Περίπου 200 ενήλικα πρόσωπα, στη μεγάλη πλειοψηφία άνδρες που παρουσιάζουν βίαιες συμπεριφορές στο πλαίσιο της οικογένειας και των συντροφικών σχέσεων, απευθύνθηκαν μέχρι σήμερα στο συμβουλευτικό πρόγραμμα «ΠΡΩΤΕΑΣ» που λειτουργεί ο Σύνδεσμος για την Πρόληψη και την Αντιμετώπιση της Βίας στην Οικογένεια (ΣΠΑΒΟ), σε παγκύπρια βάση τελευταία 5 χρόνια – από το 2020 – ανέφερε στον «Φ» ο προϊστάμενος του προγράμματος, κοινωνικός λειτουργός Νεκτάριος Καλλονάς.

Μαζί του στη συνέντευξη, που πραγματοποιήθηκε στον χώρο όπου στεγάζεται το συμβουλευτικό κέντρο «ΠΡΩΤΕΑΣ» στη Λευκωσία, ήταν και οι υπόλοιποι λειτουργοί της ομάδας – η συμβουλευτική ψυχολόγος  Έμιλυ Τακκίδου, ο ψυχοθεραπευτής Λαυρέντιος Θεοφάνους και οι δικανικοί ψυχολόγοι Κωνσταντίνος Παπανικολάου και Άντρεα Φωτίου. Απαντώντας στο ερώτημά μας «κατά πόσο μπορεί να αλλάξει ο βίαιος δράστης», η επιστημονική διευθύντρια του ΣΠΑΒΟ  δρ Άντρη Ανδρονίκου, τόνισε ότι «με μια μακροπρόθεσμη και στοχευμένη παρέμβαση, ο δράστης είναι πιθανόν να πάρει τη σωστή απόφαση για την αλλαγή, εάν επαναξιολογήσει την κατάσταση και αντιληφθεί την ευθύνη του και τις επιπτώσεις της, δηλαδή τον αντίκτυπο της βίας που ασκεί». Όπως μας πληροφόρησε ο Ν. Καλλονάς, «υπάρχει μέσα σε αυτά τα 5 χρόνια, μια ανοδική πορεία στον αριθμό των εξυπηρετούμενων στο πρόγραμμα, δραστών βίας που ζητούν βοήθεια σε ό,τι αφορά τον έλεγχο του θυμού τους, η πλειοψηφία των οποίων είναι άνδρες Ελληνοκύπριοι, αλλά και άτομα από άλλες χώρες της Ευρώπης και από τρίτες χώρες. Ξεκινήσαμε – πρόσθεσε – το 2020 με 2-3 περιπτώσεις δραστών που ολοκλήρωσαν το πρόγραμμα και σήμερα έχουμε στον «ΠΡΩΤΕΑ» 70 ενεργά περιστατικά. Αυτό το θεωρώ πολύ σημαντικό, δεδομένου ότι είναι και το μοναδικό πρόγραμμα στην Κύπρο που ασχολείται με αυτό το ζήτημα. Εκτός από τη Λευκωσία, ο «ΠΡΩΤΕΑΣ» στεγάζεται σε δικούς του χώρους στη Λεμεσό και στη Λάρνακα, που καλύπτουν επίσης τις επαρχίες Πάφου και Αμμοχώστου, αντίστοιχα». Ο κ. Καλλονάς, μας ανέφερε ότι το πρόγραμμα είναι εθελοντικό και διαρκεί 2 χρόνια για κάθε άτομο. Βέβαια – πρόσθεσε – ανάλογα με την περίπτωση, μπορεί για κάποια άτομα να διαρκέσει λιγότερο και να τελειώσει π. χ. στους 6 μήνες ή στον ένα χρόνο». Η Εθνική Γραμμή Στήριξης του «ΠΡΩΤΕΑ» είναι ο τηλεφωνικός αριθμός 1406.

