Σε λίγες μέρες το 2025 πλησιάζει στο τέλος του και δεν υπάρχει καμία αμφιβολία από χρηματιστηριακής άποψης ότι ο μεγάλος πρωταγωνιστής είναι ο τραπεζικός κλάδος, ο οποίος στο Χρηματιστήριο Αθηνών, όπου διαπραγματεύονται η Τράπεζα Κύπρου και η Eurobank, σε διάστημα έξι μηνών είχε απόδοση 27,32% και σ’ ένα χρόνο 81,66%.
Οι μέτοχοι των τραπεζών είναι οι μεγάλοι κερδισμένοι, καθώς από τη μία αποκτούν σημαντικές υπεραξίες λόγω της ανόδου των τιμών μετοχών και από την άλλη υπάρχει στο τραπέζι η διανομή γενναιόδωρων μερισμάτων, εξαιτίας των κερδών και της καλής ποιότητας του ισολογισμού.
Τα στοιχεία δείχνουν ότι η απόδοση της μετοχής της Τράπεζας Κύπρου σε διάστημα έξι μηνών ήταν 29%, της Eurobank 28%, της Πειραιώς 30%, της Alpha Bank 26% και της Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος 25,65%.
Η ιστορία μάς έχει διδάξει ότι, ανεξάρτητα από το πόσο μεγάλη είναι η άνοδος των τιμών, η συνέχισή της εξαρτάται από τις επιχειρηματικές επιδόσεις των τραπεζών. Τι μπορούμε λοιπόν να περιμένουμε για το 2026;
Οι αναλυτές του οίκου Fitch αναφέρουν πως οι προοπτικές των συστημικών τραπεζών παρουσιάζουν βελτίωση, τη στιγμή που οι προοπτικές για το σύνολο των ευρωπαϊκών τραπεζών παραμένουν περίπου σταθερές.
Oι αναλυτές επισημαίνουν πως οι τράπεζες ωφελούνται από την ανθεκτική οικονομική ανάπτυξη της χώρας και την αύξηση των επιχειρηματικών δανείων ενώ αναμένουν και τη σταδιακή επιτάχυνση των δανείων λιανικής, καθώς μειώνεται η ανεργία και αυξάνονται οι μισθοί. Προσθέτουν επίσης πως η λειτουργική τους κερδοφορία θα παραμείνει ισχυρή και ότι η ποιότητα των δανείων θα εξακολουθήσει να είναι πολύ υψηλή.
H προσοχή των επενδυτών μετατοπίζεται σταδιακά από τις επιτοκιακές επιδόσεις και τις προοπτικές ανάπτυξης, τη δυναμική της πιστωτικής επέκτασης και τη διατηρησιμότητα της κερδοφορίας. Σε αυτό το νέο πλαίσιο, τράπεζες εμφανίζονται με ιδιαίτερα ευνοϊκά χαρακτηριστικά, τόσο σε βελτίωση της απόδοσης ενσώματων ιδίων κεφαλαίων (ROTE), όσο και σε όρους μακροπρόθεσμης αναπτυξιακής τροχιάς. Mε λίγα λόγια, ο τραπεζικός κλάδος εισέρχεται στο 2026, με ισχυρούς ισολογισμούς και άρα θεμελιώδη μεγέθη, περιθώρια για αύξηση του ρυθμού πιστωτικής επέκτασης, ενισχυμένες διανομές.
Τι βλέπουν οι οίκοι
O οίκος αξιολόγησης Fitch αναγνωρίζει για την Τράπεζα Κύπρου την ισχυρή εγχώρια παρουσία της, η οποία κατέχει ηγετικό ρόλο στην κυπριακή αγορά, με επιχειρηματικό μοντέλο που στηρίζεται στις παραδοσιακές τραπεζικές εργασίες λιανικής και επιχειρηματικής τραπεζικής, αλλά και με δραστηριότητες στους κλάδους ασφάλισης και πληρωμών. Το προφίλ κινδύνου έχει ενισχυθεί σημαντικά, καθώς ο όγκος των προβληματικών δανείων συνεχίζει να μειώνεται ταχύτερα από τις αρχικές εκτιμήσεις.
