Αίσθημα χαρμολύπης ένιωσα διαβάζοντας το πόνημα του κ. Πέτρου Παπαπολυβίου. («Φιλελεύθερος» 21/4/2024).
Χαράς, γιατί μου δίδεται η ευκαιρία να δώσω στο κόσμο άγνωστα και συγκλονιστικά στοιχεία για τη δολοφονία, με τον πλέον, μάλιστα, εγκληματικό και επαίσχυντο τρόπο, του τομεάρχη της ΕΟΚΑ Γιαννάκη Στεφανίδη, τις ημέρες που έληγε -άδοξα, λόγω καταστροφικών Συμφωνιών Ζυρίχης-Λονδίνου – ο απελευθερωτικός αγώνας 1955-59.
Και λύπης, γιατί τα στοιχεία αυτά, που και ο ίδιος ο κ. Παπαπολυβίου λέγει ότι κατέχει από δεκαετιών, παραδόξως δεν αναδεικνύονται μέσα από το κείμενό του, ιστορικός ων και καθηγητής Πανεπιστημίου. Παραδόξως, όμως, ο τίτλος του κειμένου φαντάζει εγωιστικός και βαρύγδουπος, προφανώς, για να μην αμφιβάλλει κανείς για το περιεχόμενο. («Υπόθεση Στεφανίδη: Για όσους αναζητούν τεκμήρια»).

Στα γεγονότα και στοιχεία, αμέσως, λοιπόν, που είναι αποτέλεσμα πολύχρονης, βαθιάς και καταγραμμένης σε βίντεο έρευνάς μου για την πρόσφατη Ιστορία της Κύπρου:
1. Ο Γ. Στεφανίδης δολοφονήθηκε στις 10/2/59 και όχι, όπως σκοπίμως ισχυρίζονται κάποιοι, μεταξύ 20-21/11/58. Γιατί; Διότι αξιόπιστες μαρτυρίες, μιλούν για ζωντανό Στεφανίδη το Γενάρη του ’59.
2. Για την υπό αυστηρές προϋποθέσεις -αλλά ποσώς δεν τηρήθηκαν- «διαταγή εκτέλεσης Στεφανίδη» από τον Αρχηγό της ΕΟΚΑ», δεν έκαμε λόγο ποτέ, μέχρι που δολοφονήθηκε το 1970 ο Πολύκαπρος Γιωρκάτζης, ο οποίος, και ως υπουργός, αρνήθηκε να καταθέσει για το θέμα στην «Επιτροπή Αποκαταστάσεων Παθόντων του Αγώνος ΕΟΚΑ», η οποία είχε κάνει αποδεκτή αίτηση του πατέρα του Στεφανίδη, Παπανδρέα να του δοθεί ειδικό επίδομα ως πατέρα πεσόντος.

Αυτό, όμως, που επακριβώς συνέβη με τη διαταγή, το διευκρινίζει ο ίδιος ο Διγενής, σε επιστολή στους δικηγόρους Παπανδρέα, Αρτεμίδη και Χριστοφίδη (29/3/1968):
«Εν τη περί εκτελέσεώς του (του Γ. Στεφανίση) διαταγή μου, δοθείσα κατόπιν ορισμένων καταγγελιών του τομεάρχου Λευκωσίας, περιελαμβάνετο ρητώς, ότι αύτη θα ελάμβανε χώραν, εφ’ όσον ούτος αυτοβούλως και, μετά την επιτιμητικήν προς αυτόν επιστολήν μου διά τας εις βάρος του καταγγελίας, μετέβαινεν εις Λευκωσίαν. Η εις Λευκωσίαν, όμως, εκ Λάρνακος μετάβασίς του, σήμερον, τουλάχιστον, μετά τα περιελθόντα εις εμέ στοιχεία, μου γεννά πλείστας αμφιβολίας εάν εγένετο υπό τούτου αυτοβούλως. Ως προς την αγωνιστικήν συμβολήν του μ. Γιαννάκη Στεφανίδη εις τον απελευθερωτικόν αγώνα, από της ενάρξεως μέχρι της εκτελέσεώς του, διαταχθείσης επί τη βάσει των γενομένων προς εμέ καταγγελιών υπό του τομεάρχου Λευκωσίας, αλλά υπό ορισμένας σαφείς προϋποθέσεις, η ιστορική αλήθεια υπαγορεύσει να σημειώσω, ότι υπήρξεν αποδοτική και επαινετή».