Ανάληψη ευθύνης θυτών, προστασία θυμάτων

Οι λειτουργοί του «ΠΡΩΤΕΑ», μας ανέφεραν ότι το πρόγραμμα «πηγάζει από την ανάγκη μιας ολιστικής προσέγγισης για την προστασία, ασφάλεια και στήριξη των θυμάτων ενδοοικογενειακής, έμφυλης και συντροφικής βίας. Σκοπός του, είναι η ενίσχυση της ασφάλειας των θυμάτων, η μείωση της επικινδυνότητας, της συχνότητας και της έντασης της βίας, ενώ οι στόχοι του είναι η ανάληψη της ευθύνης από τους δράστες, η κατανόηση των αιτιολογικών παραγόντων που τους οδηγούν στις βίαιες συμπεριφορές, η αναγνώριση των επιπτώσεων της βίας και η δημιουργία κινήτρων για αλλαγή». Μας εξήγησαν ότι η παραπομπή στο πρόγραμμα, γίνεται από τις Υπηρεσίες Κοινωνικής Ευημερίας, την Αστυνομία, τον Οργανισμό Κρατικών Υπηρεσιών Υγείας (ΟΚΥπΥ), από φορείς, οργανώσεις, περιλαμβανομένων μη κυβερνητικών οργανώσεων, από δικαστικές αρχές και από αυτο-παραπομπή.

Ο Νεκτάριος Καλλονάς, τόνισε στο σημείο αυτό ότι «το 2025 υπάρχει αύξηση των αυτο-παραπομπών δραστών στο πρόγραμμα και για μας είναι θετική εξέλιξη. Αυτό σημαίνει ότι όλο και περισσότερα άτομα, αναγνωρίζουν τις δυσκολίες και τις προβληματικές συμπεριφορές τους και ζητούν βοήθεια, είτε με δική τους πρωτοβουλία, είτε μετά από παρότρυνση τρίτων, αφού πληροφορηθούν την ύπαρξη του προγράμματος, ακόμα και μέσω της σύγχρονης τεχνολογίας, όπως το ChatGPT (Generative Pre-trained Transformer), που είναι εφαρμογή τεχνητής νοημοσύνης που επιτρέπει διάλογο και απαντήσεις (chatbot)».

Συμβουλευτικές και προληπτικές δράσεις

Όπως υπογράμμισαν στον «Φ» τα μέλη της επιστημονικής ομάδας του «ΠΡΩΤΕΑ», «το πρόγραμμα παρέχει ατομική και ομαδική συμβουλευτική σε δράστες βίας και παράλληλη υποστήριξη σε θύματα. Κριτήρια εισδοχών στο πρόγραμμα, είναι η απουσία επήρειας εξαρτησιογόνων ουσιών κατά τη διάρκεια των συναντήσεων, η απουσία επικίνδυνων αυτοκαταστροφικών συμπεριφορών, η απουσία σοβαρών ψυχιατρικών προβλημάτων ή ενεργής ψυχοπαθολογίας και η απουσία ενεργού αυτοκτονικού ιδεασμού.

 Στον «ΠΡΩΤΕΑ» εξυπηρετούνται δράστες που προέρχονται από όλα τα κοινωνικά και οικονομικά στρώματα, από διάφορες εθνικότητες, θρησκευτικές και πολιτισμικές πεποιθήσεις και μορφωτικά επίπεδα. Εξυπηρετούνται επίσης άνδρες – και λιγότερες γυναίκες – το μεγαλύτερο ποσοστό των οποίων, ασκούν βία στα παιδιά, όπως και ζευγάρια, που μπορεί να παραπέμφθηκαν στο πρόγραμμα από υπηρεσίες του κράτους, γιατί άσκησαν βία στα παιδιά τους».

