Οι βακτηριοφάγοι (ή απλά “φάγοι”) είναι ένας ενδιαφέρων τομέας της επιστήμης. Φυσικοί ιοί που επιτίθενται μόνο σε βακτήρια, ανακαλύφθηκαν στις αρχές του προηγούμενου αιώνα, αλλά χάθηκαν μέσα στον “θόρυβο” της ανάπτυξης των αντιβιοτικών. Μιας και τα αντιβιοτικά μπορούσαν να κατοχυρωθούν με δίπλωμα ευρεσιτεχνίας, ενώ οι ιοί όχι, η παγκόσμια φαρμακοβιομηχανία είχε ισχυρό κίνητρο να προωθήσει τα αντιβιοτικά και έτσι η έρευνα για τους βακτηριοφάγους πέρασε στο περιθώριο και συνεχίστηκε σε λίγους “θύλακες”, όπως η Γαλλία και η Ρωσία, οι οποίες λόγω οικονομικών προβλημάτων μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο δυσκολεύονταν να αγοράσουν φάρμακα.

Μισό αιώνα μετά, τα αντιβιοτικά προβληματίζουν όχι μόνο στο πλαίσιο της ιατρικής για τον άνθρωπο, αλλά ακόμη και στην κτηνιατρική: τομέας με ανεπαρκές ρυθμιστικό καθεστώς. Οι γιατροί αποθαρρύνονται από την υπερσυνταγογράφηση αντιβιοτικών για τους ασθενείς, αλλά στην κτηνιατρική συχνά χορηγούνται προληπτικά μεγάλες δόσεις αντιβιοτικών σε ζώα με σκοπό το κέρδος – η αντοχή στα αντιβιοτικά αναδεικνύεται σε σοβαρό πρόβλημα της βιομηχανικής κτηνοτροφίας παγκοσμίως, από τα οστρακοειδή μέχρι τα βοοειδή, τα ψάρια και τις υδατοκαλλιέργειες.

Την τελευταία δεκαετία, οι φάγοι έχουν έρθει και πάλι στο προσκήνιο, καθώς ανακαλύπτουμε εκ νέου τις εφαρμογές τους και τη δυνατότητα ανάπτυξης “κοκτέιλ φάγων” που μπορούν να αντιμετωπίσουν αποτελεσματικά τα βακτήρια τα οποία μεταλλάσσονται για να αμυνθούν έναντι των αντιβιοτικών.

Τεχνικά, ένας φάγος συμπεριφέρεται όπως κάθε συμβατικός ιός: προσκολλάται σε ένα βακτήριο και αναπαράγεται μέσα στον ξενιστή εγχέοντας το γονιδίωμά του στο κυτταρόπλασμά του. Στη συνέχεια, πολλαπλασιάζεται εκθετικά εξαλείφοντας τελικά το βακτήριο. Σε αυτό το στάδιο, χωρίς ξενιστές, ο φάγος αποβάλλεται φυσιολογικά -και χωρίς να προκαλεί κάποια βλάβη- από τον οργανισμό.

Η χρήση φάγου στον ανθρώπινο οργανισμό είναι αρκετά σπάνια, εφόσον δεν υπάρχει επαρκής αριθμός ερευνών που να επιβεβαιώνει την ασφάλειά του. Στη Ρωσία υπάρχει εμπειρία δεκαετιών όσον αφορά τη χρήση φάγων σε ανθρώπους, ωστόσο τα δημοσιευμένα δεδομένα είναι λίγα και σπανίως γίνονται γνωστά έξω από τον ρωσόφωνο κόσμο. Αναφέρεται επιπλέον ότι οι ρωσικές εφαρμογές δεν είναι δυναμικές – επομένως η αδυναμία τού να δημιουργηθεί ένα κοκτέιλ φάγων με στόχο ένα συγκεκριμένο στέλεχος ιού μπορεί να μειώσει την αποτελεσματικότητα σε σύγκριση με μια πιο στοχευμένη προσέγγιση με ειδικά επιλεγμένους φάγους.

Σήμερα υπάρχουν αρκετές εταιρείες που αναπτύσσουν εμπορικά προϊόντα φάγων στον τομέα της κτηνιατρικής, όπως η Phage Labs και η Phagos – έκαστη δραστηριοποιείται σε  συγκεκριμένες χώρες και για την καταπολέμηση συγκεκριμένου τύπου βακτηρίων. Σε πιο φτωχά κράτη, το ρυθμιστικό πλαίσιο συνήθως είναι ευνοϊκό: οι εφαρμογές των φάγων βρίσκονται υπό εποπτεία στη νοτιοανατολική Ασία και στη Νότια Αμερική, αν και στον τομέα της υγείας των ζώων, οι ΗΠΑ παραμένουν η μεγαλύτερη και πιο ελκυστική αγορά.

Μακροπρόθεσμα, η εφαρμογή των φάγων στην ανθρώπινη υγεία μοιάζει με το “ιερό δισκοπότηρο”. Πρόκειται για ένα πεδίο χωρίς ρυθμιστικό πλαίσιο, καθώς ποτέ και κανένας φάγος δεν έχει λάβει έγκριση για χρήση στον ανθρώπινο οργανισμό, ούτε στην Ευρώπη ούτε στις ΗΠΑ. Ακόμα υπάρχει ο φόβος ότι οποιαδήποτε τυχαία μετάλλαξη θα μπορούσε να αποδειχθεί -ακούσια- επικίνδυνη για τον άνθρωπο, όπως τα βακτήρια του εντέρου, αν και δεν έχει αποδειχθεί κάτι τέτοιο έως τώρα. Αυτή την περίοδο διενεργούνται σε πρώιμο στάδιο κλινικές δοκιμές για την εφαρμογή των φάγων στον άνθρωπο, που ίσως έχουν θετική κατάληξη εντός της επόμενης δεκαετίας. Κάτι τέτοιο θα δημιουργούσε τεράστιες ευκαιρίες στην αγορά, αξίας τρισεκατομμυρίων δολαρίων, ως θεραπεία για ασθένειες όπως το MRSA, η πνευμονία και η σήψη, όπου τα πρωτόκολλα αντιβιοτικών έχουν χάσει την αποτελεσματικότητά τους και η προσπάθεια για τη δημιουργία νέων αντιβιοτικών έχει ξεπεραστεί από την εξέλιξη των βακτηρίων.

Την επόμενη δεκαετία θεωρώ ότι αυτό θα είναι το πεδίο με τις μεγαλύτερες ευκαιρίες στη βιολογία, καθώς ο κλάδος παραμένει σε μεγάλο βαθμό αχαρτογράφητος και συγχρόνως οι εφαρμογές των φάγων επεκτείνονται στον άνθρωπο, ιδίως όσον αφορά πεπτικές διαταραχές, όπως η νόσος του Crohn.

Εάν οι εταιρείες μπορέσουν να κατοχυρώσουν την  πνευματική ιδιοκτησία νέων κοκτέιλ φάγων, ο τομέας θα μπορούσε να γνωρίσει ραγδαία  ανάπτυξη, καθώς η αποτυχία των αντιβιοτικών αναγκάζει τους γιατρούς να σκέφτονται πλέον διαφορετικά. 

Απόδοση – επιμέλεια: Μιχάλης Παπαντωνόπουλος