Είναι, δηλαδή, κατηγορηματικός και συντριπτικός στα γραφόμενά του ο Διγενής «Εάν, εάν, εάν, τότε ναι», όμως η φυγή Στεφανίδη από τη Λάρνακα (απαγωγή στην πραγματικότητα) που οδήγησε στη δολοφονία του δεν έγινε με τη θέλησή του. Αυτή είναι η εκτίμηση του Αρχηγού, ο οποίος πολτοποιεί και απορρίπτει με τρόπο απόλυτο τις κατηγορίες Γιωρκάτζη κατά Στεφανίδη και κάνει ύμνο στον δολοφονηθέντα τομεάρχη για την προσφορά του στον αγώνα από την έναρξή του μέχρι και τη δολοφονία του.
3. Το ότι ο Στεφανίδης εστάλη πακέτο από τη Λάρνακα στη Λευκωσία χωρίς να ρωτηθεί καν και χωρίς τη απαραίτητη διαταγή του Διγενή, το παραδέχθηκε και η τομεάρχης Λάρνακας Ελενίτσα Σεραφείμ σε συνέντευξή της στον γράφοντα, στην εφημερίδα «Σημερινή» το τέλος της δεκαετίας του 1990.
4. Όλες οι καταγγελίες εναντίον του Στεφανίδη έγιναν από τον τομεάρχη Λευκωσίας Γιωρκάτζη, όμως, όλες απεδείχθησαν ψευδείς και ότι αποσκοπούσαν να παρασύρουν τον Διγενή να εναντιωθεί κατά Στεφανίδη, όπως και έγινε, με αποτέλεσμα να ακολουθήσει η διαταγή για εκτέλεση υπό συγκεκριμένες προϋποθέσεις, που, είναι φανερό, ότι δεν υπήρξαν. Ο Διγενής, εκ των υστέρων, διαπίστωσε την αλήθεια, οπότε και έδωσε τη διαταγή προς τον αγωνιστή Ρένο Λυσιώτη, «να ευρεθεί η σορός Γ. Στεφανίδη και να ταφεί μετά τιμών».
5. Κάποιοι μιλούν για εκτέλεση και όχι για άγρια και ανατριχιαστική δολοφονία Στεφανίδη, όπως είναι και η αλήθεια. Οι εκτελέσεις, όμως, από την ΕΟΚΑ, γίνονταν μόνο με πυροβόλα όπλα, αλλά στην περίπτωση αυτή,έγινε κάτι το πρωτόγνωρο, το φρικτό, το απεχθές διαπράχθηκε με…γεωργικά εργαλεία! Μάλιστα! Να και οι αποδείξεις:
Α). Όταν το 2003 πέθανε ο Παπανδρέας Στεφανίδης και ανασκάφτηκε ο τάφος του Γιαννάκη για να ταφεί εκεί, μεταξύ των οστών που βρέθηκαν, ήταν και το κρανίο του δολοφονηθέντα τομεάρχη. Το πήρε ο παριστάμενος ιατροδικαστής -υπό τους φακούς φωτογραφικής και κάμερας- και χωρίς περιστροφές αποφάνθηκε, δείχνοντας στους παρευρισκόμενους μια μεγάλη τρύπα στο δεξί κάτω μέρος του κρανίου: «Αυτή η τρύπα δεν είναι από σφαίρα, αλλά από αμβλύ εργαλείο». Από κοφτερό εργαλείο!
