Αποθέματα που ξεπερνούν κατά πολύ το μισό δισεκατομμύριο ευρώ και πλεονάσματα δεκάδων εκατομμυρίων κατ’ έτος, μέχρι και το 2031, προβλέπει η νέα αναλογιστική μελέτη που διενεργήθηκε από τον Διεθνή Οργανισμό Εργασίας για λογαριασμό του Οργανισμού Ασφάλισης Υγείας και αφορά την οικονομική ευρωστία του Γενικού Συστήματος Υγείας.

Την ίδια ώρα το ΓεΣΥ και η σταθερότητα που επέβαλε ο μονοασφαλιστικός του χαρακτήρας στις τιμές των υπηρεσιών υγείας φαίνεται ότι συνέτεινε και στην συγκράτηση του πληθωρισμού, γεγονός το οποίο επισημαίνεται και από τους αναλογιστές σε αρκετά σημεία της σχετικής παρουσίασης τους.

Η μελέτη που αναλύθηκε τη Δευτέρα στα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου του ΟΑΥ, επιβεβαιώνει και ισχυροποιεί, μεταξύ άλλων, τις προηγούμενες προβλέψεις για τις αντοχές του Ταμείου του ΓεΣΥ ενώ δίνει τη δυνατότητα στον οργανισμό να προχωρήσει στους μελλοντικούς του σχεδιασμούς αλλά και να μελετήσει μέτρα για ζητήματα για τα οποία, όπως προκύπτει, χρειάζεται περισσότερη και πιο συστηματική παρακολούθηση.

Αξιοσημείωτο το γεγονός ότι το ΓεΣΥ, σύμφωνα και με τη νέα μελέτη, έχει τη δυνατότητα να λειτουργήσει και να παρέχει υπηρεσίες χωρίς ιδιαίτερα προβλήματα μέχρι και για διάστημα τεσσάρων μηνών (για κάποια έτη τα οποία περιλαμβάνονται στη μελέτη) χωρίς να υπάρχει εισροή εισοδημάτων στο Ταμείο του συστήματος. Το σενάριο αυτό βεβαίως δεν είναι δυνατό να επαληθευτεί αφού αυτό θα σήμαινε ότι η Κύπρος, ως κράτος και κοινωνία, θα παρέλυε και δεν θα παρουσίαζε καμία απολύτως δραστηριότητα πέραν της παροχής και της λήψης υπηρεσιών υγείας.

Η επικαιροποιημένη μελέτη έγινε στη βάση των προβλέψεων και δεδομένων του υπουργείου Οικονομικών και οι αναλογιστές ακολούθησαν συντηρητικά σενάρια για να φθάσουν στα τελικά τους συμπεράσματα.

Σύμφωνα λοιπόν με τα όσα παρουσιάστηκαν στα μέλη του Δ.Σ. του Οργανισμού:

> Το ΓεΣΥ παρουσιάζει οικονομική σταθερότητα μέχρι το έτος 2031 που είναι ο ορίζοντας της μελέτης.

> Τα αποθέματα που θα διαθέτει σε βάθος δεκαετίας παρουσιάζονται ικανά για να καλύψουν για τουλάχιστον τρεις μήνες τις ανάγκες του ΓεΣΥ (χωρίς στο Ταμείο να εισρέουν τα οποιαδήποτε εισοδήματα).

> Μέχρι το τέλος του 2031 παρουσιάζονται αποθέματα τα οποία θα μπορούσαν να καλύψουν πέραν των τεσσάρων μηνών.

> Τα οικονομικά δεδομένα του ΓεΣΥ παρουσιάζουν βελτίωση σε σχέση με την προηγούμενη αξιολόγηση γεγονός που οφείλεται κυρίως στην αύξηση των εισοδημάτων που προκύπτουν από τις εισφορές τα τελευταία δύο χρόνια.

Αποθέματα πέριξ του μισού δισ. υπολογίζονται για το ταμείο του ΓεΣΥ για όλα τα έτη μέχρι το 2031. Πλεονάσματα στον ετήσιο ισολογισμό υπολογίζονται από το έτος 2026 και μετά αφού με βάση το συντηρητικό σενάριο το 2024 θα παρουσιαστεί έλλειμμα €4 εκατ. και το 2025 έλλειμμα €16 εκατ., ποσά τα οποία βεβαίως με βάση τα μεγέθη του ΓεΣΥ αλλά και τα αποθέματα του οργανισμού δεν προκαλούν καμία απολύτως ανησυχία ακόμα και εάν επαληθευτούν οι προβλέψεις. Σύμφωνα με τους πραγματικούς αριθμούς, το 2022 το ταμείο του ΓεΣΥ έκλεισε με απόθεμα €438 εκατ. και το 2023 αναμένεται ότι θα κλείσει με απόθεμα €508 εκατ.. Τα δε πλεονάσματα για το 2023 θα φθάσουν τα €70 εκατ.

> Το έτος 2031 προβλέπονται πλεονάσματα €88 εκατ. και απόθεμα στο Ταμείο του ΓεΣΥ €753 εκατ. Οι εισφορές στο ταμείο του ΓεΣΥ την συγκεκριμένη χρονιά αναμένεται ότι θα ξεπεράσουν τα δύο δισεκατομμύρια ευρώ.