 Αναφερόμενοι στις προληπτικές δράσεις του «ΠΡΩΤΕΑ», υπογράμμισαν ότι το πρόγραμμα παρουσιάστηκε τα τελευταία χρόνια σε πολλές κοινότητες και οργανωμένα σύνολα, σε μαθητές και φοιτητές σε σχολεία και εκπαιδευτικά ιδρύματα, αλλά και σε εθνοφρουρούς σε πολλά στρατόπεδα σε όλη την ελεύθερη Κύπρο, σε συνεργασία με το υπουργείο Άμυνας και την ηγεσία της Εθνικής Φρουράς. Σημειώνεται ότι η ομάδα του «ΠΡΩΤΕΑ» συνεργάζεται με το Ευρωπαϊκό Δίκτυο Εργασίας για Δράστες Ενδοοικογενειακής Βίας (European Network for the Work with Perpetrators of Domestic Violence, WWP EN), μέλος του οποίου είναι ο ΣΠΑΒΟ, όπως και δεκάδες άλλοι ενεργοί οργανισμοί  από όλη την Ευρώπη.

Η ανάγκη για έλεγχο και εξουσία…

Μας περίγραψαν ως εξής, το προφίλ και τα χαρακτηριστικά των βίαιων συζύγων ή συντρόφων, τα μέλη της διεπιστημονικής ομάδας του «ΠΡΩΤΕΑ»: «Κάποιοι δράστες αναγνωρίζουν τις πράξεις τους και τις αρνητικές επιπτώσεις τους, εκφράζουν λύπη, αλλά σχεδόν πάντοτε, επαναλαμβάνουν την κακοποίηση…Μια άλλη κατηγορία δραστών, αρνούνται και δεν παραδέχονται τη βία που ασκούν, ενώ προβάλλουν διάφορες δικαιολογίες για τη συμπεριφορά τους…Όσον αφορά τα χαρακτηριστικά των δραστών, κάποιοι έχουν χαμηλή αυτοεκτίμηση, παραδοσιακές αντιλήψεις για τον ρόλο των φύλων, έλλειψη επίγνωσης των πράξεων τους, διαταραχή προσωπικότητας ναρκισσιστικού τύπου και υψηλά επίπεδα άγχους. Κάποιοι δράστες, έχουν βιώματα κακοποίησης, ζηλεύουν παθολογικά, είναι εξαρτημένοι από τις συντρόφους τους, αδυνατούν να ελέγξουν τις παρορμήσεις τους, έχουν περιορισμένη κοινωνικοποίηση και προσαρμογή, είναι εξαρτημένοι από νόμιμες και παράνομες ουσίες και έχουν ιστορικό εγκληματικότητας. Κάποια κοινά χαρακτηριστικά δραστών, περιλαμβάνουν ένα σχέδιο ελέγχου και καταχρηστικής συμπεριφοράς, στερεοτυπικές αντιλήψεις για την παραδοσιακή εικόνα της ανδρικής ανωτερότητας και το ρόλο του άνδρα στην οικογένεια και ελαχιστοποίηση των επιπτώσεων της κακοποίησης στα θύματα. Οι δράστες νιώθουν την ανάγκη για έλεγχο και εξουσία και παρουσιάζουν υψηλά επίπεδα κατάθλιψης, άγχους, μετατραυματικό στρες, έλλειψη αυτοπεποίθησης και αίσθηση προσωπικής αδυναμίας, κοινωνική δυσπροσαρμοστικότητα, έλλειψη ενσυναίσθησης, ζηλοτυπία και καχυποψία…».