Β). Τα εργαλεία που χρησιμοποιήθηκαν ήταν «κούσπος» και φτυάρι, τα οποία οι φονείς πήραν μαζί τους από το σπίτι του ενός. Τα ζήτησε από τη μάνα του την προηγούμενη ημέρα, «για ν’ ανοίξουμε έναν λάκκο για να φυλάξουμε κάποια όπλα», της είπε. Η μάνα του ανάφερε πως δεν είχαν τέτοια εργαλεία στο σπίτι, όμως τα δανείστηκε από γειτόνισσα και τους τα έδωσε. Έτσι, «κούσπος» και φτυάρι έκαναν «καλά» τη δουλειά τους!..
Μετά τη λήξη του αγώνα, ο Παπανδρέας πήγε στο συγκεκριμένο σπίτι, για να ρωτήσει το γιο της γυναίκας και συναγωνιστή του Στεφανίδη, αν ήξερε κάτι για το χαμένο τομεάρχη. Η μητέρα, που ήταν μόνη, αφού ο γιος, βλέποντας τον παπά στην κύρια είσοδο έσπευσε να απομακρυνθεί τρέχοντας από την πίσω πλευρά του σπιτιού, όταν τη ρώτησε σχετικά, του απάντησε λέγοντας την αλήθεια που έζησε: «Παπά μου, εγιώ έδωκα στον……..τα εργαλεία, αλλά, όταν τα έφερε την άλλη μέρα, πάνω στο φτυάρι είσιεν γαίματα»! Τι ήταν δεν ιξέρω»…
Όντως δεν ήξερε, αλλά ο παπάς, στη συνέχεια, συνδέοντας το γεγονός αυτό με άλλα, κατάλαβε περί τίνος επρόκειτο.
6. Όταν η ΕΟΚΑ εκτελούσε κάποιον, το σώμα του το έπαιρναν οι συγγενείς του και το έθαβαν κανονικά, με εκκλησία και παπά. Στην περίπτωση Στεφανίδη, όμως, τούτο δεν έγινε. Γιατί; Γιατί η δολοφονία του Γιαννάκη έγινε στην απομακρυσμένη τοποθεσία «Μαλλουρόκαμπος» της Αγλαντζιάς και ο χώρος ταφής εξαφανίστηκε τελικά, αφού οι φονείς φρόντισαν, σκόπιμα, να καλλιεργήσουν ολόκληρη το χωράφι;
7. Στην περίπτωση Στεφανίδη, υπήρξε περιπλέον, κάτι πρωτόγνωρο και φρικτό, που αμαύρωνε τον αγώνα της ΕΟΚΑ: Χρησιμοποιήθηκαν δηλητήρια για να τον θανατώσουν, κάτι που ήταν αντίθετο προς τα ισχύοντα στην Οργάνωση. Κάτι που ο Αρχηγός δεν επέτρεπε με τίποτε. Όταν π.χ. το 1956, στέλεχος της ΕΟΚΑ στη Λευκωσία εισηγήθηκε να βάλουν δηλητήριο στο ντεπόζιτο νερού στο αγγλικό στρατόπεδο στην «Κολοκόση» (εκεί που μετά ήταν το στρατόπεδο της ΕΛΔΥΚ), για να σκοτώσουν ομαδικά τους στρατιώτες, ο Γρίβας…έγινε φονιάς! Τον επιτίμησε με σφοδρότητα, κατακεραυνώνοντάς τον: «Εμείς κάνουμε αγώνα καθαρό, με τα όπλα και εκεί που χρειάζεται και ποτέ δεν χρησιμοποιούμε εγκληματικές μεθόδους. Να μην το ξαναπείς, να μην το ξανασκεφτείς, λοιπόν»!..
