Έντονη ανησυχία επικρατεί στις τάξεις των εργοδοτών για το κόστος που θα καθοριστεί με διάταγμα για την τηλεργασία και το οποίο θα επιβαρύνει τους ίδιους, καθώς εάν είναι δυσανάλογα υψηλό εκτιμάται πως θα χαθεί η ευελιξία που προσφέρει σήμερα για όλες τις πλευρές η συγκεκριμένη μορφή εργασίας.

Τις ανησυχίες που επικρατούν στις επιχειρήσεις, ιδιαίτερα σε μεγάλους οργανισμούς που έχουν αρκετούς τηλεργαζόμενους, επιβεβαίωσε μιλώντας στον «Φ» η βοηθός γενική διευθύντρια Λένα Παναγιώτου, σημειώνοντας πως το κόστος της τηλεργασίας ήταν ένα από τα αρκετά θέματα για τα οποία μεγάλος αριθμός εργοδοτών ζητούσε διευκρινίσεις για τις νέες νομικές υποχρεώσεις που επήλθαν με την ψήφιση του νόμου για την τηλεργασία στο τέλος Νοεμβρίου του 2023.

Το θέμα του κόστους, όπως και το κεφάλαιο της ασφάλειας και υγείας, απασχολούν έντονα τους εργοδότες γιατί υπάρχουν πλέον συγκεκριμένες προϋποθέσεις και υποχρεώσεις στη νομοθεσία, είπε.

Σύμφωνα με την ίδια, για το θέμα του κόστους που δημιουργείται από την τηλεργασία, ο νόμος αναφέρει πως αυτό πρέπει να συμφωνείται μεταξύ των δύο πλευρών αλλά στον νόμο υπάρχει και το δικαίωμα του υπουργού να εκδίδει διάταγμα που να καθορίζει το συγκεκριμένο κόστος, το οποίο είναι κάτι που εφαρμόζεται ήδη στην Ελλάδα, βάσει του δικού της δικαίου.

«Τούτο δημιουργεί μία ανησυχία του τι θα είναι αυτό το κόστος όταν θα καθοριστεί από τον υπουργό, δηλαδή εάν θα είναι κόστος το οποίο θα έχουν την ευελιξία οι εργοδότες να το διαπραγματεύονται με τους εργαζόμενους ή εάν θα είναι ένα κόστος το οποίο στην τελική θα δημιουργήσει αντικίνητρο για το εάν θα παρέχεται η τηλεργασία ως επιλογή εργασίας, λαμβάνοντας υπόψη ότι ο νόμος καθορίζει ότι η τηλεργασία είναι εθελοντική και για τις δύο πλευρές», υπογράμμισε η βοηθός γ.δ. της ΟΕΒ.

Οπόταν, συνέχισε η κ. Παναγιώτου, υπάρχει μια ανησυχία γιατί σήμερα χωρίς την έκδοση του διατάγματος υπάρχει η ευχέρεια να συμφωνείται το κόστος.

Σε περίπτωση που το κόστος αυτό, υπέδειξε, καθοριστεί σε επίπεδα δεν μπορούν να απορροφήσουν εύκολα, ειδικότερα οι εταιρείες που έχουν μεγάλους αριθμούς εργαζομένων που επιθυμούν να τηλεργαστούν, που μέχρι τη ψήφιση του νόμου είχαν αυτήν την ευελιξία και το σύστημα δούλευε ικανοποιητικά για όλα τα μέρη, ενδεχομένως να μην προσφέρεται η τηλεργασία ως επιλογή.

Υπενθυμίζοντας πως ήδη υπάρχει το κόστος που προκύπτει από τη νομοθεσία για αναθεώρηση των εκτιμήσεων επικινδυνότητας για να καλυφθούν τα θέματα ασφάλειας και υγείας, ήδη υπάρχει το κόστος για προώθηση πολιτικών και έκδοση οδηγιών για την τηλεργασία αλλά και κόστος για ζητήματα που προκύπτουν από τη προστασία προσωπικών δεδομένων.

Γι’ αυτό, εξήγησε, υπάρχει κάποια ανησυχία και έγνοια αλλά και η ανάγκη οι αποφάσεις που θα ληφθούν να μην δημιουργήσουν αντικίνητρο στο να δίνεται η επιλογή της τηλεργασίας.