Μετά τον «Σκύλο που καπνίζει» του Χαράλαμπου Γιάννου (2015,  ΘΟΚ) και το έργο του Κώστα Μαννούρη «Της οικίας ημών εμπιπραμένης» (2016, Κατ’ Οίκον), ο Σώτος Σταυράκης επιμένει «κυπριακά» και καταπιάνεται μ’ ένα ακόμη έργο από εγχώρια πένα. Ο λόγος για την «Αγρυπνία» της Ανθής Ζαχαριάδου που ανεβαίνει σε μορφή σκηνοθετημένου αναλογίου. Μήπως το έχει πάρει λίγο προσωπικά το ζήτημα;
 
«Ναι, νομίζω ότι με ενδιαφέρει η προώθηση του κυπριακού έργου, το θεωρώ προσωπικό μου χρέος κατά κάποιο τρόπο. Είναι σημαντικό να διαμορφωθεί επιτέλους μια κοινωνική ταυτότητα, κάτι που μας λείπει ως χώρα. Και σ’ αυτό βοηθά πολύ το θέατρο».
 
Ο ίδιος πιστεύει ότι περαιτέρω βήματα για τη στήριξη του κυπριακού θεατρικού έργου μπορούν και οφείλουν να γίνουν. «Θα μπορούσαν π.χ. τα περιφερειακά θέατρα να κάνουν αναθέσεις σε συγγραφείς της δικής τους πόλης. Είναι αδιανόητο ας πούμε ο Κώστας Μαννούρης, ενώ έχει πάρει δύο βραβεία θεατρικής γραφής, να μην του έχει γίνει πρόταση από θέατρο της Λάρνακας που είναι η πόλη του!»
Η ενασχόλησή του με το κυπριακό έργο του επέτρεψε να διαμορφώσει μια ευρύτερη άποψη και να φτάσει στο συμπέρασμα ότι η ώθηση που έχει πάρει τα τελευταία χρόνια η εγχώρια θεατρική γραφή είναι χωρίς προηγούμενο, ενώ και θεματολογικά έχει ανοίξει τους ορίζοντές της. «Η εντόπια θεατρική γραφή είναι πολύ σημαντική για κάθε χώρα αφού είναι ένας τρόπος να καταγράφονται και να αντικατοπτρίζονται οι σύγχρονες παθογένειες, με προοπτική τον προβληματισμό και τη βελτίωση των ανθρώπων, που είναι εξάλλου κι ένας από τους σκοπούς του θεάτρου. Για τον λόγο αυτό πρέπει να στηριχτεί από την πολιτεία πιο σοβαρά η θεατρική γραφή. Ιδανικά, πρέπει να μπορεί ένας συγγραφέας να ζήσει από την τέχνη του για να μπορεί να αφοσιωθεί σ’ αυτήν» σημειώνει.
 
Ο Σώτος Σταυράκης διαπιστώνει ότι γενικότερα το κυπριακό θέατρο βρίσκεται σε άνθιση, σε όλους τους τομείς εκτός τον οικονομικό. «Υπάρχει πολλή όρεξη, επαγγελματισμός και αγάπη, από παλιούς και νεότερους, πολλές δυνατότητες και ταλέντο. Βλέπουμε πολλές και ενδιαφέρουσες παραστάσεις. Δυστυχώς, όμως, οι αμοιβές των ανθρώπων του θεάτρου δεν ανταποκρίνονται στους κόπους τους και την ποιότητα που προσφέρουν κι έτσι αναγκάζονται να κάνουν πολλές δουλειές, γεγονός που έχει αρνητικό αντίκτυπο στην ποιότητα.
Κατά τη γνώμη του, για να βελτιωθούν οι συνθήκες πρέπει το κράτος να αυξήσει τον προϋπολογισμό γενικότερα για τον πολιτισμό. «Με την εξέλιξη των τελευταίων χρόνων και τις αλλαγές (καλές και κακές) πολλοί από τους δημιουργούς έχουν ξαφνικά χαθεί. Η πολιτεία πρέπει να βρει τρόπο να προστατεύσει τους ανθρώπους που έχουν αφιερώσει τη ζωή τους κάνοντας θέατρο σ’ αυτό τον τόπο, σε χρόνια δύσκολα».
 
«Αγρυπνία», Λευκωσία, Κατ’ Οίκον, 22/23 & 29/30 Ιανουαρίου, 8μ.μ. 96510261