Σε σχέση με το Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν, το ΓεΣΥ φαίνεται να καλύπτει ποσοστό γύρω στο 5%. Αύξηση παρουσιάζεται κατά τα έτη 2024 -2026 οπόταν και αναμένεται ότι θα φθάσει στο 5,5% ωστόσο μέχρι το 2031 προβλέπεται ότι θα πέσει στο 5,2%. Το 2023 το ΓεΣΥ καλύπτει το 5,3% του ΑΕΠ. Αξίζει να αναφερθεί ότι τα ποσοστά αυτά, έρχονται σε αντίθεση με τα όσα κατά καιρούς περιλαμβάνονται σε τοποθετήσεις που γίνονται, κυρίως από πολιτικά πρόσωπα, για υπέρμετρη αύξηση των δαπανών υγείας στην Κύπρο. (Αναφέρεται ότι ο μέσος όρος δαπανών υγείας μεταξύ των κρατών μελών της Ε.Ε. τα προηγούμενα χρόνια ξεπερνούσε το 9%, ποσοστό το οποίο η Κύπρος δεν φθάνει ακόμα και αν προστεθούν στις δαπάνες του ΓεΣΥ και τα κονδύλια που δαπανώνται από το υπουργείο Υγείας).

Περαιτέρω, από την μελέτη προκύπτει ότι κατά τα έτη 2024 και 2025, τα έξοδα του ΓεΣΥ παρουσιάζονται αυξημένα σε σχέση με τα χρόνια που ακολουθούν. Αυτό οφείλεται, μεταξύ άλλων στην ένταξη περισσότερων υπηρεσιών αλλά και περισσότερων παρόχων στο σύστημα. Είναι γνωστό άλλωστε ότι από τα τέλη του 2023 στο ΓεΣΥ έχουν ενταχθεί νέα νοσηλευτήρια και νέες υπηρεσίες ενώ είναι προγραμματισμένη η ένταξη ακόμα περισσότερων υπηρεσιών μέχρι το τέλος του 2025.

Σύμφωνα με τις προβλέψεις της μελέτης, μέχρι το 2031 θα παρουσιάζεται αύξηση στις υπηρεσίες ενδονοσοκομειακής περίθαλψης που προσφέρει το ΓεΣΥ. Η αύξηση αυτή φαίνεται να αφορά κυρίως τις μεγαλύτερες ηλικίες, γεγονός που συνδέεται άμεσα με την αύξηση που προβλέπεται και αφορά το προσδόκιμο επιβίωσης το οποίο φθάνει για τις γυναίκες το 2031 τα 85,8 έτη και για τους άνδρες τα 81,9.

Αύξηση στον αριθμό των νεαρών δικαιούχων και αύξηση των γυναικών στην αγορά εργασίας

Σημαντική παράμετρος για την ευρωστία του ΓεΣΥ θεωρείται η αύξηση των εισφορών, των εσόδων δηλαδή του Ταμείου του συστήματος. 

Η αύξηση των εισφορών, οφείλεται:

Στην αύξηση του αριθμού των δικαιούχων του συστήματος.

Η αύξηση των δικαιούχων αφορά κυρίως νεαρά άτομα τα οποία τώρα μπαίνουν στην αγορά εργασίας και ως εκ τούτου λόγω ηλικίας χρησιμοποιούν πολύ λίγο ή καθόλου τις υπηρεσίες υγείας αλλά εισφέρουν στο ταμείο του ΓεΣΥ.

Στην αύξηση των μισθών (η οποία προήλθε μεταξύ άλλων από την καταβολή της ΑΤΑ).

Επιπρόσθετα, παρουσιάζεται αύξηση στη συμμετοχή των γυναικών στην αγορά εργασίας με το ποσοστό τους να ανεβαίνει μέχρι το 2031. Συγκεκριμένα και ενώ το 2022 το ποσοστό των γυναικών που βρίσκονται στην αγορά εργασίας ορίζεται στο 73%, για το 2031 υπολογίζεται ότι θα φθάσει στο 74,3% ενώ για τους άνδρες φαίνεται να παραμένει σχετικά σταθερό αφού παρουσιάζει σε βάθος δεκαετίας μικρή μόνο αύξηση και από το 83,4% ανεβαίνει στο 83,9%.

Σε ό,τι αφορά τον αριθμό των εγγεγραμμένων δικαιούχων του συστήματος: Το 2022 ο αριθμός των δικαιούχων που ήταν εγγεγραμμένοι στο σύστημα έφθασε τις 930.875, το 2023 ανέβηκε στις 941.904 και όπως υπολογίζεται στη μελέτη θα ακολουθήσει ανοδική πορεία για να ξεπεράσει το 2031 το ένα εκατομμύριο (1.027.113). Υπενθυμίζεται ότι οι αρχικοί υπολογισμοί (πριν την εφαρμογή του συστήματος), έκαναν λόγο για περίπου 850.000 δικαιούχους. 

Τέλος, σε ό,τι αφορά τις επιπτώσεις της εφαρμογής του ΓεΣΥ στην Οικονομία, από την μελέτη προκύπτει ότι το ΓεΣΥ, (με τον μονοασφαλιστικό του χαρακτήρα) έχει περιορίσει τον πληθωρισμό των δαπανών υγείας αφού μέσω του συστήματος δεν παρατηρούνται αυξομειώσεις στις δαπάνες υγείας ή στις τιμές στις οποίες προσφέρονται/αποζημιώνονται οι υπηρεσίες υγείας. Τα πρώτα τέσσερα χρόνια εφαρμογής του ΓεΣΥ, για τα οποία υπάρχουν διαθέσιμα πραγματικά δεδομένα, ο πληθωρισμός της Υγείας φαίνεται ότι κρατήθηκε σε χαμηλά επίπεδα, γεγονός που επιβεβαιώνει και τους αρχικούς υπολογισμούς αλλά και τις μελέτες που είχαν προηγηθεί της εφαρμογής του συστήματος και καταδείκνυαν την ανάγκη για μονοασφαλιστικό χαρακτήρα. Η σταθερότητα αυτή, όπως προκύπτει από την μελέτη, θα συνεχίσει να καταγράφεται, τουλάχιστον μέχρι το 2031.