Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή καλεί την Τουρκία να επιβεβαιώσει εκ νέου τη δέσμευσή της στις συνομιλίες για διευθέτηση του Κυπριακού υπό την αιγίδα του ΟΗΕ, σημειώνοντας παράλληλα στην ετήσια έκθεση προόδου πως θα πρέπει να αποφευχθούν μονομερείς ενέργειες που θα μπορούσαν να αυξήσουν τις εντάσεις στο νησί και να εμποδίσουν την επανέναρξη των συνομιλιών. Επαναλαμβάνει ακόμη πως η ΕΕ παραμένει πλήρως προσηλωμένη σε μια συνολική διευθέτηση του κυπριακού ζητήματος εντός του πλαισίου του ΟΗΕ, βάσει των σχετικών ψηφισμάτων του Συμβουλίου Ασφαλείας και των αρχών της ΕΕ.
Η Ετήσια Έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την Τουρκία δόθηκε στη δημοσιότητα μετά την έγκριση της από το Κολλέγιο των Επιτρόπων, το μεσημέρι της Τρίτης. Η έκθεση καλύπτει την περίοδο από τον Σεπτέμβριο του 2024 έως τον Σεπτέμβριο του 2025, αποτυπώνει μια εικόνα μικρών βελτιώσεων σε ορισμένους οικονομικούς και τεχνικούς τομείς, αλλά σκιαγραφεί τη συνεχή υποχώρηση σε ζητήματα δημοκρατίας, κράτους δικαίου και ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
H Επίτροπος για τη Διεύρυνση, Μάρτα Κος, δήλωσε σχετικά παρουσιάζοντας τις ετήσιες εκθέσεις των χωρών υπό ένταξη στην ΕΕ, στην επιτροπή Εξωτερικών Υποθέσεων του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου στις Βρυξέλλες ότι «η Τουρκία είναι ένας σημαντικός εταίρος, που μοιράζεται το ίδιο στρατηγικό συμφέρον στην Ανατολική Μεσόγειο, καθώς και στην περιοχή της Μαύρης Θάλασσας, όπου συνεργαζόμαστε, στο πλαίσιο της ατζέντας διαπεριφερειακής συνδεσιμότητας. Ταυτόχρονα, η συνεχιζόμενη επιδείνωση των δημοκρατικών προτύπων, του κράτους δικαίου, της ανεξαρτησίας της δικαστικής εξουσίας και του σεβασμού των θεμελιωδών δικαιωμάτων παραμένει ζήτημα σοβαρής ανησυχίας. Οι διαπραγματεύσεις για την ένταξη παραμένουν σε στασιμότητα από το 2018».
Σύμφωνα με την έκθεση, η ΕΕ αναμένει από την Τουρκία να αναλάβει σαφή δέσμευση για σχέσεις καλής γειτονίας και ειρηνική επίλυση διαφορών, προσφεύγοντας, εάν χρειαστεί, στο Διεθνές Δικαστήριο. «Η Τουρκία πρέπει: (i) να αποφεύγει απειλές και ενέργειες που βλάπτουν τις σχέσεις καλής γειτονίας· (ii) να ομαλοποιεί τις σχέσεις της με την Κυπριακή Δημοκρατία· και (iii) να σέβεται την κυριαρχία όλων των κρατών μελών της ΕΕ επί των χωρικών τους υδάτων και του εναέριου χώρου τους, καθώς και όλα τα κυριαρχικά τους δικαιώματα, συμπεριλαμβανομένου του δικαιώματος εξερεύνησης και εκμετάλλευσης φυσικών πόρων σύμφωνα με το ενωσιακό και το διεθνές δίκαιο, ιδίως την UNCLOS», σημειώνεται χαρακτηριστικά.
Επισημαίνεται επιπλέον ότι «η Τουρκία συνέχισε να αρνείται να αναγνωρίσει και να συνεργαστεί με την Κυπριακή Δημοκρατία. Παρά τις επανειλημμένες εκκλήσεις του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου και της Επιτροπής, η Τουρκία δεν έχει ακόμη εκπληρώσει τις υποχρεώσεις της, όπως ορίζονται στη Διακήρυξη της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και των κρατών μελών της της 21ης Σεπτεμβρίου 2005 και στα Συμπεράσματα του Συμβουλίου, συμπεριλαμβανομένων εκείνων του Δεκεμβρίου 2006 και του Δεκεμβρίου 2015. Η Τουρκία δεν εκπλήρωσε την υποχρέωσή της να διασφαλίσει την πλήρη και μη διακριτική εφαρμογή του Πρόσθετου Πρωτοκόλλου της Συμφωνίας Σύνδεσης και δεν έχει αφαιρέσει όλα τα εμπόδια στην ελεύθερη κυκλοφορία αγαθών, συμπεριλαμβανομένων των περιορισμών στις άμεσες μεταφορικές συνδέσεις με την Κυπριακή Δημοκρατία,» αναφέρει η έκθεση.