Στο τέλος Σεπτεμβρίου 2025, το ποσοστό μη εξυπηρετούμενων χορηγήσεων είχε περιοριστεί στο 1,2% (σε pro forma βάση), ενώ το σύνολο των προβληματικών στοιχείων ενεργητικού διαμορφώθηκε γύρω στο 5%. Στο ραντάρ του οίκου θα είναι ενδεχόμενη σημαντική επιδείνωση του οικονομικού περιβάλλοντος στην Κύπρο ή αύξηση του ποσοστού μη εξυπηρετούμενων δανείων πάνω από 4% για παρατεταμένη περίοδο που θα μπορούσε να ασκήσει καθοδική πίεση στην αξιολόγηση. Ο αμερικάνικος οίκος αξιολόγησης σημειώνει σχετικά με την Eurobank ότι εμφανίζει υγιείς προοπτικές κερδοφορίας σε περιβάλλον θετικών επιτοκίων, υψηλές εποπτικές κεφαλαιακές αναλογίες και ουσιαστικά βελτιωμένη ποιότητα ενεργητικού. Η τράπεζα αξιολογείται μάλιστα μία βαθμίδα υψηλότερα από τη μητρική της, Eurobank S.A., λόγω του περιορισμένου κινδύνου μετάδοσης σε περίπτωση επιδείνωσης του προφίλ της μητρικής, της ανεξάρτητης επιχειρηματικής της βάσης και της προσδοκίας ότι θα διατηρήσει ισχυρά κεφαλαιακά περιθώρια. Η αξιολόγηση της τράπεζας θα μπορούσε να επηρεαστεί αρνητικά εάν το κυπριακό οικονομικό περιβάλλον υποχωρούσε σημαντικά, οδηγώντας σε επιδείνωση της ποιότητας ενεργητικού, της κερδοφορίας ή των επιχειρηματικών προοπτικών.
Επιπλέον, υποβάθμιση θα μπορούσε να προκύψει εάν τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια ξεπερνούσαν διατηρημένα το 4%, εάν ο δείκτης CET1 έπεφτε κάτω από το 15% ή εάν η κερδοφορία μειωνόταν σταθερά κάτω από το 2,5% των σταθμισμένων στοιχείων ενεργητικού. Αρνητικοί παράγοντες θα ήταν επίσης τυχόν ενδείξεις χρηματοδοτικής αστάθειας, ουσιαστικοί κίνδυνοι από την ενσωμάτωση στη μητρική ή αύξηση του κινδύνου μετάδοσης από την Eurobank S.A.
Μεγαλύτερα μερίσματα
Τα πιο ελκυστικά νέα είναι για τους μετόχους το 2026, γιατί οι τράπεζες έχουν ανακοινώσει ότι θα αυξήσουν τα μερίσματα. Η αλήθεια είναι πως ο αυξανόμενος ανταγωνισμός μεταξύ των πιστωτικών ιδρυμάτων στην Ευρωζώνη στο πεδίο της επιβράβευσης των μετόχων, δεν αφήνει ανεπηρέαστους τους κυπριακούς και ελληνικούς ομίλους. Πλέον, η πλειονότητα των υγιών ευρωπαϊκών σχημάτων διανέμει τουλάχιστον το ήμισυ της καθαρής κερδοφορίας και το ποσό μπορεί να αυξηθεί.
Τον δρόμο δείχνει η Τράπεζα Κύπρου, η οποία έχει πετύχει διαμόρφωση δεικτών κεφαλαίου και αποδοτικότητας πάνω από το 20% και έχει πλέον την ευχέρεια να αποφασίζει ελεύθερα για τη μερισματική της πολιτική.
Ο πρόεδρος και ο διευθύνων σύμβουλος της Τράπεζας Κύπρου Τάκης Αράπογλου και Πανίκος Νικολάου έχουν αναφέρει πως από το 2026 είναι πιθανό να δούμε ακόμη μεγαλύτερα ποσοστά επιβράβευσης, άνω του 70% και είναι η τράπεζα στον ευρύτερο ελληνικό χώρο που επιβραβεύει πλουσιοπάροχα τους μετόχους.