222222222222222222222

Οι δράστες «κτίζουν» ιστορίες που δικαιολογούν τη βία

«Όλοι οι δράστες, έχουν μια ιστορία που δικαιολογεί τη βία», μας είπε η επιστημονική διευθύντρια του ΣΠΑΒΟ Άντρη Ανδρονίκου. «Συνήθως – πρόσθεσε – κατηγορούν το θύμα για τη δική τους συμπεριφορά και αντίδραση, άλλοι ομαλοποιούν ή και ελαχιστοποιούν τη βιαιότητα τους και τις επιπτώσεις αυτής, άλλοι την αποδίδουν στις… περιστάσεις (π. χ. «ήμουν μεθυσμένος», «με απάτησε»), ή ακόμη αρνούνται την ύπαρξη της. Θεωρώ πολύ σημαντικό να μπορέσουμε να απαντήσουμε στο ερώτημα, «γιατί οι άνδρες ασκούν βία στο πλαίσιο των ρομαντικών, συντροφικών και συζυγικών σχέσεων, αλλά και γενικότερα, γιατί στοχεύουν βίαια μία γυναίκα, εφόσον κανένας άνδρας δεν έχασε τη ζωή του επειδή… είναι άνδρας;». Αν ρωτούσαμε οποιοδήποτε παιδί, τι θα ήθελε να γίνει όταν μεγαλώσει, σίγουρα κανένα δεν θα απαντούσε, ότι θα ήθελε να γίνει γυναικοκτόνος, κακοποιητής ή βιαστής, ή ότι κάνει όνειρα να φυλακιστεί, ή να περάσει χρόνο σε θεραπευτικά προγράμματα, για τη βία που ασκεί. Αυτό συμβαίνει, γιατί τα μικρά παιδιά δεν έχουν μολυνθεί από τις αρχές, την ανατροφή, τα δόγματα ή τις προκαταλήψεις και πεποιθήσεις της κοινωνίας.

Από την άλλη πλευρά, υπάρχει μια χρόνια ερευνητική δραστηριότητα, για το κατά πόσο οι εγκληματίες αυτοί, γεννιούνται ή δημιουργούνται. Εάν δηλαδή υπάρχει κάποια γονιδιακή προδιάθεση. Από τη μια πλευρά, η γονιδιακή προδιάθεση θα αποτελούσε ίσως ένα ελαφρυντικό στην ποινική διαδικασία, από την άλλη όμως, εφόσον ένα άτομο έχει αυτή τη γονιδιακή προδιάθεση, καθίσταται δυνητικά πιο επικίνδυνο. Κι αυτό, γιατί έχει και την προσωπική και ηθική ευθύνη  να το αντιμετωπίσει, αφού αυτή η προδιάθεση, αποτελεί κίνδυνο για τη δημόσια ασφάλεια.

 Υπάρχουν πολλές έρευνες για το θέμα, όπως η παραλλαγή αυτού που είναι γνωστό ως «γονίδιο του πολεμιστή» («warrior gene»), που εξηγεί προβλήματα ριψοκίνδυνης συμπεριφοράς, επιθετικότητας, συμμετοχής σε συμμορίες, βίαιου εγκλήματος κ.λ.π, εντούτοις οι έρευνες καταλήγουν ότι η γονιδιακή προδιάθεση, δεν έχει από μόνη της, ισχυρή επεξηγηματική δύναμη. Είναι γεγονός ότι πολλοί νομοταγείς πολίτες, έχουν αυτό το γονίδιο. Όπως και με άλλες σύνθετες συμπεριφορές, οι ερευνητές εξετάζουν την αλληλεπίδραση γενετικών και περιβαλλοντικών παραγόντων. Μέχρι στιγμής, τέτοια στοιχεία έχουν εισαχθεί προς το συμφέρον του δράστη, αλλά δεν είναι προφανές, γιατί ένας τέτοιος γενετικός παράγοντας, θα μείωνε την ατομική ευθύνη. Κυρίαρχος παράγοντας, φαίνεται να είναι το είδος του περιβάλλοντος, στο οποίο μεγάλωσαν αυτά τα άτομα. Μας απασχολούν επίσης ερωτήματα, κατά πόσο υπάρχει σύνδεση μεταξύ των πράξεων ενός γονέα και των επιπτώσεων που μπορεί να έχουν, στο παιδί τους – αν δηλαδή οι εγκληματικοί γονείς, δημιουργούν εγκληματικά παιδιά. Στην πραγματικότητα, κάθε τραυματική εμπειρία σε ένα οικογενειακό περιβάλλον, επηρεάζει το κάθε παιδί με διαφορετικούς τρόπους. Το κάθε παιδί αντιδρά διαφορετικά στο παιδικό του τραύμα και στο πώς καταστέλλει τον φόβο, τον θυμό ή άλλα συναισθήματα. Σίγουρα η αντικοινωνική συμπεριφορά, είναι εύκολο να «διδαχτεί», σε περιβάλλοντα με παράγοντες κινδύνου εγκληματικότητας. Θα λέγαμε λοιπόν και μέσα από την εμπειρία του πεδίου, ότι υπάρχει συσχέτιση, αλλά όχι αιτιότητα».