Επιπλέον, η Τουρκία συνέχισε τις στρατιωτικές της ασκήσεις στις θαλάσσιες ζώνες της Κύπρου, ενώ παρενόχλησε κυπριακά αλιευτικά σκάφη και παραβίασε τον εναέριο χώρο της Κυπριακής Δημοκρατίας. Η έκθεση αναφέρει πως «οι στρατιωτικές ασκήσεις της Τουρκίας στις θαλάσσιες ζώνες της Κύπρου συνέχισαν να πραγματοποιούνται. Οι πτήσεις των τουρκικών μη επανδρωμένων αεροσκαφών στην περιοχή πληροφοριών πτήσεων (FIR) και στον εθνικό εναέριο χώρο της Κυπριακής Δημοκρατίας επίσης συνέχισαν αμείωτες. Η Τουρκία συνέχισε να αναβαθμίζει τη στρατιωτική βάση drone στη Λευκόνοικο και το ναυτικό σταθμό στο Μπογάζι. Οι παρενοχλήσεις κυπριακών αλιευτικών σκαφών και οι παράνομες, μη αναφερόμενες και μη ρυθμιζόμενες (IUU) αλιευτικές δραστηριότητες από την Τουρκία συνέχισαν να αναφέρονται».
Σχετικά με την επανέναρξη διαπραγματεύσεων για την επίλυση του Κυπριακού, αφού παρατίθενται το πρόσφατο ιστορικό των συναντήσεων, επισημαίνεται πως «η Τουρκία συνέχισε να υποστηρίζει μια λύση δύο κρατών στην Κύπρο, αντίθετα προς τις σχετικές αποφάσεις του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ, δηλώνοντας ότι οποιαδήποτε διαδικασία που στοχεύει σε μια διζωνική, δικοινοτική ομοσπονδία δεν θα είναι επιτυχής. Η μη αναγνωρισμένη διεθνώς ‘τδβκ’ συμμετέχει ως παρατηρητής στον Οργανισμό Τουρκικών Κρατών από το 2022. Η Ευρωπαϊκή Ένωση αναγνωρίζει μόνο την Κυπριακή Δημοκρατία ως υποκείμενο του διεθνούς δικαίου σύμφωνα με τις σχετικές αποφάσεις του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ και έχει τονίσει ότι οποιαδήποτε ενέργεια που διευκολύνει ή βοηθά με οποιονδήποτε τρόπο την διεθνή αναγνώριση της τουρκοκυπριακής αποσχιστικής οντότητας βλάπτει σοβαρά τις προσπάθειες για την προετοιμασία επίσημων διαπραγματεύσεων υπό την αιγίδα του ΟΗΕ».
Επιπλέον, «είναι σημαντικό η Τουρκία να επιβεβαιώσει εκ νέου τη δέσμευσή της στις συνομιλίες διευθέτησης του Κυπριακού υπό την αιγίδα του ΟΗΕ, σύμφωνα με τα σχετικά Ψηφίσματα του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών, συμπεριλαμβανομένων των εξωτερικών πτυχών τους. Δεν πρέπει να αναληφθούν μονομερείς ενέργειες που θα μπορούσαν να αυξήσουν τις εντάσεις στο νησί και να εμποδίσουν την επανέναρξη των συνομιλιών. Όσον αφορά τα Βαρώσια, η Τουρκία πρέπει να αναιρέσει αμέσως τις μονομερείς ενέργειες που ανακοινώθηκαν στις 20 Ιουλίου 2021 και όλα τα βήματα που έχουν ληφθεί από τον Οκτώβριο του 2020 και τα οποία αντιβαίνουν στα σχετικά Ψηφίσματα του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών. Η ΕΕ υπογραμμίζει τη σημασία του καθεστώτος των Βαρωσίων και ζητά τον πλήρη σεβασμό των Ψηφισμάτων του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών (ιδίως των Ψηφισμάτων 550, 789 και 1251)».