8. Στο κείμενό του για τον Στεφανίδη, ο κ. Παπαπολυβίου κάνει ευρεία αναφορά στον εκλιπόντα προ τριετίας Άνδρο Νικολαΐδη, που, όπως γράφει, στοχοποιείται για τη δολοφονία του τομεάρχη. Κάνει αναφορά, ειδικά, στην πολυσέλιδη έκθεση Νικολαΐδη για τη συμμετοχή του στον αγώνα της ΕΟΚΑ, παραλείπει, όμως, να παραθέσει και όσα αυτός γράφει για τη δολοφονία, με ζέον στοιχείο την περικοπή για δύο πρόσωπα που κατονομάζει ως τους φονείς του Στεφανίδη. Ο γράφων είμαι ο μόνος ερευνητής που είχα μακρά τηλεοπτική συνέντευξη με το Νικολαΐδη, στην οποία, όχι μια φορά, ονοματίζει τα πρόσωπα αυτά, τα οποία, μάλιστα, λέγει ότι είναι πολύ φίλοι του και πως διατηρούσαν τις καλύτερες σχέσεις. Η αναφορά Νικολαΐδη είναι σαφής, έγινε και γραπτώς, όμως, κατά τα άλλα, οσάκις γίνεται δημόσια αναφορά για την περίπτωση Στεφανίδη, οι αρμόδιες αρχές λένε μονίμως το ίδιο: «Δεν υπάρχουν στοιχεία, που να οδηγήσουν σε δικαστική διαδικασία». Τα αρχικά των ονομάτων των δύο κατονομαζομένων κατέχει από το 2004 και το Συμβούλιο Ιστορικής Μνήμης αγώνα ΕΟΚΑ» (ΣΙΜΑΕ), στο οποίο ο Νικολαΐδης κατέθεσε την έκθεσή του, όπως την έδωσε και στο γράφοντα.
9. Αναφορά κάνει, επίσης, ο κ. Παπαπολυβίου και στον δημοσιογράφο και συγγραφέα, Σπύρο Παπαγεωργίου,. Δημοσιεύσει, μάλιστα, αποσπάσματα από τα όσα έγραψε για την περίπτωση Στεφανίδη, που, όμως, δεν είναι τίποτε παραπάνω από τις έγγραφες – ψευδείς – όπως εκ των υστέρων τις εκτίμησε ο Διγενής- καταγγελίες του Γιωρκάτζη εναντίον του Γ. Στεφανίδη. Ακόμα και εριστικές επιστολές, προσθέτω, στέλλονταν στον Αρχηγό της ΕΟΚΑ με την υπογραφή «Αινείας», που ήταν ο Στεφανίδης, με σκοπό να εξοργίσουν τον Αρχηγό εναντίον του! Ένα μόνο παράδειγμα: Απαντητική επιστολή (απόσπασμα, Αύγουστος 1958) Διγενή προς Αινείαν» (Στεφανίδη), ο οποίος, βέβαια, ούτε έστειλε επιστολή, ούτε και την απάντηση αυτή του Αρχηγού της ΕΟΚΑ έλαβε ποτέ: «Έλαβα επιστολήν σας 7/8. Τελεσίγραφα δεν δέχομαι από κανένα και, μάλιστα, από υφισταμένους, αλλ’ ούτε και απειλάς. Σας απαντώ απλώς, δια να σας υπενθυμίσω ορισμένα πράγματα, τα οποία παρουσιάζεσθε δήθεν αγνοούντες: (1). Διά λόγους οργανωτικούς διέταξα την διαίρεσιν του τομέως σας εις δύο. Εσείς τότε, εζητήσατε να παραδοθεί ο τομεύς εις έτερον και να διατεθείτε αλλαχού. Δεν αντέτεινα εις την απαίτησίν σας αυτήν και σας ειδοποίησα να ετοιμασθείτε δια να διατεθείτε εις άλλον τομέα. (2). Αφού επί ένα μήνα δεν μετεκινήθητε, προφασιζόμενος πότε τον ασθενή, πότε ότι δεν σας μετέφερον, μετεφέρθητε τέλος εις τον νέον τομέα, οπόθεν επιστρέψατε με το ίδιον μέσον, διαν να μου γράψερε και δικαιολογηθείτε, ότι «δεν εκάμνατε διά το αντάρτικον».