Οι γυναίκες κινδυνεύουν περισσότερο

Παρατήρησε και τα εξής, η επιστημονική διευθύντρια του ΣΠΑΒΟ δρ Άντρη Ανδρονίκου: «Βιώνοντας ως κοινωνία, ακραίες μορφές βίας εναντίον των γυναικών, ή και άλλες βίαιες συμπεριφορές κατά των γυναικών, τοποθετούμε κατευθείαν τον δράστη, στη σφαίρα της ψυχικής πάθησης, έτσι ώστε να μπορέσουμε να «αποδεχθούμε», τουλάχιστο νοητικά, αυτό που έχει συμβεί. Στην πραγματικότητα όμως, σύμφωνα με τις έρευνες για τη ψυχική υγεία, αυτού του είδους τα προβλήματα φαίνεται να αντιπροσωπεύουν μόνο το 5,3% των βίαιων εγκλημάτων. Τα άτομα με ψυχικές διαταραχές, τείνουν να έχουν ένα κίνητρο που τους δίνει νόημα, ανεξάρτητα εάν αυτό καθοδηγείται από ψυχωτικές πεποιθήσεις. Οι περισσότεροι βίαιοι δράστες, δεν έχουν κανένα ουσιαστικό κίνητρο. H ψυχική πάθηση, χρησιμοποιείται πολλές φορές, ως εργαλείο. Ωστόσο έχουμε καταγράψει ιστορικά και κάποιες γυναίκες που έχουν δολοφονήσει τον σύζυγο τους, με κίνητρο τον τερματισμό της συνεχιζόμενης βίας, ή και για αυτοάμυνα. Όμως τα άτομα που κινδυνεύουν περισσότερο, είναι γυναίκες, συμπεριλαμβανομένων ηλικιωμένων γυναικών και γυναικών με αναπηρία, όπως και γυναικών εθνικών μειονοτήτων, προσφυγισσών και μεταναστριών. Κινδυνεύουν περισσότερο επίσης νεαρά κορίτσια, παιδιά και άτομα της κοινότητας ΛΟΑΤΚΙ+. Γι’ αυτό στις πολιτικές και στις παρεμβάσεις μας, θα πρέπει σαφώς να τονίζεται ο ρόλος του φύλου, σε συνάρτηση με τη διατομεακότητα, εφόσον υπάρχουν διακρίσεις στη βάση του φύλου, φυλής, θρησκείας και ηλικίας. Μέσα σε αυτό, σημαντικό ρόλο παίζει και η ίδια η κοινωνία μας, η οποία «ανταμείβει» την εικόνα, την εξουσία, τις διασυνδέσεις, την οικονομική ισχύ, την κοινωνική θέση, τον ναρκισσισμό…ενώ την ίδια στιγμή, παρατηρούνται φαινόμενα βίας, περιστατικά σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών, δράση συμμοριών και κυκλωμάτων εμπορίου ναρκωτικών, ληστείες, βιασμοί και επιθέσεις στους δρόμους, παραβατικότητα στα σχολεία, ρητορική μίσους και ρατσιστικές συμπεριφορές που οδηγούν ακόμη και σε δολοφονίες. Όμως θα πρέπει να αναφερθεί ότι  παράλληλα, γίνονται προσπάθειες για βελτίωση  σε σοβαρά κοινωνικά ζητήματα. Η απάντηση στο σχετικό ερώτημα, είναι ότι ναι, όλοι μας θα μπορούσαμε να γίνουμε δράστες, γιατί όταν υπάρχουν συναισθήματα θυμού, φόβου, φθόνου και μίσους, τότε ο άλλος θεωρείται απειλητικός, ή άτομο υποδεέστερο που του «αξίζει» να υποφέρει. Σαφώς όμως, υπάρχουν πολλοί περισσότεροι λόγοι που σταματούν αυτή τη δυνητική ικανότητα και οι οποίοι συνδέονται με την παιδεία, την εκπαίδευση, την ανατροφή και με άλλα κοινωνικά και περιβαλλοντικά ερεθίσματα».