Σχετικά με την κατάσταση στην Αμμόχωστο, αναφέρεται πως «παρά τις διεθνείς καταδίκες και την απαράδεκτη εγκατάσταση οποιουδήποτε μέρους των Βαρωσίων από άτομα διαφορετικά από τους κατοίκους της, όπως ορίζεται στην απόφαση 550 (1984) του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ, η Τουρκία δεν ανέστρεψε τις ενέργειές της για το άνοιγμα ολόκληρης της περίκλειστης περιοχής των Βαρωσίων, ενισχύοντας έτσι το status quo επί του εδάφους». Η έκθεση τονίζει ότι οι περιορισμοί που επιβλήθηκαν στην ΟΥΝΦΙΚΥΠ εντός της περίκλειστης πόλης των Βαρωσίων παραμένουν σε ισχύ, κάτι που προκαλεί προκλήσεις στην ικανότητα της ειρηνευτικής δύναμης να εκτελέσει τις αποστολές της.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση επαναλαμβάνει την έκκληση της προς την Τουρκία να σεβαστεί το διεθνές δίκαιο και να συνεργαστεί για μια δίκαιη λύση στο Κυπριακό. Η έκθεση αναφέρει ότι «η ΕΕ παραμένει πλήρως προσηλωμένη σε μια συνολική διευθέτηση του κυπριακού ζητήματος εντός του πλαισίου του ΟΗΕ, σύμφωνα με όλα τα σχετικά ψηφίσματα του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ και σύμφωνα με τις αρχές στις οποίες βασίζεται η ΕΕ και το κεκτημένο της. Η ΕΕ έχει εκφράσει, πιο πρόσφατα στα συμπεράσματα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου του Δεκεμβρίου 2024, την ετοιμότητά της να διαδραματίσει ενεργό ρόλο στην υποστήριξη όλων των σταδίων της διαδικασίας υπό την ηγεσία του ΟΗΕ, με όλα τα κατάλληλα μέσα που διαθέτει».
Στον τομέα της δημοκρατίας, η έκθεση αναφέρει ότι «το γενικό πλαίσιο των εκλογών εξασφαλίζει ελεύθερη επιλογή μεταξύ εναλλακτικών πολιτικών επιλογών, αλλά δεν παρέχει ισότιμο πεδίο για όλους τους πολιτικούς φορείς. Η υπερβολική δικαστική πίεση στους πολιτικούς της αντιπολίτευσης πνίγει τον πολιτικό ανταγωνισμό, υπονομεύοντας έτσι τις βασικές δημοκρατικές αρχές». Ακόμη επισημαίνεται πως η Τουρκία δεν έχει εφαρμόσει τις συστάσεις του Γραφείου Δημοκρατικών Θεσμών και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (ODIHR) του ΟΑΣΕ και της Επιτροπής της Βενετίας, οι οποίες ζητούν βελτιώσεις στο εκλογικό σύστημα και την προστασία των πολιτικών δικαιωμάτων. Τονίζεται πως το κοινοβούλιο «έχει τυπικά εξουσίες — συμπεριλαμβανομένου του ελέγχου της εκτελεστικής εξουσίας και της συμμετοχής στη νομοθετική διαδικασία — αλλά μπορεί να τις ασκεί μόνο με περιορισμένο τρόπο. Το υψηλά συγκεντρωτικό προεδρικό σύστημα, το οποίο έχει σοβαρά εξασθενήσει τα προνόμια του Κοινοβουλίου και τον διαχωρισμό των εξουσιών, παραμένει σε ισχύ».
«Το σύστημα στερείται αποτελεσματικών ελέγχων και ισορροπιών, καθώς και των εργαλείων που απαιτούνται για να κρατηθεί η Κυβέρνηση υπό λογοδοσία πέρα από τις εκλογές. Οι περισσότερες ρυθμιστικές αρχές παραμένουν άμεσα συνδεδεμένες με την Προεδρία, και η δημόσια διοίκηση είναι υψηλά πολιτικοποιημένη» αναφέρεται στην έκθεση. «Τον Μάρτιο του 2025, ο δήμαρχος της Κωνσταντινούπολης και υποψήφιος για την προεδρία από την αντιπολίτευση συνελήφθη μαζί με πολλούς άλλους, συμπεριλαμβανομένων δημάρχων και ανώτερων δημοτικών αξιωματούχων του Κόμματος του Λαού (CHP), με κατηγορίες για υποτιθέμενη διαφθορά» προσθέτει η έκθεση. Η αντιπολίτευση «αντιμετωπίζει συστηματική δικαστική και διοικητική πίεση, με αποτέλεσμα να περιορίζεται η πολιτική πολυφωνία». Ένα από τα πιο ανησυχητικά φαινόμενα είναι η απομάκρυνση εκλεγμένων δημάρχων και η αντικατάστασή τους με κρατικούς διοικητές, συχνά με κατηγορίες για τρομοκρατία ή διαφθορά. Η έκθεση αναφέρει χαρακτηριστικά ότι «28 δήμαρχοι της αντιπολίτευσης — 18 από το CHP και 10 από το DEM — συνελήφθησαν και απομακρύνθηκαν από τα καθήκοντά τους, με μερικούς από αυτούς να κατηγορούνται για υποστήριξη τρομοκρατικής οργάνωσης λόγω μιας άτυπης πολιτικής συμφωνίας μεταξύ του CHP και του DEM πριν από τις τοπικές εκλογές του Μαρτίου 2024».