Η φαντασία, εκδικητική μανία και αναισχυντία πασιφανείς. Ο τομέας που, υποτίθεται, εγκατέλειψε ο Στεφανίδης ήταν της Λάρνακας, από τον οποίο, όχι μόνο δεν εγκατέλειψε ούτε μια φορά, αλλά -από τις μαρτυρίες που έχω από εκεί αγωνιστές- ο Γιαννάκης αντιμετωπιζόταν από τους τοπικούς αρμόδιους της ΕΟΚΑ κάτι σαν ξένο σώμα προς την Οργάνωση, το οποίο έπρεπε να περιθωριοποιηθεί, να πληγεί.
Δεν είναι μόνον αυτά τα συνταρακτικά, που περιέχονται στο φάκελο για τη δολοφονία του Γιαννάκη Στεφανίδη. Υπάρχουν και πολλά άλλα, επίσης συνταρκατικά, τα οποία, λόγω χώρου, παραλείπω. Όμως είμαι έτοιμος να τα δημοσιοποιήσω ανά πάσα στιγμή αν χρειαστεί. Στοιχεία, που, όλα μαζί, αποδεικνύουν ότι ο Γιαννάκης Στεφανίδης υπήρξε θύμα πολύπλευρης αισχρής συκοφαντίας και διαβολής από συναγωνιστές του, προκειμένου να παρουσιασθεί ως αγωνιστής που πρόδωσε τον όρκο του, ότι έκαμε όλα τα αντίθετα προς προς την ΕΟΚΑ και γι’ αυτό έπρεπε να βρεθεί τρόπος να εκλείψει από προσώπου γης με οποιοδήποτε μέσο: Ακόμη και με αγροτικά εργαλεία και δηλητήρια!..
«Πέτου μάστρου, ότι εν εντάξει!..»
Σπίτι Κώστα Παπαϊωάννου, περιοχή ξενοδοχείου «Χίλτον», 9 Φεβρουαρίου 1959. Στα βοηθητικά του σπιτιού απομονωμένος και στενά φρουρούμενος από καιρό ο Γιαννάκης Στεφανίδης, ως «ένας μεγάλος προδότης», όπως είπαν οι φρουροί του στους ενοίκους. Στο κύριο σπίτι μέσα καταζητούμενος και ηγετικό στέλεχος της ΕΟΚΑ Λευκωσίας.
Την ώρα που έπεφτε το σκοτάδι, οι νοικοκυραίοι είδαν από τα φυλλαράκια, ότι, παραδόξως, την ώρα εκείνη, αντί δύο φρουροί πίσω ήταν 4. Δεν πέρασε πολλή ώρα και έφτασε ένα σαλούν αυτοκίνητο με 4 άτομα, τα 3 γνωστά τους. Έβαλαν τον «προδότη» μέσα και έφυγαν. Ήταν ανάμεσα στους δύο που κάθονταν πίσω. Μαζί τους στην αυλή προτού επιβιβαστούν, και ο καταζητούμενος, τον οποίο είδαν να ρίχνει βίαια και να σπάζει στο φούρνο ένα ζευγάρι γυαλιών. Υπολόγισαν πως αυτά ανήκαν στον άγνωστο κρατούμενο. Έφυγαν, αλλά πού τον πήραν δεν ήξεραν. Ούτε μπορούσαν να εικάσουν. Το μόνο που έμενε σφηνωμένο στο μυαλό τους, ήταν το ότι πριν από λίγες μέρες, ο καταζητούμενος τούς είχε προτείνει όπως, αφού σκοτώσουν τον «μεγάλο προδότη», ρίξουν το πτώμα του στον αποχετευτικό λάκκο στην αυλή! «Όχι, όχι», του είπε αυθόρμητα η σπιτονοικυρά Χρυστάλλα. «Εμείς, εν θέλουμεν πεθαμένον στο σπίτι μας»!..
