Χαστούκι προς τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, Νίκο Αναστασιάδη, αποτελεί απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου, το οποίο απέρριψε ως «απαράδεκτη» προσφυγή του κατά της Βουλής των Αντιπροσώπων, η οποία με νομοθεσία ανέτρεψε απόφαση του Προεδρικού με την οποίαν ουσιαστικά μονιμοποιούνταν στο δημόσιο τέσσερις γυναίκες γραμματείς, οι οποίες προήλθαν από τον ΔΗΣΥ και δεν ήταν δημόσιοι υπάλληλοι.

«Η προσφυγή απορρίπτεται ως απαράδεκτη», αναφέρεται στην απόφαση του Ανωτάτου το οποίο υποδεικνύει πως, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας υπέγραψε τον Προϋπολογισμό που ψήφισε η Βουλή (μετατρέποντας τον σε νόμο) βεβαιώνοντας με αυτό τον τρόπο τη συνταγματικότητα της νομοθεσίας. 

Παρά το γεγονός ότι ο κ. Αναστασιάδης υπέγραψε τη νομοθεσία, ακολούθως προσέφυγε στο Ανώτατο καταγγέλλοντάς την ως αντισυνταγματική.

Η προσφυγή καταχωρήθηκε επειδή ο Πρόεδρος θεώρησε πως υπάρχει σύγκρουση αρμοδιοτήτων λόγω παραβίασης της Αρχής της Διάκρισης των Εξουσιών η οποία απορρέει από το Σύνταγμα, παραβίαση του δικαίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης σχετικά με τη συμφωνία πλαίσιο για την εργασία ορισμένου χρόνου (Οδηγία 1999/70/ΕΚ) και αμφισβήτηση εξουσίας λόγω παραβίασης της συνταγματικής αρχής της ελευθερίας του συμβάλλεσθαι και της ίσης μεταχείρισης.

Το Ανώτατο Δικαστήριο υποδεικνύει πως, «το γεγονός ότι (ο Πρόεδρος) εξέφρασε επιφυλάξεις σε προηγούμενο στάδιο, χωρίς τελικά, να ασκήσει το δικαίωμα αναφοράς στο Ανώτατο Δικαστήριο, δεν επιδρά ως προς την πρόσδοση εννόμου αποτελέσματος στον Νόμο.

Υπό τις πιο πάνω συνθήκες, συνεχίζει το Ανώτατο, δεν νοείται η εκ των υστέρων αμφισβήτηση, επιλεκτικά, κάποιων από τις πρόνοιες του υπό αναφορά Νόμου. Η επίκληση του πεδίου εφαρμογής του Άρθρου 139 του Συντάγματος, δεν μεταβάλλει το όλο ζήτημα, καθότι η επικαλούμενη σύγκρουση εδράζεται στην προσβολή, ως αντισυνταγματικών, των επίμαχων επιφυλάξεων του Προϋπολογισμού. 

Όπως, όμως, ήδη τονίσθηκε, προστίθεται στην απόφαση του Ανωτάτου, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, ασκώντας τις συνταγματικές του εξουσίες, στο πλαίσιο προληπτικού ελέγχου, βεβαίωσε τη συνταγματικότητα του Νόμου που είχε ψηφισθεί από τη Βουλή των Αντιπροσώπων. Συνεπώς, η εκ των υστέρων αμφισβήτηση εκλαμβάνει πλέον τη μορφή κατασταλτικού της συνταγματικότητας ελέγχου, ζήτημα που κινείται εκτός των συνταγματικών εξουσιών του Προέδρου της Δημοκρατίας.

Όπως είναι γνωστό, θέμα για τις τέσσερις συνεργάτιδες του Προέδρου της Δημοκρατίας ήγειρε ο Γενικός Ελεγκτής Οδυσσέας Μιχαηλίδης ενώπιον της Βουλής, υποδεικνύοντας πως αυτές θα έπρεπε να αποχωρήσουν από τις θέσεις τους με την αποχώρηση του κ. Αναστασιάδη από την Προεδρία της Δημοκρατίας. 

Προέκυψε αντιπαράθεση και η βουλευτής Ειρήνη Χαραλαμπίδου κατέθεσε σχετική τροπολογία με την οποίαν υλοποιείτο η θέση του Γενικού Ελεγκτή. Η τροπολογία υιοθετήθηκε από τη Βουλή, κάτι το οποίο οδήγησε στην προσφυγή του Προέδρου στο Ανώτατο Δικαστήριο.

Η ολομέλεια ψήφισε σε νόμο τον Προϋπολογισμό στις 17 Δεκεμβρίου 2021, προσθέτοντας σε αυτόν, σχετικές επιφυλάξεις.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ:

Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας με επιστολή του προς την Πρόεδρο της Βουλής των Αντιπροσώπων, ημερομηνίας 22 Δεκεμβρίου 2021, εξέφρασε τη θέση, κατόπιν γνωμάτευσης του Γενικού Εισαγγελέα, ότι οι πιο πάνω τροπολογίες ήταν αντισυνταγματικές και συνιστούσαν σύγκρουση εξουσιών με βάση το Άρθρο 139 του Συντάγματος. 

Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας υπέγραψε τον περί Προϋπολογισμού Νόμο, ο οποίος εκδόθηκε στις 31 Δεκεμβρίου 2021, με δημοσίευση στην Επίσημη Εφημερίδα της Κυπριακής Δημοκρατίας. 

Κατόπιν διαβούλευσης με τον Γενικό Εισαγγελέα, σε σχέση με τις επίδικες τροπολογίες, απέστειλε επιστολή, ημερομηνίας 10 Ιανουάριου 2022, με την οποία κοινοποίησε την πρόθεσή του για καταχώρηση προσφυγής, δυνάμει του Άρθρου 139 του Συντάγματος.

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ: