Αν έχετε τη μαύρη τύχη να διαβάζετε αυτή τη στιγμή αυτό το κείμενο είναι πολύ πιθανό να μην το πάτε μέχρι το τέλος. Ειδικά αν το διαβάζετε διαδικτυακά κι ακόμη πιθανότερο αν σκρολάρετε μέσω κάποιου «κοινωνικού» δικτύου. Τα εισαγωγικά έχουν τη σημασία τους, αλλά θα επιστρέψω σ’ αυτό.

Ο λόγος λοιπόν που μάλλον δεν θα φτάσετε μέχρι το τέλος είναι γιατί, ανεξάρτητα αν είναι φυσικό ή όχι, η ροπή και το ζητούμενο της εποχής είναι να βολοδέρνουμε σε μια φαντασμαγορία περιεχομένου, διεγείροντας ασταμάτητα και, κυρίως, άσκοπα την προσοχή μας.

ΑΝ ήταν ποτέ κοινωνικές, αυτές οι πλατφόρμες δικτύωσης έχουν λοιπόν πάψει εδώ και χρόνια να είναι. Περισσότερο μοιάζουν με πλατφόρμες επίδειξης και ακόμη πολύ περισσότερο με μηχανισμούς αυτοθωπείας. Με την τεχνητή νοημοσύνη να έχει εισχωρήσει σε καταιγιστικό βαθμό στο news feed –πόσο ειρωνικά πετυχημένος όρος!- ο σκοπός της αλληλεπίδρασης έχει υποχωρήσει πολύ χαμηλά στις προτεραιότητες του χρήστη, αλλά και του μέσου.

Άλλωστε, ο ίδιος ο Μαρκ Ζάκερμπεργκ έχει πρόσφατα παραδεχτεί επισήμως ότι το Facebook στρέφεται ολοένα και περισσότερο προς «τη γενική ιδέα της ψυχαγωγίας». Ίσως να μοιάζει ακόμη υπερβολικό, πεσιμιστικό, κασσανδρικό να ειπωθεί, αλλά τα σημάδια δείχνουν ότι ο θάνατος του ανθρώπου ως φύσει πολιτικού ζώου, όπως το είχε θέσει ο Αριστοτέλης, είναι κοντά. Αν δεν έχει ήδη επέλθει.  

Το κρίσιμο ερώτημα εδώ είναι αν το μέσο προκαλεί γητεία στις μάζες ή αν είναι οι μάζες αυτές που κατευθύνουν το μέσο προς το θέαμα. Μοιάζει λίγο μ’ εκείνο με το αυγό και την κότα και προφανώς δεν το θέτω πρώτος εγώ- είναι πολύ παλιό. Με τον τρόπο αυτό το είχε διατυπώσει ο Ζαν Μποντριγιάρ στο βιβλίο του «Ομοιώματα και Προσομοίωση» ήδη από το 1981, δηλαδή σχεδόν μια δεκαετία πριν ο Τιμ Μπέρνερς Λι βάλει στη ζωή μας τον παγκόσμιο ιστό και πάνω από δύο δεκαετίες πριν μπουν στη ζωή μας οι πλατφόρμες δικτύωσης. 

Ξεφύλλιζα τις προάλλες το βιβλίο αυτό και διαπίστωσα ότι σχεδόν κάθε δέκα χρόνια μετά την έκδοσή του, σε μια εποχή ραγδαίων τεχνολογικών εξελίξεων, αποκτά νέο, βαθύτερο νόημα. Αλλά και ότι στην ουσία του λέει το ίδιο πράγμα, που εκκινεί από το πόσο απελπιστικά και αυτοκαταστροφικά προβλέψιμοι είμαστε ως είδος. 

Ο Μποντριγιάρ περιγράφει έναν κόσμο όπου η επέλαση της πληροφορίας συνεπάγεται και την υποχώρηση του νοήματος. Και όπου σε αντίθεση με το νόημα, το φαίνεσθαι είναι αθάνατο, άτρωτο στον μηδενισμό. Κι εκεί είναι που αρχίζει η αποπλάνηση. Μιλά για την «κόλαση της προσομοίωσης» που έχει να κάνει με μια αδιόρατη διαστρέβλωση του νοήματος και γράφει επίσης ότι το μέσο και το πραγματικό βρίσκονται πλέον σε ενιαίο νεφέλωμα, η αλήθεια του οποίου είναι απροσπέλαστη: «Το ομοίωμα δεν είναι ποτέ εκείνο που αποκρύπτει την αλήθεια· είναι η αλήθεια που αποκρύπτει ότι δεν υπάρχει καμία αλήθεια. Το ομοίωμα είναι αληθινό.»

Εξαιρετικά ενδιαφέρον- και βοηθητικό για τον δικό μου συλλογισμό- είναι το σημείο που ο Γάλλος στοχαστής αντιστρέφει το σχήμα του Πανοπτικού του Μπένθαμ, όπως το θέτει ο Μισέλ Φουκώ στο βιβλίο του «Επιτήρηση και Τιμωρία» (1975). Μιλάμε για τη μετάβαση από έναν πανοπτικό μηχανισμό επιτήρησης και πειθαρχίας, στον οποίο οι κρατούμενοι εσωτερικεύουν το βλέμμα του φύλακα, σε ένα νέο σύστημα αποτροπής. Πλέον η διάκριση ανάμεσα στο παθητικό και το ενεργητικό καταργείται. Ζούμε σε μια άλλη φάση: «Δεν παρακολουθείς πια τηλεόραση· η τηλεόραση σε παρακολουθεί»

Το ίδιο ακριβώς ισχύει σήμερα για την οθόνη του κινητού ή του υπολογιστή. Δηλαδή το μέσο δεν είναι εργαλείο που χρησιμοποιεί η μικροφυσική της εξουσίας για να σε ελέγχει «από πάνω», αλλά ένα σύστημα που σε ενσωματώνει ως λειτουργία του. Είσαι ήδη μέρος του μηχανισμού. Αυτό είναι το ύστατο στάδιο της κοινωνικής σχέσης. Είμαστε ενσωματωμένοι στη ροή του μέσου. ΕΙΜΑΣΤΕ το μέσο, η πληροφορία, το γεγονός, το βήμα. Συνεπώς, δεν μιλάμε πια για το τέλος του μηνύματος αλλά και για το τέλος του μέσου

Όντας και προσωπικά θύμα του φαινομένου το οποίο καυτηριάζω εδώ, πέτυχα μια εξαιρετικά ενδιαφέρουσα ανάλυση του συγγραφέα Μάικ Μαριάνι στο περιοδικό Noema που επιχειρεί ακριβώς να αναδείξει το γεγονός ότι οι κάποτε διαδραστικές και συμμετοχικές πλατφόρμες διαπροσωπικής σύνδεσης, που ξεκίνησαν ως «κοινωνικά δίκτυα», έχουν την τρέχουσα δεκαετία χάσει εντελώς αυτή την κοινωνική τους διάσταση κι έχουν μετατραπεί σε μέσα παθητικής κατανάλωσης περιεχομένου.

Καθοριστικό ρόλο στην πορεία αυτή έχει διαδραματίσει η αυξανόμενη επικράτηση της τεχνητής νοημοσύνης στις ροές και η ραγδαία αύξηση τεχνητών κοινωνικών αλληλεπιδράσεων, γεγονός που οδηγεί στον «ψηφιακό σολιψισμό». Τον όρο αυτό εισήγαγε το 2021 στη διατριβή του ο φοιτητής φιλοσοφίας του Πανεπιστημίου του Τίλμπουρχ, Ι.Ρ. Μέντελι. Περιγράφει τον τρόπο µε τον οποίο τα µέσα κοινωνικής δικτύωσης και οι αλγόριθμοί τους µάς βυθίζουν σε οικοσυστήµατα πληροφοριών που επικυρώνουν τις απόψεις μας, αντανακλούν τις πεποιθήσεις και τις ευαισθησίες μας, ενώ πολύ σπάνια μάς αναγκάζουν να αντιµετωπίσουµε αντικρουόµενες προοπτικές.

Η πόλωση δημιουργεί μεγαλύτερη εμπλοκή– που είναι το κύριο ζητούμενο- συνεπώς οι μετριοπαθείς φωνές έχουν σχεδόν εξαφανιστεί και η συστημική διαίρεση σε ψηφιακές «φούσκες» και echo chambers φθείρει σαν σαράκι τον κοινωνικό ιστό. Το πρόβλημα θα βαθύνει από το γεγονος ότι ολοένα βυθιζόμαστε σ’ ένα μέλλον όπου θα αλληλεπιδρούμε τακτικότερα και πιο απρόσκοπτα με περιεχόμενο από «ευγενικές» γεννήτριες τεχνητής υπερνοημοσύνης ή με κοινότητες chatbot, εξατομικευμένες και ειδικά σχεδιασμένες να μας καλοπιάνουν, να μάς κολακεύουν, να μάς παρηγορούν, να μας σαγηνεύουν και να μας λένε ακριβώς αυτό που θέλουμε να ακούσουμε.

Αυτά είναι τα νέα τεχνητά «ζώα συντροφιάς» που γεμίζουν τα κενά μας. Όμως, εκτός από μια περιορισμένη αντίληψη της αντικειμενικής αλήθειας αυτή η νέα πραγματικότητα οδηγεί σε ατροφία τις κοινωνικές μας δεξιότητες και την ικανότητά μας για διαπροσωπική τριβή. 

Ο Μαριάνι αναφέρεται στον περίφημο αφορισμό του Νίτσε ότι «αν κοιτάξεις για πολλή ώρα την άβυσσο, στο τέλος και η άβυσσος θα κοιτάξει εσένα» για να προειδοποιήσει ότι η άβυσσσος έχει ήδη αρχίσει να μας κοιτάζει, με απόκοσμη περιφρόνηση, μέσα από τις φωτεινές οθόνες μας. Αλλά εμείς είμαστε ήδη εντελώς αφοπλισμένοι και τριγυρίζουμε σαν τις νυχτοπεταλούδες γύρω- γύρω από το τοξικό φως που θα κάψει τα φτερά μας.

Ελεύθερα, 24.8.2025