Σε λίγο ετοίμασαν το δείπνο, με τον καταζητούμενο, όμως, να μην θέλει να φάει, όπως συνήθιζε. Έφαγαν, άκουσαν για λίγο ραδιόφωνο και κάποια στιγμή πήγαν για ύπνο. Ο καταζητούμενος, που έμενε σε άλλο δωμάτιο δεν έκανε το ίδιο, αλλά περιφερόταν συνέχεια μέσα στο σπίτι. «Κάτι θα τον απασχολεί», είπαν, άλλα να ρωτήσουν τι δεν επέτρεπαν οι κανόνες της ΕΟΚΑ. Απόρησαν, αλλά το μόνο που έκαμαν ήταν να μείνουν ξύπνιοι για αρκετή ώρα και να τον ακούνε να πηγαινοέρχεται μέσα στο σπίτι. Πήγαινε εκεί-εδώ και κατέληγε πάντα στο δωμάτιό του, όμως δεν πλάγιαζε.
Ήταν περασμένα τα μεσάνυχτα, όταν ακούστηκε το γνωστό συνθηματικό στο παράθυρο που έβλεπε προς τα βοηθητικά. Ήταν μερικά κτυπήματα με το δάκτυλο, σύνθημα που χρησιμοποιούσαν οι φρουροί οσάκις ήθελαν να πουν κάτι στους ενοίκους. Σηκώθηκε αμέσως ο Παπαϊωάννου και άνοιξε σιγανά το παράθυρο, οπότε είδε το φρουρό που είχε βάλει τις προηγούμενες ημέρες ένα άγνωστο υγρό (σσταγόνες) στο αναψυκτικό και τη σούπα που προορίζονταν για το Στεφανίδη, αλλ’ αυτός, ούτε έφαγε ούτε ήπιε.
Ο φρουρός τότε του είπε σιγανά: «Πέτου μάστρου, ότι εν εντάξει»!..
Ο «μάστρος», ο καταζητούμενος, ήταν ακόμα ξύπνιος. Ο νοικοκύρης έκλεισε το παράθυρο και έσπευσε να του πει «εν εντάξει». Αυτός, όταν το άκουσε, ετοιμάστηκε βιαστικά για ύπνο. Πέφτοντας στο κρεβάτι, μάλιστα, σε χρόνο μηδέν αποκοιμήθηκε και άρχισε να ροχαλίζει!..Είχε πέσει σε βαθύ ύπνο, που κράτησε μέχρι και πολύ μετά που ξημέρωσε, ενώ συνήθως σηκωνόταν αρκετά πρωί. Καταζητούμενος και νοικοκυραίοι δεν αντάλλαξαν, βέβαια, καμιά κουβέντα για το τι είχε συμβεί το προηγούμενο βράδυ. Σε λίγες μέρες, εγκατέλειψε το σπίτι και ο καταζητούμενος.
Το μυστήριο με τον «μεγάλο προδότη» έμεινε ως εκεί, μέχρι που ο αγώνας σε λίγες ημέρες είχε τελειώσει και οι καταζητούμενοι, όπως και οι κατάδικοι στις Φυλακές και οι πολιτικοί κρατούμενοι στα Κρατητήρια, αφέθηκαν ελεύθεροι και επέστρεψαν στα σπίτια τους. Την 1η Μαρτίου1959 είχε επιστρέψει στην Κύπρο από την εξορία ο Αρχιεπίσκοπος Μακάριος. Τις αμέσως επόμενες μέρες εμφανίστηκαν και οι καταζητούμενοι και στις 17 του μήνα έφευγε, επιστρέφοντας στην Ελλάδα, ο Αρχηγός της ΕΟΚΑ στρατηγός Γεώργιος Γρίβας Διγενής.
Στο μεταξύ, είδαν στις εφημερίδες τη φωτογραφία του Γιαννάκη που έβαλαν οι δικοί του, με την έκκληση, όποιος ξέρει κάτι γι’ αυτόν να τους ειδοποιήσει. Πήγαν τότε στον Παπανδρέα και του ξηγήθηκαν λεπτομερώς τα όσα έζησαν. Που ήταν για τον τραγικό πατέρα ένα σημαντικό βήμα για να ξετυλίξει το κουβάρι με το μυστήριο για τον χαμένο τομεάρχη: Ότι τον πήραν από το σπίτι Παπαϊωάννου και το σκότωσαν!..
* Δημοσιογράφος, ιστορικός ερευνητής, συγγραφέας