Στον τομέα του κράτους δικαίου, «η Τουρκία παραμένει σε πρώιμο στάδιο προετοιμασίας στον τομέα του κράτους δικαίου και των θεμελιωδών δικαιωμάτων. Υπήρξε οπισθοδρόμηση σε κρίσιμα ζητήματα που είχαν ήδη εντοπιστεί σε προηγούμενες εκθέσεις, και οι σοβαρές ανησυχίες που είχαν εκφραστεί σε προηγούμενες εκθέσεις έχουν ενταθεί».
Η έκθεση καταγγέλλει την έλλειψη ανεξαρτησίας της δικαιοσύνης, η οποία «συνεχίζει να βρίσκεται υπό τον έλεγχο της εκτελεστικής εξουσίας, επηρεάζοντας την ανεξαρτησία της και υπονομεύοντας την ποιότητα των δικαστικών αποτελεσμάτων. Η δικαιοσύνη έχει ενεργήσει επανειλημμένα επιλεκτικά, στοχεύοντας πολιτικούς της αντιπολίτευσης και εκλεγμένους αξιωματούχους, ενώ απέχει από το να λαμβάνει παρόμοιες ενέργειες εναντίον αξιωματούχων του κυβερνώντος συνασπισμού». Η Επιτροπή των Δικαστών και Εισαγγελέων (HSK) δεν λειτουργεί ανεξάρτητα, ενώ ο Υπουργός Δικαιοσύνης διαθέτει «απόλυτη εξουσία σε θέματα διορισμών και πειθαρχικού ελέγχου» συνεχίζει η έκθεση.
Η Τουρκία «αρνείται να εφαρμόσει αποφάσεις του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (ΕΔΔΑ) ενώ αρκετά δικαστήρια αρνήθηκαν να εφαρμόσουν αποφάσεις του Τουρκικού Συνταγματικού Δικαστηρίου, υπονομεύοντας έτσι την ακεραιότητα και τη λειτουργία ολόκληρου του συστήματος». Επισημαίνεται πως αυτή η πρακτική «υπονομεύει την αξιοπιστία του δικαστικού συστήματος και ενισχύει την αντίληψη ότι η δικαιοσύνη λειτουργεί ως εργαλείο πολιτικής καταστολής». Επιπλέον, η έκθεση αναφέρει ότι «η ανεξαρτησία και η αμεροληψία της δικαιοσύνης χρειάζεται να βελτιωθεί, ιδιαίτερα στα ανώτερα δικαστήρια, και είναι προβληματική στα δικαστήρια πρώτης βαθμίδας. Παρά τις συνταγματικές εγγυήσεις για την ανεξαρτησία της δικαιοσύνης και τον διαχωρισμό των εξουσιών, σημαντικές προκλήσεις παραμένουν λόγω της επιρροής της εκτελεστικής εξουσίας στο HSK».
Στον τομέα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, αναφέρεται πως η Τουρκία «συνεχίζει να παραβιάζει συστηματικά τα ανθρωπινά δικαιώματα», με ιδιαίτερη έμφαση στην ελευθερία έκφρασης, την ελευθερία του Τύπου και τα δικαιώματα των μειονοτήτων. Η έκθεση καταγράφει αύξηση των συλλήψεων και καταδίκων δημοσιογράφων, δικηγόρων και ακτιβιστών, συχνά με κατηγορίες για υποστήριξη της τρομοκρατίας» ή «διασπορά ψευδών ειδήσεων». Η ελευθερία του Τύπου βρίσκεται «υπό συνεχή πίεση, με την Κυβέρνηση να χρησιμοποιεί νομοθετικά και διοικητικά μέτρα για να περιορίσει την κριτική» συμπληρώνεται. Η υιοθέτηση νέων νόμων, όπως ο νόμος για την κυβερνοασφάλεια, έχει οδηγήσει σε αύξηση της λογοκρισίας και σε περιορισμό της πρόσβασης σε πληροφορίες. «Οι δικαστικές και διοικητικές ενέργειες εναντίον δημοσιογράφων, μέσων ενημέρωσης και άλλων φωνών που είναι κριτικές προς την Κυβέρνηση εντατικοποιήθηκαν. Ο ρυθμιστής των μέσων ενημέρωσης και της ραδιοφωνίας συνέχισε να επιβάλλει διοικητικά και χρηματικά πρόστιμα με διακριτικό τρόπο, στοχεύοντας σχεδόν αποκλειστικά ανεξάρτητα και μέσα ενημέρωσης της αντιπολίτευσης» σημειώνεται.