Από την άλλη, οι ελληνικές τράπεζες χρειάζονται το πράσινο φως της Φρανκφούρτης για τις κινήσεις τους σε αυτό το μέτωπο. Ξεκίνησαν να διανέμουν μέρισμα από τα κέρδη του 2023, για πρώτη φορά μετά από 16 χρόνια, με ένα ποσό της τάξης των 875 εκατ. ευρώ (ποσοστό διανομής 24% περίπου).
Οι ελληνικές τράπεζες στοχεύουν σε αύξηση των μερισμάτων και της μερισματικής απόδοσης (payout ratio) από το 2026 και μετά, με σχέδια για διανομή υψηλότερου ποσοστού κερδών και προσδοκία για αύξηση της μερισματικής απόδοσης έως και 10% συνολικά, λόγω των αυξανόμενων κερδών και της βελτιωμένης κεφαλαιακής τους θέσης. Οι τελικές αποφάσεις θα «κλειδώσουν» με την ανακοίνωση των ετήσιων αποτελεσμάτων τον Μάρτιο του 2026, μετά την έγκριση από τον Ενιαίο Εποπτικό Μηχανισμό (SSM), ο οποίος φέτος προσεγγίζει πιο θετικά τις μερισματικές πολιτικές λόγω της βελτίωσης της ποιότητας ενεργητικού και της κεφαλαιακής επάρκειας των ελληνικών τραπεζών.
Ποιοι οι λόγοι ανησυχίας του Ευρωπαίου επόπτη
Την ώρα που οι τραπεζικές διοικήσεις σκέφτονται πώς θα αυξήσουν τα κέρδη τους και θα δώσουν μεγαλύτερο μέρισμα στους μετόχους, το Εποπτικό Συμβούλιο της ΕΚΤ έχει θέσει τις προτεραιότητες για την περίοδο 2026-28.
Αναφέρει ότι το ευρωπαϊκό τραπεζικό σύστημα διαθέτει υγιές προφίλ κινδύνου και εύρωστα θεμελιώδη μεγέθη, τα οποία του δίνουν τη δυνατότητα να αντιμετωπίσει ικανοποιητικά το σημερινό εξαιρετικά αβέβαιο γεωπολιτικό και μακροοικονομικό περιβάλλον και να στηρίξει αποτελεσματικά την ευρωπαϊκή οικονομία.
Οι τράπεζες σημειώνει, πρέπει να είναι έτοιμες να διαχειριστούν τις προκλήσεις που τους επιφυλάσσει το μέλλον. Οι παγκόσμιες αβεβαιότητες έχουν αυξηθεί σε εξαιρετικά υψηλά επίπεδα, δημιουργώντας ένα περιβάλλον αυξημένης αστάθειας, όπου κίνδυνοι που κάποτε θεωρούνταν απομακρυσμένοι γίνονται τώρα πιθανότεροι.
Προκειμένου να ενισχυθεί η συνετή ανάληψη κινδύνων, το Εποπτικό Συμβούλιο της ΕΚΤ υποδεικνύει, οι εποπτευόμενες οντότητες θα πρέπει να διαθέτουν και να τηρούν άρτια πιστοδοτικά κριτήρια και τιμολόγηση βάσει κινδύνου, ενώ παράλληλα θα πρέπει να προσαρμόζονται σε μεταβολές του μακροχρηματοπιστωτικού περιβάλλοντος και στις συγκεκριμένες συνθήκες του ιδρύματός τους. Οι τράπεζες θα πρέπει να αξιολογούν και να διαχειρίζονται αποτελεσματικά τους βραχυπρόθεσμους, μεσοπρόθεσμους και μακροπρόθεσμους κινδύνους που απορρέουν από τη διπλή κρίση που αφορά το κλίμα και το φυσικό περιβάλλον (κλιματικούς και οικολογικούς κινδύνους) και να διορθώνουν τις επίμονες ελλείψεις στα οικεία πλαίσια διαχείρισης κινδύνων.