Ο καρδιολόγος δρ Νίκος Ερρ. Ιωάννου γράφει για τη Μαραθώνια διαδρομή. 

Έχω σταθεί πάμπολλες φορές περίπου στο μέσον της Μαραθώνιας διαδρομής για να επευφημήσω τους δρομείς. Μια φορά παρακολούθησα τερματισμό και ήταν ομολογουμένως εντυπωσιακή η αναζωογόνηση που έπαιρναν οι αθλητές κάνοντας τα τελευταία μέτρα πριν τον τερματισμό στο Καλλιμάρμαρο.

Κατέληξα όμως ότι η θέση που τροφοδοτεί τις περισσότερες σκέψεις και το χειροκρότημα αποκτά μεγαλύτερη αξία, είναι κάπου στη διαδρομή.

Εκεί, αναλογίζεται κανείς τον μοναχικό δρομέα που διέσχισε δύσβατα μονοπάτια ανάμεσα σε βράχια, αγκάθια και χειμάρρους για να μεταφέρει το «Νενικήκαμεν» και να ξεψυχήσει ενώ οι συμπολίτες του επανηγύριζαν.

Πόση δύναμη αλήθεια κρύβει αυτή η πράξη ώστε τόσες χιλιάδες άνθρωποι σε όλη τη Γη να  ονειρεύονται να τρέξουν αυτή τη διαδρομή και σήμερα, μετά από δυόμιση χιλιετίες.

Μπορεί αυτή η επιθυμία να έχει ποικίλα κίνητρα, όπως θαυμασμό, χρέος, φιλοδοξία για διάκριση κλπ. Στο τέλος όμως, περισσότερη αξία έχει η προσπάθεια, κατά τη διάρκεια της οποίας δεν μπορεί κανένας να μην αναλογίζεται τον μοναχικό αγγελιοφόρο της Νίκης.

Κάπου στους διαλογισμούς του θεατή υπεισέρχεται και ο Αριστοτέλειος ορισμός της τραγωδίας:

«Έστιν ουν Τραγωδία μίμησις πράξεως σπουδαίας και τελείας μέγεθος εχούσης, ηδυσμένω λόγω, χωρίς εκάστου των ειδών εν τοις μορίοις, δρώντων και ου δι’ απαγγελίας, δι’ ελέου και φόβου περαίνουσα την των τοιούτων παθημάτων κάθαρσιν»

Η κάθαρση. Αυτή είναι που μένει, μέσα από μία θυσιαστική διαδικασία και για τον πρώτο και για τον τελευταίο τερματίσαντα, αλλά και για όσους πάσχισαν να προετοιμαστούν, στερήθηκαν χαρές, απολαύσεις και παρά την προσπάθεια, κάλυψαν μόνον μέρος της διαδρομής. Σε όλους αξίζει θαυμασμός και αναγνώριση.

Η προσέγγιση θα ήταν ατελής αν δεν μεταφερόταν στην καθημερινή ζωή και πρακτική.