Η έκθεση αναφέρει ότι η Τουρκία παραμένει σε πρώιμο στάδιο προετοιμασίας στον τομέα της ελευθερίας έκφρασης και δεν υπήρξε πρόοδος κατά την περίοδο αναφοράς, ενώ οι σοβαρές ανησυχίες παραμένουν. Η εφαρμογή των ποινικών νόμων που σχετίζονται με την εθνική ασφάλεια και την αντιτρομοκρατία συνεχίζει να παραβιάζει την ΕΣΔΑ και να αποκλίνει από τη νομολογία του ΕΔΔΑ, εμποδίζοντας την ελευθερία έκφρασης.
Ωστόσο στον οικονομικό τομέα, η Τουρκία είναι σε προχωρημένο στάδιο ως προς τη δημιουργία μιας λειτουργικής αγοράς, αλλά «η οικονομία αντιμετωπίζει σοβαρές προκλήσεις, όπως ο υψηλός πληθωρισμός, η αστάθεια του νομίσματος και η εξάρτηση από εξωτερικά δάνεια». Επιπλέον, «η σφιχτή νομισματική πολιτική ήταν καθοριστική για τη μείωση του πληθωρισμού και των πληθωριστικών προσδοκιών, αν και και τα δύο παρέμειναν σε υψηλά επίπεδα. Ο τραπεζικός τομέας παρέμεινε σταθερός. Η δημοσιονομική ενοποίηση προχώρησε κυρίως λόγω της μείωσης των δαπανών για την ανοικοδόμηση μετά τους σεισμούς».
Ακόμη, αναφέρεται πως η ανεργία έχει μειωθεί ελαφρώς, αλλά η ανισότητα μεταξύ των φύλων παραμένει μεγάλη, με τις γυναίκες να αντιμετωπίζουν συστηματικούς περιορισμούς στην πρόσβαση στην αγορά εργασίας και η ανεπίσημη οικονομία συνεχίζει να αποτελεί σημαντικό πρόβλημα, ενώ η διαφθορά και η έλλειψη διαφάνειας στις δημόσιες συμβάσεις υπονομεύουν την οικονομική σταθερότητα. Επιπλέον η Τουρκία «εξακολουθεί να αντιμετωπίζει σημαντικές δομικές προκλήσεις, όπως η μεγάλη υποαπασχόληση, το υψηλό ποσοστό ανεργίας των νέων και το χαμηλό ποσοστό συμμετοχής των γυναικών».
Στον τομέα της μετανάστευσης και των προσφύγων, η Τουρκία «συνεχίζει να φιλοξενεί έναν από τους μεγαλύτερους πληθυσμούς προσφύγων παγκοσμίως. Σύμφωνα με επίσημα στοιχεία, έως τον Αύγουστο του 2025, η Τουρκία φιλοξενούσε 2.508.446 Σύρους με προσωρινή προστασία και 52.437 Σύρους με βραχυπρόθεσμη άδεια παραμονής». Ωστόσο, προστίθεται «η πρόσβαση στην υγειονομική περίθαλψη και την εκπαίδευση παραμένει περιορισμένη για πολλούς πρόσφυγες, ενώ η επιστροφή των παράνομων μεταναστών από τα ελληνικά νησιά δεν έχει επαναλειτουργήσει». Η έκθεση αναφέρει ότι «η επιστροφή των παράνομων μεταναστών από τα ελληνικά νησιά δεν επαναλειτουργεί. Η ΕΕ έχει επανειλημμένως καλέσει την Τουρκία να επαναλάβει τις επιχειρήσεις επιστροφής σύμφωνα με τις δεσμεύσεις που αναλήφθηκαν στο πλαίσιο της Δήλωσης ΕΕ-Τουρκίας του 2016.»
ΚΥΠΕ