Μέχρι τις βουλευτικές εκλογές του Μαΐου του 2026 μάς χωρίζουν λιγότερο από επτά μήνες. Οι πολιτικοί οργανισμοί θα έχουν σε αυτό το χρονικό διάστημα να υλοποιήσουν τα ακόλουθα αναγκαία βήματα:
1.Να σχηματίσουν ψηφοδέλτια. Καθόλου εύκολος στόχος λόγω δύο δεδομένων. Πρώτο ότι είναι μεγάλος ο αριθμός των συνδυασμών που θα διεκδικήσουν τις εκλογές. Πιθανότατα πέραν των δεκατριών. Δεύτερο, η απαξίωση των πολιτικών διαδικασιών και του κομματικού συστήματος.
2.Να ξεκαθαρίσουν οι θέσεις κομμάτων και υποψηφίων. Αρκετοί από τους πολιτικούς οργανισμούς οι οποίοι θα ζητήσουν την ψήφο των πολιτών κινούνται στον ίδιο πολιτικό – ιδεολογικό χώρο. Αποτέλεσμα να δυσκολεύεται ο μέσος πολίτης να διακρίνει τις διαφορές. Την ίδια ώρα η ευκολία με την οποία ορισμένοι δυνητικοί υποψήφιοι κινούνται μεταξύ δύο και τριών πολιτικών οργανισμών δίνουν την εντύπωση μιας ποδοσφαιρικής λογικής. Δηλαδή όπως στο σημερινό ποδόσφαιρο καθοριστικό κριτήριο είναι το συμβόλαιο και όχι κάτι άλλο, έτσι και στον πολιτικό στίβο, κριτήριο ορισμένων είναι το που υπάρχει η μεγαλύτερη δυνατότητα εκλογής. Τουλάχιστον αυτή η εντύπωση είναι που δημιουργείται. Πέραν τούτου είναι και η ευκολία που πολιτικά κόμματα προσεγγίζουν υποψήφιους, έστω και αν έχουν αντίθετες θέσεις όπως π.χ. στο κυρίαρχο για τον τόπο θέμα, που είναι το κυπριακό. Όλο αυτό επιτείνει τη σύγχυση και την απαξίωση.
Ως εκ των άνωθεν, όσοι διεκδικούν ψήφο θα πρέπει να διατυπώσουν καθαρό λόγο και καθαρές θέσεις, έτσι ώστε να μπορεί ο ψηφοφόρος να διακρίνει τις διαφορές και να κάνει τις επιλογές του. Στην αντίθετη περίπτωση οι επιλογές θα γίνουν με βάση άλλα κριτήρια και όχι τις θέσεις, γεγονός που θα οδηγήσει σε ανέλπιστα αποτελέσματα.
3.Να προτάξουν τα κόμματα τις θέσεις τους ως το εργαλείο που θα οδηγήσει τον πολίτη να επιλέξει ένα εξ αυτών και όχι τις αντιθέσεις τους, το ένα προς το άλλο. Αν επιμένουν να προβάλλουν τις αντιθέσεις τους και να οδηγούνται σε ισοπεδωτικές συγκρούσεις, θα αυξάνονται δύο στοιχεία της πολιτικής ζωής. Η αποχή και η τοξικότητα. Και τα δύο προκαλούν ζημιά και στο σύνολο του πολιτικού και κομματικού συστήματος αλλά και σε κάθε ξεχωριστό κομματικό οργανισμό ή εκλογικό συνδυασμό.
4.Να κατανοήσουν επιτέλους ότι τον Μάιο του 2026 διεξάγονται βουλευτικές εκλογές και όχι προεδρικές εκλογές. Τα διάφορα προβλήματα τα οποία υπάρχουν σήμερα στην κοινωνία μας, δημιουργούν και συγκεκριμένα συναισθήματα και αντιδράσεις. Αυτά τα συναισθήματα και αντιδράσεις θα βρουν διέξοδο πρώτα στις βουλευτικές εκλογές του ερχόμενου Μάη και μετά στις προεδρικές του 2028.
Είμαι της άποψης, την οποία έχω διατυπώσει εδώ και μήνες, ότι οι ερχόμενες βουλευτικές εκλογές θα σηματοδοτήσουν την ανατροπή του κομματικού συστήματος όπως το γνωρίζουμε τώρα. Αυτό το φαινόμενο αν επέλθει στο μέγιστο βαθμό, η ανατροπή δηλαδή, θα οδηγήσει σειρά από πολιτικούς οργανισμούς να αναφωνήσουν, «στερνή μου γνώση να σε είχα πρώτα». Αν κάποιος συμμερίζεται αυτήν την εκτίμηση οφείλει να αναλογιστεί το εξής: Γιατί βρίσκεται ως πολιτικός οργανισμός στην αρνητική πορεία στην οποία βρίσκεται. Που οφείλεται η καθοδική τάση; Στις αντικειμενικές συνθήκες και μόνο; Σε υποκειμενικά λάθη και αδυναμίες; Ή στο συνδυασμό και των δύο φαινομένων. Όπως και αν απαντήσει αυτά τα ερωτήματα ένα είναι το σίγουρο. Η ακολουθούμενη πορεία δεν αποδίδει. Άρα το πρώτιστο είναι να επισημανθούν οι αναγκαίες διορθώσεις και να προωθηθούν. Η επιμονή ή και εμμονή ενίοτε, σε πολιτικές θέσεις, χειρισμούς και συμπεριφορές, οι οποίες αποδεδειγμένα οδηγούν σε συνεχή πτωτική πορεία, θα προκαλέσουν την ολική ανατροπή.
