επειδή δεν ολοκληρώθηκε η διαδικασία αποαποικιοποίησης και επειδή η αποικιοκρατία συνιστά παραβίαση του Διεθνούς Δικαίου. Μια γνωμοδότηση που ισχύει erga omnes (έναντι πάντων). Η Κυπριακή Δημοκρατία που παρευρέθηκε στην επί Δικαστηρίω διαδικασία ως ενδιαφερόμενο μέρος ουδέν έπραξε για να αξιοποιήσει την γνωμοδότηση της Χάγης, παρά το γεγονός ότι στη περίπτωση του Μαυρικίου, η Βρετανία τερμάτισε την αποικιοκρατική της παρουσία.

Η Κυβέρνηση της Βρετανίας θα πρέπει να πάρει το μήνυμα ότι δεν μπορεί να συμπεριφέρεται με την αυθαιρεσία και την υπεροψία της ισχύος απέναντι σε ένα τόπο που είχε χρέος να προστατεύει. Ούτε ότι μπορεί να εφαρμόζει αντιλήψεις παρωχημένες και νοοτροπίες σκουριασμένες, στις οποίες παρέμεινε δογματικά προσκολλημένη από την εποχή της Αγγλικής παντοκρατορίας. Θα αποτολμήσουμε όμως έμπρακτα να δώσουμε αυτό το μήνυμα; Θα τολμήσει η Κυπριακή Κυβέρνηση να θέσει επίσημα προς τους Βρετανούς τις πελώριες ευθύνες τους για το συνεχιζόμενο έγκλημα σε βάρος της Κύπρου, για την παραβίαση και αθέτηση των συμβατικών τους υποχρεώσεων;

*Πρώην Πρόεδρος της Βουλής των Αντιπροσώπων