ΕΞ ΑΦΟΡΜΗΣ

Ο ΑΝΤΡΑΣ ΠΟΥ ΑΝΕΛΑΒΕ ΤΙΣ ΕΥΘΥΝΕΣ ΤΟΥ

Στην περίπτωση ενός 40χρονου συζύγου και πατέρα τριών παιδιών, που μετά από εισήγηση των Υπηρεσιών Κοινωνικής Ευημερίας, εντάχθηκε στο συμβουλευτικό πρόγραμμα «ΠΡΩΤΕΑΣ», του Συνδέσμου για την Πρόληψη και την Αντιμετώπιση της Βίας στην Οικογένεια (ΣΠΑΒΟ), αναφέρθηκε ο προϊστάμενος του προγράμματος, κοινωνικός λειτουργός Νεκτάριος Καλλονάς: «Μας είπε από την αρχή, ότι σε τρεις περιπτώσεις, είχε ασκήσει σωματική, λεκτική και ψυχολογική βία στη σύζυγο του και μάλιστα στις δύο από αυτές, ήταν παρόντα και τα παιδιά του. Μας είπε ότι προτεραιότητα στη ζωή του, ήταν η εργασία του, όπου ένιωθε τεράστια πίεση, που τη μετέφερε στο σπίτι του.  Δυσκολευόταν πολύ να διαχειριστεί τον θυμό του. Με απόφαση του δικαστηρίου, λήφθηκαν προσωρινά περιοριστικά μέτρα εναντίον του. Έφυγε από το σπίτι του και διέμενε μόνος του.  Ήταν πολύ τυπικός στο πρόγραμμα και στις συναντήσεις με την ομάδα του «ΠΡΩΤΕΑ».

Άρχισε να αναλαμβάνει τις ευθύνες του για τα βίαια ξεσπάσματά του, να αντιλαμβάνεται τις επιπτώσεις των πράξεων του, απέναντι στη σύζυγο και στα παιδιά του. Παρακολουθώντας το πρόγραμμα, άρχισε να βελτιώνει τη συμπεριφορά του, καθώς αξιοποιούσε τις εισηγήσεις της συμβουλευτικής υπηρεσίας του «ΠΡΩΤΕΑ». Ανέπτυξε δεξιότητες επικοινωνίας με την οικογένεια του, αλλά και στο εργασιακό περιβάλλον του και δήλωνε με ειλικρίνεια ότι είχε μετανιώσει για τις βίαιες πράξεις του, για τις οποίες, όπως παραδέχτηκε, δεν υπήρχε καμία δικαιολογία. Μετά από ένα διάστημα έξι μηνών, η σύζυγος του, του επέτρεπε να βλέπει τα παιδιά του, κάποιες ώρες την εβδομάδα. Έγινε στη συνέχεια η δίκη του και του επιβλήθηκε ποινή φυλάκισης δύο χρόνιων, με αναστολή. Παρέμεινε στο πρόγραμμα για ένα χρόνο και ξανάσμιξε με την οικογένεια του. Στην τελευταία ανατροφοδότηση με την ομάδα του «ΠΡΩΤΕΑ»,  ανέφερε ότι άλλαξε τις προτεραιότητες του, ότι έχει βάλει όρια στην εργασία του και ότι απομακρύνθηκε από άτομα που πίστευε ότι ήταν τοξικά και τον επηρέαζαν αρνητικά. Έκανε επίκεντρο της ζωής του, τη σύζυγο και τα παιδιά του και στον ενάμισι χρόνο που τελείωσε το πρόγραμμα, δεν υπήρξε καμία βίαιη συμπεριφορά εκ μέρους του, σε βάρος οποιουδήποτε. Δηλώνει απλά ότι νιώθει ευτυχισμένος!».