Δυστυχώς στις σημερινές συνθήκες και αν ακόμη πραγματοποιηθούν οι αναγκαίες διορθώσεις, είναι εξαιρετικά δύσκολο να επικοινωνηθούν στους πολίτες και ακόμα δυσκολότερο να αφομοιωθούν. Αυτό συμβαίνει για ορισμένους βασικούς λόγους.
α)Τα κόμματα έχουν απολέσει για αντικειμενικούς και υποκειμενικούς λόγους την ικανότητα τους να κρατούν την δια ζώσης επαφή με τους ψηφοφόρους.
β)Τα παραδοσιακά ΜΜΕ έπαψαν να είναι εργαλεία ισότιμης προβολής θέσεων και ειδήσεων. Τα πλείστα είναι πλέον ταγμένα υπέρ συγκεκριμένων θέσεων αλλά και οργανισμών. Ορισμένα μάλιστα λειτουργούν ως Κόμματα, υπό την έννοια ότι έχουν καταστεί φορείς συγκεκριμένων δικών τους αντιλήψεων από το κυπριακό ως τον τρόπο ζωής.
γ)Έχουν μπει στην καθημερινότητα του πολίτη πολλά άλλα εργαλεία, φορείς θέσεων απόψεων και ειδήσεων, που λειτουργούν, ανεξέλεγκτα και πολλές φορές με σκοπιμότητες. Και όταν λέω ανεξέλεγκτα, εννοώ ότι ούτε μπαίνουν στον κόπο ούτε, νοιάζονται εάν το μήνυμα που προβάλλουν και μεταδίδουν είναι τεκμηριωμένο ή όχι.
Ένα χαρακτηριστικό των ημερών μας το οποίο αφορά την πολιτική συμπεριφορά αρκετών ή των περισσοτέρων πολιτικών οργανισμών, είναι η επιλεκτική τοποθέτηση σε καυτά ζητήματα της καθημερινής ζωής ή ακόμα και η αποφυγή τοποθέτησης. Θα αναφέρω ένα τρέχον και πολύ σημαντικό ζήτημα. Το ζήτημα της Αυτόματης Τιμαριθμικής Αναπροσαρμογής (ΑΤΑ). Τα δεδομένα είναι γνωστά. Δυστυχώς πολύμηνες διαπραγματεύσεις δεν οδήγησαν σε θετικό αποτέλεσμα. Η κυβέρνηση αποφάσισε και πρότεινε μια φόρμουλα προς επίλυση του προβλήματος. Αντέδρασαν όπως αντέδρασαν οι συνδικαλιστικές και εργοδοτικές οργανώσεις. Τέθηκε μάλιστα ενώπιον της κοινωνίας και η πρόταση για νομοθετική ρύθμιση του ζητήματος. Βρισκόμαστε αυτή τη στιγμή ενώπιον αδιεξόδου. Ποια η συγκεκριμένη θέση των πολιτικών κομμάτων, τα οποία ενδεχομένως να βρουν το ζήτημα ενώπιον τους στη Βουλή; Πόσοι πολίτες έχουν αντιληφθεί όχι τις γενικότητες που ο καθένας μπορεί να διατυπώσει επί του ζητήματος αλλά τη συγκεκριμένη πρόταση των πολιτικών σχηματισμών επί του θέματος; Πλην ελαχίστων εξαιρέσεων δεν έχουν διατυπώσει θέσεις.
Ανάφερα αυτό το παράδειγμα και υπάρχουν και άλλα για να διατυπώσω τη θέση ότι οδηγούμαστε σε μια προεκλογική εκστρατεία κατά την οποία, οι θέσεις όσων διεκδικούν τη νομοθετική εξουσία, διατυπώνονται και θα συνεχίσουν μάλλον από αρκετούς να διατυπώνονται δια της τεθλασμένης. Δηλαδή θα εξάγονται οι τοποθετήσεις των διαφόρων εκλογικών συνδυασμών και υποψηφίων μέσα από τη διατύπωση των αντιθέσεων του ενός προς τον άλλον, αντί μέσον της καθαρής δικής τους πρότασης. Ως επίσης θα πρέπει ο ψηφοφόρος να μαντέψει τις θέσεις τους μέσα από την αντιπαράθεση τους με την κυβέρνηση. Αυτή η προσέγγιση δεν βοηθά την κοινωνία και τον τόπο, δεν βοηθά τους πολιτικούς οργανισμούς, δεν βοηθά κανέναν.